2556
| CreativeProtagon/GettyImages

Η διπλή ζωή του Τζον Λε Καρέ

Protagon Team Protagon Team 10 Μαρτίου 2023, 13:15
|CreativeProtagon/GettyImages

Η διπλή ζωή του Τζον Λε Καρέ

Protagon Team Protagon Team 10 Μαρτίου 2023, 13:15

«Η κατασκοπεία και η συγγραφή μυθιστορημάτων είναι φτιαγμένες η μία για την άλλη» έγραψε κάποτε ο Τζον Λε Καρέ. «Και οι δύο ζητούν ένα παρατηρητικό μάτι έτοιμο για την ανθρώπινη παράβαση και τις πολλές οδούς προς την προδοσία. Οσοι από εμάς βρισκόμασταν μέσα στη μυστική σκηνή, δεν την αφήνουμε ποτέ».

Το αινιγματικό χάρισμα του συγγραφέα Τζον Λε Καρέ δεν ήταν απλώς ότι μπορούσε να αντλήσει από την προηγούμενη εμπειρία του ως βρετανός κατάσκοπος. Η γραφή του έφερε το βλέμμα του μυθιστοριογράφου στον μυστικό κόσμο και τις συνήθειες της κατασκοπείας, γράφει στο Atlantic ο Μπεν Ρόουντς, συγγραφέας, πολιτικός σχολιαστής, πρώην αναπληρωτής σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας για Στρατηγικές Επικοινωνίας και λογογράφος του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα.

Πολύ πέρα από τη συγγραφική ικανότητα, η ιδιότητά του να είναι ταυτόχρονα ξένος και γνώστης των πραγμάτων τού έδωσε τη δυνατότητα να αποκαλύψει αλήθειες για τη φύση της διαφθοράς της εξουσίας: τα μυθιστορήματα του Λε Καρέ είναι εμποτισμένα με την ειλικρίνεια ενός ξένου, αλλά θα μπορούσαν να είχαν γραφτεί μόνο από έναν άνθρωπο που ξέρει πώς είναι να είσαι μέσα στη σκηνή, επισημαίνει ο Ρόουντς.

Στους κόσμους που δημιούργησε ο Τζον Λε Καρέ οι αλήθειες σπάνια είναι αυτονόητες. Ετσι ήταν και στη ζωή του, όπως μαθαίνουμε από ένα βιβλίο με επιστολές του που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Επιφανειακά, προχώρησε, φυσικά, από τη νεότητά του στο άδυτο: Πέρασε την εφηβεία του σε αγγλικά δημόσια σχολεία αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου τα αγόρια έκαναν στρατιωτική εκπαίδευση με στολή, ο σοβινισμός ήταν κανόνας και –τουλάχιστον για μια τελευταία γενιά– η αυτοκρατορία ήταν κληρονομιά.

Σπούδασε ξένες γλώσσες, υπηρέτησε στο Σώμα Πληροφοριών του Βρετανικού Στρατού, φοίτησε στην Οξφόρδη, δίδαξε γερμανικά στο Ιτον. Και το 1958, όταν εντάχθηκε στην MI5, η βιογραφία του ήταν παρόμοια με πολλών άλλων στρατολογημένων.

Η βαθύτερη αλήθεια του Ντέιβιντ Κόρνγουελ

Ωστόσο, η βαθύτερη αλήθεια είναι πιο ενδιαφέρουσα. Το πραγματικό όνομα του Τζον Λε Καρέ ήταν Ντέιβιντ Τζον Μουρ Κόρνγουελ. Ο πατέρας του, Ρόνι Κόρνγουελ, ήταν ένας απατεώνας, χωρίς χρήματα και προβλήματα με τον Νόμο, και η μητέρα του τους άφησε όταν ο Ντέιβιντ ήταν πέντε ετών. Μπήκε νωρίς στον μυστικό κόσμο, εμπλεκόμενος σε απάτες για λογαριασμό του πατέρα του, αλλά και για να προστατευθεί από έναν άνδρα που έπινε, έπαιζε στοιχήματα και δεν δίσταζε να χτυπάει τον γιο του.

«Η κατασκοπεία δεν με εισήγαγε στη μυστικότητα. Η υπεκφυγή και η εξαπάτηση ήταν τα απαραίτητα όπλα της παιδικής μου ηλικίας», έγραψε ο Λε Καρέ στα απομνημονεύματά του, «Η Σήραγγα των Περιστεριών, Ιστορίες από τη Ζωή μου» (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Bell / Χαρλένικ Ελλάς).

Η θητεία του ως κατάσκοπος υπήρξε σχετικά σύντομη· μεταξύ άλλων, στις αρχές της δεκαετίας του 1960 υπηρέτησε για μερικά χρόνια στη Γερμανία, κρυμμένος κάτω από την ταυτότητα του κατώτερου διπλωμάτη. Ωστόσο, ήταν μια ωραία περίοδος, που θα του άλλαζε τη ζωή. Ο Ψυχρός Πόλεμος βρισκόταν στην κορύφωσή του, ήταν η εποχή της κατασκευής του Τείχους του Βερολίνου και της Κρίσης των Πυραύλων της Κούβας.

Εν τω μεταξύ, οι υπηρεσίες της βρετανικής αντικατασκοπείας συγκλονίστηκαν από την αποκάλυψη δύο υψηλόβαθμων σοβιετικών διπλών πρακτόρων στους κόλπους της, των Τζορτζ Μπλέικ και Κιμ Φίλμπι. Η βρετανική ελίτ σκανδαλίστηκε· τα δίκτυα της MI6 αποδεκατίστηκαν· οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες απαξιώθηκαν στα μάτια των Αμερικανών.

O Ρίτσαρντ Μπάρτον (δεξιά) στην ταινία του 1965 «Ο Κατάσκοπος που Γύρισε από το Κρύο» (Salem Films Limited)

Εκείνη την περίοδο ο Κόρνγουελ έγραψε τρία μυθιστορήματα με το ψευδώνυμο Τζον Λε Καρέ, «Η Τελευταία Κλήση» («Call for the Dead», 1961), «Ποιοτικός Φόνος» («A Murder of Quality», 1962) και «Ο Κατάσκοπος που Γύρισε από το Κρύο» (« The Spy Who Came In From the Cold», 1963). Αυτό το τελευταίο βιβλίο, που κλείνει φέτος 60 έτη, αναδιατυπώνει τον Ψυχρό Πόλεμο, επισημαίνει στο Atlantic ο Μπεν Ρόουντς: Η σύγκρουση δεν ήταν ένα ηθικό παιχνίδι του Καλού εναντίον του Κακού, όπως το παρουσίαζαν οι ηγέτες και των δύο πλευρών· ήταν μια μάλλον διφορούμενη προσθήκη στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία διεξήχθη από «γκρίζους ανθρώπους» κρυμμένους στη σκιά και την ανωνυμία, κατεστραμμένους από τις δικές τους προδοσίες και τη γραφειοκρατία –καπιταλιστική  και κομμουνιστική– και αναλώσιμους για το σύστημα.

Το μυθιστόρημα έγινε παγκόσμιο μπεστ-σέλερ και ο Τζον Λε Καρέ διάσημος. Σε κάθε περίπτωση, η καριέρα του Ντέιβιντ Κόρνγουελ ως κατασκόπου τελείωσε την επόμενη χρονιά μετά τη δημοσίευση του πρωτοποριακού μυθιστορήματός του. Πιστεύεται, μάλιστα, ευρέως ότι ο Κιμ Φίλμπι, αριστοκρατικής καταγωγής υψηλόβαθμος πράκτορας, διπλωμάτης και βασικός πληροφοριοδότης των Σοβιετικών για τις κινήσεις της Δύσης, ο οποίος διέφυγε στη Μόσχα, ήταν εκείνος που αποκάλυψε το πραγματικό όνομα του Λε Καρέ.

Ενας (ανασφαλής) συγγραφέας που έτυχε να είναι  κατάσκοπος

Για το υπόλοιπο της ζωής του θα ήταν ο συγγραφέας Τζον Λε Καρέ. Παρά τη διαμαρτυρία του ότι «ήταν ένας συγγραφέας που έτυχε κάποτε να είναι κατάσκοπος, όχι ένας κατάσκοπος που είχε στραφεί στη συγγραφή», ο Λε Καρέ ποτέ δεν αποχωρίστηκε πραγματικά την εποχή του στο εσωτερικό των μυστικών υπηρεσιών, παρατηρεί ο Ρόουντς. Παρακινήθηκε λιγότερο από ιστορίες με μυστικά και μυστήριο και περισσότερο από την ανάγκη του να καταλάβει γιατί οι αυτοκρατορίες, είτε βρετανικές, σοβιετικές ή αμερικανικές, έκαναν περισσότερα από όσα τους επέτρεπε η εξουσία τους.

Επλεξε ιστορίες για το πώς τα άτομα και τα έθνη αποκαλύπτονται μέσα από τα μυστικά που κουβαλούν. Κατά κάποιο τρόπο, μάλιστα, όλα του τα βιβλία είναι παραλλαγές του «Κατασκόπου που Γύρισε από το Κρύο», όπου ένας βρετανός πράκτορας παριστάνει τον κομμουνιστή για να εξοντώσει έναν βάναυσο ανατολικογερμανό κατάσκοπο, για να μάθει τελικά ότι η υπηρεσία του τον πρόδωσε και ότι οι αθώοι αφήνονται να υποστούν τις συνέπειες. Είναι μια ανυποχώρητη ματιά στο κόστος του ηθικού συμβιβασμού για την επιδίωξη των λεγόμενων «εθνικών συμφερόντων».

Δύο χρόνια μετά τον θάνατό του (ο Τζον Λε Καρέ απεβίωσε στις 12 Δεκεμβρίου 2020 σε ηλικία 89 ετών) κυκλοφόρησε το βιβλίο «A Private Spy: The Letters of John Le Carré», μια ογκώδης συλλογή επιστολών του διάσημου βρετανού συγγραφέα, που συγκεντρώθηκαν από τον γιο του, Τιμ Κόρνγουελ. Μέσα από την αλληλογραφία του μαθαίνουμε πολλά για τις συνήθειες του Λε Καρέ ως συγγραφέα. Υπάρχουν λογοτεχνικές διαμάχες, απογοητεύσεις από κριτικούς και γρήγορες ματιές στο πώς ορισμένα από τα βιβλία του έγιναν επιτυχημένες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές (και πώς κάποια άλλα, όχι).

Ο Τζον Λε Καρέ στα γυρίσματα της σειράς «The Little Drummer Girl», βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο του (John le Carré/Facebook)

Παρά την επιτυχία του, ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι ο Τζον Λε Καρέ δεν ξεπέρασε ποτέ τις ανασφάλειές του για το κατά πόσο τον παίρνουν στα σοβαρά ως μυθιστοριογράφο. Τον βλέπουμε να αναζητά –και να απολαμβάνει– την έγκριση συγγραφέων όπως ο Γκράχαμ Γκριν, ο Φίλιπ Ροθ και ο Τομ Στόπαρντ. Σαφώς, ήθελε να γίνει γνωστός ως κάτι περισσότερο από κατάσκοπος ή συγγραφέας κατασκοπικών ιστοριών.

Η συλλογή των επιστολών παρέχει λιγότερο υλικό για τις μυστικές ζωές του Λε Καρέ. Η αλληλογραφία του την περίοδο που ήταν κατάσκοπος είναι μια σειρά από οργανωτικές σημειώσεις και οικογενειακές ενημερώσεις, και συχνά μοιάζει με αδιαφανή κουρτίνα. Κατά τη διάρκεια των δύο γάμων του, εξάλλου, ο Λε Καρέ είχε πολυάριθμες εξωσυζυγικές σχέσεις, μια συνήθεια που αναμφίβολα ωφελήθηκε από την πείρα του στην υπεκφυγή.

Σύμφωνα με τον γιο του, ο Λε Καρέ «κάλυπτε τα ίχνη» των απιστιών του, αλλά περιστασιακά υπάρχουν αποκαλυπτικές εξαιρέσεις: «Αγαπητή καρδιά, προσπάθησε να καταλάβεις έναν τυφλοπόντικα πολύ συνηθισμένο στο σκοτάδι για να πιστέψει στο φως», έγραψε σε ένα γράμμα του στη Σούζαν Κέναγουεϊ, με την οποία άρχισε να έχει σχέση το 1964. «Αν ζεις, όπως εγώ, τόσο καιρό το σκοτάδι, δεν μπορείς πάντα, αν είσαι εγώ, να έχεις πίστη στο φως». Σαφώς, ο Λε Καρέ ένιωθε το βάρος των μυστικών ζωών, κάτι που θα πρέπει να συνέβαλε στην ικανότητά του να πλάθει χαρακτήρες οι οποίοι νιώθουν την αγωνία της προδοσίας αγαπημένων προσώπων, κρύβοντας τον πιο αληθινό τους εαυτό.

Οι επιστολές του αποκαλύπτουν επίσης έναν άνθρωπο που νοιαζόταν βαθιά για το πώς η δουλειά του καταναλωνόταν από το ευρύτερο κοινό. Το 1966 έστειλε μια ανοιχτή επιστολή σε ένα ελεγχόμενο από την KGB λογοτεχνικό περιοδικό, που είχε ασκήσει κριτική στον «Κατάσκοπο που Γύρισε από το Κρύο». Στην επιστολή αναγνώριζε την ισοδυναμία μεταξύ της Σοβιετικής Ενωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά όχι μεταξύ του Κομμουνισμού και της Δυτικής δημοκρατίας· αντίθετα, το ζήτημα ήταν πως η Δύση πρόδωσε τα ιδανικά της με τις μεθόδους που χρησιμοποίησε για να διεξαγάγει τον Ψυχρό Πόλεμο.

Για τον Λε Καρέ η πραγματική τραγωδία ήταν τα συντρίμμια των ανθρώπινων ζωών παντού: «Το πρόβλημα του Ψυχρού Πολέμου είναι ότι, όπως έγραψε κάποτε ο Οντεν, στοιχειώνουμε έναν κατεστραμμένο αιώνα. Πίσω από τις μικρές σημαίες που κυματίζουμε, υπάρχουν ηλικιωμένα πρόσωπα που κλαίνε και παιδιά ακρωτηριασμένα από τις άθλιες συγκρούσεις των ιεροκηρύκων».

Να σημειωθεί ότι η επιστολή του δημοσιεύθηκε στο Encounter, ένα περιοδικό που χρηματοδοτούσε η CIA· και ο Λε Καρέ  εξέφραζε την άποψή του σε ένα Μέσο που κατά μεγάλο βαθμό ήταν μέρος του ίδιου μηχανισμού στον οποίο ο ίδιος ασκούσε κριτική. Αυτή η ειρωνεία επαναλαμβάνεται στις επιστολές του: ο βρετανός συγγραφέας επανειλημμένως κατηγορεί τις εξουσίες τις οποίες υπηρέτησε, αλλά ποτέ δεν φαίνεται να τις παραμερίζει.

Αντίθετα, όπως έγραψε αργότερα με νοσταλγία στον Αλαν Τζαντ, συνάδελφό του μυθιστοριογράφο που υπηρέτησε ως στρατιώτης και διπλωμάτης την εποχή που ο Λε Καρέ ήταν στην MI5 και την MI6: «Μου λείπει το Γραφείο… Κατά μία έννοια είναι τα μόνα μέρη εκτός από το γράψιμο».

Κατηγορώντας τους κατασκόπους και τον εαυτό του

Ωστόσο, σε άλλα μέρη, μπορούσε να κατηγορεί τους κατασκόπους, συμπεριλαμβανομένου του εαυτού του: «Ημουν ένα μοχθηρό, εκδικητικό ορφανό, με έναν ψυχοπαθή ψεύτη για πατέρα και μια προσκοπική αυτοεικόνα ως αντίδοτο» έγραψε σε έναν φίλο του που είχε μάθει ότι ο Λε Καρέ τον κατασκόπευε στο πανεπιστήμιο. Η περιγραφή του εαυτού του μοιάζει τρομακτικά με μια περιγραφή του Φίλμπι σε μια επιστολή του Λε Καρέ σε έναν δημοσιογράφο: Ο Φίλμπι ήταν «ένας μοχθηρός μικρός προδότης του κατεστημένου, με έναν επαναστατημένο πατέρα, ψεύτικο τραύλισμα και μια αγωνιώδη σεξουαλικότητα, που πέρασε τη ζωή του για να την πάρει πίσω στην Αγγλία, που τον έφτιαξε».

Και πάλι, ωστόσο, υπάρχει αντίθεση: ο Λε Καρέ δεν έτρεφε υπερβολικό συναισθηματισμό για την Αγγλία, αλλά ένιωθε μια δίκαιη οργή για τον Φίλμπι, επειδή την πρόδωσε. Πριν από ένα από τα ταξίδια του στη Ρωσία, του πρότειναν να συναντήσει τον Φίλμπι για να ακούσει την ιστορία από τη δική του πλευρά. Οι περισσότεροι συγγραφείς θα είχαν αρπάξει την ευκαιρία· ο Λε Καρέ αρνήθηκε.

Ο Τζον Λε Καρέ το 1965 (Getty Images)

Αυτό που έκανε ήταν να ταξιδεύει ερευνώντας τις ρυθμίσεις, τους χαρακτήρες και τα θέματα των μυθιστορημάτων του. Πολλές από τις επιστολές του μαρτυρούν την επιμονή του. Ακολουθεί οδηγούς σε μακρινά μέρη όπως ένας κατάσκοπος που στρατολογεί πηγές και αποκαλύπτει τα ευρήματά του μέσω μυθιστορημάτων, συχνά εμποτίζοντας τον αναγνώστη με τις εμπειρίες εκείνων που βρίσκονται στο λάθος άκρο της εξουσίας. Το καταλάβαινε αυτό ως κλειδί για τη δική του επιτυχία –ένα μείγμα ενσυναίσθησης και ακρίβειας– η οποία  εξαρτιόταν από το ότι άλλα άτομα τον εμπιστεύονταν.

«Κάθε μυθιστόρημα που έγραψα ήταν μια πλήρης ζωή» γράφει στον Βλαντίμιρ Στάμνικοφ, μια προσωπικότητα της ρωσικής λογοτεχνίας, ο οποίος ήταν οδηγός του Λε Καρέ στα ταξίδια του στη Μόσχα. «Τα μυθιστορήματα που έγραψα για τη Ρωσία ήταν ζωές που μου δώσατε τη δυνατότητα να ζήσω. Και όταν πέρασα σε άλλες ζωές, στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική και στη Λατινική Αμερική, άλλοι άνθρωποι μου άνοιξαν τις πόρτες, και ήμουν πάλι ο ωφελούμενος ευγενικών αγνώστων, που έγιναν ευγενικοί φίλοι».

Περιπλανήθηκε πολύ αλλά επέστρεφε συνεχώς στο επάγγελμα που ήξερε καλύτερα. Εγραψε βιβλία για μια βρετανική υπηρεσία πληροφοριών της οποίας οι ανησυχίες αντικατόπτριζαν τον αγώνα του έθνους να καθορίσει τι ήταν δίχως την αυτοκρατορία, ενώ πολλά από τα μεταγενέστερα έργα του λειτουργούν ως επιθέσεις εναντίον ενός αμερικανικού μηχανισμού εθνικής ασφάλειας γεμάτου με την ύβρη μιας αυτοκρατορίας που δεν ήξερε ότι επιτάχυνε την παρακμή της.

Για τον Λε Καρέ δεν ήταν απλώς ζήτημα καταγραφής των όσων γνώριζε· αυτά τα βιβλία ήταν ένα χρήσιμο όχημα για να αφηγηθεί τις ιστορίες που ήθελε να πει. «Αν είσαι ένας μυθιστοριογράφος που αγωνίζεται να εξερευνήσει την ψυχή ενός έθνους», έγραψε στα απομνημονεύματά του, «οι μυστικές υπηρεσίες του δεν είναι ένα παράλογο μέρος για να ψάξεις».

Οι επιστολές του αποκαλύπτουν πόσο πολύ τον είχαν απογοητεύσει το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ μέχρι το τέλος της ζωής του. «Η απάντησή μου στην πολιτική σκηνή είναι σφοδρή» έγραψε σε έναν δημοσιογράφο το 2018. «Μισώ το Brexit, μισώ τον Τραμπ, φοβάμαι την άνοδο του λευκού φασισμού παντού και πραγματικά παίρνω την απειλή πολύ σοβαρά· η λαχτάρα για σύγκρουση βρίσκεται παντού ανάμεσα στους ψευτοδικτάτορές μας».

Λίγο πριν από τον θάνατό του ζήτησε και έλαβε την ιρλανδική υπηκοότητα, κόβοντας τελικά τον ομφάλιο λώρο. Ο Λε Καρέ έγραψε σε έναν ιρλανδό γραφειοκράτη: «Μου δώσατε πίσω τη μακρόχρονη φιλία μου με την Ευρώπη».

Ο Γκάρι Ολντμαν ως Τζορτζ Σμάιλι στην ταινία «Tinker Tailor Soldier Spy» του 2011, μια ακόμη κινηματογραφική μεταφορά βιβλίου του Λε Καρέ (Focus Features)

Στις πρώτες σελίδες του πρώτου βιβλίου του, «Η Τελευταία Κλήση», ο Τζον Λε Καρέ μας συστήνει το καλύτερο δημιούργημά του· ο Τζορτζ Σμάιλι, τον οποίο θα χρησιμοποιήσει αργότερα σε άλλα επτά μυθιστορήματα, είναι «κοντός, χοντρός και με ήπιο χαρακτήρα, δείχνει να ξοδεύει πολλά χρήματα σε πολύ άσχημα ρούχα, που κρέμονταν στο κοντόχοντρο σώμα του σαν ζαρωμένο δέρμα βατράχου»

Είναι ο αντίστοιχός του στις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες: «Εμαθε πώς είναι να μην κοιμάσαι ποτέ, να μη χαλαρώνεις, να νιώθεις οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας τον ανήσυχο χτύπο της καρδιάς σου, να γνωρίζεις τα άκρα της μοναξιάς και της αυτολύπησης, την ξαφνική παράλογη επιθυμία για μια γυναίκα, για ποτό, για άσκηση, για οποιοδήποτε φάρμακο που θα μπορούσε να αφαιρέσει την ένταση από τη ζωή σου».

Στο πρώτο του βιβλίο ο Τζον Λε Καρέ επεξεργάζεται πράγματα μέσα από το γράψιμό του, προσπαθώντας να κατανοήσει τις δυνάμεις που θα μπορούσαν να συνθλίψουν την ψυχή, ιδίως των στελεχών της κατασκοπείας. Στον «Κατάσκοπο που Γύρισε από το Κρύο» ήταν πλέον σε θέση να αποστάξει πράγματα που δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποτυπωθούν σε μια έκθεση πληροφοριών ή σε ένα διπλωματικό τηλεγράφημα.

Οι κατάσκοποι αναζητούν πληροφορίες για να στηρίξουν την εθνική εξουσία· οι συγγραφείς αναζητούν την αλήθεια της ανθρώπινης εμπειρίας. Ο Λε Καρέ σημείωσε αυτή την πραγματικότητα σε μια επιστολή του το 1974 προς τον Γκράχαμ Γκριν: Σε ένα από τα πολλά ερευνητικά του ταξίδια, βρέθηκε στη Σαϊγκόν προς το τέλος του πολέμου του Βιετνάμ. Εκεί, με τους Βιετκόνγκ να κερδίζουν τον πόλεμο, ξαναδιάβασε τον «Ησυχο Αμερικανό» (1955), ένα μυθιστόρημα του Γκράχαμ Γκριν που προμήνυε την ήττα της Αμερικής μέσα από μια αιχμηρή ιστορία ύβρεως. «Είναι εκπληκτική η απόλυτη ακρίβεια της διάθεσής του και η παρατηρητικότητά του» έγραψε ο Λε Καρέ στον Γκριν, ο οποίος ήταν επίσης κατάσκοπος. Και τα μυθιστορήματά του, όπως και του Λε Καρέ, μεταφέρουν αλήθειες που ξεφεύγουν από εκείνους που υπηρετούν την εξουσία.

Στις επιστολές του, ο Τζον Λε Καρέ εκφράζει λάμψεις θυμού που τον χαρακτηρίζουν είτε ως συγγραφέα του Ψυχρού Πολέμου είτε ως πρώην κατάσκοπο, γράφει στο Atlantic ο Μπεν Ρόουντς. Ηξερε ότι υπήρχε κάτι πιο διαρκές στη δουλειά του, παρ’ όλο που εξαρτιόταν από τη γνώση που είχε αποκτήσει μέσα στη μυστική σκηνή: ήταν η λογοτεχνία.

Πολύ συχνά, στη δημόσια ζωή, η φιλοδοξία μπορεί να συνδεθεί με επιτεύγματα όπως η άνοδος στις βαθμίδες και τελικά στην κορυφή της γραφειοκρατίας ή των πολιτικών αξιωμάτων. Αλλά συγχωνεύοντας τη γνώση του από τα ενδότερα της κατασκοπείας με την οπτική του ξένου, ο Λε Καρέ ανέβηκε σε μεγαλύτερο ύψος. Οταν οι αυτοκρατορίες πεθαίνουν, το πιο δυνατό πράγμα που αφήνουν πίσω τους είναι οι ιστορίες. Και ο Ντέιβιντ Κόρνγουελ τις αφηγήθηκε.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...