1023
| Shutterstock/ CreativeProtagon

Γιατί οι ζάπλουτοι δεν αγοράζουν πια πολυτελή αγαθά;

Protagon Team Protagon Team 18 Οκτωβρίου 2025, 19:56
|Shutterstock/ CreativeProtagon

Γιατί οι ζάπλουτοι δεν αγοράζουν πια πολυτελή αγαθά;

Protagon Team Protagon Team 18 Οκτωβρίου 2025, 19:56

Ενα μπουκάλι Château d’Yquem εσοδείας 2010 είναι ένα πραγματικά εκλεκτό προϊόν, με τον Economist να συνοψίζει: «βερίκοκο, καβουρδισμένο αμύγδαλο, ξύσμα εσπεριδοειδών, ζουμερό λεμόνι, λευκές τρούφες: όλα υπάρχουν σε αυτό». Εως πρόσφατα η τιμή του καλύτερου γλυκού κρασιού στον κόσμο αυξανόταν σταθερά: μέχρι το 2023 ένα μπουκάλι από τον παραγωγό πουλιόταν 60% ακριβότερο από όσο στα μέσα της δεκαετίας του 2010.

Εκείνη την περίοδο καθετί πολυτελές καθίστατο ολοένα πιο ακριβό, με τις τιμές των αυτοκινήτων αντίκα, των παλαιωμένων ουίσκι και των τεράστιων επαύλεων να εκτοξεύονται στα ύψη. Ωστόσο οι υπερπλούσιοι συνέχιζαν να ξοδεύουν αφειδώς, με αποτέλεσμα από το 2015 έως το 2023, ένας «δείκτης επενδύσεων πολυτελείας» που δημιούργησε η Knight Frank, μια εταιρεία ακινήτων, ν αυξηθεί  κατά 70%.

Ξαφνικά, όμως, κάτι άλλαξε και ο δείκτης, σήμερα, έχοντας φτάσει στο απόγειό του το 2023, είναι μειωμένος κατά 6%. Μειωμένες, όμως, και, μάλιστα, αισθητά είναι και οι τιμές πολλών πολυτελών αγαθών, περιλαμβανομένων των καλύτερων γαλλικών κρασιών (έως και κατά 20%) αλλά και των ιδιωτικών τζετ και των θαλαμηγών στις ΗΠΑ, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία. Τα Rolex στην αγορά μεταχειρισμένων ρολογιών πολυτελείας, αλλάζουν χέρια έως και 30% πιο φθηνά σε σχέση με το 2022 ενώ σε ύφεση βρίσκεται και η αγορά της τέχνης. Σύμφωνα με τη Savills, μια εταιρεία ακινήτων, οι τιμές των πιο περιζήτητων ακινήτων στις μητροπόλεις όλου του κόσμου, μόλις που αυξάνονται ενώ σε πολλές πόλεις, περιλαμβανομένων του Λονδίνου και του Παρισιού, έχουν αρχίσει να μειώνονται δραστικά. Πριν από μόλις μία διετία μια συγκεκριμένη κατοικία στη λεγόμενη «Billionaires’ Row» του Σαν Φρανσίσκο πωλούνταν έναντι 33 εκατ. δολαρίων ενώ σήμερα το αντίτιμό της ανέρχεται στα 26 εκατομμύρια.

Πώς, όμως, εξηγείται η σημαντική πτώση των τιμών όλων όσων οι ζάπλουτοι όλου του κόσμου συνήθιζαν να αγοράζουν αδιαφορώντας για το κόστος; Η πιο προφανής εξήγηση θα ήταν ότι οι υπερ-πλούσιοι αντιμετωπίζουν και αυτοί οικονομικές δυσχέρειες, το οποίο, ωστόσο, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Πέρυσι σε όλον τον κόσμο υπήρχαν 2.800 δισεκατομμυριούχοι ενώ σήμερα είναι περισσότεροι από τρεις χιλιάδες, σύμφωνα με το Forbes.

Στις ΗΠΑ το πλουσιότερο 0,1% των Αμερικανών κατέχει πλέον το 14% του συνολικού πλούτου των νοικοκυριών της χώρας. Το Σαν Φρανσίσκο, αν και ελάχιστοι θέλουν πλέον να αγοράσουν εκεί μια έπαυλη αξίας πολλών εκατομμυρίων, συνεχίζει να βγάζει εκατομμυριούχους καθημερινά, λόγω της άνθησης της ΤΝ. Επιπλέον, σε αντίθεση με τους φτωχότερους Αμερικανούς, το πλουσιότερο 3,3% έχει αυξήσει σημαντικά τις δαπάνες του από το 2022, όπως ανέφερε σχετικά στον Economist, ο Μαρκ Ζάντι, ένας αναλυτής της Moody’s Analytics.

Αντιθέτως η μείωση των τιμών στην αγορά προϊόντων πολυτελείας, είτε πρόκειται για εκλεκτούς οίνους είτε για πανάκριβες κατοικίες, οφείλεται κυρίως στην «ταχεία μεταβολή των οικονομικών της πολυτέλειας», σημειώνεται στο δημοσίευμα του Economist.

Επικαλούμενοι το έργο του αμερικανού οικονομολόγου Θορστάιν Βέμπλεν, ο οποίος στις αρχές του περασμένου αιώνα υποστήριζε πως η πολυτέλεια είναι συνυφασμένη με τη σπανιότητα και τον ανταγωνισμό, οι δημοσιογράφοι του Economist γράφουν πως ένα αγαθό είναι πραγματικά πολυτελές όχι μόνο επειδή είναι ακριβό, αλλά επειδή η απόκτησή του από κάποιον περιορίζει τη δυνατότητα των άλλων να το έχουν· και στην τρέχουσα οικονομία ο ορισμός του σπάνιου και ανταγωνιστικού έχει αλλάξει ριζικά.

Το ζήτημα, στην προκειμένη, για τους ζάπλουτους είναι ότι τα πολυτελή αγαθά υπάρχουν, πλέον, και προσφέρονται σχεδόν παντού. Δεδομένου ότι πολλές χώρες παράγουν, σήμερα, εξαιρετικά κρασιά, διερωτώνται, για παράδειγμα, εάν το καλύτερο Μπορντό είναι, όντως, το καλύτερο κρασί. Γνωρίζουν επίσης ότι τα διαμάντια που «καλλιεργούνται» σε εργαστήρια δεν ξεχωρίζουν και τόσο από τα πραγματικά. Και χάρη στην ανάπτυξη των αγορών μεταχειρισμένων ειδών κάποιος με λιγότερα χρήματα αλλά καλό γούστο μπορεί εύκολα, χωρίς να ξοδέψει πολλές χιλιάδες ευρώ, να αποκτήσει ένα σακάκι του οίκου Kiton, ή ακόμη και ναυλώσει ένα ιδιωτικό τζετ. Πλέον ολοένα περισσότεροι μπορούν να απολαμβάνουν εκλεκτά αγαθά, προβαίνοντας, φυσικά, σε σχετικές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οπότε όλα αυτά δεν είναι πια (ή δε φαίνονται) σπάνια και ανταγωνιστικά, και, κατ΄ επέκταση, δεν εκλαμβάνονται ως πολυτελή αγαθά.

Σε αυτό το πλαίσιο οι υπερ-πλούσιοι άρχισαν να ξοδεύουν για τα καλύτερα των καλύτερων και ολοένα περισσότερο για υπηρεσίες αντί για αγαθά. Ο Economist, μάλιστα, έφτιαξε έναν δικό του δείκτη δαπανών για πάσης φύσεως «υπηρεσίες υπερπολυτελείας», όπως τις χαρακτηρίζουν οι αναλυτές του, από ένα εισιτήριο για περίοπτη θέση στο Super Bowl έως ένα γεύμα σε ένα εστιατόριο με τρία αστέρια Michelin.

Επέλεξαν εμπειρίες που αναγνωρίζονται παγκοσμίως ως «οι καλύτερες των καλύτερων» και για τις οποίες ήταν δυνατό να εντοπιστούν αξιόπιστα δεδομένα τιμών για πολλά χρόνια. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους αυτός ο δείκτης δαπανών έχει αυξηθεί κατά 90% από το 2019 ενώ οι τιμές των υπηρεσιών υπερπολυτελείας συνέχισαν να αυξάνονται, παρά τη σταδιακή μείωση των τιμών, από το 2023, των αγαθών πολυτελείας.

Η εκτίναξη των τιμών των υπηρεσιών πολυτελείας αντανακλά την ίδια δυναμική που οδήγησε στη μείωση των τιμών των αγαθών πολυτελείας. Το Le Bristol είναι ίσως το καλύτερο ξενοδοχείο του Παρισιού ενώ άνθρωποι από όλον τον κόσμο ονειρεύονται να κολυμπήσουν στην πισίνα του, στον τελευταίο όροφό του, με θέα τον Πύργο του Αϊφελ. Ομως το ξενοδοχείο διαθέτει λιγότερα από διακόσια δωμάτια, οπότε η ζήτηση είναι τεράστια, με μία διανυκτέρευση να κοστίζει πλέον  διπλάσια από όσο το 2019.

Ολοι οι άνθρωποι θα ήθελαν μια ικανή και αξιόπιστη οικονόμο να κρατάει τα νοικοκυριά τους σε τάξη, αλλά οι καλύτερες είναι πλέον δυσεύρετες ενώ οι αμοιβές τους έχουν αυξηθεί κατά 50% από το 2019. Οι οικιακές βοηθοί στο πολυτελές Παλμ Μπιτς, πλέον κερδίζουν περισσότερα από 150.000 δολάρια τον χρόνο.

Ενα Rolex μπορεί να μεταπωληθεί, σε αντίθεση με μια μέρα στο διάσημο Centre Court του Γουίμπλεντον. Η τιμή ενός πενταετούς ομολόγου, το οποίο δίνει στον κάτοχό του τη δυνατότητα απόκτησης εισιτηρίου, αυξήθηκε από περίπου 50.000 λίρες το 2016 σε πολύ πάνω από 100.000 λίρες σήμερα. Η τιμή ενός εισιτηρίου για το Super Bowl διπλασιάστηκε μέσα σε μερικά χρόνια. Για να παραστεί φέτος κάποιος στο Met Gala, αν καταφέρει να βρει εισιτήριο, θα πρέπει να δαπανήσει επίσης διπλάσια σε σχέση με το 2019. Η τιμή του μενού στο Benu, ένα εστιατόριο με τρία αστέρια Michelin στο Σαν Φρανσίσκο, έχει αυξηθεί κατά 78% από το 2015.

«Ομως, όταν κάποιος τρώει σε ένα τέτοιο εστιατόριο, δεν αγοράζει απλώς το φαγητό, αγοράζει επίσης τη γνώση ότι, για αυτές τις λίγες ώρες, κανείς άλλος στη Γη δεν μπορούσε να κάθεται στο τραπέζι του. Εβδομάδες μόδας στη Νέα Υόρκη και το Παρίσι, πριβέ εκδηλώσεις συγκέντρωσης χρημάτων, τα πλέι οφ του NBA: δεν υπάρχουν πλέον καλές προσφορές, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο ικανοποιητικό το να λέγεται σε άλλους ότι δεν ήταν εκεί. Ενας Θεός ξέρει πόσο θα μεταπωληθεί ένα εισιτήριο για τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου ποδοσφαίρου που θα διεξαχθεί κοντά στη Νέα Υόρκη την επόμενη χρονιά. Αυτό είναι ένα μεγάλο μέρος της ελκυστικότητας. Εάν είσαι ένας από τους λίγους ανθρώπους που θα μπορούσαν να δουν τον Τζουντ Μπέλινγκχαμ και τον Κιλιάν Εμπαπέ να αναμετρώνται, γιατί να μπεις στον κόπο να αγοράσεις ένα μπουκάλι Château d’Yquem;», διερωτώνται, εύστοχα, οι δημοσιογράφοι του Economist.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...