Ανταπόκριση από τα χαρακώματα του Χάρβαρντ
Ανταπόκριση από τα χαρακώματα του Χάρβαρντ
Το 1990 ο Πάολο Βαλεντίνο, νεαρός τότε διπλωματικός συντάκτης της ιταλικής εφημερίδας Corriere della Sera, το πέρασε στις ΗΠΑ, συγκεκριμένα στο Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης, σπουδάζοντας με υποτροφία στο περίφημο Nieman Foundation for Journalism, τον κύριο δημοσιογραφικό οργανισμό του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, που κάθε χρόνο απονέμει μια σειρά από υποτροφίες σε δημοσιογράφους από όλον τον κόσμο (σε περισσότερους από 1.700, από το μακρινό 1938 μέχρι σήμερα).
Πριν από λίγες ημέρες, ο καταξιωμένος πλέον ιταλός δημοσιογράφος, καθώς και αρκετοί άλλοι –συνάδελφοί του σήμερα, συμφοιτητές του τότε– επέστρεψαν στο Lippmann House, την έδρα του οργανισμού, για να αποχαιρετήσουν την Αν Μαρί Λιπίνσκι, την επικεφαλής του Nieman Foundation, η οποία την 1η Ιουλίου πρόκειται να εγκαταλείψει τη θέση της έπειτα από 14 χρόνια. «Επέστρεψα μετά από 35 χρόνια, όχι μόνο για να την τιμήσω, αλλά και για να δω από κοντά τη μεγάλη ανατροπή» γράφει σήμερα ο Πάολο Βαλεντίνο. Σε ποια ανατροπή, όμως, αναφέρεται;
Το παρών στην εκδήλωση έδωσε και ο Αλαν Γκάρμπερ, ο πρόεδρος του Χάρβαρντ. Δεν είπε πολλά, αρκέστηκε να εξάρει την προσωπικότητα και το έργο της Λιπίνσκι, ωστόσο τα λόγια του χαιρετίστηκαν με ενθουσιώδη χειροκροτήματα, «όχι νοσταλγίας, αλλά περηφάνειας», γράφει ο Βαλεντίνο, εξηγώντας πως ο Αλαν Γκάρμπερ είναι «ο προασπιστής της τιμής και της ανεξαρτησίας» του κορυφαίου πανεπιστημίου της περίφημης Ivy League, το οποίο ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει επιλέξει ως κύριο στόχο της επίθεσής του κατά της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας.
Ο πόλεμος άρχισε τον Απρίλιο, όταν η κυβέρνηση ζήτησε από επτά κορυφαία πανεπιστήμια (Χάρβαρντ, Κολούμπια, Μπράουν, Κορνέλ, Πενσιλβάνια, Νορθγουέστερν και Πρίνστον) να λάβουν αυστηρά μέτρα για την πάταξη του αντισημιτισμού, ο οποίος άρχισε να αυξάνεται στις πανεπιστημιουπόλεις των ΗΠΑ, στον απόηχο της σφαγής της 7ης Οκτωβρίου από τη Χαμάς και της δυσανάλογης αντίδρασης του Ισραήλ.
Ο Λευκός Οίκος απείλησε, μάλιστα, ότι η μη συμμόρφωση στις απαιτήσεις του συνεπάγεται σημαντική περικοπή της ομοσπονδιακής χρηματοδότησης, η οποία παραδοσιακά υποστήριζε την έρευνα και την καινοτομία στα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, ενώ μόλις την Πέμπτη σε ένα ακόμα μέτρο πίεσης, ειδικά προς το «ατίθασο» Χάρβαρντ, η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι μπλοκάρει τις εγγραφές των αλλοδαπών φοιτητών, που σήμερα αντιστοιχούν στο 25% του συνόλου των σπουδαστών του κορυφαίου αυτού πανεπιστημίου.
Τα ποσά που διακυβεύονται είναι τεράστια: τουλάχιστον 12 δισ. δολάρια για την υποστήριξη προγραμμάτων που αποτελούν τη βάση της ηγεμονίας των ΗΠΑ σε όλους τους τομείς της επιστήμης. «Δεν χρειάστηκε να περάσει πολύς καιρός για να γίνει κατανοητό ότι ο αντισημιτισμός, ένα σοβαρό πρόβλημα που παραμελήθηκε από τις πανεπιστημιακές αρχές, ήταν απλώς μια δικαιολογία», σχολιάζει ο Πάολο Βαλεντίνο.
Στην πραγματικότητα «αυτό που επιδιώκει ο Τραμπ είναι να θέσει τα πανεπιστήμια υπό τον έλεγχό του, επιβάλλοντας μια ιδεολογική εκκαθάριση» πιστεύει ο βρετανός ιστορικός σερ Σάιμον Σάμα, καθηγητής του Βαλεντίνο στο Χάρβαρντ το 1990, ο οποίος σήμερα διδάσκει στο Κολούμπια.
Προς μεγάλη έκπληξη όλων, το Κολούμπια υπέκυψε στις απαιτήσεις της κυβέρνησης Τραμπ, δημιουργώντας μια ειδική εσωτερική υπηρεσία τήρησης της τάξης (με δικαίωμα σύλληψης μάλιστα) και διορίζοντας έναν ακαδημαϊκό επιβλέποντα –«ένα είδος πολιτικού επιτρόπου» σύμφωνα με τον Βαλεντίνο–, δουλειά του οποίου είναι να παρακολουθεί όλα όσα λαμβάνουν χώρα στο τμήμα Μεσανατολικών Σπουδών.
Ομως αυτή η συμμόρφωση του Κολούμπια όχι μόνον επικρίθηκε, αλλά δεν έφερε και κανένα αποτέλεσμα, τουλάχιστον έως σήμερα, καθώς η κυβέρνηση εξακολουθεί να αρνείται να αποδεσμεύσει τα «παγωμένα» 450 εκατ. δολάρια (σε επιδοτήσεις και συμβάσεις) προς το πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.
Το Χάρβαρντ, αντιθέτως, επέλεξε να αντισταθεί. Οταν το υπουργείο Παιδείας εξέδωσε το τελεσίγραφό του, στις 11 Απριλίου, έγινε ξεκάθαρο ότι ο αντισημιτισμός είχε ελάχιστη, αν όχι καμία, σχέση με το όλο ζήτημα.
Γιατί, όπως συνοψίζει ο δημοσιογράφος της Corriere, η Ουάσινγκτον απαίτησε από το πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης να μειώσει σημαντικά τις αρμοδιότητες των τμημάτων του, να αλλάξει τις διαδικασίες εισαγωγής φοιτητών και πρόσληψης καθηγητών καταργώντας τις όποιες ποσοστώσεις (φύλου, φυλής, κ.λπ.), να απαρνηθεί κάθε αρχή υπέρ της ποικιλομορφίας και της συμπερίληψης, να περιορίσει τον αριθμό των δυνάμει επικίνδυνων (σύμφωνα με την κυβέρνηση) φοιτητών από το εξωτερικό και να επανεξετάσει/μεταρρυθμίσει –υπό την επιτήρηση ανεξάρτητου φορέα– ακαδημαϊκά προγράμματα που χαρακτηρίζονται ως ύποπτα προώθησης αντισημιτικών προκαταλήψεων και ιδεολογιών. Τότε, μέχρι και η Wall Street Journal διερωτήθηκε έκπληκτη αν «θα χρειαστεί να καταργηθούν και τα μαθήματα για τον Σαίξπηρ και τον Μαρξ».
Χρειάστηκαν μόλις 72 ώρες για να καταλήξουν οι πρυτανικές αρχές του Χάρβαρντ στο συμπέρασμα ότι ο Τραμπ και τα αιτήματά του αποτελούν υπαρξιακή απειλή για ένα ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα που υπάρχει εδώ και τέσσερις αιώνες (ιδρύθηκε το 1636). Και ήταν ο Αλαν Γκάρμπερ αυτός που συνέγραψε την ανοιχτή επιστολή διαμαρτυρίας που έγινε αμέσως σημαία του αγώνα κατά των παραλογισμών του Τραμπ:
«Το Πανεπιστήμιο δεν θα υποκύψει και δεν θα αποποιηθεί τα συνταγματικά του δικαιώματα. Καμία κυβέρνηση, ανεξάρτητα από το ποιος βρίσκεται στην εξουσία, δεν πρέπει να υπαγορεύει στα ιδιωτικά πανεπιστήμια τι μπορούν να διδάσκουν, ποιους μπορούν να δέχονται και να προσλαμβάνουν, σε ποιους τομείς σπουδών και έρευνας μπορούν να εστιάζουν».
Οσο για τη συνέχεια, η κυβέρνηση Τραμπ πάγωσε ερευνητικά κονδύλια ύψους 2,2 δισ. δολαρίων που προορίζονταν για το Χάρβαρντ. Το πανεπιστήμιο αντέδρασε μηνύοντας την κυβέρνηση σε δικαστήριο της Βοστώνης, επικαλούμενο την Πρώτη Τροπολογία (η οποία προστατεύει την ελευθερία της έκφρασης) και τον Νόμο περί Πολιτικών Δικαιωμάτων. Στη συνέχεια ο ίδιος ο Τραμπ απείλησε να καταργήσει τις φοροαπαλλαγές για δωρεές στο Χάρβαρντ.
Αμέσως μετά η υπουργός Παιδείας Λίντα ΜακΜαν ανακοίνωσε ότι, έως ότου το πανεπιστήμιο συμμορφωθεί με τις υποδείξεις, δεν πρόκειται να λάβει ούτε ένα δολάριο από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Ομως το Χάρβαρντ πέρασε αμέσως στην αντεπίθεση, διευρύνοντας την αγωγή του κατά της κυβέρνησης, υποστηρίζοντας ότι «επιδιώκει να καταστρέψει την ερευνητική του δραστηριότητα».
Το υπουργείο Δικαιοσύνης απάντησε διατάσσοντας τη διεξαγωγή έρευνας για αθέμιτες πρακτικές κατά τη διαδικασία εισαγωγής φοιτητών στο ίδρυμα. «Η μάχη μόλις άρχισε» σχολιάζει ο Πάολο Βαλεντίνο.
Πλέον ο Γκάρμπερ αντιμετωπίζεται ως αδιαμφισβήτητος ηγέτης του αγώνα για την ακαδημαϊκή ελευθερία. «Δεν έχω ξαναδεί τόσο ευρεία υποστήριξη για έναν πρύτανη, τόνωσε σημαντικά το αίσθημα του ανήκειν» είπε στον ιταλό δημοσιογράφο ο Ντέιβιντ, τριτοετής φοιτητής Ιστορίας και συντάκτης στην Crimson, την ιστορική εφημερίδα του Χάρβαρντ.
Αλλά ο πρόεδρος του πανεπιστημίου έκανε και κάτι άλλο, πολύ σωστό, όσον αφορά το μοναδικό για το οποίο συμφωνεί με τον Τραμπ. Το Χάρβαρντ αντιμετωπίζει όντως ένα πρόβλημα που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη και να αντιμετωπιστεί άμεσα και αποτελεσματικά: την περιορισμένη ανοχή σε όσους δεν ασπάζονται την παραδοσιακά φιλελεύθερη κουλτούρα που κυριαρχεί στο ίδρυμα. Επιπλέον, αποτελεί γεγονός ότι υπάρχει χώρος για τον αντισημιτισμό, αλλά και για την ισλαμοφοβία, όπως επιβεβαίωσαν δύο πρόσφατες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν έπειτα από αίτημα του ίδιου του Αλαν Γκάρμπερ (ο οποίος είναι εβραίος).
«Εχουμε πολλά να κάνουμε», αναγνώρισε ο πρόεδρος του Χάρβαρντ. «Πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι το πανεπιστήμιο προωθεί ένα πνεύμα ελεύθερης έρευνας, ποικιλομορφίας απόψεων και ακαδημαϊκής περιέργειας. Πάνω απ’ όλα, πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια για να εδραιωθεί η ενσυναίσθηση και η αλληλοκατανόηση και να μην υπάρχει η αντίληψη ότι κάποιος με διαφορετική ταυτότητα δεν είναι άνθρωπος όπως όλοι».
«Η ποικιλομορφία των απόψεων είναι ζωτικής σημασίας», σημείωσε από την πλευρά του ο Στίβεν Πίνκερ, ψυχολόγος-σταρ του Χάρβαρντ και ένας από τους πιο διάσημους διανοούμενους στον πλανήτη, «αλλά όταν επιβάλλεται από την κυβέρνηση καθίσταται οργουελιανή».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
