2048
| Creative Protagon

Το ταλέντο του Πίτερ Σέλερς συνεχίζει να λάμπει

Κική Τριανταφύλλη Κική Τριανταφύλλη 12 Αυγούστου 2025, 23:45
|Creative Protagon

Το ταλέντο του Πίτερ Σέλερς συνεχίζει να λάμπει

Κική Τριανταφύλλη Κική Τριανταφύλλη 12 Αυγούστου 2025, 23:45

Γεννημένος πριν από έναν αιώνα, στις 8 Σεπτεμβρίου 1925, στο Σάουθσι του Πόρτσμουθ, ο κορυφαίος βρετανός κωμικός ηθοποιός έγινε γνωστός τη δεκαετία του 1960, ιδιαίτερα για τον ρόλο του επιθεωρητή Κλουζό, στη σειρά ταινιών «Ροζ Πάνθηρας». Ακολουθώντας την παράδοση της οικογένειάς του συμμετείχε από μικρός σε βαριετέ, μαθαίνοντας στην πράξη χορό, τραγούδι και ηθοποιία, ενώ έπαιζε και ντραμς σε διάφορες τζαζ μπάντες.

Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Πίτερ Σέλερς υπηρέτησε στη RAF ως μη-ιπτάμενος, λόγω της κακής του όρασης  και στη συνέχεια ξαναγύρισε στα βαριετέ.  Επίσης, άρχισε να παρουσιάζει την ραδιοφωνική εκπομπή «The Goon Show» η οποία στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην τηλεόραση και οι Βρετανοί τον λάτρεψαν. Το 1959 γύρισε το «Ποντίκι που βρυχάται» και το 1962 συμμετείχε στην «Λολίτα» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ, υποδυόμενος τον Κλερ Κίλτι.

Η διεθνής φήμη του, ωστόσο, ήρθε μετά την εμφάνισή του στην ταινία «Ο ροζ πάνθηρας» (1963) του Μπλέικ Εντουαρντς, και στη συνέχειά της το 1964, ενώ την ίδια χρονιά εμφανίστηκε επίσης στην κωμωδία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ «S.O.S Πεντάγωνο καλεί Μόσχα (Dr. Strangelove)», παίζοντας τρεις διαφορετικούς ρόλους. Ακολούθησαν τρία σίκουελ του «Ροζ Πάνθηρα» και άλλες σημαντικές ταινίες όπως οι «Τζέιμς Μποντ 007: Καζίνο Ρουαγιάλ» (1967), «Το πάρτι» (1968), «Να Είσαι Εκεί, Κύριε Τσανς» («Being there», 1979) του Χαλ Ασμπι και «Τα σατανικά κόλπα του Φου Μαντσού» (1980).

Ο Πίτερ Σέλερς πέθανε στις 24 Ιουλίου 1980 από καρδιακή προσβολή.

Με αφορμή την επέτειο ενός αιώνα από τη γέννησή του, από 2-30 Αυγούστου το σινεμά BFI Southbank του Λονδίνου διοργανώνει ένα κινηματογραφικό αφιέρωμα  στον κορυφαίο βρετανό κωμικό ενώ  μόλις κυκλοφόρησαν σε Blu-ray οι ταινίες του «Two Way Stretch» («Οι εντιμότατοι  του κελιού 13», 1960) και «Heavens Above!» («Ο αμαρτωλός», 1963).

Ο Αντριου Πούλβερ, δε, συγκέντρωσε στον Guardian τα σχόλια συναδέλφων του που τον λάτρεψαν και μεταξύ άλλων είπαν τα εξής για το είδωλό τους. Ιδού:

Μάικλ Πέιλιν: «Με έκανε τόσο χαρούμενο που ξέχασα τα σπυράκια μου»

«Μαζί με τον Σπάικ Μίλιγκαν (ιδρυτικό μέλος της ομάδας κωμικών The Goons μαζί με τους Πίτερ Σέλερς, Μάικλ Μπεντάιν και Χάι Σίκομπ, οι οποίοι επηρέασαν νεότερους βρετανούς κωμικούς και ειδικά τους Μόντι Πάιθονς), ο Πίτερ Σέλερς  φώτισε τα εφηβικά μου χρόνια. Ηξερα ότι η Κόνι Φράνσις δεν θα μου ανταπέδιδε ποτέ τον έρωτα, αλλά ο Σπάικ και ο Πίτερ μου πρόσφεραν κάτι σχεδόν εξίσου καλό. Και αυτό ήταν ένα βαθύ, ικανοποιητικό και εξαιρετικά μεταδοτικό γέλιο. Γέλιο που με έκανε τόσο χαρούμενο ώστε ξέχασα τα σπυράκια μου«.

»Ο Σπάικ ήταν η ευφάνταστη ιδιοφυΐα του “The Goon Show”, αλλά ο Σέλερς ήταν αυτός που με έκανε να κλάψω από τα γέλια με τους αξέχαστους χαρακτήρες του. Ηταν ο ήρωάς μου πολύ πριν μάθω πώς έμοιαζε. Την πρώτη μου μέρα στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, δημιούργησα μια φιλία ζωής που βασίστηκε στην αμοιβαία λατρεία του άλμπουμ “Songs for Swingin Sellers”«

»Ο Σέλερς δεν ήταν απλώς ένας άνθρωπος με πολλές φωνές, ήταν ένας χαρισματικός ηθοποιός, και κάθε φωνή ερχόταν με έναν χαρακτήρα. Οσο περισσότερο τον άκουγα τόσο περισσότερο ήθελα να του μοιάσω. Μου έδειξε ότι υπήρχε κάτι πολύ πιο σημαντικό από τον αθλητισμό και τα κορίτσια και το μάθημα σύγχρονης ιστορίας. Ηταν αυτό που έκανε τους ανθρώπους να γελούν», δήλωσε ο άγγλος κωμικός, συγγραφέας και μέλος των Μόντι Πάιθον, Μάικλ Πέιλιν.

Γούντι Αλεν:  «Η κωμικότητά του ήταν απλώς εκεί με μαγικό τρόπο»

«Το μόνο που μπορώ να πω για τον Πίτερ ήταν ότι εκτός από όλες τις ικανότητες του να ερμηνεύει χαρακτήρες, τις φωνές και την τεχνική του ευφυΐα, είχε ενσωματωμένη μια αστεία ποιότητα και σε έκανε να γελάς τη στιγμή που εμφανιζόταν στην οθόνη. Δεν είναι κάτι που μπορείς να μάθεις και πολύ λίγοι, ακόμη και οι επιτυχημένοι κωμικοί, το διαθέτουν. Είμαι σίγουρος ότι δεν υπήρχε τίποτα που θα μπορούσε να κάνει για να το παράγει ή να το καταλάβει ο ίδιος. Αυτή η κωμικότητα ήταν απλώς μαγικά εκεί», λέει στον Guardian ο μεγάλος αμερικανός δημιουργός.

Σαντζίβ Μπάσκαρ: «Θυμάμαι να σκέφτομαι: “Είναι δυνατόν να πεθάνεις από τα γέλια;”»

«Οταν ήμουν παιδί, οι γονείς μου και οι φίλοι τους έκαναν τα λεγόμενα dinner parties, τάιζαν τα παιδιά και μετά τα έκλειναν σε ένα δωμάτιο με τηλεόραση. Ενα βράδυ, προβλήθηκε στην TV μια ταινία με τίτλο «Το Πάρτι», στην οποία ο Πίτερ Σέλερς υποδύεται έναν ινδό ηθοποιό. Την είδα και θυμάμαι να σκέφτομαι: “Είναι δυνατόν να πεθάνεις από τα γέλια;” Επειδή γελούσα τόσο πολύ που πονούσα», λέει ο ινδός ηθοποιός, κωμικός και πρύτανης του πανεπιστημίου του Σάσεξ.

Ο Μπάσκαρ, δεν έχασε την ευκαιρία να υπερασπιστεί τον αγαπημένο του ηθοποιό, ο οποίος κατηγορήθηκε για whitewashing -μια πρακτική επιλογής λευκών ηθοποιών για ρόλους έγχρωμων χαρακτήρων- επειδή υποδύθηκε έναν Ινδό. «Τώρα το “Πάρτι” θεωρείται αμφιλεγόμενη ταινία, αλλά την αγαπώ ακόμα, με τον ίδιο τρόπο που πάντα υπερασπίζομαι το σίριαλ “It Ain’t Half Hot Mum”» λέει ο Μπάσκαρ και προσθέτει: «Ζούμε σε μια εποχή όπου οι άνθρωποι βγάζουν τα πράγματα από το πλαίσιό τους και είτε τα δοξάζουν είτε τα δυσφημούν«.

»Αλλά για μένα η ερμηνεία του ήταν πολύ αστεία και πολύ επιδέξια φτιαγμένη. Δεδομένης της εποχής του, δεν βρίσκω τίποτα το προσβλητικό σε αυτή. Νομίζω, κυρίως, ότι δεν προσπαθούσε να είναι προσβλητικός. Είχε ήδη υποδυθεί έναν χαρακτήρα Ινδoύ στην ταινία «Η Εκατομμυριούχος» (1960) με τη Σοφία Λόρεν και πρότεινα τον τίτλο του τραγουδιού τους, «Goodness Gracious Me», για την εκπομπή με τα σκετς μας, επειδή το αξιοποιεί. Ακούγεται πιο μεγαλοπρεπές από ό,τι ήταν στην πραγματικότητα, αλλά προσπαθούσαμε να προτείνουμε μια αλλαγή φρουράς. Αλλά πάλι, δεν προσβλήθηκα ως παιδί και δεν προσβάλλομαι ως ενήλικας. Νομίζω ότι είναι της εποχής του. Δεν θα το έκανες αυτό τώρα -θα έβρισκες έναν καλό ασιάτη ηθοποιό για να παίξει τον ρόλο- αλλά πάντα τον συμπαθούσα».

Ο Μπάσκαρ σκεφτόταν την «Συμμορία των 5» (The Ladykillers», 1955) ως το κορυφαίο έργο του Σέλλερς μέχρι που 10 χρόνια αργότερα ήρθε το ιδιοφυές «S.O.S Πεντάγωνο καλεί Μόσχα (Dr. Strangelove)», («Dr Strangelove», 1964). «Αυτή η δεκαετία»,λέει, «περιλαμβάνει τις δύο πρώτες ταινίες του Ροζ Πάνθηρα, “Ο Ρόζ Πάνθηρας” (1963) και το “Λαγωνικό 24 Καρατίων” (“A Shot in the Dark”, 1964)», η οποία είναι η αγαπημένη του με τον «Κλουζώ».

Το ταλέντο του Σέλερς μέχρι τότε, σχολιάζει ο Μπάσκαρ, «είχε να κάνει με την ακρίβεια όσον αφορά τον χαρακτήρα, την ερμηνεία και τον κωμικό συγχρονισμό. Ισως προσπαθούσε να αποδείξει τι ήταν ικανός να κάνει:  ο Φρεντ Κάιτ στα “Σκάνδαλα γυμνιστών” (“I’m All Right Jack”, 1959) είναι μια ερμηνεία χωρίς εγωισμό. Επειτα, ξαφνικά έγινε παγκόσμιος σταρ, και νομίζω ότι αυτό το στάτους σήμαινε ότι οι ερμηνείες του έγιναν λιγότερο ακριβείς, μέχρι που φτάσαμε στο “Being There”, το οποίο τον έφερε στην καλύτερη του στιγμή: μια πραγματικά ακριβής, λεπτομερής ερμηνεία».

Πολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί για τον Σέλερς και αυτό που θα θυμάται για πάντα ο Μπάσκαρ  είναι ότι «ο μεγάλος φόβος του ήταν ότι αν αφαιρούσες τους χαρακτήρες του, δεν θα έβρισκες τίποτα από κάτω. Ο Μπλέικ Εντουαρντς είπε ότι μαζί του έκανε τις καλύτερες και τις χειρότερες δουλειές που είχε κάνει ποτέ. Νομίζω λοιπόν ότι ήταν προφανώς ένα περίπλοκο άτομο, αλλά όταν το βλέπεις από άποψη καθαρού ταλέντου, ήταν ευλογημένος. Δεν νομίζω ότι υπήρξε ποτέ καλύτερος κωμικός ηθοποιός», τόνισε.

Λέσλι Αν Ντάουν: «Τον γνώρισα σε ένα δείπνο. Ηταν σαν να πήγαινα να συναντήσω τη βασίλισσα»

«Οταν έκανα το «Ο Ροζ Πάνθηρας Ξαναχτυπάει» το 1976, δούλευα με ένα είδωλο, εννοώ, ούτε καν άνθρωπο, ήταν σαν θεός», λέει η συμπρωταγωνίστρια του Πίτερ Σέλερς που είχε μεγαλώσει ακούγοντας το «The Goon Show», μαζί με τον πατέρας της που το λάτρευε όπως και όλη η χώρα.

«Τον γνώρισα στο Μόναχο. Ο υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων της ταινίας είπε ότι «ο Πίτερ θέλει να δειπνήσει μαζί σου» και θυμάμαι ότι ήταν όλοι πολύ αγχωμένοι. Μου είπαν: «μην κάνεις αυτό και μην πεις εκείνο και, ξέρεις, απλώς να είσαι με έναν συγκεκριμένο τρόπο». Ηταν σαν να πήγαινα να συναντήσω τη βασίλισσα. Ημουν κι εγώ πολύ αγχωμένη, αλλά μέσα σε πέντε λεπτά τα βρήκαμε«.

»Προφανώς ήμουν νεότερη από αυτόν, ήταν στην ηλικία του πατέρα μου, αλλά τα πηγαίναμε εξαιρετικά καλά. Και σε αντίθεση με οποιονδήποτε άλλον άντρα με τον οποίο έχω συνεργαστεί ή έρθει σε επαφή και από τις δύο πλευρές της κάμερας, ήταν ένας απόλυτος κύριος σε όλο το γύρισμα».

Η ηθοποιός θυμάται ακόμη πόσο μεγάλα ήταν τα γυρίσματα: «Σήμερα θα διαρκούσαν περίπου τρεις εβδομάδες, αλλά επειδή ήταν ο Πίτερ κράτησαν 14 εβδομάδες. Απλώς γελούσε και έκανε αστεία και κόλπα όλη μέρα, μερικές φορές δεν ολοκληρώναμε ποτέ ούτε ένα πλάνο. Το συνεργείο ήταν τεράστιο. Πρέπει να κόστισε μια περιουσία, αλλά όλοι ήταν σύμφωνοι, ήταν σαν να βρισκόμασταν σε μια κωμική παράσταση. Ολοι γελούσαν, όλοι διασκέδαζαν. Δηλαδή, ήταν πραγματικά μια καταπληκτική εμπειρία«.

»Δεν κοιμόταν πολύ, του άρεσε να μένει ξύπνιος όλη νύχτα και να καταλήγει στα κλαμπ. Αγαπούσε το [φωνητικό σύνολο] The Manhattan Transfer, εξαιρετική μουσική εκείνη την εποχή. Κάπνιζε και λίγη φούντα. Δεν νομίζω ότι ο Πίτερ συμπαθούσε ιδιαίτερα τον εαυτό του, αλλά πολλοί κωμικοί είναι έτσι. Είναι καταθλιπτικοί και το καλύπτουν με γέλια. Πάντα έψαχνε την ευτυχία, αλλά οι άνθρωποι δεν φρόντιζαν ιδιαίτερα τον εαυτό τους τότε. Κανείς δεν έλεγε, πρέπει να πάω στο γυμναστήριο. Απλώς έτρωγαν και έπιναν ό,τι ήθελαν και έκαναν ό,τι ήθελαν«.

»Ηξερα ότι υπήρχε μια πλευρά του Πίτερ, δύσκολη ή αποδιοργανωτική. Μου το είχαν πει, αλλά δεν θυμάμαι τίποτα τέτοιο. Νομίζω ότι υπήρξε μια μέρα που ο Πίτερ και ο Μπλέικ [Εντουαρντς] κάθονταν στις καρέκλες τους στο πλατό, ήταν λίγο αγχωμένοι και δεν μιλούσαν μεταξύ τους. Δεν ξέρω περί τίνος επρόκειτο. Αλλά αυτή ήταν η μόνη φορά που είδα κάτι. Δεν είδα ποτέ τον Πίτερ θυμωμένο ή αναστατωμένο ή κακό ή κάτι τέτοιο. Είδα μόνο την αστεία, χαρούμενη, ευγενική πλευρά του. Ηταν ιδιοφυΐα. Σοβαρά τώρα, τι καριέρα…»

Τζέφρι Ρας: «Φτιαγμένος, ήταν σαν μανιασμένη πυρκαγιά»

Ο σπουδαίος αυστραλός ηθοποιός θυμάται ότι είχε δει τον «Κοντορεβυθούλη» ( «Tom Thumb», 1958), ένα παιδικό μιούζικαλ με τον Πίτερ Σέλερς και τον Τέρι Τόμας, όταν ήταν επτά ετών. «Σε εκείνο το στάδιο, ο Σέλερς ήταν ακόμα Goon, δεν είχε αποφασίσει να κάνει το άλμα για να μπει στο βασίλειο των σταρ του κινηματογράφου. Γιατί εκείνη την εποχή, το να είσαι Goon ήταν προνομιακή θέση. Είχε ένα 10ετές συμβόλαιο, αυτός και ο Σπάικ ήταν οπαδοί του παραλόγου και τύποι της τζαζ. Και το έβαλαν αυτό στην κωμωδία τους».

Ο Ρας τον υποδύθηκε στην βιογραφική ταινία «The Life and Death of Peter Sellers» ( 2004) και κάνοντας την έρευνά του για τον ρόλο είδε σχεδόν όλες της ταινίες του Σέλερς. «Μπορείτε να δει κανείς την αίσθηση περιπέτειας που είχε στις πρώτες ταινίες του» μεταξύ των οποίων «Το ποντίκι που βρυχάται», λέει. Ρώτησε επίσης τους πάντες αν τον είχαν γνωρίσει. Ο υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων του Ρας στις ΗΠΑ «ήταν ένας νεαρός άνδρας που κάποτε έπρεπε να πάει στο σπίτι του και να μετακομίσει κάποια έπιπλα. Είπε ότι ο Σέλερς ήταν πολύ απότομος και δεν ήθελε πάρε-δώσε με κάποιον ασήμαντο από κάποιο πρακτορείο. Το βρήκα αρκετά ενδιαφέρον«.

»Γνώρισα επίσης τον Μάρτι Μπάουμ από το [πρακτορείο ταλέντων] CAA, το οποίο χειριζόταν πολλά συμβόλαια του Σέλερς τη δεκαετία του 1970. Ο Μάρτι είπε: πολλοί άνθρωποι πίστευαν ότι ο Σέλερς ήταν περίπλοκος, χάλια και οτιδήποτε άλλο, αλλά εγώ έβλεπα απέναντί μου στο γραφείο μου μόνο έναν μορφωμένο, πολύ ευγενικό, πολύ εύγλωττο, πολύ έξυπνο κύριο. Αυτά είναι μερικά από τα κομμάτια του μωσαϊκού που συνδυάσαμε για να φτιάξουμε μια βιογραφική ταινία«.

»Θέλαμε να δείξουμε την πολυπλοκότητα της εγωμανίας, του σούπερ ταλέντου, της ιδιοφυΐας. Στην καριέρα του ο Σέλερς είχε βρεθεί με πάρα πολλούς ζωηρούς, λαμπρούς ηθοποιούς, αλλά σε αντίθεση με αυτόν, δεν ήξεραν πώς να ορίσουν τον εαυτό τους. Συχνά με ρωτούσαν πώς ταυτιζόμουν μαζί του και εγώ έλεγα: Πήγαινα κάθε μέρα μπροστά στον καθρέφτη και κάθε μέρα έπαιζα κάποιον άλλο. Νομίζω ότι υπήρχε κάποια ψυχική φθορά από αυτό. Υπήρχε κάτι στην προσωπικότητά του που ήταν πολύ εγωκεντρικό, αλλά φαντάζομαι ότι θα ήταν εντελώς ξεκαρδιστικό να είσαι μαζί του. Αν ήταν «φτιαγμένος», θα πρέπει ήταν σαν μανιασμένη πυρκαγιά«.

»Και τελικά, όταν φτάνει στο Being There (1979), αυτή η ερμηνεία είναι τόσο ευφυής όσο η μεγαλύτερη τσεχοφική θεατρική παράσταση. Αυτό που θυμάμαι είναι τα μικρά στρογγυλά σκούρα μάτια του που είναι τόσο παιδικά, το δέρμα του τόσο ροζ και χάρτινο επειδή είναι κρυμμένο μακριά από τον κόσμο. Θεωρώ ότι είναι το έργο ενός πραγματικά σπουδαίου ηθοποιού», τονίζει ο Τζέφρι Ρας.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...