995
| CreativeProtagon

Μανόλης Αναγνωστάκης: Το ποδόσφαιρο, τα σίριαλ και ο Πάριος  

Protagon Team Protagon Team 22 Ιουνίου 2025, 21:45
|CreativeProtagon

Μανόλης Αναγνωστάκης: Το ποδόσφαιρο, τα σίριαλ και ο Πάριος  

Protagon Team Protagon Team 22 Ιουνίου 2025, 21:45

Γράφοντας στον απόηχο των μεγάλων μοντερνιστών και κρατώντας αποστάσεις από την κομματική Αριστερά, στην οποία ανήκε, o Μανόλης Αναγνωστάκης αναδείχθηκε ως φωνή συνείδησης για πολλούς ομοϊδεάτες και συνοδοιπόρους του, προσφέροντας παράλληλα μεγάλες ποιητικές στιγμές.

Εκτός από το σώμα της ποίησης, υπήρξε στοχαστικός και πολυπράγμων σε μια σειρά ζητημάτων, από το ποδόσφαιρο –όπου δήλωνε «βαμμένος ΠΑΟΚ και αργότερα Απόλλων»– έως την τηλεοπτική πραγματικότητα της εποχής του. Από αυτή την πλευρά της εργογραφίας του επιλέξαμε αποσπάσματα.

Πολιτική = ποδόσφαιρο

Φίλος του ποδοσφαίρου από νεαρή ηλικία –δήλωνε ΠΑΟΚ–, ο ποιητής περνάει στα κείμενά του τη «μυθολογία», την ορολογία και, φυσικά, την παθολογία του αθλήματος. Σε άρθρο του στην εφημερίδα «Αυγή», γράφει στις 12 Μαΐου 1985: «Εμείς οι ποδοσφαιρόφιλοι, μια ζωή κατατρεγμένοι, καταπιεζόμενοι, συκοφαντημένοι (μωρέ διανοούμενος να σου πετύχει, που τρέχει στα γήπεδα!), μπορούμε πια να πανηγυρίζουμε: ο αγώνας τώρα δικαιώνεται!

»Η δική μας γλώσσα αποδείχτηκε η μόνη ικανή να εκφράσει τη σημερινή πολιτική πραγματικότητα, τα δικά μας “σημαίνοντα” και “σημαινόμενα” πέρασαν θριαμβευτικά στην κοινή χρήση – η πολιτική μας ζωή, τουλάχιστον από πέρσι, πλουτίστηκε με την καινούργια ορολογία και όλοι συνεννοούμαστε πια μια χαρά μεταξύ μας και ξέρουμε πού πατάμε. Ετσι έγιναν πια κοινοί τόποι και της μόδας: τα γήπεδα, τα ντέρμπι, τα εκτός έδρας, οι χούλιγκαν, οι μεταγραφές, τα φάουλ – προχτές ο Λεωνίδας οργίασε στο Μενίδι, στέλνοντας ο αθεόφοβος τον Αχαρναϊκό να παίξει στο Γουέμπλεϊ με την Εβερτον!

»Φέτος, λοιπόν, προτείνουμε έναν καινούργιο, ολωσδιόλου επίκαιρο όρο, που από όσο ξέρουμε δεν έχει ακόμα ξεμυτίσει. Είναι οι λεγόμενες μεταγραφές με υποσχετική. Για όσους δεν ξέρουν τι σημαίνει αυτό, κι έχουν κενά στη μόρφωσή τους, να το εξηγήσουμε. Ενας σύλλογος χρειάζεται έναν παίχτη “έτσι κι έτσι”, σε μια συγκεκριμένη θέση. Πλην όμως, ο σύλλογός του δεν τον παραχωρεί χωρίς σκληρά ανταλλάγματα. Ο ενδιαφερόμενος σύλλογος κρίνει ότι δεν αξίζει δα και τόσα λεφτά ο παίχτης ώστε να τον φορτωθεί ισοβίως. Τον παίρνει λοιπόν για μια μόνο περίοδο, να κάνει τη δουλειά του, με το αζημίωτο φυσικά. Υστερα από ένα χρονικό διάστημα, τον “αποδεσμεύει” και ο παίχτης, τσόντα περίπου της ομάδας, χρήσιμη μεν, όχι απαραίτητη δε, ξαναγυρνά στην παλιά του ομάδα. Αυτό, περίπου, σημαίνει μεταγραφή με υποσχετική».

Ο Θείος Λένον

Είναι γνωστή η συνήθεια του Αναγνωστάκη να χρησιμοποιεί ψευδώνυμα για διαφορετικές περιστάσεις, με πιο γνωστό το «Μανούσος Φάσσης». Υπήρχε, όμως, και το «Εμμανουήλ Κασιμάτης» ή το «Θείος Λένον», με το οποίο παρουσιάστηκε στο περιοδικό «Θούριος» της νεολαίας του ΚΚΕ εσωτερικού «Ρήγας Φεραίος». Ηταν ευθεία αναφορά στον Τζον Λένον, αλλά δημιουργήθηκε στον απόηχο της ραδιοφωνικής Θείας Λένας, παίζοντας με το επώνυμο του «Σκαθαριού».

Οι τηλεοπτικοί «αντάρτες»

Ακριβώς με το ψευδώνυμο «Θ.Λ.» (Θείος Λένον) δημοσιεύει στην «Αυγή» της 27ης Νοεμβρίου 1983 (δέκα ημέρες μετά τα επετειακά του Πολυτεχνείου) δύο κείμενα με τα οποία στηλιτεύει την περίφημη «αντιστασιακή» συνείδηση της Μεταπολίτευσης. Το πρώτο είναι το πασίγνωστο «Φοβάμαι» («…τους ανθρώπους που εφτά χρόνια έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου– βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας “δώστε τη χούντα στο λαό”»).

Το δεύτερο παίρνει αφορμή από την τηλεοπτική πραγματικότητα της εποχής: «Ε, όχι… // Παράγινε το κακό. Σχεδόν δεν υπάρχει σίριαλ πια στην ελληνική τηλεόραση, όπου κάποιος ήρωας ή κάποιος φίλος του ήρωα ή κάποιος μακρινός συγγενής του φίλου του ήρωα να μην ήταν αντάρτης ή εξόριστος ή εκτελεσμένος. / Η πραγματικότητα βέβαια λέει ότι σε όποιο σπίτι κι αν ψάξεις θα βρεις και μια τέτοια περίπτωση. Δεν είναι ψέμα. Κι αφού υπάρχει στην πραγματικότητα, η αλήθεια πρέπει να λέγεται. / Ως εδώ καλά και άγια. / Ομως το πώς τα λέμε όλα αυτά είναι η ουσία. / Και κάτι τέτοιες λεπτομέρειες δεν απασχολούν φαίνεται τους σεναριογράφους μας, που το μόνο τους ενδιαφέρον είναι το φολκλόρ, το πώς θα καρφώσουμε συναισθηματικά τον θεατή, πώς θα προκαλέσουμε εκροή των δακρυγόνων του αδένων. / Μελό στο μελό. Γλυκερές τιράντες και φιλολογίες της κακιάς ώρας. Αντάρτικα τραγούδια για ατμόσφαιρα και ριπές πολυβόλων για ηχητικό ντεκόρ…».

Για τον Εγγονόπουλο στο Επταπύργιο

Ο Αναγνωστάκης είναι ο ποιητής που μνημονεύει άλλους ποιητές μέσα στους δικούς του στίχους. Ενα από τα ποιήματά του τιτλοφορείται «Στον Νίκο Ε… 1949» και αφορά τον Νίκο Εγγονόπουλο, τον οποίο εντάσσει στους μεγάλους της νεωτερικής ποίησης (ο δικός του όρος για το «μοντέρνα»). Το ποίημα είναι γραμμένο στη φυλακή του Επταπυργίου Θεσσαλονίκης, όπου ο Αναγνωστάκης φυλακίστηκε το 1948 ως μέλος της ΕΠΟΝ:

Φίλοι
Που φεύγουν
Που χάνονται μια μέρα
Φωνές
Τη νύχτα
Μακρινές φωνές
Μάνας τρελής στους έρημους δρόμους
Κλάμα παιδιού χωρίς απάντηση
Ερείπια
Σαν τρυπημένες σάπιες σημαίες
Εφιάλτες,
Στα σιδερένια κρεβάτια
Οταν το φως λιγοστεύει
Τα ξημερώματα.
(Μα ποιος με πόνο θα μιλήσει για όλα αυτά;)

Η Ζορμπαλά και ο Πατσίνο

Το ποίημα «Δρόμοι παλιοί» προέρχεται από τη συλλογή «Πέντε μικρά θέματα» και μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη στον κύκλο «Μπαλάντες» του 1975, όπου τραγουδούν η Μαργαρίτα Ζορμπαλά και ο Πέτρος Πανδής. Το μουσικό θέμα του κομματιού, πάντως, είχε πρωτοακουστεί στην ταινία «Σέρπικο» (1973) του Σίντνεϊ Λούμετ, με τον Αλ Πατσίνο στον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ο στίχος που πήρε ο Σαββόπουλος

Το ποίημα «Οταν αποχαιρέτησα τους φίλους μου» (όπου υπάρχει ο γνωστός στίχος «όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα») μελοποιείται το 1978 από τον Θάνο Μικρούτσικο, ο οποίος ωστόσο αφήνει εκτός τους τρεις πρώτους στίχους: «Οταν αποχαιρέτησα τους φίλους/ Σ’ αυτή τη γη ξεχάστηκεν η μέρα/ Κι οι νύχτες εναλλάσσονταν με νύχτες». Τον τρίτο στίχο τον είχε πάρει ο Διονύσης Σαββόπουλος όταν διασκεύασε το τραγούδι του Μπομπ Ντίλαν «Wicked Μessenger» ως «Αγγελος Εξάγγελος» στον δίσκο «Βρώμικο ψωμί», το 1972: «Τα πόδια μου καήκανε σ’ αυτή την ερημιά/ η νύχτα εναλλάσσεται με νύχτα».

Πάριος, Δάκης, Μαρινέλλα

Μέσα στα ποιήματά του ο Αναγνωστάκης περνάει κατά καιρούς τη σχέση του με το λαϊκό τραγούδι, ενώ αναφέρεται και σε υπαρκτά πρόσωπα της εποχής. Στην μπαλάντα «Ο κατήφορος» (εκτός εμπορίου, 1986) γράφει ως Μανούσος Φάσσης:

Τη λέγαν Φωτεινίτσα κι όχι Κάρμεν
μα κάθονταν με τέτοια χάρη στο σκαμπώ
–ολόιδια η Πριγκιπέσσα Ιζαμπώ–
και της χαμογελούσαν όλοι οι μπάρμεν.

Είχε τα μέσα, λέγαν, με τον Πάριο
και θα ’βγαινε μια μέρα στο πλατώ
με το κόκκινο φούξια ξώπλατο
έχοντας βρει κι έναν καλό ιμπρεσάριο.

Της δώσαν κάποια μέρα ένα ρολάκι
σε κάποιο μικροσόου στην T.V.
να σειέται και δήθεν να τιτιβίζει ένα σεγκόντο σε πλαίη μπακ του Δάκη.

Της άπλωσε το χέρι κι είπε: «Ελα»,
μ’ αυτή είχε πια τελείως βουβαθεί.
(Μακριά σ’ ένα τζουμπόξ, ένα βαθύ
πονετικό τραγούδι έλεε η Μαρινέλλα).

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...