Διαβάζοντας την «Ιθάκη»: Λίγος Μπρεχτ, πολύ «φταίνε όλοι οι άλλοι»
Διαβάζοντας την «Ιθάκη»: Λίγος Μπρεχτ, πολύ «φταίνε όλοι οι άλλοι»
Οσοι περίμεναν ότι τα «δάνεια» του… συγγραφέα Αλέξη Τσίπρα από άλλα βιβλία και συγγράμματα είχαν εξαντληθεί στις εκτεταμένες και σκηνοθετημένες προδημοσιεύσεις της «Ιθάκης» των τελευταίων εβδομάδων –από τον Αλτουσέρ ως τον Μαρξ και την Τζέιν Οστεν– διαψεύστηκαν το πρωί της Δευτέρας (24.11), όταν άρχισαν να ξεφυλλίζουν το πολυαναμενόμενο βιβλίο των 762 σελίδων (εκδ. Gutenberg) που βρίσκεται πλέον στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, στο πλαίσιο βέβαια του πολιτικού rebranding του πρώην προέδρου και πρώην βουλευτή πια του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο κ. Τσίπρας δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό και αντέγραψε και τον αγαπημένο της αριστερής κουλτούρας Μπέρτολτ Μπρεχτ, συγκεκριμένα πήρε μια φράση από τις «Ιστορίες του κύριου Κόινερ» για να εξηγήσει –και να προσπεράσει έτσι– μια θεμελιώδη αδυναμία της έως τώρα πολιτικής πορείας του: πώς δηλαδή πήρε τον ΣΥΡΙΖΑ στο 31,5% το 2019 και τον έφτασε στο 17,8% τέσσερα χρόνια αργότερα και όντας μάλιστα στην προνομιακή θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Οντως το βιβλίο ξεκινά με βιογραφικά στοιχεία, που είναι μάλλον αδιάφορα για το ευρύ κοινό, όπως χωρίς ενδιαφέρον είναι και οι αναφορές του κ. Τσίπρα στην οργάνωσή του στην ΚΝΕ ή ακόμα και στην αναρρίχησή του στην ηγεσία του Συνασπισμού το 2008. Αυτό που όμως έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον είναι εκείνο το κεφάλαιο της «Ιθάκης» που πραγματεύεται την εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2023.
Πώς ένα κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έφτασε από το 31,5% το 2019, στο 20,07% του Μαΐου του 2023 και έπειτα στο 17,83% του Ιουνίου της ίδιας χρονιάς; Γιατί απέτυχε η περιβόητη «πλατιά απεύθυνση (sic)», το κάλεσμα του κ. Τσίπρα για διεύρυνση; Ο συγγραφέας κατέφυγε σε μια φράση από τις «Ιστορίες του κυρίου Κόινερ» του Μπρεχτ για να περιγράψει το πολιτικό αδιέξοδο του ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2019: «Δεν με ενδιαφέρει τι λες, αλλά ποιος το λέει».
Αυτήν την ακύρωση, παρατηρεί ο κ. Τσίπρας, άρχισε να αισθάνεται το εκλογικό ακροατήριο από την αδυναμία του κόμματος να μετατρέψει το εκλογικό «δάνειο», όπως το χαρακτηρίζει, του 31%, σε ένα κόμμα σύγχρονο, μαζικό, ανοιχτό.
Μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο δρόμος για τον ΣΥΡΙΖΑ, κατά τον κ. Τσίπρα, ήταν ένας: «Να ανοιχτούμε χωρίς φόβο στο πλήθος των απλών ανθρώπων και να ανοίξουμε το κόμμα σ’ αυτούς».
Και σε αυτό το σημείο ο κ. Τσίπρας κάνει κάτι το αναμενόμενο: Επιρρίπτει τις ευθύνες στους άλλους που ήταν τότε στον ΣΥΡΙΖΑ. «Κάποιοι ήθελαν να έρχεται το εκκλησίασμα στον ναό, αλλά μόνο αυτοί να έχουν το προνόμιο να περνούν στο ιερό», γράφει χαρακτηριστικά.
Σημειώνει για παράδειγμα ότι τον Δεκέμβριο του 2020, Βίτσας, Παπαδημούλης, Λάμπρου και Δρίτσας τον επισκέφθηκαν για να του ανακοινώσουν την ίδρυση της «Ομπρέλας», μιας τάσης που, όπως την περιγράφει ο συγγραφέας της «Ιθάκης», είχε βασικό στόχο να εναντιωθεί στο σχέδιο ανοίγματος του κόμματος.
Αλλά δεν ήταν μόνο η «Ομπρέλα» που έφταιγε. Από την άλλη πλευρά, συνασπιζόταν ένα πιο «επιθετικό», «αντιδεξιό» μέτωπο με πρωταγωνιστές τον Παύλο Πολάκη, τον Νίκο Παππά και τη Θεοδώρα Τζάκρη, το οποίο όμως «συγκινούνταν» σε πολύ μεγάλο βαθμό από την εσωκομματική σύγκρουση με την «Ομπρέλα». «Μια σύγκριση του Πολάκη με τον Τσακαλώτο μπορεί ίσως να αποδώσει καλύτερα αυτή τη διαφορά ύφους και κουλτούρας», παρατηρεί ο κ. Τσίπρας, ο οποίος περιέργως δεν είχε διαπιστώσει τη διαφορά όταν τους είχε και τους δύο αυτούς στην κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Κατά τον κ. Τσίπρα, ο ΣΥΡΙΖΑ στιγματίστηκε την επίμαχη περίοδο (2019-2023) από αμφισημία, πολυγλωσσία, δημόσιες αντιπαραθέσεις και ταλαντεύσεις. Παραδέχεται, βέβαια, ότι έπρεπε να είχε λάβει και ο ίδιος μια πιο αποφασιστική στάση· αλλά δεν έκανε ουσιαστικά τίποτα. Η αυτοκριτική του κ. Τσίπρα είναι στη βάση της ασφάλειας μιας αφήγησης που θέλει όλους τους άλλους να δημιουργούν τα προβλήματα και εκείνον απλώς να μην έχει το κουράγιο να τα επιλύσει.
Χαρακτηριστική η περίπτωση του Παύλου Πολάκη με την υπονομευτική στάση του στην εθνική προσπάθεια του εμβολιασμού στην Covid-19. Γιατί δεν αποπέμφθηκε ο κ. Πολάκης τότε; «Υπήρξε μια έντονη συναισθηματική φόρτιση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, σχεδόν ένας οδυρμός για το τι θα σήμαινε η απουσία του Πολάκη», θυμάται ο συγγραφέας, ο οποίος με την αποκλειστική δύναμη του υπογράφοντος, χαρίζει στον εαυτό του τον βολικό ρόλο του αμέτοχου παρατηρητή· σαν να μην ήταν πρόεδρος και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εκείνη την περίοδο, σαν να ήταν απλώς ένας άβουλος αρχηγός που έβλεπε τους υπαρχηγούς του να καβγαδίζουν και να αμαυρώνουν το κόμμα, απομακρύνοντας εν τέλει τους ψηφοφόρους.
Αλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα, το απόσπασμα για την καταδίκη του κ. Παππά από το Ειδικό Δικαστήριο. «Επρεπε τότε να του ζητήσω να διευκολύνει, κυρίως το κόμμα αλλά και τον εαυτό του, αποσύροντας ο ίδιος την υποψηφιότητά του. Κι αυτό γιατί είχε επιδείξει σε όλη αυτή τη διαδικασία απαράδεκτη επιπολαιότητα».
Ενα άλλο σημείο, επίσης χαρακτηριστικό: αφού περιγράφει πώς το σύστημα της ΝΔ πύκνωνε τις επιθέσεις του κατά του ΣΥΡΙΖΑ –εδώ ο συγγραφέας θυμάται (!) τον Λίντον Τζόνσον, 36ο πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος «χρησιμοποιούσε κάθε δυνατό μέσο για να εξουδετερώσει τους αντιπάλους του»–, παραδέχεται πως «τη ρητορική περί εξόδου από το ευρώ και τις λοιπές φαιδρότητες εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ υποβοήθησε και η δική μας ελαφρότητα», αναφερόμενος σε ένα κείμενο του Μαΐου του 2023, λίγο πριν από τις εκλογές, για τα «τοπικά νομίσματα». Τότε, μάλιστα, όπως αφηγείται, απευθύνθηκε εξοργισμένα στον (πρώην υπουργό Υγείας και βουλευτή Ρεθύμνου) Ανδρέα Ξανθό. «Εφτασα να του φωνάζω: “Αν δεν θέλετε να ξανακερδίσουμε ποτέ εκλογές, αν θέλετε να υπονομεύσετε το κόμμα, πείτε το καθαρά”», γράφει. Η δε δήλωση Γιώργου Κατρούγκαλου για τις συντάξεις, λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές, ήταν το «πολιτικό bank run» του ΣΥΡΙΖΑ, προσθέτει.
Εφταιγαν λοιπόν όλοι οι άλλοι. Ο ίδιος έφταιγε μόνο επειδή δεν τους έλεγξε. Βολικό.
Τα 4 «Α»
Ενα άλλο ενδιαφέρον σημείο της «Ιθάκης» είναι εκεί όπου ο συγγραφέας προσπαθεί να στρέψει το βλέμμα προς το αύριο. «Υπάρχει σήμερα εναλλακτική είναι η πεποίθησή μου… Και υπάρχουν οι κοινωνικές δυνάμεις να τη στηρίξουν. Η πατρίδα μας χρειάζεται άμεσα ένα μεγάλο σοκ. Ενα σοκ εντιμότητας, δικαιοσύνης και δημοκρατίας. Και η οικονομία μας ένα μεγάλο αναπτυξιακό σοκ, εφάμιλλο των αντίστοιχων της περιόδου Τρικούπη και Βενιζέλου. Ενα ολιστικό Εθνικό Σχέδιο Αναγέννησης με ορίζοντα το 2030». Αυτά βέβαια τα έχει ξαναπεί. Οπως χρησιμοποιημένες είναι και οι γενικότητες περί «πατριωτισμού ηθικής και οικονομικής ευθύνης απέναντι στην Πολιτεία», «προοδευτικού πατριωτισμού» κ.λ.π.
Το όραμά του μάλιστα αποτελείται από 4 «Α»: Ανάπτυξη, Αναδιανομή, Ασφάλεια, Ανθεκτικότητα.
Η πρόταση στην Αχτσιόγλου και στον Χαρίτση
Αλλο ενδιαφέρον σημείο στην «Ιθάκη» είναι τι μεσολάβησε από τις κάλπες της 21ης Μαΐου 2023 έως αυτές της 25ης Ιουνίου 2023. Ο συγγραφέας λέει ότι είχε ένα εναλλακτικό σχέδιο για την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς τις εκλογές του Ιουνίου. Σκέφτηκε την Εφη Αχτσιόγλου ως την επόμενη μέρα, ως το κατάλληλο πρόσωπο για μια αλλαγή ηγεσίας εν κινήσει και θέλησε να της προτείνει να ηγηθεί στην προεκλογική εκστρατεία με τον ίδιο, φυσικά, δίπλα της.
«Το σχέδιο ήταν σαφές: θα εμφανιζόμουν στη Βουλή και την ίδια ημέρα που θα συνεδρίαζε η Κοινοβουλευτική Ομάδα, θα πρότεινα την Αχτσιόγλου για να αναλάβει την ηγεσία της. Εγώ θα παρέμενα πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς για την αλλαγή του επικεφαλής του κόμματος απαιτείται Συνέδριο και επίσημη εκλογική διαδικασία. Η Αχτσιόγλου θα γινόταν το πρόσωπο της παράταξης, η υποψήφια πρωθυπουργός, και θα ηγείτο της εκλογικής καμπάνιας».
Αλλά η κυρία Αχτσιόγλου αρνήθηκε γιατί, όπως υποστηρίζει ο κ. Τσίπρας, «πίστευε πως μόνη της, παίρνοντας αποστάσεις από μένα, θα μπορούσε να υπερβεί τα προβλήματα εντός του ΣΥΡΙΖΑ και να πείσει τα μέλη του παρουσιάζοντας μια φρέσκια υποψηφιότητα, χωρίς να δίνει την εντύπωση πως ήταν υπό την κηδεμονία μου. Αποδείχτηκε ότι υποτίμησε την κατάσταση και τη σημασία της δικής μου στήριξης».
Μετά τις εκλογές του Ιουνίου και τη συντριβή του 17,8%, ο κ. Τσίπρας γράφει ότι κάλεσε τον Αλέξη Χαρίτση στο Σούνιο, εκτιμώντας ότι ήταν ο μόνος που θα μπορούσε, εφόσον εκλεγεί, να εξασφαλίσει μια κάποια ομαλότητα στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Χαρίτσης δήλωσε ότι δεν ήταν έτοιμος να αναλάβει μια τέτοια ευθύνη, υποστηρίζει ο συγγραφέας.
Ακόμα και αν όντως έγιναν έτσι τα πράγματα, η αναφορά τους στο βιβλίο δεν μπορεί να μην ερμηνευτεί και σαν ένα κάλεσμα του κ. Τσίπρα προς αυτούς τους δύο να τον ακολουθήσουν στα νέα του βήματα, καθώς μάλιστα το εγχείρημα της Νέας Αριστεράς διαλύεται.
Ο διάλογος με τον Κασσελάκη
Μετά ήρθε η παραίτηση, η απόφασή του να παραμερίσει για να έρθει το νέο κύμα. Μόνο που το νέο κύμα, όπως περιγράφει, έγινε τσουνάμι. Ο κ. Τσίπρας λέει ότι συναντήθηκε με τον (μετέπειτα πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ) Στέφανο Κασσελάκη. Αφηγείται τον διάλογό τους: «Μου είπε να του πω αυτό που πιστεύω. Κατά τη γνώμη μου, του τόνισα, ήταν μια παρακινδυνευμένη απόφαση καθώς “θα έτρωγε πολύ ξύλο, χωρίς να έχει καμιά ελπίδα να εκλεγεί”. Ο ίδιος όμως ήταν απολύτως βέβαιος ότι θα εκλεγεί. Μου φάνηκε υπερφίαλος. Είχε τη βεβαιότητα όχι μόνο ότι θα εκλεγεί πρόεδρος στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ότι σύντομα θα εκλεγεί και Πρωθυπουργός».
«Ο Κασσελάκης εξελέγη. Ή μάλλον οι άλλοι υποψήφιοι, και κυρίως η Αχτσιόγλου, κατάφεραν να χάσουν από τον Κασσελάκη. Και το “ξύλο” δεν το έφαγε τελικά αυτός. Αρχισε να το τρώει ο ΣΥΡΙΖΑ από την επόμενη μέρα της εκλογής», γράφει ο κ. Τσίπρας. Το ότι αυτός επέτρεψε στον κ. Κασσελάκη να πάρει το κόμμα, αν δεν το ενορχήστρωσε κιόλας, το προσπερνά ο κ. Τσίπρας. Αλλωστε, είπαμε, φταίνε πάντα οι άλλοι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
