Τι θα γινόταν στην Ελλάδα αν έπεφτε παντού το ρεύμα
Τι θα γινόταν στην Ελλάδα αν έπεφτε παντού το ρεύμα
Kάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1970, παιδί ακόμη, είμαι μια ημέρα στον ΑΒ του Ψυχικού, το πρώτο -και μοναδικό τότε- πραγματικό σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα. Το κατάστημα ήταν γεμάτο πελάτες, ανάμεσα στους οποίους και πολλοί ξένοι, από τις παρακείμενες προσβείες υποθέτω. Ξαφνικά, γίνεται ένας δυνατούτσικος σεισμός και οι φανταχτερές κέτσαπ και μαγιονέζες εισαγωγής αρχίζουν να χορεύουν στα ράφια.
Τότε είδα μια σκηνή που, φανταστείτε, τη θυμάμαι ακόμη: Μια οικογένεια Γιαπωνέζων, μαμά, μπαμπάς και τρία πιτσιρίκια, πήγαν ήσυχα ήσυχα κάτω από ένα δοκάρι και στάθηκαν ατάραχοι, οι δύο μεγάλοι στις άκρες και τα πιτσιρίκια ανάμεσά τους. Η σκέψη μου (κι αυτήν τη θυμάμαι), ήταν η προφανής: «τρελοί είναι; Γιατί δεν τρέχουν, όπως όλοι μας, να βγουν από το μαγαζί;». Το γεγονός ότι εκείνην την ημέρα στον ΑΒ Ψυχικού -και σε πολλά άλλα κτίρια- δεν ποδοπατήθηκε κόσμος στην έξοδο είναι εντελώς τυχαίο.
Εχουν περάσει πολλές δεκαετίες από τότε και έχουν αλλάξει πολλά πράγματα, μερικά όμως παραμένουν ίδια: μπορεί να ζούμε σε μια χώρα εξίσου σεισμογενή με εκείνην του Ανατέλλοντος Ηλίου, όμως είμαι βέβαιη ότι εάν επαναλαμβανόταν το σκηνικό, οι αντιδράσεις θα ήταν ακριβώς οι ίδιες. Κάποιοι Γιαπωνέζοι θα διαχειρίζονταν την κατάσταση ψύχραιμα και οι περισσότεροι Ελληνες πανικόβλητα και ασύντακτα, σαν ασκέρι ατάκτων.
Αυτές ήταν οι πρώτες μου σκέψεις όταν μου είπαν «φαντάσου τι θα γινόταν στην Ελλάδα εάν κοβόταν το ρεύμα μαζικά, όπως στην Ισπανία και την Πορτογαλία». Δεν χρειάζεται καν να φανταστώ, το έχω ζήσει κατ’ επανάληψη.
Αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι το γεγονός ότι οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι, κόντρα στη φήμη του «θερμόαιμου νότιου λαού» που έχουν αμφότεροι, αντιμετώπισαν το θέμα στωικά και χωρίς να ποδοπατηθούν, να αρχίσουν να μαχαιρώνονται στους μποτιλιαρισμένους δρόμους της Μαδρίτης, ή να ζητήσουν αμέσως να πέσει η κυβέρνησή τους. Παράξενοι λαοί…
Οπως το έθεσε και ένας κάτοικος της Λισαβώνας, «οι Πορτογάλοι είμαστε χαλαροί, αργούμε να φρικάρουμε». Προφανώς και οι Ισπανοί. Ετσι, οι οδηγοί στη Μαδρίτη απλώς εγκατέλειψαν τα αυτοκίνητά τους, οι εργαζόμενοι στο Πράδο απομάκρυναν ησύχως τους χιλιάδες επισκέπτες χωρίς να χαθεί ούτε μισός Βελάσκεθ ή Γκόγια, κανείς δεν πλακώθηκε με κανέναν στις ουρές των ΑΤΜ στη Λισαβόνα και παρά το γεγονός ότι καμία κάμερα παρακολούθησης δεν λειτουργούσε κατά τη διάρκεια της νύχτας, η Guardia Civil παρέμεινε σε επιφυλακή μεν, άπραγη δε. Παράξενοι λαοί, ξαναλέω.
Εμείς, πάλι, είμαστε ένας κανονικότατος λαός, που φρικάρει όχι απλώς αμέσως, αλλά ενδεχομένως και εκ των προτέρων. Βασικά είμαστε διαρκώς φρικαρισμένοι και έτοιμοι για πανικό και τσαμπουκάδες. Και δεν γίναμε τώρα έτσι, δεν μας έκανε η κρίση που θα βιαστούν να πουν κάποιοι, πάντα τέτοιοι ήμασταν. Το πρόβλημα είναι ότι παραμένουμε τέτοιοι. Κι αυτό οφείλεται σε έναν συνδυασμό ιδιοσυγκρασίας, απουσίας εκπαίδευσης και δυσπιστίας. Να το εξηγήσω αμέσως.
Η ιδιοσυγκρασία μας είναι αυτή του «ανυπότακτου», λίγο από τα πανέρια όμως. Οταν ο Κάλβος έγραφε «του Έλληνος ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει», δεν εννοούσε ότι πρέπει να λέμε «όχι σε όλα», ούτε ότι καθένας πρέπει να κάνει του κεφαλιού του σε αυτήν τη χώρα. Εμείς έτσι το ερμηνεύσαμε, όμως: «Τι θες; Να φοράω μάσκα και να κάτσω σπίτι μου για να μην πεθάνουν χιλιάδες; ΟΧΙ, εγώ θα βγω και θα βγω ξεμάσκωτος, εσύ είσαι φασίστας και καταπιέζεις την ελευθερία μου». Ξέρετε κι εσείς πολλούς τέτοιους, υποθέτω.
Ο «ανυπότακτος» Ελλην, που έχει ως πρότυπο τον ποινικό εγκληματία Νίκο Παλαιοκώστα, για τον οποίον γράφτηκαν ελεγείες προχθές που πέθανε, πιστεύει ότι ελευθερία και αυτοδιάθεση σημαίνει να μην ακούει κανέναν και να κάνει πάντα το αντίθετο από αυτό που του λένε οι «Αρχές» και η «Εξουσία»· έννοιες de facto κακές στο μυαλό του. Θεωρεί, συνεπώς ότι δρώντας ασύντακτα γίνεται ένας μικρός Τσε Γκεβάρα, που πολεμάει το σύστημα, του οποίου όμως είναι ο ίδιος αναπόσπαστο μέρος όταν τον βολεύει.
Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, η δυσπιστία προς τις Αρχές και την Εξουσία δεν είναι και τόσο αδικαιολόγητη στη γωνιά αυτήν του κόσμου όπου μας έριξε η τύχη. Οι Αρχές και η Εξουσία όχι μόνο άφησαν 104 ανθρώπους αβοήθητους στο Μάτι, αλλά οδήγησαν -έστω και άθελά τους- πολλούς από αυτούς στον θάνατο, είτε με ανύπαρκτες είτε με εντελώς λανθασμένες «οδηγίες εκκένωσης».
Επίσης, ο Ελληνας μπαίνει τόσα χρόνια στα τρένα -τα οποία τον διαβεβαίωναν οι «Αρχές» και η «Εξουσία» ότι είναι απολύτως ασφαλή- και ξαφνικά μαθαίνει ότι από τύχη έφτασε στον προορισμό του ζωντανός. Μέχρι που κάποιοι δεν έφτασαν καν ζωντανοί και ακόμη συζητάμε το γιατί και το πώς, λες και είναι σχεδόν νορμάλ αυτό που συνέβη.
Πώς να την εμπιστευτείς αυτήν την εξουσία, λοιπόν, η οποία διαρκώς και διαχρονικώς σε απογοητεύει; Μοιραία παίρνεις, απέναντί της, θέσεις μάχης και αντιπαράθεσης. Αυτή είναι η πυρηνική παθογένεια της Ελλάδας: Οι Ελληνες με το κράτος μας είμαστε σταθερά αντίπαλοι, δεν υπήρξαμε ποτέ σύμμαχοι. Και το κράτος έχει ακριβώς την ίδια στάση απέναντί μας. Δεν γίνεται δουλειά έτσι, όμως.
Φυσικά και θα μπορούσε να σε κάνει το κράτος να το εμπιστευτείς ξανά, εάν άλλαζε στάση απέναντί σου, αρχικά, και εάν προσπαθούσε, σε συνεργασία με τους πολίτες, να δείξει ότι ενδιαφέρεται. Να εκπαιδεύσει τον κόσμο, ας πούμε, αφου πρώτα εκπαιδευτεί το ίδιο, όμως.
Τι κάνουμε στους σεισμούς, λιμούς, καταποντισμούς; Δεν θα ανακαλύψουμε εμείς τον τροχό, δεν χρειάζεται, ας ρωτήσουμε τους Γιαπωνέζους. Ή έστω τους Ισπανούς. Πριν τους ρωτήσουμε, όμως, θα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι εμείς (το κράτος) έχουμε πάρει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να μην πέσουν τα κτίρια. Μετά, θα πάμε στους πολίτες μας και θα τους διδάξουμε πώς πρέπει να βγαίνουν από αυτά όταν κουνιούνται. Διότι μόνο τότε θα μας ακούσουν. Διαφορετικά θα μας γράψουν, όπως κάνουν διακόσια τέσσερα χρόνια τώρα.
Οπου «κτίρια» βάλτε ότι θέλετε.
Επί τους παρόντος δεν γίνεται αποτελεσματικά τίποτε από τα δύο. Κι έτσι, συνεχίζουμε να είμαστε ένας πανικόβλητος λαός, που «ποδοπατιέται» σε κάθε κρίση και μετά κοιταζόμαστε όλοι μαζί και ρίχνουμε τις ευθύνες εμείς στο κράτος και το κράτος σε μας.
Ναι, μπορώ θαυμάσια να φανταστώ τι θα γινόταν στην Ελλάδα εάν έπεφτε παντού το ρεύμα. Αλλά, δεν θέλω.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
