Ποιος θα κληρονομήσει τον Τζόρτζιο Αρμάνι;
Ποιος θα κληρονομήσει τον Τζόρτζιο Αρμάνι;
Ο Τζόρτζιο Αρμάνι αγαπούσε τις γυναίκες και οι γυναίκες τον αγαπούσαν επίσης. Ηταν ένας πρωτοπόρος οραματιστής ο οποίος κυριάρχησε στη βιομηχανία της μόδας επί δεκαετίες, αλλάζοντας το πρόσωπο και το σχήμα της με το μινιμαλιστικό του στυλ και την υψηλή αισθητική του. Ηταν επίσης ο designer που κυριαρχούσε στο κόκκινο χαλί ντύνοντας με τις δημιουργίες του διασημότητες, άνδρες και γυναίκες. Ταυτόχρονα, δε, υπερασπιζόταν έντονα την ανεξαρτησία της μάρκας του και μέχρι την τελευταία στιγμή επέβλεπε ο ίδιος τη δημιουργική κατεύθυνση του οίκου του.
Ο θάνατός του σε ηλικία 91 ετών έχει πυροδοτήσει, τώρα μια σειρά από εικασίες για το ποιος θα κληρονομήσει την περιουσία του, για το αν η αυτοκρατορία του θα καταρρεύσει και αν ο «βασιλιάς Τζόρτζιο» είχε φροντίσει να εξασφαλίσει διάδοχο.
Ο Αρμάνι ίδρυσε τον οίκο μόδας Giorgio Armani το 1975, και ο ίδιος ήταν ο αποκλειστικός διευθύνων σύμβουλος, πρόεδρος, δημιουργικός διευθυντής και στη συνέχεια ιδιοκτήτης μιας πολύ εκτεταμένης επιχείρησης αξίας 23 δισεκατομμυρίων ευρώ την ημέρα του θανάτου του, γράφει στους Times του Λονδίνου ο Τομ Κίνγκτον, ανταποκριτής της βρετανικής εφημερίδας στη Ρώμη.
Η Πάολα Πόλο, συντάκτρια μόδας στην ιταλική Corriere della Sera, δήλωσε: «Σχεδίασε τον θάνατό του και κατέγραψε τα πάντα γραπτώς, έτσι ώστε η αυτοκρατορία του να διατηρηθεί ενωμένη».
Πράγματι, ο Αρμάνι το είχε πει αυτό στην γοητευτική αυτοβιογραφία του «Giorgio Armani, per amore» (2022), στην οποία μιλάει για τον εαυτό του, τα νιάτα του, την πρώιμη καριέρα του και τους δικούς του ανθρώπους, και μοιράζεται τις ιδέες του για τη δημιουργικότητα και όλα όσα τον γοητεύουν στον σύγχρονο κόσμο. Γράφει στο βιβλίο του: «Εχω προετοιμάσει το σχέδιο διαδοχής με τον συνηθισμένο μου καλοσχεδιασμένο ρεαλισμό και διακριτικότητα, αλλά δεν θα το αποκαλύψω τώρα γιατί είμαι ακόμα εδώ».
Και πέρυσι, δήλωσε στην Corriere della Sera ότι το σχέδιό του «θα πρέπει να ακολουθηθεί από όποιον έρθει μετά από μένα για να συνεχίσει την κληρονομιά μου».
Λεπτομέρειες της συμφωνίας διέρρευσαν το 2023, αποκαλύπτοντας ότι η εταιρία θα μπορούσε να εισαχθεί στο χρηματιστήριο πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του, γράφει στους Times ο Τομ Κίνγκτον. Ωστόσο, δεν προέκυψε καμία ένδειξη για το ποιος θα αναλάμβανε τη διεύθυνση, από τα μέλη της οικογένειάς του, που βρίσκονται στο διοικητικό συμβούλιο, μέχρι τον Λέο Ντελ’ Ορκο, σύντροφό του και επικεφαλής του ανδρικού design.
Η Τζούλια Κριβέλι, συντάκτρια μόδας στην ιταλική οικονομική εφημερίδα Il Sole 24 Ore, δήλωσε ότι μπορεί να μην είναι τόσο απλό όσο το να περιμένουμε να δούμε έναν διάδοχο που θα αναφέρεται στη διαθήκη του Αρμάνι: «Ηταν ένας άνθρωπος που διατήρησε τον πλήρη έλεγχο της εταιρείας μέχρι το τέλος και πιστεύω ότι δεν προετοίμασε διάδοχο, ότι δεν υπάρχει πραγματικό σχέδιο. Η εταιρεία δεν ήταν εισηγμένη στο χρηματιστήριο, επομένως δεν υπήρχε υποχρεωτική εταιρική διακυβέρνηση. Δείτε τη Luxottica, την ιταλική εταιρεία γυαλιών ηλίου. Τρία χρόνια μετά τον θάνατο του ιδρυτή της Λεονάρντο Ντελ Βέκιο, οι κληρονόμοι του εξακολουθούν να μάχονται για την ιδιοκτησία», παρατήρησε η ιταλίδα δημοσιογράφος.
Να σημειωθεί ότι εκτός από την ιδιοκτησία της εταιρείας του, ο Αρμάνι διέθετε επίσης ένα σούπερ γιοτ και ακίνητα στο Μιλάνο, το ιταλικό νησί Παντελερία, το Σεν Τροπέ, το Μανχάταν και την Αντίγκουα.
Σε συνέντευξή του στους Financial Times λίγο πριν από τον θάνατό του, ο Αρμάνι μίλησε για «σταδιακή μετάβαση» της εξουσίας σε άτομα όπως ο Ντελ’ Ορκο και μέλη της οικογένειάς του, λέγοντας ότι «θα ήθελε η διαδοχή να είναι οργανική και όχι μια στιγμή ρήξης», υπονοώντας ότι σχεδίαζε να παραδώσει τα ηνία κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ωστόσο, ο θάνατός του μάλλον επέφερε τη «ρήξη» που ήλπιζε ότι θα αποφύγει, σχολιάζει ο Κίνγκτον στους Times.
Οποιος αναλάβει, πάντως, τη διεύθυνση θα δυσκολευτεί να ανταποκριθεί στη φήμη ενός άνδρα που περιγράφεται ως «θρύλος» από τις διασημότητες οι οποίες του απέτισαν φόρο τιμής την Πέμπτη, μεταξύ των οποίων οι Τζούλια Ρόμπερτς, Σίντι Κρόφορντ και Βικτόρια Μπέκαμ.
Ακόμη, η Αννα Γουίντουρ, απερχόμενη διευθύντρια της αμερικανικής Vogue, δήλωσε: «Ο Τζόρτζιο Αρμάνι είχε τόσο σαφή δύναμη προσωπικότητας και οράματος ώστε αναγνώριζες αμέσως το έργο του, όπου κι αν το συναντούσες».
Η Πόλο είπε ότι ο θάνατος του Αρμάνι ήταν μια «συγκινητική» στιγμή για την Ιταλία. «Ηταν ο τελευταίος από τους μεγάλους Ιταλούς της μόδας και ο θάνατός του σημαίνει ότι έρχεται μια γενεαλογική αλλαγή στο ιταλικό design, κάτι που έχει ήδη συμβεί στη Γαλλία, αλλά όχι εδώ», δήλωσε.
Και ο Αλντο Κατσούλο, ο οποίος πέρυσι πήρε συνέντευξη από τον Αρμάνι για την Corriere della Sera, σχολίασε: «Σε αντίθεση με πολλούς πλούσιους Ιταλούς, δεν έφυγε ποτέ από την Ιταλία για φορολογικούς λόγους. Παρέμεινε κάτοικος εδώ επειδή αγαπούσε την Ιταλία».
Στη συνέντευξή του στην Corriere della Sera, ο Τζόρτζιο Αρμάνι είχε επαινέσει τους συναδέλφους του ιταλούς σχεδιαστές, όπως ο Βαλεντίνο και ο αείμνηστος Τζιάνι Βερσάτσε, αλλά ήταν πιο επιφυλακτικός για τους Dolce & Gabbana, ισχυριζόμενος ότι «κοίταζε τα σχέδιά τους και αναρωτιόταν: θα το φορούσε μια γυναίκα αυτό; Αλλά βλέπω ότι τώρα αλλάζουν».
Και για τη Μιούτσια Πράντα, είπε ότι «ζει περισσότερο στον κόσμο της Miuccia Prada παρά στον πραγματικό κόσμο. Δεν σκέφτεται το γεγονός ότι τα φορέματά της πρέπει να φοριούνται από κανονικές γυναίκες».
Ο Κατσούλο σημείωσε ότι ο Αρμάνι συζήτησε την ομοφυλοφιλία του για πρώτη φορά σε εκείνη τη συνέντευξη. «Κανείς δεν τον είχε ρωτήσει ποτέ. Στην Ιταλία οι άνθρωποι δεν κάνουν αυτές τις ερωτήσεις», παρατήρησε.
«Σκλήρυνε όταν τον ρώτησα και είπε “Πώς ξέρεις ότι έχω αγαπήσει άντρες;”, μετά χαλάρωσε και άρχισε να μιλάει», είπε ο ιταλός δημοσιογράφος. Ο Αρμάνι του αποκάλυψε ότι ο πρώτος του σύντροφος ήταν εκπαιδευτής σε μια καλοκαιρινή κατασκήνωση νέων. «Δεν το έχω πει ποτέ σε κανέναν. Είναι ακόμα μια πολύ συγκινητική ανάμνηση για μένα», είπε.
Τέλος, την περασμένη εβδομάδα, ανακοινώθηκε ότι ο Αρμάνι αγόρασε το «La Capannina», ένα ιστορικό εστιατόριο στο ιταλικό παραθαλάσσιο θέρετρο Φόρτε ντέι Μάρμι, όπου γνώρισε τον επί χρόνια συνεργάτη και σύντροφό του στη ζωή, Σέρτζιο Γκαλεότι, τη δεκαετία του 1960. Ο Γκαλεότι πέθανε το 1985 σε ηλικία 40 ετών από επιπλοκές του AIDS. «Ηταν η τελευταία του, ρομαντική χειρονομία, γυρίζοντας πίσω εκεί που ξεκίνησαν όλα», είπε η Πόλο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
