Κιμ Κατράλ: «Χάρη στη Σαμάνθα οι 40άρες έγιναν σέξι»
Κιμ Κατράλ: «Χάρη στη Σαμάνθα οι 40άρες έγιναν σέξι»
Για εκατομμύρια τηλεθεατές η Κιμ Κατράλ θα μείνει για πάντα παγωμένη στον χρόνο ως φεμινιστικό είδωλο, από τη στιγμή που υποδύθηκε την αμετανόητη, σεξουαλικά αδηφάγα και ανύπαντρη σαραντάρα δημοσιογράφο Σαμάνθα Τζόουνς στην εξαιρετικά επιτυχημένη σειρά του HBO «Sex and the City» (1998-2004) και στις δύο ταινίες που ακολούθησαν (2008 και 2010).
Το γεγονός ότι η Κατράλ είναι τώρα στα «τέλη της δεκαετίας των 60» της (γίνεται 69 στις 21 Αυγούστου) μοιάζει με βόμβα, αν και η ίδια το παρουσιάζει με ψυχραιμία: «Είμαι πια σε αυτή την κατηγορία της σοφής μεγαλύτερης γυναίκας, κάτι που με κάνει να γελάω επειδή κανείς δεν ξέρει τίποτα», λέει στην Τζέιν Μάλκερινς, δημοσιογράφο της βρετανικής εφημερίδας The Times, σε μια συνέντευξη με αφορμή τη δεύτερη σεζόν της «Central Intelligence» («Κεντρική Νοημοσύνη»), μιας αφήγησης στο BBC Radio 4 για την ίδρυση της CIA, στην οποία η Κιμ Κατράλ πρωταγωνιστεί μαζί με τον Εντ Χάρις και τον Τζόνι Φλιν.
«Σε αυτή την εποχή που ζούμε τώρα, η “κεντρική νοημοσύνη” μοιάζει με αντίφαση», λέει η Κατράλ, η οποία υποδύεται την αφηγήτρια της σειράς και πραγματική πράκτορα της CIA, Ελοΐζ Πέιτζ, που ξεκίνησε την καριέρα της ως γραμματέας του επικεφαλής του Γραφείου Στρατηγικών Υπηρεσιών (της υπηρεσίας κατασκοπείας που προηγήθηκε της CIA) κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έγινε η πρώτη γυναίκα σταθμάρχης της υπηρεσίας και η πιο υψηλόβαθμη γυναίκα αξιωματικός στην Αθήνα το 1978, και αργότερα σύμβουλος για την τρομοκρατία στην Υπηρεσία Πληροφοριών Αμυνας.

Μόνο αφού δέχτηκε τον ρόλο, η Κατράλ, η οποία έχει μιλήσει ανοιχτά για την απόφασή της να μην κάνει παιδιά, ανακάλυψε ότι και η Πέιτζ «δεν είχε παιδιά, δεν παντρεύτηκε ποτέ, η δουλειά της ήταν η ζωή της… Και νομίζω πως ήταν απόλυτα ικανοποιημένη και ευτυχισμένη», λέει στους Times, προσθέτοντας ότι «αυτό την έκανε ακόμη πιο ηρωίδα για μένα, ειδικά για την εποχή της».
Μπορεί να φαίνεται κάπως παράταιρο να βρεθεί μια ηθοποιός ταυτισμένη με τη Νέα Υόρκη σε έναν αποκλειστικά βρετανικό ραδιοφωνικό σταθμό, αλλά η Κατράλ, γεννημένη στο Λίβερπουλ και μεγαλωμένη στον Καναδά, έχει μεγάλη αδυναμία στο BBC. «Οταν μετακόμισα για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη, δεν είχα τηλεόραση, αλλά είχα ραδιόφωνο και κασετόφωνο και άκουγα ραδιοφωνικά δράματα στο σκοτάδι», λέει. Είναι μακροχρόνια θαυμάστρια της δραματικής ραδιοφωνικής σειράς «The Archers», μάλιστα κατά τη διάρκεια μιας σύντομης θητείας της στο Radio 4 πριν από σχεδόν μια δεκαετία γνώρισε τον σύντροφό της Ράσελ Τόμας.
Χρόνια απωλειών και θλίψης
Τον Σεπτέμβριο του 2015, ως προσκεκλημένη στην εκπομπή «Woman’s Hour», μίλησε για το πώς ήταν να είσαι γυναίκα σχεδόν 60 ετών, ανύπαντρη και χωρίς παιδιά. Λίγους μήνες αργότερα, μετά από μια περίοδο οξείας αϋπνίας –κατάφερνε να κοιμάται μόλις τρεις ώρες τη νύχτα– αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το «Linda», ένα θεατρικό έργο στο Royal Court Theatre του Λονδίνου, λόγω έλλειψης ύπνου.
«Σχετιζόταν εν μέρει με την εμμηνόπαυση και το άγχος», λέει, καθώς και με τη θλίψη μετά τον θάνατο του πατέρα της από Αλτσχάιμερ το 2012. Επιστρέφοντας στη Νέα Υόρκη, υποβλήθηκε σε γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία για να μάθει ξανά να κοιμάται. «Κρατούσα ημερολόγιο, κάτι που κάνω ανά διαστήματα, αλλά τότε ήταν πιο στοχαστικό: “Ετσι νιώθω σήμερα, αυτό ήταν δύσκολο, το άλλο ευκολότερο”».
Τον Απρίλιο του 2016 επέστρεψε στην εκπομπή «Woman’s Hour», για να ηχογραφήσει μια 45λεπτη ανάγνωση των ημερολογίων της, για μια ειδική έκδοση της εκπομπής. Εκεί γνώρισε τον Τόμας, 14 χρόνια νεότερό της, ο οποίος εργαζόταν τότε στο BBC – αν και όχι, όπως λανθασμένα έχει αναφερθεί, ως ηχολήπτης. «Αρχικά ήταν ηθοποιός. Είχε μια απίστευτα ενδιαφέρουσα ζωή, πραγματικά ζούσε με τους δικούς του όρους. Είναι λίγο επαναστάτης, κάτι που μου αρέσει», λέει στους Times. Κράτησαν επαφή και εκείνος πήγε αργότερα στον Καναδά για να την επισκεφθεί.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η Κιμ Κατράλ με τον σύντροφό της Ράσελ Τόμας
«Είμαστε μαζί σχεδόν δέκα χρόνια τώρα», λέει, λάμποντας όπως τα χριστουγεννιάτικα δέντρα που φτιάχνει το ζευγάρι κάθε χρόνο για τα «τρελά» βίντεο που ανεβάζει στα social media. «Εχουμε περάσει υπέροχα».
Η δημοσιογράφος των Times βρίσκει σήμερα την Κιμ Κατράλ πολύ πιο ανάλαφρη από ό,τι την τελευταία φορά που τη συνάντησε, τον Μάιο του 2016, μετά την ηχογράφηση του «Woman’s Hour», όταν ακόμα κουβαλούσε το βάρος της απώλειας. «Αυτό που ένιωθα πολύ έντονα ήταν το πόσο μόνη ήμουν», της είχε πει τότε. «Τα ερωτήματα που είχα τις πρώτες πρωινές ώρες ήταν: αξίζω αυτό που έχω; Γιατί δεν αξίζω άλλα πράγματα; Δεν είμαι άξια; Γιατί είμαι μόνη; Θα παραμείνω μόνη;».
Θα ένιωθε, όμως, ακόμη περισσότερη θλίψη. Το 2018, ο αδελφός της Κρίστοφερ αυτοκτόνησε σε ηλικία μόλις 55 ετών. «Νομίζω πως όταν κάποιος αυτοκτονεί, οι γύρω του σκέφτονται: “Γιατί δεν το είδα; Γιατί δεν ήμουν εκεί;”, ή “Πώς μπόρεσα να αγνοήσω σημάδια που ήταν σαφώς ανθυγιεινά;” Αλλά αυτή ήταν τελικά η επιλογή του», παραδέχεται εμφανώς συγκινημένη. «Επρεπε να αποδεχτώ ότι δεν μπορούσα να αλλάξω αυτό το πεπρωμένο. Οτι όσο και αν πίστευα ότι μπορούσα, όσο δυνατή και αν νόμιζα πως ήμουν, δεν θα μπορούσα να το αποτρέψω.
»Λέω συνεχώς ότι εύχομαι να μην τα είχα περάσει όλα αυτά. Και μετά σκέφτομαι, λοιπόν, αν δεν το είχα περάσει αυτό, δεν θα είχα γνωρίσει τον Ρας. Η ζωή έχει εκπλήξεις και ανταλλάγματα. Ηταν μια άσχημη στιγμή, αλλά έμαθα πάρα πολλά. Και στο άλλο άκρο ήταν αυτός ο απίστευτος, διασκεδαστικός συμπαίκτης».
Από το Λίβερπουλ στη Νήσο Βανκούβερ και στη Νέα Υόρκη
Η Κιμ Κατράλ ήταν μόλις τριών μηνών όταν οι γονείς της μετανάστευσαν από το Λίβερπουλ στον Καναδά σε αναζήτηση εργασίας. Τις πρώτες μέρες τα οικονομικά τους ήταν τόσο περιορισμένα που η οικογένεια διέσχιζε όλη τη χώρα με ένα αυτοκίνητο, ρυμουλκώντας ένα άλλο πίσω για τον ύπνο. Ο πατέρας της, αξιωματικός του βρετανικού στρατού που έγινε οικοδόμος, αγόρασε τα θεμέλια ενός σπιτιού στη νήσο Βανκούβερ για 50 δολάρια και έκτισε μόνος του το υπόλοιπο.
«Υπήρχαν καλλιτέχνες αλλά όχι ηθοποιοί, και λίγα περιφερειακά θέατρα», λέει η Κατράλ για την παιδική της ηλικία εκεί. «Ηταν πολύ επαρχιακά». Μετά, σε ηλικία μόλις 16 ετών, μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, κάτι που, όπως λέει, ήταν «σαν να προσγειωνόμουν στη δική μου Disneyland. Ολα ήταν προσβάσιμα ανά πάσα στιγμή. Και το θέατρο που έβλεπα και οι άνθρωποι που γνώρισα… ήταν σαν να ήμουν στη Ρώμη».
Μετά την αποφοίτησή της από τη σχολή υποκριτικής υπέγραψε με τον σκηνοθέτη Οτο Πρέμινγκερ, τον οποίο έχει περιγράψει ως «έναν απαίσιο, φρικτό άνθρωπο», καθώς εκφόβιζε τις νεαρές ηθοποιούς. Η Κατράλ ήταν μία από τις τελευταίες στάρλετ του συστήματος των στούντιο. Το ντεμπούτο της έγινε στο θρίλερ «Επιχείρηση: Μαύρος Σεπτέμβρης» (Rosebud, 1975), στο πλευρό των Πίτερ Ο’Τουλ, Πίτερ Λόφορντ και Ρίτσαρντ Ατένμπορο.
Κατόπιν είχε ρόλους σε κλασικές ταινίες της δεκαετίας του 1980 όπως «Γρανίτα Αμερικάνα» (Porky’s, 1981), «Η Μεγάλη των Μπάτσων Σχολή» (Police Academy, 1984) και «Χαμός στην Τσάιναταουν» (1986). Πρωταγωνίστησε στην cult κωμωδία «Η Κούκλα» (Mannequin, 1987), ενώ παράλληλα εργαζόταν στην πρώτη της αγάπη, το θέατρο, υποδυόμενη τη Μάσα στις «Τρεις Αδελφές» του Τσέχοφ και τον ομώνυμο ρόλο στη «Δεσποινίδα Τζούλια» του Στρίντμπεργκ.
Η δημοσιογράφος των Times φοβόταν ότι η Κιμ Κατράλ δεν θα ήθελε να μιλήσει για τη σειρά που εκτόξευσε πραγματικά τη φήμη της, αλλά όταν η κουβέντα έρχεται στο «Sex and the City» η ηθοποιός μιλάει με ζεστασιά και τρυφερότητα: «Δημιούργησα έναν φανταστικό χαρακτήρα, στον οποίο έβαλα πολλή αγάπη. Και αν με θυμούνται μόνο γι’ αυτό, τότε είναι πραγματικά εντάξει».
Η ηθοποιός απέρριψε τον ρόλο τέσσερις φορές προτού τον αποδεχτεί. Ηταν 41 ετών και δεν πίστευε ότι το κοινό θα έβλεπε μια γυναίκα αυτής της ηλικίας ως σέξι. «Αυτοεπιβαλλόμενος ηλικιακός ρατσισμός», λέει γελώντας στους Times. «Λοιπόν, αυτό άλλαξε, τα 40 έγιναν σέξι. Του στυλ “Φίλε, ας φάμε κι άλλο από αυτό”».
Η Σαμάνθα «δεν ήταν νυμφομανής –εντάξει, μερικοί μπορεί να πίστευαν ότι ήταν–, απλώς απολάμβανε το κυρίως πιάτο. Ολες οι άλλες τσιμπολογούσαν τα ορεκτικά, ενώ εκείνη πήγαινε για την μπριζόλα. Και έπαιζε πάντα με τους δικούς της όρους, κάτι στο οποίο επέμενα», λέει. «Αλλά», τονίζει, «εγώ είμαι το αντίθετο [της Σαμάνθα] από πολλές απόψεις. Είμαι κάτι παραπάνω από κατά συρροήν μονογαμική».
Γάμοι στη σειρά
Σε ηλικία μόλις 19 ετών, η Κατράλ παντρεύτηκε τον καναδό συγγραφέα Λάρι Ντέιβις, αλλά ο γάμος ακυρώθηκε μετά από δύο χρόνια. Στα 20 της παντρεύτηκε τον γερμανό αρχιτέκτονα Αντρέας Λίζον –ο γάμος κράτησε επτά χρόνια– και το 1998, στις αρχές των 40 της, παντρεύτηκε τον μουσικό Μαρκ Λέβινσον. Το 2002 το ζευγάρι έγραψε μαζί ένα βιβλίο με τίτλο «Satisfaction: The Art of the Female Orgasm» (Ικανοποίηση: Η τέχνη του γυναικείου οργασμού), αλλά δύο χρόνια αργότερα χώρισαν, με την Κατράλ να φέρεται ότι ισχυρίστηκε πως είχε γίνει πολύ φορτικός σεξουαλικά.
Μετά το «Sex and the City», η Κιμ Κατράλ πέρασε περισσότερο χρόνο σε βρετανικές σκηνές, δίπλα στον Μάθιου ΜακΦάντιεν σε μια αναβίωση της κομεντί του Νόελ Κάουαρντ «Private Lives» (Ιδιωτικές ζωές) στο Γουέστ Εντ του Λονδίνου, υποδυόμενη την Κλεοπάτρα στο «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» στο Liverpool Playhouse και πρωταγωνιστώντας στο «Γλυκό Πουλί της Νιότης» του Τενεσί Γουίλιαμς στο Old Vic.
«Ενα από τα πράγματα που βρήκα πολύ ελκυστικά για να πάω να εργαστώ στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν ότι εκεί έβλεπαν μια ηθοποιό. Στην Αμερική έβλεπαν εκείνη», λέει, εννοώντας τη Σαμάνθα. «Και στην Αμερική με αντιλαμβάνονταν ως μια γυναίκα κάποιας ηλικίας, ενώ στην Αγγλία με αντιλαμβάνονταν [απλά] ως γυναίκα».
Σήμερα η Κατράλ και ο Τόμας μοιράζουν τον χρόνο τους μεταξύ Νέας Υόρκης, Νήσου Βανκούβερ και Ηνωμένου Βασιλείου. «Δεν χρειάζεται να βρίσκομαι σε σκηνή», λέει. «Το έχω κάνει και το έχω απολαύσει πάρα πολύ. Και αν ξανασυμβεί, θα είναι για καλό λόγο. Επειδή θα θέλω να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό».
Είναι αισιόδοξη για τον νέο πρωθυπουργό του Καναδά, Μαρκ Κάρνι –«Δείτε τον πλούτο της εμπειρίας που έχει, που φέρνει ως πολιτικός στο τραπέζι. Είναι μια καλή στιγμή. Νομίζω ότι θα είναι εντάξει»– και υποστηρίζει τον Κιρ Στάρμερ «που αλλάζει τα πράγματα», αλλά μπορεί να ψηφίσει μόνο εκεί όπου πληρώνει φόρους, δηλαδή στις ΗΠΑ.
«Εμείς δεν είχαμε ζήσει κάτι τέτοιο», λέει αναλογιζόμενη την κυβέρνηση Τραμπ. «Οι γονείς μας το έκαναν. Εμείς, όμως, όχι. Ημασταν προστατευμένοι από αυτό. Και νομίζω ότι για πολλούς από εμάς που νιώσαμε έκπληκτοι είναι ένα πραγματικό κάλεσμα αφύπνισης. Λες στον εαυτό σου, ουάου, υποθέτω ότι ζω σε μια μικρότερη φούσκα από ό,τι είχα ποτέ φανταστεί. Αλλά πρέπει να πούμε: “Ξυπνήστε! Υπάρχει ακόμα χρόνος”».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
