Η διαχρονική κατάρα της δεύτερης θητείας
Η διαχρονική κατάρα της δεύτερης θητείας
Ας τα πούμε κατά το δυνατόν απλά. Τι αντιμετωπίζει ο Μητσοτάκης; Την κούραση του εκλογικού σώματος από τη διακυβέρνησή του. Εχετε προσπαθήσει να συνεννοηθείτε με κουρασμένο άνθρωπο; Δύσκολο. Ολα του φταίνε. Αυτά που σε στιγμές χαλαρότητας και ηρεμίας θα του έμοιαζαν μικρά και επουσιώδη, πάνω στο μπαΐλντισμα της κούρασης τού φαίνονται εξοργιστικά και ανυπόφορα.
Μπορεί ένας πρωθυπουργός και το επιτελείο του να αντιμετωπίσουν αυτή την κούραση που έχει τη βαθύτερη αιτία της στη χρόνια άσκηση της εξουσίας; Πολύ δύσκολα. Οσοι μεταπολιτευτικοί πρωθυπουργοί αξιώθηκαν δεύτερη θητεία, περίπου στον ίδιο χρόνο βρέθηκαν μπροστά στο ίδιο φαινόμενο. Περίπου στα μέσα της δεύτερης θητείας τους ο κόσμος άρχισε να μην τους χωνεύει, για να το πούμε λαϊκά.
Στα μέσα της δεύτερης θητείας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μετά το 1979, έγινε φανερό ότι η ΝΔ πάει για ήττα. Ερχόταν ο Ανδρέας. Στη δεύτερη θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου, μετά το 1987, που αρρώστησε κιόλας, όλα πήγαιναν κατά διαόλου. Ερχόταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Στη δεύτερη θητεία του ο Σημίτης, μετά το 2002, μοίραζε δισεκατομμύρια και παραλλήλως καταποντιζόταν στις δημοσκοπήσεις. Κατέφθανε καλπάζοντας ο Κώστας Καραμανλής. Στη δεύτερη θητεία Καραμανλή, μετά το 2007, στην πραγματικότητα δεν υπήρχε ούτε κυβέρνηση ούτε πρωθυπουργός. Ερχόταν ο Γιώργος.
Ολοι τους προσπάθησαν να αντιδράσουν. Πάνω-κάτω με τους ίδιους τρόπους. Με σαρωτικούς ή δομικούς ανασχηματισμούς, με επικοινωνιακές καμπάνιες, με ανακατώματα και ανακυκλώσεις προσώπων ανάμεσα σε κυβέρνηση και κόμμα, με διευρύνσεις και ανοίγματα, με στροφές προς τα αριστερά ή προς το κέντρο ή προς τα δεξιά, με κινήσεις δήθεν εντυπωσιασμού και με θρύλους για άσσους στο μανίκι, με επιδοματικές απλοχεριές ή με μαζικούς διορισμούς. Μάταιος κόπος. Το εκλογικό σώμα δεν εκτιμούσε τίποτα, ο κόσμος ήταν ανένδοτος, όλα του μύριζαν, όλα του βρωμούσαν. Μικρά και μεγάλα θέματα στο μυαλό του κόσμου γίνονταν ένα, πάντα εναντίον της κυβέρνησης.
Στη δεύτερη θητεία του ο γερο-Καραμανλής έπεφτε διότι ο κόσμος ανακάλυψε ξάφνου ότι ήταν δεξιός, ενώ η κοινωνία είχε αγαπήσει τον θολό σοσιαλισμό των μη προνομιούχων. Ο Ανδρέας κατέρρεε διότι στο προσκεφάλι του στο Χέρφιλντ καθόταν μια αεροσυνοδός και διότι ένας κάποιος Κοσκωτάς, από υπάλληλος τράπεζας βρέθηκε τραπεζίτης. Ο Σημίτης βούλιαζε διότι ένα ματσάκι μαϊντανού από 50 δραχμές πήγε στο μισό ευρώ, δηλαδή στις 172 (πρώην) δραχμές, κι ας είχε μοιράσει το μεγαλύτερο πακέτο παροχών ever. Ο Καραμανλής δεν είχε εθνικό ακροατήριο διότι ένα μοναστήρι είχε ανταλλάξει μια λιμνοθάλασσα με ένα κρατικό κτίριο στους Θρακομακεδόνες.
Οσο επουσιώδη ή δευτερεύοντα και αν έμοιαζαν όλα τούτα, μεταβλήθηκαν σε εθνικού μεγέθους υποθέσεις που μονοπωλούσαν για μήνες την επικαιρότητα, μέχρι που διέλυσαν την πολιτική ηγεμονία των τότε κυβερνήσεων και κονιορτοποίησαν το πολιτικό κεφάλαιο των πρωθυπουργών. Στην πραγματικότητα η κοινωνία είχε τότε αποφασίσει ότι δεν ήθελε πια μήτε τον πρεσβύτερο Καραμανλή, μήτε τον Ανδρέα, μήτε τον Σημίτη, μήτε τον Κώστα Καραμανλή.
Τώρα ο Μητσοτάκης αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι αντιμετωπίζει το ίδιο ακριβώς φαινόμενο. Στα μέσα της δεύτερης θητείας του τον κυνηγά ένα δυστύχημα που, όταν συνέβη, σε προεκλογική ουσιαστικά περίοδο, παρά το σοκ και δέος που προκάλεσε στην κοινωνία, δεν τον ακούμπησε καν εκλογικά. Σήμερα τον ρημάζει. Η κούραση της κοινής γνώμης είναι ολοφάνερη. Με μια διαφορά από όλους τους προκατόχους του. Δεν υπάρχει κανείς να έρχεται καλπάζοντας για να του πάρει τη θέση. Η αντιπολίτευση είναι σε χειρότερη κατάσταση από την κυβέρνηση. Δίχως μεγάλο κόμμα και δίχως ηγέτη.
Οπερ, πίσω από τον αποδυναμωμένο Μητσοτάκη ακολουθεί η πολιτική αστάθεια, η ακυβερνησία και η μακροχρόνια πολιτική κρίση, με όσα αυτά σημαίνουν για τους πολίτες και για τη χώρα. Υποχρεωτικά, λοιπόν, σε αυτά θα παίξει μπας και καταφέρει να γυρίσει το χαρτί. Κανένας από τους παλιότερους πρωθυπουργούς που βρέθηκαν στη θέση του δεν τα κατάφερε. Αυτός μπορεί;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
