1040
Ο αείμνηστος Τζέιμς Γκαντολφίνι / Τόνι Σοπράνο και οι υπόλοιποι σταρ της σειράς | CreativeProtagon / HBO

«The Sopranos»: Κι όμως η θρυλική σειρά ξεκίνησε ως… κωμωδία

Protagon Team Protagon Team 11 Ιανουαρίου 2024, 10:15
Ο αείμνηστος Τζέιμς Γκαντολφίνι / Τόνι Σοπράνο και οι υπόλοιποι σταρ της σειράς
|CreativeProtagon / HBO

«The Sopranos»: Κι όμως η θρυλική σειρά ξεκίνησε ως… κωμωδία

Protagon Team Protagon Team 11 Ιανουαρίου 2024, 10:15

«Πρέπει να γράψεις κάτι για τη μητέρα σου. Η μητέρα σου είναι λεφτά στην τράπεζα!» Με αυτή τη φράση της συζύγου του παραγωγού και σεναριογράφου Ντέιβιντ Τσέις, Ντενίζ, γεννήθηκε η ιδέα μιας από τις πιο επαναστατικές σειρές στην ιστορία της αμερικανικής τηλεόρασης, η οποία έκανε πρεμιέρα πριν από 25 χρόνια –ήταν 10 Ιανουαρίου 1999 όταν προβλήθηκε για πρώτη φορά στη μικρή οθόνη το σίριαλ «The Sopranos».

Οπως είχε αποκαλύψει ο δημιουργός της σειράς  στο BBC , η Ντενίζ ήταν πεπεισμένη ότι η πεθερά της ήταν κωμική φλέβα χρυσού. Δεν ήταν η μόνη που το σκέφτηκε: οι συνάδελφοι του Τσέις σε τηλεοπτικές εκπομπές στις οποίες εργαζόταν έλεγαν το ίδιο πράγμα όταν άκουγαν τις ιστορίες του για εκείνη. Αλλά ο Τσέις αγωνιζόταν να βρει τρόπο να τις «μεταφράσει» στην οθόνη.

«Σκεφτόμουν “γιατί να θέλει κανείς να παρακολουθήσει τις περιπέτειες ενός τηλεοπτικού παραγωγού με την αυταρχική μητέρα του;” Αφησα την ιδέα στην άκρη, αλλά αργότερα σκέφτηκα ότι θα ήταν πραγματικά αστείο να γράψω μια ιστορία για κάποιον πιο σκληροτράχηλο από εμένα –πιο αρρενωπό, άγριο, σκληρό, όλα αυτά– με μια τέτοια μητέρα» διηγήθηκε στο BBC.

Ο Τσέις σκέφτηκε ότι θα είχε ενδιαφέρον αν ο τύπος ήταν ένας μαφιόζος που βάζει τη μητέρα του σε γηροκομείο και εκείνη θέλει να τον σκοτώσει γι’ αυτό. «Μέσω της ψυχανάλυσης, εκείνος συνειδητοποιεί ότι ο πραγματικός του εχθρός στη μαφία, όχι μόνο για τη ζωή του, αλλά για την εσωτερική του δυναμική, είναι η μητέρα του. Αυτό θα ήταν μια καλή κωμωδία».

Κάπως έτσι γεννήθηκε μια από τις πιο πολυβραβευμένες δραματικές σειρές όλων των εποχών, που ανέτρεψε τα τηλεοπτικά δεδομένα της νέας χιλιετίας. Οι «Sopranos» ήταν κάτι περισσότερο από μια απλή αστυνομική σειρά για το οργανωμένο έγκλημα – ήταν ένα πολιτισμικό φαινόμενο. Μια περίπλοκη ιστορία της ταραχώδους ζωής του φαντασιακού αφεντικού της μαφίας Τόνι Σοπράνο.

Η σειρά απεικονίζει έναν άνδρα που υφίσταται τόσο εξουθενωτικές κρίσεις πανικού από την αντιπαράθεση με τις καθημερινές οικογενειακές υποχρεώσεις του, τους δαίμονες από τη διαταραγμένη παιδική του ηλικία και την πραγματικότητα της βίαιης και επικίνδυνης καθημερινής δουλειάς του, που αναζητά ψυχανάλυση από την ψυχίατρο Τζένιφερ Μέλφι.

Ο Ντέιβιντ Τσέις είχε κάνει και ο ίδιος ψυχανάλυση. «Νομίζω ότι είχα πολύ άγχος. Η μητέρα μου έκανε τους πάντες να αγχώνονται», είχε πει στο BBC. Αν και η μητέρα του, σε αντίθεση με τη μαμά του Τόνι, Λίβια, δεν έφτασε ποτέ στο σημείο να εκδώσει συμβόλαιο θανάτου εναντίον του, ήταν επιρρεπής σε βίαιες εναλλαγές της διάθεσής της σε όλη τη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας, κάνοντάς τον συχνά να νιώθει φόβο.

Θυμάται ότι μια μέρα δεν πήγε στο σχολείο λόγω χιονιού και ενοχλούσε τη μητέρα του γκρινιάζοντας ότι δεν είχε ηλεκτρική κιθάρα για να παίξει. «Τελικά, βγήκε από την κουζίνα κρατώντας ένα μαχαίρι και είπε: “Πολύ θα ήθελα να σου βγάλω το μάτι!” Και μάλλον το εννοούσε. Οπότε σκέφτηκα “ουάου! Τι λες τώρα;” Οχι ότι θα το έκανε ποτέ…»

Στους «Sopranos» ο Τσέις χρησιμοποίησε την ψυχανάλυση ως όχημα εξερεύνησης, ώστε να επιτρέψει στο κοινό να συμπάσχει με τον βαθιά ελαττωματικό και ηθικά συμβιβασμένο αντιήρωά του, τον οποίο υποδύεται ο αείμνηστος Τζέιμς Γκαντολφίνι. Τον έδειχνε όχι απλώς ως έναν αδίστακτο μαφιόζο, αλλά και ως έναν ευάλωτο σύζυγο και πατέρα, στη μέση μιας υπαρξιακής κρίσης τόσο οξείας που μερικές φορές τον οδηγούσε στο να χάνει τις αισθήσεις του.

Ο Τόνι Σοπράνο με τη μητέρα του Λίβια. Η ιδιαίτερη ερμηνεία της αείμνηστης Νάνσι Μαρσάντ βασίστηκε στον χαρακτήρα της μητέρας του δημιουργού της σειράς, Ντέιβιντ Τσέις ( Anthony Neste/Getty Images)

Αυτή η ελαφρώς διαφοροποιημένη απεικόνιση επεκτάθηκε σε ολόκληρο το καστ. Οι ηθοποιοί δεν έπαιζαν απλώς τους τυπικούς χαρακτήρες μιας συζύγου, μιας μητέρας ή ενός «φουσκωτού» μαφιόζου, σχεδιασμένοι για να κινήσουν την πλοκή, αλλά πιο περίπλοκους χαρακτήρες, με τους δικούς τους εσωτερικούς αγώνες, δικά τους κίνητρα και προβλήματα.

Η εστίαση στο υποσυνείδητο του Τόνι και στην ψυχοσύνθεση των υπόλοιπων χαρακτήρων επέτρεψε στη σειρά να αγκαλιάσει τη μη γραμμική αφήγηση –χρησιμοποιώντας αναδρομές, ψευδαισθήσεις και ακολουθίες ονείρων–, έτσι ώστε να εξετάσει τις εσωτερικές διαμάχες τους, αμφισβητώντας τις συμβάσεις της παραδοσιακής τηλεόρασης όπως είχαν μέχρι τότε διαμορφωθεί.

Αυτό έδωσε τη δυνατότητα στη σειρά να αντιμετωπίσει ευρύτερα θέματα ψυχικής υγείας, ταυτότητας, οικογένειας και εξουσίας με ένα στρώμα ρεαλισμού και βάθους που σπανίως εμφανίζεται στην αμερικανική τηλεόραση. Η διαφοροποιημένη αφήγηση την έκανε να ξεχωρίζει από τα τυπικά τηλεοπτικά εγκληματικά δράματα – όπως και ο κινηματογραφικός «Νονός» μια 25ετία νωρίτερα, η σειρά έγινε μια αντανάκλαση της αμερικανικής κοινωνίας και της πολυπλοκότητας της ανθρώπινης φύσης.

Οι «Sopranos» ήταν η πρώτη σειρά με κεντρικό χαρακτήρα έναν αμετανόητο εγκληματία, γεγονός που δυσκολεύει τους θεατές να ταυτιστούν μαζί του. Αλλά η άρνηση της σειράς να προσφέρει στο κοινό της εύκολες απαντήσεις ή ηθικές λύσεις είχε απήχηση στους τηλεθεατές, ενώ ταυτόχρονα τους προκαλούσε να αντιμετωπίσουν τις δικές τους προκαταλήψεις.

Με την προστιθέμενη αξία της κινηματογραφικής ποιότητας παραγωγής και τα αφηγηματικά τόξα που προσέλκυσαν το κοινό, ενώ ταυτόχρονα ανέτρεπαν τις προσδοκίες του, η σειρά έγινε τεράστια εμπορική επιτυχία και κέρδισε τον σεβασμό των κριτικών – καθώς και 22 βραβεία Εμυ και πέντε Χρυσές Σφαίρες.

Κλειδί για τις δύο πρώτες σεζόν της σειράς ήταν η Λίβια Σοπράνο, που την υποδύθηκε η αείμνηστη Νάνσι Μαρσάντ, της οποίας η ομοιότητα με τη μητέρα του Τσέις επιβεβαιώνεται και από την υπόλοιπη οικογένειά του. «Ολοι οι συγγενείς μου το κατάλαβαν αμέσως. Μόλις είδαν το πρώτο επεισόδιο, είπαν “Θεέ μου, αυτή είναι η θεία Νόρμα”» αποκάλυψε ο δημιουργός.

Είναι μια κατά καιρούς σκληρή απεικόνιση μιας μητέρας από την κόλαση, που είναι αστεία αλλά ταυτόχρονα προβληματική και μοχθηρή. Οι ενοχές είναι ένα θέμα που διατρέχει όλους τους «Sopranos», αλλά ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι δεν ένιωσε άσχημα που έδειξε τη μητέρα του υπό αυτό το πρίσμα.

«Παρουσίασα αυτή τη σχετικά κωμική πλευρά της μητέρας μου», είχε πει στο BBC ο Τσέις. «Την παρουσίασα στον τηλεοπτικό αέρα και έτσι έγινε ένας αγαπημένος χαρακτήρας. Οπότε δεν ένιωσα ποτέ ενοχές. Ολοι αγαπούσαν τη Λίβια. Τη λάτρεψαν, όπως ακριβώς το είχε προβλέψει η σύζυγός μου».

Και συμπλήρωνε το 2006: «Η μητέρα μου ήταν αστεία, εξωφρενική, έλεγε οτιδήποτε κατέβαζε το κεφάλι της, όσο γελοίο και αν ήταν. Δεν μπορώ καν να θυμηθώ πόσοι άνθρωποι, χιλιάδες άνθρωποι, έρχονταν και μου έλεγαν “Θεέ μου, αυτή είναι η θεία μου η Μαίρη”, “η μητέρα μου είναι ακριβώς έτσι”, “η γιαγιά μου είναι έτσι”, “δεν το έχω ξαναδεί: απεικόνισες τη μητέρα μου”. Επομένως, δεν ένιωθα τύψεις, γιατί προφανώς είχα πιάσει τον σφυγμό μιας συγκεκριμένου τύπου γυναίκας».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...