Μπορεί η Ευρώπη να βρει δύναμη στη μοναξιά της;
Μπορεί η Ευρώπη να βρει δύναμη στη μοναξιά της;
Η νέα συνθήκη για την Ευρώπη δεν θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρη. Η επιθετικότητα της Μόσχας προς τη Γηραιά Ηπειρο έφτασε σε επίπεδα συγκρίσιμα με εκείνα του Ψυχρού Πολέμου, αλλά υπάρχει μια μεγάλη διαφορά από εκείνην την περίοδο: αυτήν τη φορά, δεν είναι καθόλου σαφές για τους Ευρωπαίους εάν μπορούν να βασίζονται στην υποστήριξη των ΗΠΑ· τουναντίον η αλλαγή στάσης του Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στον Βλαντίμιρ Πούτιν συνιστά μια στρατηγική αν όχι υπαρξιακή πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ενωση και όχι μόνον.
Τα όσα συνέβησαν στο περιθώριο της κηδείας του Πάπα Φραγκίσκου, θα μπορούσαν να αποτυπωθούν σε δύο χαρακτηριστικές εικόνες.
Η πρώτη ήταν, φυσικά, η εικόνα από την πολυσυζητημένη συνάντηση του προέδρου των ΗΠΑ με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Η δεύτερη όμως, ήταν από μια άλλη συνάντηση του Τραμπ στο Βατικανό, η οποία, όπως χαρακτηριστικά έγραψε η Σιλβί Κάουφμαν, διευθύντρια σύνταξης της Le Monde, σε άρθρο της στους Financial Times, ήταν εξίσου αποκαλυπτική για τη διατλαντική σχέση στην εποχή του 47ου προέδρου των ΗΠΑ: ο Τραμπ εθεάθη να ανταλλάσσει μια σύντομη χειραψία και να συνομιλεί φευγαλέα με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η συνάντηση ήταν σύντομη, αλλά θα συναντηθούν ξανά, σύμφωνα με την Επιτροπή. Αλλά το γεγονός ότι μια συνάντηση οκτώ δευτερολέπτων θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επίτευγμα καταδεικνύει τη μοναξιά της Ευρώπης.
Δεχόμενη επίθεση από τον μεγάλο και εκδικητικό γείτονά της στα ανατολικά, η Ευρώπη τώρα βρίσκεται προδομένη από τον σημαντικότερο σύμμαχό της στα δυτικά. Η επίθεση από τους Τραμπ και Βανς στον Ζελένσκι, στο Οβάλ Γραφείο στις 28 Φεβρουαρίου, ήταν ένα σημείο καμπής. Κάθε ευρωπαίος ηγέτης που επισκέπτεται τον Λευκό Οίκο για να συναντήσει «τον νέο σερίφη», όπως το έθεσε ο Τζέι Ντι Βανς στην επεισοδιακή Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, έχει τώρα την πρόκληση, αν όχι τον φόβο, μιας απρόβλεπτης εκτροπής με θύμα τον ίδιο μπροστά στα ΜΜΕ.
Ομως, συνέχισε η Σιλβί Κάουφμαν στο άρθρο της στους FT, η Φον ντερ Λάιεν δεν είχε έως τώρα ούτε καν την ευκαιρία να πλησιάσει το Οβάλ Γραφείο. Επίσης, η Κάγια Κάλας, η ύπατη εκπρόσωπος της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική, δεν προσκλήθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών από τον Μάρκο Ρούμπιο, όταν επισκέφθηκε την Ουάσινγκτον. Αποτροπιασμένη από την αντιμετώπιση του Ζελένσκι στην Ουάσινγκτον, η Κάλας είχε προηγουμένως δηλώσει ότι «ο ελεύθερος κόσμος χρειάζεται μια νέα ηγεσία» και ότι εναπόκειται στους Ευρωπαίους να αναλάβουν τον ρόλο.
Η Φον ντερ Λάιεν φαίνεται να συμφωνεί. Σε συνέντευξή της στη γερμανική εφημερίδα Die Zeit, στις 15 Απριλίου, είπε ότι ενώ δεν της αρέσουν «αυτοί οι χαρακτηρισμοί, η Δύση όπως τη γνωρίζαμε δεν υπάρχει πλέον».
Η Κριμαία μπορεί σύντομα να αποτελέσει την απόλυτη δοκιμασία για τη διατλαντική συμμαχία, προειδοποίησε η Κάουφμαν στο άρθρο της: Εάν οι ΗΠΑ αναγνωρίσουν de jure την προσάρτηση της χερσονήσου από τη Ρωσία, όπως προτάθηκε από τον ειδικό απεσταλμένο του Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, οι Ευρωπαίοι θα αναγκαστούν είτε να εγκαταλείψουν έναν θεμελιώδη πυλώνα της ευρωπαϊκής ασφάλειας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δηλαδή την εδαφική ακεραιότητα και το απαραβίαστο των συνόρων, είτε να προβούν σε ρήξη με τον μακροχρόνιο σύμμαχό τους.
«Πώς θα μπορούσαν τα ευρωπαϊκά έθνη και οι ΗΠΑ να συνεργαστούν σε μια κοινή αμυντική συμμαχία, το ΝΑΤΟ, αν διαφωνούν σε τόσο βασικές αρχές;», αναρωτήθηκε η γαλλίδα δημοσιογράφος.
«Η μοναξιά της Ευρώπης, συνεχίζει, δεν είναι μόνο στρατηγική, είναι και ιδεολογική. Η επίθεση κατά των δημοκρατικών κανόνων από την κυβέρνηση Τραμπ θεωρείται σε αυτή την πλευρά του Ατλαντικού ως μέρος ενός εντελώς διαφορετικού πολιτικού σχεδίου από αυτό που έχτισε η ΕΕ και οι δημοκρατίες της. Εάν ο Τραμπ καταφέρει να ενισχύσει τα εγχώρια εθνικιστικά και λαϊκιστικά κινήματα, σε έναν κόσμο που κλίνει προς την απολυταρχία, μπορεί ακόμη και να απειλήσει το ευρωπαϊκό μοντέλο δημοκρατίας», γράφει.
Ωστόσο, αν η Ευρώπη είναι μεν μόνη, όμως είναι επίσης μεγαλύτερη από ό,τι ήταν ποτέ μετά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Και δέκα κράτη βρίσκονται στην «αίθουσα αναμονής» για να ενταχθούν την ΕΕ. Το ΝΑΤΟ έχει δύο νέα μέλη, τη Φινλανδία και τη Σουηδία, που είναι πολύ αφοσιωμένα στην άμυνα της Ευρώπης. Το Ηνωμένο Βασίλειο συνεργάζεται στενά με τη Γαλλία για την υποστήριξη της Ουκρανίας, ενώ η Νορβηγία και η Τουρκία, μη μέλη της ΕΕ, παίζουν επίσης κρίσιμο ρόλο.
Σε ομόκεντρους κύκλους, σημείωσαν οι FT, «τα σκανδιναβικά-βαλτικά κράτη, η “E3” (Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Γαλλία), η “E5” (Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Πολωνία), ένας “συνασπισμός των προθύμων” και διάφορες άλλες μορφές συνεργασίας, αναπτύσσουν τεράστια διπλωματική και πολιτική δραστηριότητα πέρα από τον δυσκίνητο μηχανισμό της ΕΕ, για την προώθηση των ευρωπαϊκών στόχων».
Η συζήτηση για το αβέβαιο μέλλον του ΝΑΤΟ επικεντρώνεται τώρα στην οικοδόμηση του ευρωπαϊκού πυλώνα του, με τις περισσότερες χώρες να παίρνουν επιτέλους στα σοβαρά τις στρατιωτικές δαπάνες και να ενισχύουν το μπλοκ. Μια συζήτηση για μια πιθανή επέκταση των γαλλικών και βρετανικών πυρηνικών δυνάμεων αποτροπής στην Ευρώπη, κάτι που αποτελούσε ταμπού πριν από δύο χρόνια, έχει ήδη ξεκινήσει. Οι ένθερμοι ατλαντιστές κηρύττουν τώρα το ευρωπαϊκό ευαγγέλιο.
Η Ευρώπη έχει την ευκαιρία να μετατρέψει την τρέχουσα μοναξιά της σε δύναμη, κατέληξε στο άρθρο στους FT η Σιλβί Κάουφμαν. Η αφελής πεποίθηση ότι ο Τραμπ θα γίνει πιο λογικός λόγω των κακών επιδόσεών του στις δημοσκοπήσεις και των οικονομικών προβλημάτων που ο ίδιος προκάλεσε, ενέχει τον κίνδυνο να χαθεί αυτή η ευκαιρία. «Το να προετοιμαζόμαστε για το χειρότερο είναι ασφαλέστερο από το να ελπίζουμε για το καλύτερο».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
