Γούντι Αλεν: Ο θρύλος έγινε 90 ετών
Γούντι Αλεν: Ο θρύλος έγινε 90 ετών
«Οταν η συζήτηση έρχεται στη σχέση μου με τις γυναίκες κερδίζω βραβείο Αύγουστου Στρίντμπεργκ». Κλασική ατάκα ενός γουντιαλενικού χαρακτήρα που εκφράζει το πνεύμα και τον αυτοσαρκασμό ενός από τους πιο «εσωτερικούς» σκηνοθέτες του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Ο Γούντι Aλεν έδειχνε ότι μονίμως «ψαχνόταν»: στη σχέση του με τους άλλους και τις γυναίκες, με την πόλη και την Αμερική, με τον Θεό τον ίδιο. Βέβηλος και αθεϊστής κουβαλώντας την εβραϊκή παράδοση ενός ισοπεδωτικού χιούμορ κατάφερε να επενδύσει στις ταινίες του την αγάπη για το μέσο που λέγεται κινηματογράφος, το οποίο ανακάλυψε στην παιδική γειτονιά του Μπρούκλιν, όπου μεγάλωσε (βλέποντας δεκάδες ταινίες στα σινεμά Midwood, Vogue και Ελμ).
Ξεκίνησε την καριέρα του γράφοντας αστεία για κωμικούς της τηλεόρασης, όπως ο Μελ Μπρουκς και ο Νιλ Σάιμον. Εμφανίστηκε ο ίδιος στη σκηνή ως αυτοσχεδιαστικός κωμικός και γύρισε την πρώτη του ταινία, «Ζητείται εγκέφαλος για ληστεία» το 1969, επηρεασμένος από την παλιά αμερικανική κωμωδία και τους αδερφούς Μαρξ. Μέχρι που ανακαλύπτει τον Μπέργκμαν και επιχειρεί τη μεγάλη στροφή.
Ο «Νευρικός εραστής» του 1977 σφραγίζει την καριέρα του αποσπώντας Οσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου και α’ γυναικείου ρόλου για την Νταϊάν Κίτον. Ακολουθούν το «Μανχάταν» (1979) και το «Ζέλινγκ» (1983) ως προπομποί μιας πορείας που φτάνει με δεκάδες ταινίες ως τις μέρες μας. Ο σκηνοθέτης που δεν πήγαινε ποτέ στις απονομές των Οσκαρ, παρόλο που είχε συγκεντρώσει δεκαοκτώ, πρόλαβε και έγραψε τη διασκεδαστική αυτοβιογραφία του «Σχετικά με το τίποτε» (εκδ. Ψυχογιός, μτφ. Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης), ενώ συμμετείχε δίνοντας συνέντευξη στον Σουηδό δημοσιογράφο Στιγκ Μπιέρκμαν στο «Ο Γούντι ΑΆλεν για τον Γούντι Αλεν» (εκδ. Μεταίχμιο, μτφ. Πόλυ Λυκούργου). Από αυτά τα βιβλία προέρχονται τα παρακάτω αποσπάσματα για μεγάλα κεφάλαια της ζωής του, τώρα που συμπληρώνει τα ενενήντα.
Δείπνο με τον Μπέργκμαν
«Η πρώτη μου επαφή με τον Ιγκμαρ Μπέργκμαν ήταν την εποχή που γύριζα το Μανχάταν. Η Λιβ Ούλμαν, με την οποία είχαμε γνωριστεί και φυσικά ήξερε πόσο μεγάλος θαυμαστής του ήμουν, μου είπε ότι ο Μπέργκμαν μπορεί να ερχόταν στη Νέα Υόρκη για μία εβδομάδα. Πρότεινε να πάμε οι τέσσερίς μας για φαγητό, ο Μπέργκμαν με τη γυναίκα του κι εμείς οι δύο. Με διαβεβαίωσε ότι ήταν και δική του επιθυμία. Κι έτσι πήγαμε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του και δειπνήσαμε μαζί. Ηταν ένα πολύ ευχάριστο βράδυ, κουβεντιάζαμε επί ώρες.

»Με έκπληξη τον άκουγα να μιλάει για καταστάσεις που έπρεπε να αντιμετωπίσει και την ίδια εποχή τις αντιμετώπιζα και εγώ. Και τις συζητήσαμε… Ηταν συναρπαστικό να μιλάω μαζί του, αλλά το πιο αστείο απ’ όλα ήταν να ανακαλύπτω ότι όλοι οι σκηνοθέτες έχουν παρόμοιες εμπειρίες. Μου είπε, για παράδειγμα, ότι, όταν βγαίνει μια ταινία του στα σινεμά, οι παραγωγοί τον παίρνουν αμέσως τηλέφωνο και δίνουν αναφορά: Λοιπόν, η απογευματινή προβολή ήταν γεμάτη, οπότε υπολογίζουμε ότι αυτή η ταινία σας θα κόψει τα περισσότερα εισιτήρια απ’ όλες». Και αυτό ακριβώς μου συμβαίνει κι εμένα. Οι ίδεις προβλέψεις. Ολα τους φαίνονται υπέροχα, και έπειτα από πέντε μέρες όλα καταποντίζονται, κάθε αισιοδοξία εξαφανίζεται».
Οι συγγραφείς που αγάπησε
«Βρήκα μεγάλο μπελά με τον Ελιοτ και φυσικά με τον Τζόις, αλλά αγάπησα τον Χέμινγουεϊ και τον Καμύ, γιατί ήταν απλοί και μου προξενούσαν συναισθήματα, ωστόσο δεν τα κατάφερα με τον Χένρι Τζέιμς όσο φιλότιμα κι αν προσπάθησα. Αγάπησα τον Μέλβιλ, την ποίηση της Εμιλι Ντίκινσον, αφιέρωσα χρόνο στο να μάθω τα της ζωής του Γέητς ώστε να μπορέσω να απολαύσω τα ποιήματά του.
Τα πήγα έτσι κι έτσι με τον Φιτζέραλντ, αλλά αγάπησα τον Τόμας Μαν και τον Τουργκένιεφ. Αγάπησα το Κόκκινο και το Μαύρο [του Σταντάλ], ιδίως εκεί όπου ο νεαρός ήρωας αναρωτιέται διαρκώς αν θα πρέπει να κάνει την κίνησή του και να βάλει πλώρη για την παντρεμένη γυναίκα. Εγραψα την κωμική εκδοχή αυτής της σκηνής για το Μπρόντγουεϊ στο Ωραίος και σέξι και την έπαιξα με την Ντάιαν Κίτον. Διάβασα Τσαρλς Ράιτ Μιλς και το The Ginger man και έμαθα τι εστί πολυμορφική διαστροφή από τον Νόρμαν Ο. Μπράουν… Δεν έχω διαβάσει ποτέ τον Οδυσσέα, τον Δον ιχώτη, τη Λολίτα, το Catch-22, το 1984, ούτε Βιρτζίνια Γουλφ, ούτε Ε.Μ.Φόρστερ, ούτε Ντ.Χ.Λόρενς. Τίποτα των αδερφών Μπροντέ ή του Ντίκενς».
Το «Μανχάταν» που δεν πίστεψε
«Η ταινία Μανχάταν δε μου άρεσε όταν τη μόνταρα. Προσφέρθηκα να κάνω δωρεάν μια ταινία για τη United Artists αν πετούσαν το Μανχάταν στα σκουπίδια και δεν το έβγαζαν ποτέ στους κινηματογράφους. Με κοίταξαν λες κι είμαι εντελώς παλαβός και αρνήθηκαν.

»Οταν έγινε τέτοια επιτυχία, σάστισα. Oλος αυτός ο υπέρμετρος θαυμασμός σαν να μου γύρισε μπούμεραγκ. Ό,τι εγκωμιάζεται υπερβολικά ζορίζεται να φτάσει στο ύψος των εγκωμίων, και για μένα το Μανχάταν ήταν πολύ κατώτερο της φήμης του».
Το «Λεωφορείο» που λάτρεψε
«Το Λεωφορείον ο Πόθος είναι το πιο φίνο έργο τέχνης στη ζωή μου, και δεν το χάνω ποτέ όταν το παίζουν. Το πρόβλημα είναι ότι η κινηματογραφική μεταφορά του είναι τόσο απόλυτη που κάθε θεατρικό ανέβασμα και κάθε άλλη παραγωγή ωχριά μπροστά της… Είναι η αψεγάδιαστη συνύφανση σεναρίου, ερμηνείας και σκηνοθεσίας που έχω δει ποτέ.

Ναι, οι χαρακτήρες είναι τόσο τέλεια γραμμένοι, κάθε απόχρωση, κάθε ένστικτο, κάθε αράδα του διαλόγου, το καθετί είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή από όλες τις διαθέσιμες στον πλανήτη γη. Ολες οι ερμηνείες είναι συγκλονιστικές. Η Βίβιαν Λι είναι ασύγκριτη, πιο αληθινή και ζωντανή από τους πραγματικούς ανθρώπους που γνωρίζω. Και ο Μάρλον Μπράντο ήταν ένα ζωντανό ποίημα. Ηταν ένας ηθοποιός που ανέβηκε στη σκηνή και άλλαξε την ιστορία της υποκριτικής τέχνης».
Αντρες και γυναίκες
«Πάντα ήθελα να κάνω μια ταινία με όλες τις αγαπημένες μου γυναίκες μαζί – τη Μία [Φάροου], την Νταϊάν Κίτον, την Νταϊάν Γουίσυ, τη Μέριλ Στριπ, την Τζούντι Ντέιβις. Κι αναφέρω μόνο μερικές… Οχι βέβαια ότι δεν έχουμε και μερικούς συγκλονιστικούς άντρες πρωταγωνιστές, όπως τον Τζιν Χάκμαν ή τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Αλλά πρέπει να τους γράψεις ρόλους αρσενικού. Δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις αυτούς τους ηθοποιούς σε εύθραυστους αντρικούς ρόλους. Τους ευνουχίζεις. Δεν μπορούν να παίξουν χαρακτήρες σαν κι αυτούς που ερμήνευε ο Εμίλ Γιάνινγκς στη Γερμανία, ή σαν τους ρόλους του Εντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον ή του Φρέντρικ Μαρτς εδώ στην Αμερική.
Ούτε ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, ούτε ο Τζακ Νίκολσον, ούτε ο Τζιν Χάκμαν, ούτε ο Αλ Πατσίνο -και παραθέτω τους καλύτερους ηθοποιούς που διαθέτουμε- μπορεί να παίξει τον Γουίλι Λόμαν [από τον «Θάνατο του εμποράκου»]. Δεν τους βγαίνει. Θα το εκβίαζαν. Είναι πολύ αρρενωποί, πολύ όμορφοι για τέτοιους ήρωες. Ο Ντάστιν Χόφμαν τα κατάφερε, αν και τότε ήταν λίγο μικρός για τον ρόλο. Θα έπρεπε να αφήσει τον εμποράκο για τα εξήντα του. Ο Ντάστιν ίσως να είναι ο μοναδικός με αυτό το ευάλωτο χάρισμα».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
