Τι μας έκαναν ο Αντι και η Κριστίν;
Τι μας έκαναν ο Αντι και η Κριστίν;
Υπάρχει μια ολόκληρη συζήτηση σχετικά με πράγματα που κανένα άλλο ζώο πλην του ανθρώπου δεν κάνει και σχετίζονται με ένα είδος ηθικής ή καλής πίστης. Το σύνηθες παράδειγμα είναι ότι κανένα άλλο ζώο δεν επιτίθεται για να σκοτώσει χωρίς να βρίσκεται σε άγρα της τροφής του. Στο ίδιο μήκος κύματος, δηλαδή στο ζήτημα του αποκλεισμού της κακοπιστίας για λόγους αναψυχής, δεν υπάρχει κανένα ζώο που να βρίσκει κάποια ευχαρίστηση στη διαπόμπευση του άλλου. Υπάρχουν βέβαια είδη χιμπατζήδων, τα οποία έχει παρατηρηθεί ότι πειράζουν το ένα το άλλο, σχεδόν κοροϊδευτικά, αλλά και πάλι αυτό αφορά το μεταξύ τους παιχνίδι. Η διαπόμπευση είναι μια αποκλειστικά ανθρώπινη ιδέα.
Μπορεί από αυτό να συναχθεί ένα γενικό συμπέρασμα. Χρειάζεται ένα επίπεδο ευφυίας για να διανοηθεί κανείς την έννοια της διαπόμπευσης του άλλου (ή τέλος πάντων για να αποκτήσει τα κατάλληλα συμπλέγματα για κάτι τέτοιο) και ένα είδος ευφυίας για να αποφύγει, παρ’ όλα αυτά, να το κάνει. Και ίσως αυτό το είδος ευφυίας χρειάζεται έναν λιγότερο ανταγωνιστικό κόσμο για να ανθίσει.
Η υπόθεση των δύο υψηλόβαθμων στελεχών σε μεγάλη εταιρεία τεχνολογίας δεδομένων που η ιδιωτική τους ζωή έγινε αντικείμενο μιας παγκόσμιας δημόσιας χλεύης αφότου εμφανίστηκαν σε ζωντανή μετάδοση να αγκαλιάζονται σε συναυλία των Coldplay και αμέσως μετά να μην αισθάνονται διόλου άνετα με αυτό (εισπράττοντας και ένα εξαιρετικά αδιάκριτο σχόλιο του τραγουδιστή της μπάντας) είναι ως προς τα παραπάνω αρκετά χαρακτηριστική και εξαιρετικά δυσάρεστη.
Η ιστορία πλέον είναι σχεδόν σε όλους γνωστή: η περιστρεφόμενη κάμερα της συναυλίας του συγκροτήματος Coldplay στρέφεται σε ένα ζευγάρι που στέκει αγκαλιασμένο. Το ζευγάρι, μόλις το συνειδητοποιεί, νιώθει εμφανώς αμήχανα και κρύβεται. Ο Κρις Μάρτιν σχολιάζει από μικροφώνου «αυτοί οι δύο ή έχουν παράνομη σχέση ή είναι πολύ ντροπαλοί». Το βίντεο με την αμηχανία των δύο ανθρώπων γίνεται ένα αδιανόητο viral στα κοινωνικά δίκτυα: μέσα σε δύο μέρες πλησιάζει τις 100.000.000 προβολές στο Tik Tok. Γίνεται γνωστό ότι οι δύο αυτοί άνθρωποι είναι παντρεμένοι, με άλλους.
Γίνονται γνωστά τα ονόματά τους. Γίνονται γνωστά τα ονόματα των συζύγων τους. Γίνεται γνωστή η επαγγελματική τους σχέση. Ακολούθως, εκατομμύρια άνθρωποι αποκτούν άποψη για την προσωπική ζωή τους, κάνουν δημόσια αστεία μαζί τους, εξαπολύουν ηθικοπλαστικές επιθέσεις, απαιτούν την τιμωρία τους, βγάζουν πορίσματα για τα κίνητρα και τον χαρακτήρα τους. Κάθε Μέσο που σέβεται τον εαυτό του σχολιάζει την υπόθεση και, αν μπορεί, δίνει και μια πληροφορία επιπλέον.
Αθλητικές ομάδες, διαφημιστικές εταιρείες, εμπορικά σήματα, επικοινωνιακά επιτελεία χρησιμοποιούν την εικόνα των δυο αγκαλιασμένων ανθρώπων προκειμένου να περάσουν άσχετα δικά τους μηνύματα. Η εταιρεία κάνει γνωστό ότι έθεσε το στέλεχός της σε διαθεσιμότητα και ανακοινώνει ότι «διεξάγει εσωτερική έρευνα με βασικό γνώμονα τις αξίες λογοδοσίας και διαφάνειας».
Τι συσσωρευμένη βλακεία που πιθανόν καταστρέφει για πάντα τη ζωή δύο ανθρώπων, του Αντι και της Κριστίν, επειδή απλά παρακολούθησαν αγκαλιά μια συναυλία! Ενδεχομένως χωρίς να το έχουν πει στους συζύγους τους. Και λοιπόν;
Ας δούμε πόση υποκρισία κρύβεται πίσω από όλη αυτή τη μανία να συντριβούν δύο (τουλάχιστον) άνθρωποι. Οι περισσότεροι από τους τιμητές ξεκινάνε από τη θέση ότι στους δύο αυτούς ανθρώπους αξίζει η διαπόμπευση επειδή υπήρξαν «άπιστοι» στους συζύγους τους. Ας παραμερίσουμε το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς που υποστηρίζουν αυτή τη θέση θα είναι εξίσου θερμοί υποστηρικτές της εξάλειψης θρησκοληπτικών καθεστώτων στα οποία ο υποτιθέμενος λόγος του Θεού ταυτίζεται με τον πολιτικό νόμο και το κοινωνικό ήθος.
Ας αγνοήσουμε –για την ώρα– τις αιτίες για τις οποίες η δημιουργία παγκοσμίων δικτύων επικοινωνίας, όπως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αντί να αυξήσουν την ανεκτικότητα, έχουν πολλαπλασιάσει τον συντηρητικό πουριτανισμό, τον ανορθολογισμό και την ηθικολογία. Εχει σκεφτεί κανείς ότι ένα παγκόσμιο κίνημα έχει ξεσηκωθεί προκειμένου να αποκλειστεί κάθε ενδεχόμενο αυτοί οι δύο (ή τέσσερις) άνθρωποι να διαχειριστούν την κατάστασή τους ως ενήλικες; Κανένας ανάμεσά τους δεν έχει πλέον το δικαίωμα να πάρει μια απόφαση για τον εαυτό του, τη ζωή του και τον σύντροφό του. Ο,τι κάνει, θα το κάνει με περίπου 8 δισεκατομμύρια μάτια να κοιτάζουν.
Ενα δεύτερο επιχείρημα που χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει το μίσος για το δύστυχο ζευγάρι είναι η επαγγελματική του σχέση και ιδιαίτερα το γεγονός ότι ο άνδρας φαίνεται να είχε ανώτερη θέση από τη γυναίκα. Τρομερό, πραγματικά! Διότι οι άνθρωποι στην πραγματική ζωή δεν έλκονται ούτε ερωτεύονται μεταξύ τους σε κοινούς εργασιακούς και κοινωνικούς χώρους –σε ποιον έχει συμβεί κάτι τέτοιο;–, εκτός πια κι αν έχουν ακριβώς την ίδια θέση στην ιεραρχία. Αυτό επιβάλλει ο (χωρίς επιτυχία κρυμμένος) μισογυνισμός, που σε κάθε τέτοια σχέση υποθέτει έναν άνδρα τυφλωμένο από την ανάγκη για σεξ και μια αδίστακτη γυναίκα που κυνηγάει προαγωγή. Ετσι συμβαίνει, άλλωστε, από την εποχή που η Εύα εξαπάτησε τον Αδάμ.
Ωστόσο, το πιο απελπιστικό σε όλα αυτά είναι αυτή η παγκοσμιοποίηση ενός ηδονοβλεπτικού ήθους το οποίο δεν μπορεί να δικαιωθεί παρά μόνο μέσα από την εξύψωση ενός νέου τεχνο-συντηρητισμού. Οι τελετές διαπόμπευσης των μοιχαλίδων και των μοιχών στον Μεσαίωνα, οι δημόσιες εκτελέσεις, το κάψιμο των αιρετικών, απευθύνονταν σε κοινότητες με συγκεκριμένα όρια. Σήμερα η κοινότητα αυτή είναι όλος ο πλανήτης και οι προσπάθειες να καλλιεργηθεί ένα ήθος προστασίας της ιδιωτικότητας και της αυτονομίας του ατόμου είναι εντελώς υποτονικές.
Το 1998, ο αυστραλός σκηνοθέτης Πίτερ Γουίαρ είχε παρουσιάσει την ταινία «The Truman Show», στην οποία ένα ορφανό παιδί υιοθετούνταν από μια μεγάλη εταιρεία τηλεοπτικών παραγωγών που μετέδιδε –εν αγνοία του– τη ζωή του σε ζωντανή μετάδοση σε όλη τη Γη. Ο Γουίαρ είχε στη συνέχεια διευκρινίσει ότι ήθελε να φτιάξει μια αλληγορική ταινία που να περιγράφει την ασφυξία της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα σε προκατασκευασμένο περιβάλλον, χωρίς να προβλέπει την υπερέκθεση της ιδιωτικής ζωής των ανθρώπων στο μέλλον.
Ετσι κι αλλιώς η ιστορία του Αντι και της Κριστίν, περισσότερο από την ιστορία του Τρούμαν Μπέρμπανκ, θυμίζει αυτή του Εμάνουελ Γκολντστάιν, του εχθρού του καθεστώτος που κάθε μέρα οι κάτοικοι της Ωκεανίας απολαμβάνουν να βρίζουν για ένα πεντάλεπτο, στο «1984» του Τζόρτζ Οργουελ.
Τι κάνει άραγε την παγκόσμια κοινότητα να μετατρέπεται σε συνονθύλευμα μίσους; Μέχρι να το απαντήσουμε, δεν μπορώ παρά να ευχηθώ στα δύο πρόσφατα θύματά του να είναι καλά και να τα καταφέρουν. Απέναντι σε όλους μας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
