Ακρίβεια; What about κατανάλωση;
Ακρίβεια; What about κατανάλωση;
Oταν ήμουν νεότερη, όλη η έγνοια της ακρίβειας είχε να κάνει με το ψωμί. Πηχυαίοι τίτλοι εξέφραζαν την αδιέξοδη αγωνία του βιοπαλαιστή, του μικρομεσαίου, του φτωχού, αναφερόμενοι στην τιμή της φρατζόλας. Μέχρι που οι φούρνοι έγιναν όπως έγιναν. Τα ψωμιά είναι εκατό ειδών και ένα σωρό καλούδια κλείνουν θελκτικά το μάτι στον καταναλωτή. Ξανακούσατε για την τιμή του ψωμιού; Επόμενη αγωνία είχε να κάνει με το κρέας. Μέχρι που έγιναν τα κρεοπωλεία μπουτίκ κρεάτων και στις πιο λαϊκές συνοικίες.
Είδη και είδη μπιφτεκιού, είδη και είδη ευφάνταστα που αρκεί μόνο να τα βάλεις στον φούρνο, καθώς οι γυναίκες εργάζονται και αναζητούν ευκολίες. Πάμε στον καφέ. Την πρώτη φορά που μου συνέβη, το θεώρησα μια κολακευτική περιποίηση στο πρόσωπό μου και στο τηλεοπτικό μας συνεργείο. Αμ, δεν ήταν έτσι. Υπάρχει περιοχή που να μην της αντιστοιχούν ένα σωρό καφέ; Μηχανάκια τρέχουν να πάνε καφέδες, ακόμα και σε σπίτια! Αυτό το απλό, το απλούστατο!.. Ανατίθεται σε τρίτο χέρι. Το μαγείρεμα εξελίχθηκε σε «πολυτέλεια».
Στην καθημερινότητα εισήχθησαν το σουβλάκι, η πίτσα, εταιρείες χρυσοκερδίζουν να διακτινίζουν φαγητό σε σπίτια κάθε κοινωνικής τάξης, κάθε βράδυ. Να συνεχίσω; Τα ρούχα είχαν περιόδους αγοράς. Κτίζαμε όνειρα για ένα ζευγάρι παπούτσια, ακόμα και οι ευκατάστατοι. Δυο ήταν οι αγορές όλες κι όλες για μια Αθήνα… Που κατέφθαναν και από την επαρχία ακόμα. Υπάρχει στις μέρες μας περιοχή χωρίς δική της εξαιρετική αγορά; Υπάρχει τόπος χωρίς μαγαζιά;
Τα ρούχα, τα παπούτσια, είναι πλέον τόσο ερεθιστικά πάμφθηνα (η Κίνα έκανε το θαύμα της) που ένα διαρκείας «Ξέρεις πόσο το πήρα; Δεν θα το πιστέψεις!» απομυζά ύπουλα πορτοφόλια σαν σε καζίνο. Προσθέστε σε αυτό και την απέραντη «αγορά» του διαδικτύου που τιμάει ιδίως η νεολαία, ανοιχτή επί 24ωρο. «Πάμφθηνο!».
Να πω για νυχάδικα; Πώς διάολο έγιναν ανάγκη; Εκατοντάδες. Σε κάθε είδους συνοικία. Γιατί τα γράφω όλα αυτά; Ως τροφή για σκέψη. Εύκολο το να μιλάμε για ακρίβεια. Εύκολο να είμαστε θυμωμένοι ότι «δεν βγαίνει». Εύκολο να εμποτίζεται ενισχυτικά, βιτριολικά η συνεχής επίκληση της ακρίβειας. Και λιθοβολήστε με ελεύθερα!
Βεβαίως γνωρίζω ότι το κύριο χαρακτηριστικό της ζωής μας, στο σύστημα που το δικό μας ημισφαίριο «πλανήτη» ενστερνίζεται, είναι η κατανάλωση μέχρις εσχάτων. Βεβαίως γνωρίζω ότι το να γράφω αυτά που γράφω είναι σαν διαμαρτυρία-γκρίνια για χιόνια στον Βόρειο Πόλο. Βεβαίως γνωρίζω, ότι έτσι που τη ζωή μας κάναμε-ρημάξαμε εδώ –στην κόχη τούτη τη μικρή, που θα έλεγε και ο Αλεξανδρινός ποιητής– υπηρετούμε ένα «μοντέλο» συγκεκριμένο και για καθετί που «σβήνεις», ως χαζή ανάγκη, πυροβολείς τα πόδια κάποιου κλάδου.
Περίπλοκη περίπτωση η οικονομία… Βεβαίως γνωρίζω, γαμώτο, γνωρίζω… Αλλά… Αλλά… Τόσα χρόνια που με διαβάζετε και με γνωρίζετε, όσο μπορεί να με γνωρίζετε, αντιλαμβάνεστε ότι μπορεί και να σκάσω αν δεν γράψω αυτά που με προβληματίζουν. Μήπως μπορεί να χωρέσει, κάποια στιγμή της ημέρας, στο μυαλό μας ένας προβληματισμός και για το πόσο καταναλώνουμε; Πόσο σπαταλάμε ενέργεια για δήθεν ανάγκες που μπορεί και να μην είναι ανάγκες-ανάγκες;
Βεβαίως γνωρίζω ποιοι ηγούνται του κόσμου. Ασφυκτιώ να σκέφτομαι ποιοι ηγούνται του κόσμου. Αλλά, ως προσωπική ανάσα ή και ως τσεκάπ της οντότητάς μου, μου γλυκαίνει την ψυχή και μου καθησυχάζει τους φόβους να μελετάω τα λόγια, άρα και τον τρόπο σκέψης του σπουδαίου ηγέτη Χοσέ Μουχίκα, μακαρίτη πρώην προέδρου της Ουρουγουάης. «Οταν αγοράζω κάτι, όταν αγοράζετε κάτι, δεν το αγοράζεις με χρήματα, αλλά με τις ώρες της ζωής σου που ξόδεψες για να αποκτήσεις χρήματα να το αγοράσεις». Πέρασαν και Μουχίκα από τούτα τα χώματα. Το λέω έτσι… Ως τροφή για σκέψη, αναγνώστες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
