Σχοινοβασία της Αθήνας δίχως δίχτυ ασφαλείας
Σχοινοβασία της Αθήνας δίχως δίχτυ ασφαλείας
Η Αθήνα βρίσκεται στα πρόθυρα των πανηγυρισμών, έπειτα από την έμπρακτη εκδήλωση ενδιαφέροντος της Chevron για τα κοιτάσματα νοτίως της Κρήτης και της Πελοποννήσου και τη δυνητική ευεργετική επίδραση αυτής της «σφήνας» του ενεργειακού κολοσσού στις τουρκολιβυκές αυθαιρεσίες. Ομως, όσο παρουσιάζονται κάποιες καταρχήν θετικές και σημαντικές εξελίξεις σε αυτό το πεδίο, η πραγματική ανησυχία της κυβέρνησης εντοπίζεται αλλού.
Αν και ο προβληματισμός δεν εκδηλώνεται θορυβωδώς και δημοσίως, η ταυτόχρονη κλιμάκωση των πολέμων στην Ανατολική Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή απειλεί να φέρει την Ελλάδα σε μία εξαιρετικά δυσχερή θέση, λόγω της πιθανής διατάραξης ισορροπιών στις οποίες η κυβέρνηση επένδυσε τα τελευταία χρόνια.
Οι πτήσεις ρωσικών drones στον πολωνικό εναέριο χώρο, η κατάρριψή τους από τις πολωνικές ΕΔ και τα όσα ακολούθησαν και εξελίσσονται, ήδη συνθέτουν μία πολυπαραγοντική και δύσκολη άσκηση.
Το σκέλος που αφορά την Αθήνα φανερώνεται με την ενεργοποίηση από την πολωνική κυβέρνηση του άρθρου 4 της συνθήκης του ΝΑΤΟ, με το οποίο καλούνται οι σύμμαχοι σε διαβουλεύσεις. Είναι φανερό και επισημαίνεται από διεθνείς παρατηρητές και αναλυτές, ότι έπειτα από την εξέλιξη αυτή η Βαρσοβία επιδιώκει με κάθε δυνατό τρόπο να σύρει στο πλευρό της, αφενός, την αμερικανική κυβέρνηση, αφετέρου, την ΕΕ και προφανώς, το ΝΑΤΟ.
Μέχρι στιγμής η Ουάσινγκτον (ή ορθότερα: ο Ντόναλντ Τραμπ), παραμένει σχεδόν απαθής, η ΕΕ και το ΝΑΤΟ έσπευσαν να εκδηλώσουν δι’ ανακοινώσεων την συμπαράστασή τους στην Πολωνία και πάντως το κλίμα που διαμορφώνεται παραπέμπει στο ότι επίκειται το ξέσπασμα ενός νέου πολέμου.
Ποια είναι η θέση της Αθήνας σε αυτή την νέα εστία έντασης, ειδικώς αν πρόκειται να υπάρξει νέα κλιμάκωση και από την ενεργοποίηση του άρθρου 4 της Συμμαχίας έφταναν τα πράγματα στην ενεργοποίηση του άρθρου 5; Αυτό θα σήμαινε την υποχρέωση στρατιωτικής συνδρομής προς σύμμαχο που δέχεται επίθεση.
Είναι ένα δίλημμα που στην Αθήνα απαντιέται πάντα με το βλέμμα στραμμένο στο τουρκικό casus belli. Επί της αρχής, η Ελλάδα δεν μπορεί να αποστασιοποιείται και να διαχωρίζει τη θέση της, από τη στιγμή που θεωρητικά θα μπορούσε να επικαλεστεί και η ίδια την ανάγκη συμμαχικής συνδρομής.
Η αρχή αυτή εξακολουθεί να ισχύει, με την θεμελιώδη διαφορά της αβεβαιότητας και της ρευστότητας που προξενεί η σημερινή αμερικανική κυβέρνηση, η οποία είτε υπονομεύει τη συνοχή του ΝΑΤΟ, είτε αποφεύγει η ίδια να παράσχει οποιαδήποτε εγγύηση ασφάλειας. Εν ολίγοις, αν οι εξελίξεις σε ένα ενδεχόμενο πολεμικό μέτωπο μεταξύ Πολωνίας και Ρωσίας πάρουν αρνητική τροπή, η Αθήνα θα κληθεί να απαντήσει σε διλήμματα που πιθανώς θα περιλαμβάνουν και την στρατιωτική εμπλοκή.
Προφανώς και είναι ένα απευκταίο σενάριο, από κάθε άποψη, αλλά στον σημερινό κόσμο θα πρέπει να είναι κανείς προετοιμασμένος για όλα.
Το δεύτερο μέτωπο που προκαλεί πονοκεφάλους στο Μέγαρο Μαξίμου και το υπουργείο Εξωτερικών (προς το παρόν όχι στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας), είναι αυτό της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης, έπειτα από την επίθεση του Ισραήλ κατά του Κατάρ.
Η Αθήνα καταδίκασε την επίθεση, ή μάλλον εξέφρασε την ανησυχία της, με εμφανώς προσεκτικές διατυπώσεις. Ομως η ουσία του προβλήματος είναι ότι και σε αυτήν την περίπτωση ή μάλλον πολύ περισσότερο σε αυτήν, η Ελλάδα βρίσκεται σε συμπληγάδες.
Η Αθήνα έχει κάνει τη σαφή επιλογή της στρατηγικής συνεργασίας με το Ισραήλ, η οποία εκδηλώνεται σε πολλά πεδία και την οποία η κυβέρνηση διαφυλάσσει και υπερασπίζεται. Ομως όσο ο Μπενιαμίν Νετανιάχου παροξύνει την επιθετική του τακτική και οδηγεί τα πράγματα στα άκρα, είναι ορατή η απειλή διατάραξης άλλων ισορροπιών στις οποίες έχει επενδύσει η Αθήνα και οι οποίες περιπλέκονται. Μεταξύ αυτών, η πολυδιάστατη σχέση με το Κατάρ και με τη Σαουδική Αραβία.
Η ισραηλινή επίθεση στο Κατάρ, εναντίον στόχων της Χαμάς, έστω και εν γνώσει ή με την ανοχή της Ουάσινγκτον, αναλόγως και της εξέλιξης που θα υπάρξει σε επόμενα στάδια, δυσχεραίνουν σε πρώτη φάση την παράλληλη διπλωματική και οικονομική σχέση που έχει αναπτύξει η Αθήνα, είτε με την Ντόχα είτε με το Ριάντ, από τη στιγμή που συγκρούονται δύο στρατηγικοί εταίροι της χώρας.
Στο φόντο όλων αυτών βρίσκεται πάντα η Τουρκία, η οποία διαθέτει αυξημένη επιρροή στο Κατάρ, ενώ την ίδια στιγμή έχει φτάσει στα πρόθυρα μίας γενικευμένης σύρραξης με το Ισραήλ στα εδάφη της Συρίας.
Η παρατήρηση της εξέλιξης σε αυτά τα μέτωπα και μόνο είναι αρκετή για μια διαπίστωση: η υπό διαμόρφωση συνθήκη απαιτεί ιδιαίτερα ανεπτυγμένες ικανότητες διπλωματικής σχοινοβασίας της ελληνικής κυβέρνησης. Και αυτό είναι πιθανώς μια υπερβολικά μετριοπαθής διατύπωση. Το χειρότερο, δε, υπό τις παρούσες συνθήκες, είναι ότι δεν υπάρχει καν μια κάποια βεβαιότητα για το δίχτυ ασφαλείας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
