Αστόχησε σκόπιμα ο βομβαρδιστής του Ναγκασάκι για να σώσει ζωές;
Αστόχησε σκόπιμα ο βομβαρδιστής του Ναγκασάκι για να σώσει ζωές;
Ελάχιστοι γνωρίζουν το όνομα του σμηναγού Κέρμιτ Μπίαν, του βομβαρδιστή του αεροσκάφους Β29 που έριξε τη βόμβα πλουτωνίου, γνωστή ως «Παχύς Ανθρωπος», στο Ναγκασάκι στις 9 Αυγούστου 1945 – μια πράξη που τερμάτισε ίσως τον πιο σκληρό πόλεμο στην Ιστορία.
Το θέμα, όμως, είναι ότι η βόμβα δεν έπεσε ακριβώς πάνω στο Ναγκασάκι, αλλά αφέθηκε 3,5 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης, πάνω σε γήπεδα τένις που ανήκαν στον διευθύνοντα σύμβουλο της Mitsubishi, δίπλα σε αυτό που ήταν ο μεγαλύτερος ρωμαιοκαθολικός καθεδρικός ναός της Ιαπωνίας, στο λοφώδες προάστιο Ουρακάμι.
Λόγω της «αστοχίας» του Μπίαν, μεγάλο μέρος της έκρηξης πέρασε πάνω από την πόλη ή απορροφήθηκε από τους λόφους, αποτρέποντας έτσι μια πολύ μεγαλύτερη απώλεια ζωών. Επί της ουσίας, ένα «εστιακό σημείο» στο κέντρο του Ναγκασάκι θα είχε σκοτώσει 100.000 ανθρώπους σε κλάσματα δευτερολέπτου – αλλά η τελική καταμέτρηση των νεκρών, έξι μήνες αργότερα, ήταν 38.000.
Πρόκειται για έναν τρομακτικά μεγάλο αριθμό θανάτων, αλλά το παρασκήνιο της αστοχίας του Μπίαν ίσως είναι μια από τις πιο ανθρώπινες πράξεις στη μακρά ιστορία του πολέμου. Το Ναγκασάκι ήταν πάντα δευτερεύον στόχος των Αμερικανών. Ο πρωταρχικός ήταν ήταν ένα εργοστάσιο στην πόλη Κοκούρα, η οποία τότε περιβαλλόταν από τις πυκνοκατοικημένες βιομηχανικές πόλεις Γιαβάτα και Τομπάτα.

Αν ο Μπίαν είχε ρίξει τη βόμβα εκεί, όπως είχε προγραμματιστεί, θα υπήρχαν περίπου 300.000 θύματα, όπως αναφέρει αφιέρωμα των Times του Λονδίνου στη φετινή 80ή επέτειο των βομβαρδισμών. Ο Πρόεδρος Τρούμαν είχε διατάξει η ρίψη της βόμβας να γίνει μόνο μέσω οπτικής επαφής με τον στόχο. Η αεροπορία του αμερικανικού Στρατού είχε δύο μετεωρολογικά αεροσκάφη πάνω από την Κοκούρα – και τα δύο ανέφεραν ελάχιστη νέφωση πάνω από την πόλη.
Κι όμως, χωρίς ουσιαστικό οπτικό εμπόδιο, η ρίψη έγινε μακριά από την Κοκούρα, έξω από το Ναγκασάκι. Το 1999, δέκα χρόνια μετά τον θάνατο του Μπίαν, ο γιος του –ονόματι επίσης Κέρμιτ– έδωσε στη δημοσιότητα ένα αντίγραφο της ενδοεπικοινωνίας της βομβιστικής επίθεσης, από την απογείωση στο νησί Τινιάν, μέρος των Βόρειων Μαριάνων Νήσων των ΗΠΑ, μέχρι την παρολίγον συντριβή του αεροσκάφους στη νήσο Οκινάουα.
Το ακριβές κείμενο της επικοινωνίας είχε την υπογραφή του Εϊμπ Σπίτζερ, του χειριστή ασυρμάτου, ο οποίος ποτέ δεν κατάλαβε γιατί ο Μπίαν δεν έριξε τη βόμβα στην Κοκούρα, έχοντας ως σύμμαχο τον ασυννέφιαστο ουρανό της πόλης των 600.000 κατοίκων. Ο βομβαρδιστής ξάπλωσε στη θέση κάτω από το πιλοτήριο, το αεροσκάφος σταθεροποιήθηκε, οι πόρτες του χώρου αποθήκευσης βομβών άνοιξαν και ο πιλότος, επισμηναγός Τσαρλς Σουίνι, του έδωσε το OK για τον βομβαρδισμό.
Ενώ ετοιμαζόταν να κάνει την πιο απότομη στροφή για να αποφύγει την έκρηξη, ο Σουίνι φώναξε στους άνδρες του να φορέσουν τα γυαλιά συγκόλλησης τους «γιατί δεν θέλω να μεταφέρω τυφλούς στρατιώτες στο σκάφος μου». Τότε, σύμφωνα με το κείμενο της ενδοεπικοινωνίας, ο Μπίαν φώναξε δυνατά: «Να πάρει, δεν έχω στόχο, δεν μπορώ να τον δω τον καταραμένο, υπάρχει σύννεφο πάνω του!».
Το B29 έκανε τρεις γύρους με σκοπό να απελευθερώσει τη βόμβα πάνω από την Κοκούρα – και τις τρεις φορές ο Μπίαν αρνήθηκε να το κάνει. Με τα ιαπωνικά μαχητικά να απογειώνονται γρήγορα και με λίγα καύσιμα στο αεροσκάφος του, ο Σουίνι έθεσε πορεία προς τον δευτερεύοντα στόχο του Ναγκασάκι, πάνω από 200 χιλιόμετρα μακριά. Οι κάτοικοι της Κοκούρα δεν θα φαντάζονταν πόσο κοντά στον αφανισμό είχαν βρεθεί.
Ενας έντονος καυγάς ξέσπασε ανάμεσα στα μέλη του πληρώματος του αεροσκάφους, οι περισσότεροι εκ των οποίων διαφώνησαν με την άποψη του κυβερνήτη, Φρέντερικ Ασγουερθ, ότι αν και στο Ναγκασάκι υπήρχαν σύννεφα, η αποστολή έπρεπε να μην ολοκληρωθεί. Ηθελαν να παρακάμψουν τις οδηγίες του προέδρου Τρούμαν και να ρίξουν τη βόμβα ακόμα και χωρίς καθαρή οπτική επαφή.
Τελικά, ο Ασγουερθ ενέδωσε. Με δεδομένη την ικανότητα του Μπίαν να ρίχνει βόμβες «στο λεπτό», συμφώνησε ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το ραντάρ του σκάφους, αν δεν είχε οπτική επαφή. Δεδομένου ότι το Ναγκασάκι ήταν ένα λιμάνι σε σχήμα «V» και το κέντρο του θα εντοπιζόταν εύκολα με ραντάρ, δεν υπήρχε αμφιβολία ότι αυτή η μέθοδος θα λειτουργούσε.
Ακόμα κι αν τα σύννεφα όντως έκρυβαν το έδαφος, αυτό πλέον δεν θα είχε καμία σημασία. Με καύσιμα αρκετά μόνο για μία πτήση, χρησιμοποιώντας ραντάρ, ο Μπίαν μπορούσε να ρίξει τη βόμβα στην κορυφή του «V» – και η επακόλουθη έκρηξη, που θα συγκρατούνταν από τους γύρω λόφους, θα είχε πολύνεκρα αποτελέσματα. Αλλά περίπου πέντε χιλιόμετρα μακριά από το στόχο, με τις πόρτες βομβαρδισμού ανοιχτές, οι 12 άνδρες του πληρώματος άκουσαν και πάλι τη φωνή του Μπίαν.

«Κάτω δεξιά», φώναξε ο βομβιστής, «ένας στόχος μόλις ξεκαθάρισε». Ο πιλότος έγειρε το αεροπλάνο προς τα δεξιά, προχωρώντας προς το πολύ λιγότερο πυκνοκατοικημένο προάστιο Ουρακάμι του Ναγκασάκι. «Είτε με πιστεύετε, είτε όχι, τον έχω τον στόχο. Υπάρχει τρύπα στα σύννεφα» φώναξε ο Μπίαν γελώντας. Αλλά ξαφνικά προέκυψε τεχνικό πρόβλημα.
Ο ηλεκτρονικός διακόπτης που έλεγχε την εκτόξευση της βόμβας, δεν λειτουργούσε. Ο βομβιστής αναγκάστηκε να απελευθερώσει τη βόμβα χειροκίνητα – άπλωσε το χέρι του προς μια σιδερένια ράβδο πάνω από τον ώμο του και την τράβηξε απότομα προς τα κάτω.
Στις 10.58 το πρωί, τοπική ώρα, της 9ης Αυγούστου 1945, το B29 εκτινάχθηκε απότομα προς τα πάνω καθώς ο «Παχύς Ανθρωπος» έπεφτε ομαλά περίπου 3,5 χιλιόμετρα μακριά από κέντρο του Ναγκασάκι. Την ώρα που τα υπόλοιπα μέλη του πληρώματος ζητωκραύγαζαν για την επιτυχία τους, ο Μπίαν ακούγεται ξεκάθαρα στην ενδοεπικοινωνία να λέει: «Ποτέ ξανά, ποτέ, μα ποτέ ξανά».
Η ημέρα της πτώσης της βόμβας στο Ναγκασάκι συνέπεσε με τα 27α γενέθλια του Μπίαν. Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν ο βομβαρδιστής, που είχε ήδη γίνει μάρτυρας της σφαγής της Χιροσίμα τρεις ημέρες νωρίτερα, επέλεξε ο ίδιος να ρίξει τη δική του βόμβα χιλιόμετρα έξω από τον δευτερεύοντα στόχο της αποστολής του, ή αν είχε μυστικές εντολές που δεν γνώριζε το υπόλοιπο πλήρωμα του αεροσκάφους.
Η απάντηση ίσως κρύβεται στο μήνυμα που έστειλε το B29 προς το αρχηγείο της αποστολής, 10 λεπτά μετά το τέλος της ρίψης. «Τεχνικά επιτυχημένα αποτελέσματα, αλλά άλλοι παράγοντες καθιστούν απαραίτητη τη διαβούλευση πριν από τη λήψη περαιτέρω βημάτων», έλεγε το μήνυμα μέσω ασυρμάτου που έστειλε το αεροσκάφος.
Ο υπεύθυνος των βομβαρδισμών κατά της Ιαπωνίας, πτέραρχος Κέρτις ΛεΜέι, αποφασισμένος να σκοτώσει όσο το δυνατόν περισσότερους Ιάπωνες, εμφανίστηκε εξοργισμένος με τη σχετικά περιορισμένη σφαγή του Ναγκασάκι. Ο θυμός του γέννησε διάφορα σενάρια σχετικά με τον απομακρυσμένο στόχο του «Παχέος Ανθρώπου» – μεταξύ των οποίων και ότι η απόφαση πάρθηκε μονομερώς από τον Μπίαν.
Ερευνες στα αρχεία της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου στην Ουάσιγκτον και των μετεωρολογικών δελτίων της εν λόγω ημέρας έδειξαν ότι κατά πάσα πιθανότητα δεν υπήρχε η παραμικρή συννεφιά εκείνο το πρωινό στο Ναγκασάκι. Αυτό σημαίνει ότι η ενέργεια του Μπίαν ήταν είτε μονομερής, είτε λόγω ανωτέρας διαταγής.
Ο Τρούμαν, βαθιά συγκλονισμένος από τις συνέπειες της Χιροσίμα, θα μπορούσε να έχει παρακάμψει τον ΛεΜέι και να έχει μεταφέρει άλλες οδηγίες απευθείας στον υπεύθυνο της αποστολής στη νήσο Τίνιαν, πτέραρχο Φάρελ, μέσω μυστικών καναλιών, πριν την απογείωση του B29.
Σε κάθε περίπτωση, όπως συμβαίνει συχνά με τα αινίγματα της Ιστορίας, πιθανώς δεν θα μάθουμε ποτέ την αλήθεια. Πάντως, είτε τυχαία, είτε σκόπιμα, είτε αυτοβούλως, είτε κατόπιν εντολών, ο Μπίαν έσωσε την Κοκούρα. Μπορεί να σκότωσε χιλιάδες Ιάπωνες, αλλά με την επιλογή του έσωσε έμμεσα εκατοντάδες χιλιάδες άλλους.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
