667
|

Περί των γερμανικών οφειλών από τον Β’ Π.Π.

Avatar protagon.import 1 Μαρτίου 2015, 00:25

Περί των γερμανικών οφειλών από τον Β’ Π.Π.

Avatar protagon.import 1 Μαρτίου 2015, 00:25

Ένα από τα ζητήματα που επανέρχονται στις συζητήσεις μας τα τελευταία χρόνια είναι το περιώνυμο θέμα των γερμανικών οφειλών από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μόλις τις προηγούμενες ημέρες το θέμα ανακίνησε πάλι η λογάς Πρόεδρος της Βουλής, ανακοινώνοντας τη συγκρότηση σχετικής κοινοβουλευτικής επιτροπής, ενώ κατά καιρούς υπολογίζονται τα οφειλόμενα σε δεκάδες ή εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ.

Πρόκειται, ως γνωστόν, για δύο ειδικότερα θέματα, ήτοι αφενός μεν για τις πολεμικές αποζημιώσεις και αφετέρου για το κατοχικό δάνειο που φέρεται να χρωστά στη χώρα μας η Γερμανία εξ αιτιών αναγόμενων στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το βασικό θέμα που τίθεται συνήθως είναι το πολιτικό: οι μεν διακηρύσσουν ότι πρέπει επιτέλους να διεκδικήσουμε τα οφειλόμενα, ότι οι πολιτικοί μας είναι ηττοπαθείς, αν όχι προδότες, ότι, το λιγότερο, πρέπει να περάσουμε και εμείς στην αντεπίθεση έναντι της γερμανικής ηγεμονίας. Οι δε, από την άλλη μεριά, προτάσσουν την ανάγκη να περιμένουμε κάποια καλύτερη ευκαιρία, υπογραμμίζουν την ασθενή διπλωματική μας θέση και επικαλούνται τη γερμανική συνεισφορά στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό εδώ και δεκαετίες ως έναν λόγο να αφήσουμε το ζήτημα κατά μέρος.

Λίγα λέγονται για το νομικό κομμάτι του ζητήματος, ένα κομμάτι που είναι φυσικά εξαιρετικά δυσχερές, ακόμη και για δικηγόρους. Αξίζει όμως τον κόπο, νομίζω, να σκεφτούμε δυο-τρία απλά πράγματα σχετικά με τη νομική βάση της αξίωσής μας, αν όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά επειδή τη θεωρούμε πάντα δεδομένη. Χωρίς όμως να είναι.

Ας πάρουμε το πρώτο και πιο βαρύνον από ηθική άποψη, το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων λόγω εκτελέσεων, καταστροφών κ.λπ. Εδώ πράγματι η νομική μας θέση στην ουσία του ζητήματος είναι πολύ ισχυρή, υπάρχει δε και το παράλληλο προδεδικασμένο των δικών της Νυρεμβέργης. Ωστόσο, το πράγμα δεν εξαντλείται εδώ. Δυστυχώς, πράγμα που πολλοί δεν γνωρίζουν, το ελληνικό κράτος έχει ηττηθεί δικαστικά, από κοινού με την Ιταλία, ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης το 2012. Ειδικότερα, σε δίκη που εκκρεμούσε μεταξύ Ιταλίας και Γερμανίας ακριβώς για το ζήτημα της εκτελεστότητας μιας ιταλικής δικαστικής απόφασης εις βάρος της Γερμανίας, κρίθηκε σκόπιμο από την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου να παρέμβουμε υπέρ της Ιταλίας (διότι και στην Ελλάδα είχαν εκδοθεί παρόμοιες αποφάσεις, ανεκτέλεστες εισέτι, εις βάρος του γερμανικού Δημοσίου). Από τη στιγμή που αποφασίζουμε να προσφύγουμε σε ένα διεθνές δικαστήριο, φρονώ ότι δεσμευόμαστε να σεβαστούμε την όποια απόφασή του. Και η απόφασή του, καλώς ή κακώς, ήταν ξεκάθαρη υπέρ της γερμανικής θέσης, ότι όποιες πράξεις έχουν τελεστεί από γερμανικά στρατεύματα κατά τη διάρκεια της Κατοχής καλύπτονται από τον κανόνα του διεθνούς δικαίου περί της ασυλίας της επίσημης κρατικής δράσης (και άρα, δεν μπορούσε το γερμανικό κράτος να εναχθεί σε ελληνικά ή ιταλικά δικαστήρια για τις πράξεις αυτές). Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι θεωρητικό μόνο, αλλά εκδικάστηκε ενώπιον ενός διεθνούς δικαστηρίου. Και χάσαμε.

Καθόσον αφορά τώρα το κατοχικό δάνειο (αν βέβαια ήταν ένα σύνηθες δάνειο και όχι προϊόν βίας και εξαναγκασμού, όπως ενδεικνύει άλλωστε και ο άτοκος χαρακτήρας του), τίθενται προβλήματα νομικά και οικονομικά. Το πιο προφανές είναι το θέμα της παραγραφής: έχουν παρέλθει πάνω από 70 χρόνια από τη σύναψή του και, άρα, εκ πρώτης όψεως έχει παραγραφεί. Ίσως και να μην έχει παραγραφεί, αλλά η απόδειξη της διακοπής ή αναστολής της παραγραφής φαίνεται δύσκολη (έως πολύ δύσκολη). Ακόμη όμως και αν δεν έχει παραγραφεί η αξίωσή μας, υπάρχουν άλλοι παράγοντες που την έχουν εξανεμίσει. Πρώτα-πρώτα, οι νόμοι Σβώλου το 1944 και Μαρκεζίνη το 1953 που έκοψαν μηδενικά από το νόμισμα (δέκα ο πρώτος και τρία ο δεύτερος). Επιπλέον, και αυτό θα αρκούσε από μόνο του, ο σωρευτικός πληθωρισμός των τελευταίων 70 ετών υπερεπαρκεί για να διαγράψει οποιαδήποτε οφειλή ανάγεται στη δεκαετία του '40. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το δάνειο συνήφθη σε (κατοχικές) δραχμές και σε δραχμές ήταν επίσης αποπληρωτέο, είναι συνεπώς μάλλον ευσεβής προσδοκία ο υπολογισμός του δανείου σε χρυσές λίρες.

Συνοψίζοντας, χωρίς να θέλω να σχολιάσω εις βάθος τα πολιτικά επιχειρήματα υπέρ ή κατά της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών, πρέπει να έχουμε κατά νου και κάποια πράγματα σχετικά με τη νομική τους επιδιωξιμότητα. Και έχοντας ξεκαθαρίσει αυτά στο μυαλό μας, να σχηματίσουμε μια υπεύθυνη απόφαση.

*Ο Αθανάσιος Αναγνωστόπουλος είναι δικηγόρος, διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου. Ιστολογεί στο anamorfosis.net/blog

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News