1077
Ο αμερικανός μουσικός σε ηλικία μόλις 24 ετών, τον Απρίλιο του 1965 | Evening Standard/Getty Images

Δύο χρόνια από τη ζωή του 75χρονου Μπομπ Ντίλαν

Ο αμερικανός μουσικός σε ηλικία μόλις 24 ετών, τον Απρίλιο του 1965
|Evening Standard/Getty Images

Δύο χρόνια από τη ζωή του 75χρονου Μπομπ Ντίλαν

Ο Μπομπ Ντίλαν έγινε 75 χρονών. Γεννήθηκε 24 Μαΐου 1941. Δεν μας ενδιαφέρει, όμως, τόσο ο σημερινός Ντίλαν, το μάλλον κουρασμένο είδωλο της μουσικής. Εδώ και χρόνια ο μουσικός δεν θέλει να φυσήξει τη λατρεμένη του φυσαρμόνικα, δεν γράφει πια τραγούδια με την ίδια όρεξη και παίζει βαριεστημένα στις συναυλίες – ανάλογα με τα κέφια του και ανεξάρτητα από το πόσο θερμό είναι το κοινό από κάτω. Οχι, δύο χρονιές μας ενδιαφέρουν: 1964 και 1965.

Οι χρονιές που συμπυκνώνονται σε ένα λεύκωμα του οίκου Taschen με 200 γνωστές αλλά και αδημοσίευτες φωτογραφίες του μουσικού θρύλου, είναι αυτές ενός μετασχηματισμού: είναι οι εικόνες που κατέγραψαν την αλλαγή του 23χρονου τότε Ντίλαν από έναν απλό τροβαδούρε σε «φωνή της γενιάς του», ακόμη και αν ο ίδιος αργότερα θέλησε να αποδεσμευτεί από αυτόν τον ρόλο. Ο Ντίλαν ταρακούνησε την αμερικανική κοινή γνώμη τη δεκαετία των 1960’s. Σφύριξε το «Blowin’ in the wind» για να διαμαρτυρηθεί για τον πόλεμο και την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και από την πρώτη στιγμή –και το δεύτερο άλμπουμ με το οποίο έγινε γνωστός, το «Freewheelin’ Bob Dylan» (1963)- ήταν εμφανές ότι ο μουσικός από τη Μινεσότα θα άνοιγε πολλά φιλοσοφικά ερωτήματα αλλά θα απαντούσε αποκλειστικά με αινίγματα.

Για ενάμιση χρόνο ο φωτογράφος της συλλογής που επανεκδίδεται με περισσότερο υλικό, 50 χρόνια μετά την πρώτη έκδοση (1967), ήταν η ουρά του αμερικανού μουσικού. Ο Ντάνιελ Κρέιμερ ήταν εκεί, στη συναυλία στο Lincoln Center’s Philharmonic Hall, τον Οκτώβριο του 1964 και φωτογράφισε τον ζευγάρι Ντίλαν – Τζόαν Μπαέζ επί σκηνής, στα παρασκήνια, στο σπίτι, στον δρόμο.

Ηταν η εποχή που ο Ντίλαν αφοσιώθηκε ερωτικά στην Μπαέζ και μουσικά στη φολκ. «Εκεί (σε αυτό το είδος μουσικής) τα πράγματα είναι πιο σοβαρά, τα τραγούδια ξεχειλίζουν απόγνωση, θλίψη, θρίαμβο, πίστη στο υπερφυσικό και βαθιά συναισθήματα», έχει περιγράψει ο ίδιος, εξηγώντας γιατί άφησε τη ροκ ν ρολ και έπιασε την ακουστική κιθάρα και τη φυσαρμόνικα.

kramer_bob_dylan_ce_int_open_0002_0003_03129_1604261828_id_1046345
Το λεύκωμα με τις φωτογραφίες υπογράφει ο Ντάνιελ Κρέιμερ (TASCHEN)

Τραγουδούσε για την ειρήνη («Master of War», 1963) και κατά της πυρηνικής ενέργειας («A hard rain is gonna fall», 1963) δίνοντας μουσική στις ανησυχίες της γενιάς του. Ενέπνευσε τους νέους που εξοργίζονταν με τους καιρούς («The times they are A-changing» 1964), μαγνήτισε σαν να οδηγεί κοπάδι αυτούς που λίγο αργότερα θα βαφτίζονταν χίπηδες και έγραφε τις πρόζες και τους στίχους («For Dave Glover») που του ζητούσαν. Εγινε έμβλημα και αυτό έρχεται με ευθύνες. Τουλάχιστον έτσι το είχε πάρει τότε ο ίδιος. Τον Ιανουάριο του 1964 διαμαρτυρήθηκε ανοιχτά στο περιοδικό Broadside για την πίεση και τις ενοχές που συνοδεύουν τη φήμη του.

Το μέρος του πήρε λίγο αργότερα ένας άλλος μουσικός θρύλος. «Σκάστε και αφήστε τον να τραγουδήσει!», έγραψε στο ίδιο περιοδικό ο Τζόνι Κας –και αυτός εμφανίζεται στο λεύκωμα του Taschen- χαρακτηρίζοντας τον Ντίλαν έναν «τροβαδούρο ποιητή». Και τότε ο «τροβαδούρος ποιητής» αποφάσισε να κλειστεί στον εαυτό του. Συνέχισε να γράφει, μανιωδώς, αλλά έγραφε για τον έρωτα και τις σχέσεις του για να ξεφορτωθεί τον κοινωνικό του ρόλο («It ain’t me», στο «Another Side of Bob Dylan», 1964).

1200px-Joan_Baez_Bob_Dylan
Σε διαδήλωση διαμαρτυρίας για τα πολιτικά δικαιώματα με την Τζόαν Μπαέζ, στην Ουάσιγκτον τον Αύγουστο του 1963 (Wikipedia)

Το «κοπάδι» θύμωσε. «Τα νέα του τραγούδια είναι όλα υπερβολικά εσωστρεφή, σχεδόν κλαψιάρικα και κάποιες φορές σκληρά», έγραφε σε ανοιχτή επιστολή το περιοδικό Sing Out! τον Νοέμβριο του 1964. Τι ζητούσαν; «Να μην γίνει ο Ντίλαν διαφορετικός από αυτόν που κάποτε ξέραμε».

Και πώς απάντησε ο Ντίλαν; Διέκοψε τη συνεργασία με το περιοδικό. Και συνέχισε να μεταμορφώνεται. Στο «Bring it all back home» (1965) ανακάλυψε την ηλεκτρική κιθάρα, στην οποία αφιέρωσε την πρώτη πλευρά του δίσκου. Εκεί βρίσκεται και το «Subterranean Homesick Blues». Και στη δεύτερη πλευρά, την ακουστική, βρίσκεται το θρυλικό «Mr Tambourine Man».

kramer_bob_dylan_ce_int_box002_03129_1604261828_id_1044698
Στο εξώφυλλο του βιβλίου ο 23χρονος Ντίλαν, ποζάρει για τον φακό του Ντάνιελ Κρέιμερ (Taschen)

Ασφαλώς ο φωτογράφος ήταν παρών και σε εκείνη τη μετάβαση. Εχει υλικό από τη συναυλία στο Forest Hills, τον Αύγουστο του 1965, όπου «η αμφιλεγόμενη μετάβαση στην ηλεκτρική κιθάρα φανέρωσε τη συνεχή, αινιγματική κατάσταση εξέλιξης του καλλιτέχνη», όπως σημειώνει η ιστοσελίδα του οίκου.

Τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του είναι γνωστά. Ο Ντίλαν ανακάλυπτε νέα είδη μουσικής και τα έκανε δικά του. Σόουλ, κάντρι, γκόσπελ, ροκαμπίλι και επιστροφή στη φολκ και τα μπλουζ. Χώρισε από την Μπαέζ, αργότερα χώρισε και από τη σύζυγο και μητέρα των τεσσάρων παιδιών του Σάρα Λόουντς. Εγκατέλειψε την εβραϊκή θρησκεία για τον χριστιανισμό και έγραψε γι’ αυτήν σε τέσσερα άλμπουμ μέσα σε τρία χρόνια (1979-1981). Εβγαλε πολλούς ακόμη δίσκους αλλά για πολλούς, η τελευταία μεγάλη επιτυχία του ήταν το 1997, «Time out of Mind».

President_Barack_Obama_presents_American_musician_Bob_Dylan_with_a_Medal_of_Freedom
Τιμή για τον (γερασμένο) Ντίλαν: Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, του απονέμει το Προεδρικό Βραβείο της Ελευθερίας (Wikipedia)

Ο μουσικός άρχισε να ξεθωριάζει. Κι όμως, μπήκε ξανά στο στόχαστρο του «κοπαδιού». Οταν το 2005 σύναψε συμφωνία με την αλυσίδα Starbucks, πρόδωσε όσους είχαν πιστέψει σε ένα αντισυστημικό σύμβολο. Και πριν από δύο χρόνια, το 2014, ο 70άρης πια Ντίλαν έδωσε τα δικαιώματα του τραγουδιού «I Want You» σε δύο διαφημίσεις για την πιο εμπορική μέρα των ΗΠΑ, τον τελικό του αμερικανικού φούτμπολ, το περίφημο Σούπερ Μπόουλ. Τι κι αν τραγουδά ότι «το χρήμα δεν μιλά, βρίζει» ή «όλα τα λεφτά του κόσμου δεν θα αγοράσουν πίσω την ψυχή σου», στα μάτια των προδομένων αυτός που πούλησε την ψυχή του ήταν ο ίδιος.

Αλλά τώρα πια ο Ντίλαν δεν είναι ένας 23χρονος νέος με ενοχές, ούτε είναι η Αμερική αυτή που ήταν το 1960. Ο καλλιτέχνης παραμένει ένα μουσικό ίνδαλμα αλλά, πλέον, απλώς βγάζει χρήματα από αυτό. Ξέρει ότι στον κόσμο του live streaming, ο καλύτερος τρόπος για να βγάλει κέρδος είναι έξω, στις συναυλίες. Σαν να το είχε προβλέψει, ήδη από το 1988, και με τη βοήθεια ενός δημοσιογράφου που του έδωσε άθελά του την ιδέα σε μία συνέντευξη, ονόμασε τις συναυλίες του «Never Ending Tour». Κάθε χρόνο έκανε περίπου 100 εμφανίσεις, ενώ μέχρι το 2013 είχαν καταγραφεί συνολικά 2.500. Και το σόου συνεχίζεται. Ακόμη κι αν στις μισές από τις εμφανίσεις ο Ντίλαν μουρμουράει αντί να τραγουδάει, οι πιστοί από τη γενιά των 60’s ακόμη τον παρακολουθούν. Παρότι ο ίδιος έχει δηλώσει με έμφαση ότι «είχα πολύ λίγα κοινά και ήξερα ακόμη λιγότερα πράγματα για τη γενιά την οποία υποτίθεται ότι εκπροσωπούσα».

kramer_bob_dylan_ce_int_box001_03129_1604261826_id_1044709
Η εξωτερική θήκη του λευκώματος (Taschen)

Υ.Γ. Θα κυκλοφορήσουν 100 αντίτυπα, με την υπογραφή του Ντάνιελ Κρέιμερ και με μία εκτυπωμένη φωτογραφία του Μπομπ Ντίλαν με σκούρα γυαλιά, Νέα Υόρκη, 1964.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...