1020
| IntimeNews / Shutterstock / CreativeProtagon

Η Γάζα, η Σύρος και η ενοχή διά της ταυτότητας

Μαρία Δεδούση Μαρία Δεδούση 24 Ιουλίου 2025, 18:06
|IntimeNews / Shutterstock / CreativeProtagon

Η Γάζα, η Σύρος και η ενοχή διά της ταυτότητας

Μαρία Δεδούση Μαρία Δεδούση 24 Ιουλίου 2025, 18:06

Ας σκεφτούμε ένα υποθετικό σενάριο: Κάπου γίνεται μια ληστεία και η αστυνομία σταματάει δύο διερχόμενους. Ο ένας ανήκει σε εθνική ή κοινωνική ομάδα με υψηλότερα του μέσου όρου ποσοστά παραβατικότητας· είναι, για παράδειγμα, Ρομά. Ο άλλος είναι ο απλός, καθημερινός πολίτης. Η αστυνομία θεωρεί αυτομάτως ύποπτο τον πρώτο, ενώ αφήνει τον δεύτερο να φύγει. Ασχέτως αν τα στατιστικά φαίνεται να επιβεβαιώνουν την υποψία, η πράξη παραμένει προκατειλημμένη και άδικη. Είναι «ενοχή διά της ταυτότητας».

Εμείς θα εξαγριωθούμε και οι Ρομά επίσης. Ο θυμός αυτός και το αίσθημα αδίκου, θα τους οδηγήσει σε θέση άμυνας ή επίθεσης και θα περιθωριοποιηθούν ακόμη πιο πολύ. Φαύλος κύκλος.

Σε διαφορετική κλίμακα και με διαφορετικές παραμέτρους, η στοχοποίηση ανθρώπων με βάση την εβραϊκή ή ισραηλινή τους ταυτότητα δεν ενισχύει τον αγώνα των Παλαιστινίων. Τον ακυρώνει. Διότι, η ηθική καθαρότητα της διαμαρτυρίας είναι όρος για την πολιτική της αποτελεσματικότητα.

Οι διαμαρτυρίες στη Σύρο, με αφορμή το ισραηλινό κρουαζιερόπλοιο, όπως και οι ακτιβιστικές παρεμβάσεις στο κέντρο της Αθήνας με «παλαιστινιακές βόλτες» και συνθήματα εναντίον του Ισραήλ, αναδεικνύουν ένα ζήτημα που δεν είναι μόνο ηθικής φύσεως, αλλά και βαθύτατα πολιτικό: πού τελειώνει η, όχι απλώς θεμιτή, αλλά αναγκαία αντίδραση στις πολιτικές της ισραηλινής κυβέρνησης και πού ξεκινά μια επικίνδυνη στοχοποίηση ανθρώπων λόγω της ταυτότητάς τους;

Η αδιάκριτη αντιμετώπιση Ισραηλινών ή Εβραίων με όρους συλλογικής ενοχής (και την αιτιολόγηση ότι «το 80% συμφωνεί με τη γενοκτονία στη Γάζα», κάτι που είναι αναληθές και διαστρεβλωμένο) όχι μόνο δεν αποδυναμώνει την ισραηλινή κυβέρνηση αλλά αντιθέτως τη θωρακίζει. Και στερεί από την παλαιστινιακή υπόθεση το ηθικό πλεονέκτημα που αποτελεί τη μεγαλύτερη (αν όχι μοναδική) της ισχύ, στη διεθνή κοινή γνώμη.

Το ηθικό πλεονέκτημα, όμως, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε στην Ελλάδα, είναι εύθραυστο έδαφος.

Η πολιτική και ηθική καταγγελία του κράτους του Ισραήλ, για τον εποικισμό, την κατοχή, τη συστηματική καταστολή και τη στρατιωτική βία κατά των Παλαιστινίων, είναι απολύτως νόμιμη και αναγκαία. Είναι κριτική και αντίδραση σε έναν εθνικιστικό και αποικιοκρατικό μηχανισμό εξουσίας, όμως, όχι σε έναν λαό ή μια θρησκεία.

Οταν αυτή η αντίδραση εκτρέπεται σε ρητορικές ή πρακτικές που στοχοποιούν αδιακρίτως ισραηλινούς πολίτες, λόγω καταγωγής, τότε από πολιτική πράξη μετατρέπεται σε ρατσιστική προκατάληψη: το ίδιο μοτίβο ενοχοποίησης της ταυτότητας που καταδικάζουμε σε άλλες μορφές εθνικισμού.

Με λίγα λόγια, δημιουργούμε ένα παράδοξο που όχι μόνο ακυρώνει τους δικούς μας στόχους, αλλά ενισχύει και εκείνους του «αντιπάλου» μας.

Το Ολοκαύτωμα δεν αποτελεί άλλοθι για τα εγκλήματα του Ισραήλ εναντίον των Παλαιστινίων, είναι όμως μια ιστορική πραγματικότητα. Πάνω στην οποία έχει οικοδομηθεί η ισραηλινή κρατική ιδεολογία, με βασικό υλικό το τραύμα της επιβίωσης. Η ρητορική τού «μας μισούν για αυτό που είμαστε» είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της σιωνιστικής αφήγησης και ο «υπαρξιακός κίνδυνος» εκφράστηκε ως δόγμα σχεδόν από τη γέννηση του Κράτους του Ισραήλ, από την Γκόλντα Μέιρ. Γεγονότα όπως η παλαιστινιακή τρομοκρατική επίθεση στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου, τη σφυρηλάτησαν περαιτέρω. Οταν, λοιπόν, διαδηλωτές σε ευρωπαϊκές πόλεις φωνάζουν «Εβραίοι δολοφόνοι» ή καίνε την ισραηλινή σημαία, επιβεβαιώνουν ακριβώς αυτό το αφήγημα.

Η εσωτερική ισραηλινή κοινωνία συσπειρώνεται, με συνέπεια ακόμη και μετριοπαθείς ή αντίθετοι με τις πρακτικές του κράτους τους πολίτες να νοιώθουν τον ίδιο κίνδυνο και να συντάσσονται με το αφήγημα «ο θάνατός σου, η ζωή μου». Αντί να τους φέρνουμε κοντά μας, τους κλωτσάμε μακριά.

Η διεθνής κοινή γνώμη πολώνεται και η κριτική στο Ισραήλ χάνει την ηθική της καθαρότητα. Το «εμείς είμαστε με αυτούς κι εσείς είστε με εκείνους» κυριαρχεί ως πολεμική κραυγή, όχι ως έκκληση για δικαιοσύνη. Αντιμετωπίζει, επίσης, τη συστηματική εξόντωση αμάχων ως «πόλεμο» ανάμεσα σε δύο οντότητες και εξυπηρετεί αποκλειστικά εκείνους που τη διαπράττουν.

Η σκληροπυρηνική προπαγάνδα του ισραηλινού κράτους ενισχύεται, παρουσιάζοντας την κάθε διαμαρτυρία ως έκφραση μίσους κατά των Εβραίων. Η αδιάκριτη στοχοποίηση λειτουργεί, τελικά, ως μπούμερανγκ: θρέφει το ίδιο το θηρίο που επιδιώκει να καταγγείλει.

Είμαστε θυμωμένοι. Βέβαια είμαστε. Κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να μη θυμώνει με όσα γίνονται στη Γάζα (και όχι μόνο, όμως άλλη κουβέντα αυτή). Εάν, όμως, μας ενδιαφέρουν πραγματικά οι άνθρωποι που πεθαίνουν στη Γάζα, τότε πρέπει να σκεφτόμαστε κατά πόσον ο τρόπος με τον οποίο διαμαρτυρόμαστε, τελικά τους βοηθάει.

Η ισχύς μιας διαμαρτυρίας δεν βρίσκεται στην οργή, αλλά στη διαύγεια της στόχευσης. Αυτοί που πρέπει να στοχοποιούνται είναι οι κρατικοί θεσμοί του Ισραήλ, οι εταιρείες που εμπλέκονται στα εγκλήματα ή οι επίσημοι εκπρόσωποι, όχι ο τυχαίος Ισραηλινός που βρήκαμε μπροστά μας.

Οταν μπλοκάρεται η αποβίβαση πολιτών επειδή «είναι Ισραηλινοί», όταν γίνονται βανδαλισμοί σε εβραϊκά πολιτιστικά κέντρα (όπως στα Ιωάννινα), δεν υπηρετείται η δικαιοσύνη. Αντιγράφεται η λογική του ρατσισμού, η οποία στοχοποιεί και τους Παλαιστινίους συλλήβδην.

Τέτοιοι μηχανισμοί έχουν λειτουργήσει καταστροφικά στο παρελθόν: στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας μετά την 11η Σεπτεμβρίου, η δαιμονοποίηση όλων των μουσουλμάνων έστρωσε το έδαφος για ισλαμοφοβία, παράνομες κρατήσεις και πολιτικές διακρίσεων. Αυτό είναι το επικίνδυνο στο συγκεκριμένο παράδοξο: να πολεμάς τον ρατσισμό, μιλώντας τη γλώσσα του.

Ορισμένες από τις πιο σφοδρές κριτικές στο Ισραήλ προέρχονται από εβραίους / ισραηλινούς διανοούμενους. Από τον Τσόμσκι, τον Ιλάν Παπέ, τον Χαράρι, τον Γκίντιον Λεβί και την Αμίρα Χας, οι οποίοι καταγγέλλουν τα εγκλήματα του ισραηλινού κράτους με τεκμηρίωση, σαφήνεια και πολιτικό βάθος. Δεν προτείνουν μίσος· προτείνουν μετασχηματισμό. Ο Λεβί έχει πει ότι όταν η διεθνής Αριστερά χτυπά τους Εβραίους ή όλους τους Ισραηλινούς, αποδυναμώνει τις προοδευτικές φωνές της χώρας, διότι τις απομονώνει από τις δυτικές φωνές που μπορούν να τις στηρίξουν.

Ετσι, χάνεται η δυνατότητα κοινού αγώνα, μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, μεταξύ Εβραίων της διασποράς και διεθνών αλληλέγγυων. Μεταξύ των ανθρώπων που διαδηλώνουν στη Γάζα εναντίον της Χαμάς που τους παγίδευσε σε αυτή τη σφαγή και εκείνων που διαδηλώνουν στο Τελ Αβίβ εναντίον της κυβέρνησής τους, που απαντά διαπράττοντας ένα διεθνές έγκλημα τεραστίων διαστάσεων. Τα στρατόπεδα καθορίζονται από την καταγωγή και όχι από τις θέσεις. Σε ένα τέτοιο πεδίο, νικά πάντα ο ισχυρός.

Η οργή για όσα συμβαίνουν στη Γάζα είναι δίκαιη. Οταν, όμως, αρχίζει να αρθρώνεται με όρους γενικευμένου μίσους, γίνεται αναποτελεσματική.

Αν θέλουμε, όλοι εμείς που στεκόμαστε ενάντια στο έγκλημα της Γάζας, να ακουστεί η φωνή μας, πρέπει να επιλέξουμε: Θέλουμε να είμαστε δίκαιοι ή απλώς θυμωμένοι; Θέλουμε να κάνουμε τη διαφορά ή απλώς να ξεσπάσουμε; Θέλουμε, τελικά, να βοηθήσουμε τους Παλαιστίνιους ή να αυτοδικαιωνόμαστε ηθικά;

Το να στέκεσαι στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας», σημαίνει ότι θα πολεμήσεις με κάθε δίκαιο μέσον την ενοχή διά της ταυτότητας. Κι αυτό δεν γίνεται αναπαράγοντάς την.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...