Συγγραφή και μαγειρική
Συγγραφή και μαγειρική
Εχει καμιά σχέση η συγγραφή με τη μαγειρική; Δεν μιλάω για μένα και τη φίλη μου τη μαγείρισσα, αυτήν τη σχέση την ξέρω και θα μπορούσα να κάνω και διατριβή για το θέμα, μιλάω καθαρά για σχέση μαγειρέματος και γραψίματος.
Την περασμένη βδομάδα μού πέρασε αυτό απ’ το μυαλό και είναι παράξενο, γιατί ήταν μια βδομάδα νηστείας, με ελάχιστο και νερόβραστο μαγείρεμα. Αλλά ήταν και με ελάχιστο γράψιμο – νερόβραστο δεν ξέρω αν ήταν. Τότε μου μπήκαν ψύλλοι στ’ αυτιά με την συγκυρία αυτή και άρχισα να το ψάχνω. Χωρίς να το θέλει, με βοήθησε κι εκείνη.
– Τι μαγειρεύεις; άκουσα πρωί πρωί πάνω απ’ το κεφάλι μου.
– Δεν μαγειρεύω, γράφω, απάντησα χωρίς να σηκώσω το κεφάλι.
– Το ίδιο δεν είναι;
– Τώρα σήκωσα το κεφάλι χωρίς να της μιλήσω. Την είδα όμως αρκετά, που ήταν σαν να της μιλούσα.
– Θύμωσες; παραξενεύτηκε. Εσύ ο ίδιος μου λες κάθε τόσο ότι με το φαΐ μου «έγραψα», γιατί να μη σου πω κι εγώ ότι με το γράψιμό σου μαγείρεψες;
– Δεν είναι το ίδιο… μουρμούρισα, προσπαθώντας να μην παρεκτραπώ. Με το «γράψιμο» που λέω για το φαΐ σου σε αναδεικνύω, με το «μαγείρεμα» που λες εσύ για το γράψιμό μου με καταποντίζεις.
– Τι, τι κάνω; Για ξαναπέστο, γιατί δεν το κατάλαβα αυτό.
– Οταν λέω «έγραψες», θέλω να πω ότι ήταν τόσο καλό το φαΐ σου, που θα μείνει στην ιστορία, όταν εσύ όμως λες «μαγείρεψες», είναι σα να λες πως το γραφτό μου είναι για πέταμα. Οτι μέχρι αύριο δεν θα υπάρχει.
– Το καλό φαΐ έτσι είναι, δεν μένει για την άλλη μέρα.
– Το καλό γράψιμο όμως δεν είναι έτσι, πρέπει να μένει. Οσο πιο πολύ μένει, τόσο πιο καλό σημαίνει πως είναι.
– Αυτό λέω κι εγώ. Δεν εννοώ να το πετάξεις στα σκουπίδια, αλλά μέσα σου. Στο μυαλό σου, στην καρδιά σου -ξέρω κι εγώ; Ετσι όπως φτυαρίζεις το καλό φαΐ με το κουτάλι στην κοιλιά σου και το χαίρεσαι.
– Τι σχέση έχει τώρα η κοιλιά με το βιβλίο, μου λες;
– Να σου πω. Εγώ πουλάω κάθε μέρα πάνω από εκατό πιάτα φαΐ, εσύ πόσα βιβλία πουλάς;
Ξαφνικά άρχισε να με απασχολεί το θέμα. Φαίνεται όμως ότι άρχισε να απασχολεί κι εκείνη.
– Είναι τυχαίο νομίζεις που έχεις τόσους φίλους μαγείρους και όλοι αγαπούν τη λογοτεχνία; Είναι τυχαίο που εμείς ανταμώσαμε στα καλά καθούμενα, χωρίς να ξέρουμε ποιος είναι ο άλλος, ούτε κι ότι εσύ αγαπάς το καλό φαΐ κι εγώ τα βιβλία;
Πραγματικά, έτσι ήταν. Αρχισα να βλέπω μεταξύ μας ομοιότητες, που δεν τις έβλεπα πριν. Πρώτ’ απ’ όλα, ότι δεν δοκιμάζει τα φαγιά που μαγειρεύει, αλλά ούτε κι εγώ διαβάζω τα βιβλία που γράφω. Μετά, και το μαγείρεμα και το γράψιμο θέλουν χρώματα, αρώματα, μπαχάρια και σωστή τοποθέτηση στο πιάτο. Θέλουν αυτοσυγκέντρωση και υπομονή.
Προπάντων όμως θέλουν βαθειά γνώση του πράγματος -άσχετα αν εσύ χρησιμοποιήσεις μόνο την κορυφή και δεν θα καταπιαστείς με το σύνολο. «Το γράψιμο πρέπει να είναι όπως το παγόβουνο», λέει ο Χέμινγουέη. «Το ένα τέταρτο μόνο απ’ έξω και τ’ άλλα τρία κρυμμένα στο νερό». Και το μαγείρεμα πρέπει να είναι όπως το παγόβουνο, λέω εγώ. Το είπα και σ’ εκείνη. Στην αρχή πάγωσε, όταν της εξήγησα όμως τι και τι εννοούσα, παραδέχτηκε πως πράγματι, έτσι είναι.
Η ομορφιά βρίσκεται στον αφρό του πιάτου, όμως η αιτία για τις ωραίες γεύσεις είναι κρυμμένες στον πάτο του. Ο Χέμινγουέη μας έφερε πιο κοντά, αλλ’ αυτό είχε και τα στραβά του. Στην αρχή χαιρόμουν που ερχόταν κατά πάνω μου με το πηρούνι στο χέρι και τη χούφτα από κάτω, για να δοκιμάσω αυτό που μαγείρευε και να της πω τη γνώμη μου. Ωσπου άρχισε να μου ζητάει κι εκείνη αυτά που έγραφα εγώ, για να μου πει τη δική της γνώμη. «Πολύ αλάτι σου ‘πεσε». «Λιπαρό γίνεται, όχι τόσο λάδι». «Αρχίζει να καίγεται, κατέβασέ το». Λέει τι ακριβώς της λέω κι εγώ. Δεν βάζει τίποτε δικό της.
* Η πρώτη δημοσίευση αυτού του κειμένου έγινε στην εφημερίδα “Ελευθεροτυπία”
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
