Το απρόσμενο δώρο του Βελγίου στον Πούτιν
Το απρόσμενο δώρο του Βελγίου στον Πούτιν
Η κρίση γύρω από τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία στην Ευρώπη κορυφώθηκε την ημέρα που οι ευρωπαίοι ηγέτες συγκεντρώθηκαν στις Βρυξέλλες, στις 23 Οκτωβρίου, με σκοπό να προσφέρουν στον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι ένα δώρο ζωτικής σημασίας: ένα δάνειο περίπου 140 δισ. ευρώ, με εγγύηση τα δεσμευμένα ρωσικά κεφάλαια τα οποία βρίσκονται σε βελγική τράπεζα. Το ποσό αυτό θα επέτρεπε στην Ουκρανία να συνεχίσει να αντιστέκεται για τουλάχιστον δύο χρόνια ακόμη.
Οι ευρωπαίοι ηγέτες θεωρούσαν το σχέδιο τόσο βέβαιο, ώστε ήδη διαφωνούσαν για το πώς θα κατανέμονταν τα χρήματα: η Γαλλία επέμενε ότι η Ουκρανία πρέπει να αγοράζει ευρωπαϊκά όπλα, ενώ χώρες όπως η Φινλανδία τόνιζαν ότι ο Ζελένσκι πρέπει να έχει απόλυτη ελευθερία προμηθειών.
Η αισιοδοξία τους, όμως, εξανεμίστηκε, γράφει το Ρolitico, όταν η σύνοδος τελείωσε χωρίς να υπάρξει συμφωνία. Σταδιακά έγινε σαφές ότι το μικρό Βέλγιο, μια χώρα μόλις 12 εκατομμυρίων ανθρώπων, ήταν έτοιμο να μπλοκάρει ολόκληρο το εγχείρημα. Ο καθοριστικός παράγοντας ήταν ο πρωθυπουργός της, Μπαρτ ντε Βέβερ, μια ιδιόρρυθμη αλλά επιδραστική προσωπικότητα, γνωστός για τις έξυπνες ατάκες του και το ενδιαφέρον του για τη ρωμαϊκή Ιστορία.
Ο Ντε Βέβερ εμφανίστηκε αμετακίνητος. Προειδοποίησε ότι μια τέτοια δέσμευση έκρυβε τεράστια ρίσκα: εάν η Μόσχα κέρδιζε κάποια νομική προσφυγή κατά του Βελγίου ή κατά της Euroclear, της βελγικής εταιρείας που διαχειρίζεται τα παγωμένα ρωσικά κρατικά κεφάλαια, τότε το Βέλγιο θα έπρεπε να επιστρέψει ολόκληρο το ποσό μόνο του. «Είναι εντελώς παράλογο» είπε στους υπόλοιπους.
Η αντίστασή του δεν κάμφθηκε ούτε όταν η συζήτηση συνεχίστηκε επί ώρες. Απαιτούσε συνεχώς να ξαναγραφούν τα τελικά συμπεράσματα της συνόδου, ώστε να αφαιρεθεί κάθε αναφορά στη χρήση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων για τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας. Το βελγικό μπλοκάρισμα αποδυνάμωσε τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε μια κρίσιμη στιγμή: αν η συμφωνία είχε υιοθετηθεί τον Οκτώβριο, θα είχε σταλεί ισχυρό μήνυμα στον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν ότι η Ευρώπη δεσμεύεται σε μακροχρόνια στήριξη του Κιέβου. Αντίθετα, οι διαιρέσεις αποδυνάμωσαν το κοινό μέτωπο, την ώρα που ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επανέφερε τη δική του πρωτοβουλία για ειρηνευτικές συνομιλίες, φέροντας αναστάτωση στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Η κατάσταση παραμένει παγωμένη, σημειώνει το Politico, ενώ ο πόλεμος μπαίνει σε ένα πολύ κρίσιμο στάδιο και η Ουκρανία πλησιάζει επικίνδυνα σε δημοσιονομικό αδιέξοδο. Ο Τραμπ πιέζει τον Ζελένσκι να υπογράψει μια συμφωνία συνθηκολόγησης με τον Πούτιν, γεγονός που έχει σημάνει συναγερμό στην Ευρώπη. Παρ’ όλα αυτά, ο Ντε Βέβερ παραμένει αμετάπειστος. «Δεν θα βάλουμε ρίσκα εκατοντάδων δισεκατομμυρίων στους ώμους του Βελγίου· ούτε σήμερα ούτε αύριο, ούτε ποτέ», δήλωσε πρόσφατα.
Περισσότεροι από 20 ευρωπαίοι αξιωματούχοι και διπλωμάτες περιέγραψαν στο Politico πώς οι προσπάθειες της ΕΕ να χρηματοδοτήσει την ουκρανική άμυνα βούλιαξαν μέσα σε γραφειοκρατικές τριβές, προσωπικές αντιπαραθέσεις και έλλειψη συντονισμού. Οι συνέπειες για την Ευρώπη είναι βαριές, καθώς την ίδια στιγμή ο Τραμπ πιέζει για ειρήνη με όρους που θεωρούνται εξαιρετικά ευνοϊκοί για τη Ρωσία.
Η κρίση άρχισε να κορυφώνεται όταν εμφανίστηκαν εντάσεις ανάμεσα στον Ντε Βέβερ και τον καγκελάριο της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς. Και οι δύο θεωρούνται απρόβλεπτοι, με τον γερμανό ηγέτη να δηλώνει ήδη από την ημέρα της εκλογής του ότι η Ευρώπη πρέπει να απογαλακτιστεί από τις ΗΠΑ και ότι το ΝΑΤΟ μπορεί να μην έχει μέλλον. Τον Σεπτέμβριο, ο Μερτς πρότεινε ανοιχτά την άμεση αξιοποίηση των δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων για την Ουκρανία, κάτι που το Βέλγιο έκρινε ως πρόωρο και επικίνδυνο, καθώς εκείνη τη στιγμή βρισκόταν σε συζητήσεις με την Κομισιόν.
Πέντε ημέρες αργότερα, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αναφέρθηκε και η ίδια στο σχέδιο, υποστηρίζοντας ότι δεν πρόκειται για κατάσχεση αλλά για «προκαταβολή» που η Ρωσία θα όφειλε έτσι κι αλλιώς ως αποζημίωση. Η ιδέα πήρε ταχύτατα πολιτική δυναμική: αρκετά κράτη-μέλη τόνισαν ότι η Ρωσία πρέπει να πληρώσει για τις καταστροφές που προκάλεσε και ότι αυτή είναι η πιο λογική και ηθική λύση.
Ωστόσο, η διαδικασία εντός της ΕΕ μπλέχτηκε σε παρεξηγήσεις. Ο βέλγος πρέσβης, Πίτερ Μουρς, είχε διαβεβαιώσει ότι οι συζητήσεις προχωρούσαν κανονικά. Το πρόβλημα ήταν ότι ο ίδιος δεν συνομιλούσε απευθείας με τον πρωθυπουργό του, ο οποίος θα έπαιρνε την τελική απόφαση και ήταν κατηγορηματικά αντίθετος. Η πληροφορία αυτή δεν είχε περάσει στους υπόλοιπους Ευρωπαίους, με συνέπεια ο Ντε Βέβερ να φάνηκε ότι πετάει μια «βόμβα» την ημέρα της συνόδου.
Η πολιτική πραγματικότητα στο Βέλγιο έκανε τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα, σύμφωνα με το Politico. Ο Ντε Βέβερ βρισκόταν ήδη σε μακρές και επίπονες διαπραγματεύσεις για τον εθνικό προϋπολογισμό και προσπαθούσε να καλύψει μια τρύπα 10 δισ. ευρώ. Η ιδέα ότι θα μπορούσε να εκθέσει τη χώρα του σε κίνδυνο εκατοντάδων δισ. ήταν, για τον ίδιο, αδιανόητη.
Την ίδια στιγμή, και οι ΗΠΑ έχουν τα δικά τους σχέδια για τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια. Σύμφωνα με ευρωπαίους διπλωμάτες, αξιωματούχοι στην Ουάσινγκτον έχουν καταστήσει σαφές ότι θέλουν τα περιουσιακά στοιχεία να επιστραφούν στη Ρωσία, στο πλαίσιο μιας μελλοντικής ειρηνευτικής συμφωνίας. Το αρχικό ειρηνευτικό σχέδιο του Τραμπ προέβλεπε επίσης το ξεπάγωμα των κεφαλαίων και την από κοινού χρήση τους για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, με τις ΗΠΑ να λαμβάνουν το 50% των εσόδων, κάτι που προκάλεσε αγανάκτηση σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Καθώς οι εβδομάδες περνούσαν, η ΕΕ έχανε χρόνο. Οι Βρυξέλλες προσπαθούσαν να βρουν νομικές λύσεις, ενώ αυξανόταν η δυσφορία προς την Φον ντερ Λάιεν για την καθυστέρηση στην παρουσίαση των νομικών κειμένων που θα επέτρεπαν την ενεργοποίηση του σχεδίου. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι υπογραμμίζουν ότι η καθυστέρηση αποδυνάμωσε την πίεση προς το Βέλγιο και επιμήκυνε το αδιέξοδο.
Το κλίμα βάρυνε ακόμη περισσότερο όταν εμφανίστηκαν αναφορές για ύποπτα drones πάνω από το αεροδρόμιο των Βρυξελλών και βελγικές στρατιωτικές βάσεις, περιστατικά που εκτιμάται ότι σχετίζονται με ρωσικές επιχειρήσεις κατασκοπείας. Αυτό ενίσχυσε την ανησυχία ότι το Βέλγιο θα γινόταν στόχος υβριδικών επιθέσεων εάν ενέκρινε τη χρήση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων.
Στην εξίσωση, σημειώνει το Politico, προστίθεται και ο παράγοντας Ορμπαν: οι κυρώσεις που «παγώνουν» τα ρωσικά κεφάλαια απαιτούν ομοφωνία εντός της ΕΕ, κάθε έξι μήνες. Αν ο ούγγρος πρωθυπουργός αλλάξει στάση, η Ρωσία μπορεί να διεκδικήσει άμεσα τα κεφάλαιά της και τότε το Βέλγιο θα βρεθεί ξανά εκτεθειμένο.
Με την κρίσιμη σύνοδο της 18ης Δεκεμβρίου να πλησιάζει, το ερώτημα αιωρείται: μπορεί η Ευρωπαϊκή Ενωση των 27 κρατών, με όλες τις αντιθέσεις, τα εθνικά συμφέροντα και τις εσωτερικές πολιτικές εντάσεις, να σταθεί στο ύψος της ιστορικής στιγμής;
Οπως το έθεσε ένας διπλωμάτης: «Κανείς δεν ξέρει».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
