719
|

Εμείς είμαστε (πιο) άνθρωποι

Λύο Καλοβυρνάς Λύο Καλοβυρνάς 11 Ιανουαρίου 2015, 21:15

Εμείς είμαστε (πιο) άνθρωποι

Λύο Καλοβυρνάς Λύο Καλοβυρνάς 11 Ιανουαρίου 2015, 21:15

Παράνομοι μετανάστες; Λαθρομετανάστες; Ή μήπως παράτυποι μετανάστες; Μετανάστες χωρίς χαρτιά;

Με τις λέξεις θα παίζουμε; Το ίδιο πράγμα δεν είναι; Άνθρωποι που μπαίνουν χωρίς άδεια δεν είναι παράνομοι, όπως και να τους πούμε;

Όχι. Νέτα σκέτα, όχι! Πρώτα απ’ όλα, νομικά ο όρος «παράνομος μετανάστης» είναι λανθασμένος, καθώς η έλλειψη εγγράφων δεν αποτελεί από μόνη της ποινικό αδίκημα, ούτε στην Ελλάδα ούτε σε πολλά άλλα κράτη. Αν κάποιος μπει στη χώρα χωρίς χαρτιά, διατάσσεται διοικητική κράτηση και απελαύνεται. Η παράτυπη είσοδος στη χώρα δεν αποτελεί αδίκημα κατά προσώπων, περιουσίας ή εθνικής ασφάλειας και έτσι υπάγεται στο αστικό δίκαιο και όχι στο ποινικό.

Τώρα παίζεις με τις λέξεις, θα επιμείνουν κάποιοι. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν χαρτιά, μπαίνουν με το έτσι θέλω και επιβαρύνουν μια ήδη επιβαρημένη χώρα, που καλά-καλά δεν μπορεί να θρέψει τους κατοίκους της.

Ακούγεται πολύ λογικό επιχείρημα, αλλά ισχύει αυτή η λογική; Πρώτα απ’ όλα, αυτοί οι άνθρωποι δεν μπαίνουν στην Ελλάδα με το «έτσι θέλω» αλλά με το «έτσι πρέπει». Δεν έφυγαν από τη χώρα τους για ταξιδάκι αναψυχής. Δοκιμάστε εσείς να ξεσπιτωθείτε φορώντας μόνο τα ρούχα σας, να εμπιστευτείτε ανθρώπους που είναι σχεδόν σίγουρο ότι χέστηκαν αν θα ζήσετε ή θα πεθάνετε, διανύστε τεράστιες αποστάσεις κρυμμένοι μέσα σε φορτηγά ή σαπιοκάραβα μόνο και μόνο για να φτάσετε κάπου με στόχο τι; Να δουλέψετε σκληρά για να έχετε να φάτε ένα κομμάτι ψωμί, χωρίς τον καθημερινό κίνδυνο να σας έρθει μια βόμβα στο κεφάλι ή να πεθάνετε ή από την πείνα.

Κανείς δεν φεύγει από τη χώρα του επειδή δεν έχει τίποτα καλύτερο να κάνει. Αναγκάζεται να φύγει. Κι ειδικά εμείς οι Έλληνες έχουμε ζήσει καλά στο πετσί μας αυτό τον ξεριζωμό, απανωτές φορές. Είτε μέσα στην ίδια μας τη χώρα, αφήνοντας αγαπημένα χωριά για να πάμε να ζήσουμε σε γκρίζες πόλεις, όπου ποτέ δεν νιώσαμε ότι ανήκουμε, είτε ακόμα πιο άγρια, σαν εργάτες τελευταίας διαλογής σε ξένους τόπους.

Για στάσου! Εμείς φεύγαμε νομότυπα! Δεν μπαίναμε παράτυπα στη Γερμανία, στο Βέλγιο, στην Αυστραλία. Πράγματι, ισχύει αυτό, αλλά μόνο και μόνο επειδή οι εποχές ήταν διαφορετικές τότε και χρειάζονταν εργάτες, τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Ακόμα και τότε όμως, κανείς Έλληνας μετανάστης δεν έφυγε με το έτσι θέλω. Με το έτσι πρέπει έφυγε από την πατρίδα του.

Έχουν όμως υπάρξει και εποχές που οι Έλληνες μπήκαν σαν «παράνομοι» μετανάστες σε άλλες χώρες. Δεν χρειάζεται να πάμε πολύ παλιά – στο 1914 και 1922, στις εθνικές εκκαθαρίσεις που έγιναν την εποχή της Μικρασιατικής Καταστροφής. Χιλιάδες ελληνόφωνοι έφυγαν κακήν κακώς προς άλλες χώρες, χωρίς να περιμένουν χαρτιά και άλλα νομιμοποιητικά έγγραφα. Έτρεχαν να σωθούν. Όπως οι Αφγανοί και οι Σύριοι σήμερα. Επειδή πρέπει, όχι επειδή θέλουν.

Οι λέξεις έχουν σημασία. Μόνο τις λέξεις έχουμε για να συνεννοούμαστε και να καταλαβαίνουμε τον κόσμο που μας περιβάλλει. Οι λέξεις είναι επικίνδυνες. Αν κάποιον τον χαρακτηρίσω εγκληματία, του φέρομαι ανάλογα. Η λέξη «παράνομος» κουβαλάει πολύ αρνητικό φορτίο. Ονομάζοντας τους παράτυπους μετανάστες «παράνομους», τους φερόμαστε ανάλογα, σαν ανθρώπους που έχουν διαπράξει παρανομίες, σαν κοινούς εγκληματίες.

Ό,τι και να λες, δεν αλλάζει το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν αντέχει να υποδεχτεί τόσο κόσμο, θα επιμείνουν κάποιοι. Πέρα από το γεγονός ότι οι μετανάστες δεν έρχονται να φάνε από τα έτοιμα αλλά να δουλέψουν σκληρά και έτσι συμβάλλουν στην οικονομία της χώρας, ακόμα κι αν αυτό δεν ίσχυε, τι σκατά άνθρωποι θέλουμε να θεωρούμαστε αν κλείνουμε την πόρτα μας σε συνανθρώπους που κινδυνεύουν να πεθάνουν;

Τα έχουμε ξαναζήσει αυτά. Και το ’22, δεν τους θέλαμε τους Μικρασιάτες. Με το ζόρι τους δεχτήκαμε. «Τουρκόσπορους» τους βρίζαμε και τους διώχναμε, «παστρικές» και «κωλοσμυρνιές» τις φωνάζαμε τις Μικρασιάτισσες. Με ρατσισμό, καχυποψία και εχθρότητα τους αντιμετωπίσαμε. Υπάρχει εκτενέστατη βιβλιογραφία. Τα ίδια έχουν ζήσει και οι Έλληνες μετανάστες σε χώρες του εξωτερικού, όπου δεν μας περίμεναν ακριβώς με ανοιχτές αγκάλες.

Σ’ έναν βαθμό είναι αναμενόμενη αυτή η εχθρική στάση προς τους ξένους: εμείς είμαστε εμείς επειδή δεν είμαστε οι «άλλοι», οι όποιοι «άλλοι». Οι «άλλοι» θεωρούνται ξένοι, διαφορετικοί, απειλητικοί – για το ψωμί μας, τον τρόπο ζωής μας. Μέχρι να πειστούμε (αν πειστούμε) ότι τελικά δεν μας χωρίζουν πολλά. Είμαστε κι εμείς κι οι άλλοι άνθρωποι.

Αφιερώνω αυτό το άρθρο στη μικρή Τάλα, ένα κοριτσάκι τεσσάρων χρονών από τη Συρία, που μπήκε παράτυπα στην Ελλάδα για να σωθεί από τον πόλεμο στη χώρα της. Βρέθηκε στις 2 Ιανουαρίου 2015 κουρνιασμένη δίπλα στο άψυχο κορμί του πατέρα της, στον Έβρο, προσπαθώντας να προφυλαχτεί από το κρύο.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News