745
Πόντιοι στο μακρύ ταξίδι της προσφυγιάς |

Η ιστορία ενός «Τουρκόσπορου»…

Πόντιοι στο μακρύ ταξίδι της προσφυγιάς
|

Η ιστορία ενός «Τουρκόσπορου»…

«Να κλείσεις το μαντρί σου και μετά να σηκώσεις το χέρι σου για μάθημα, ανόητε».

Ο «ανόητος» Κώστας και οι συμμαθητές του στην 6η Τάξη του 1936 στο Γυμνάσιο Κατερίνης, είχαν κουραστεί όλη τη χρονιά από τις προσβολές, τις ειρωνείες και το «βαρύ χέρι» του συγκεκριμένου καθηγητή…

Η οικογένεια του Κώστα είχε φύγει από τα Πλάτανα του Πόντου νύχτα, στις αρχές του 1922, όταν τα πράγματα είχαν αγριέψει και κινδύνευαν να σφαγιαστούν. Μαζί με άλλους από το χωριό πέρασαν στην Ρωσία, όπου έμειναν για 6 χρόνια στην πόλη Σοχούμι. Εκεί διαπίστωσαν στην πράξη ότι δεν άντεχαν το σύστημα των κολχόζ στο οποίο τους ενέταξαν υποχρεωτικά και την εφαρμοσμένη κομμουνιστική κοσμοθεωρία. Έτσι, βρήκαν ένα εμπορικό καράβι που πήγαινε στην Καβάλα και ήρθαν στην Ελλάδα.

Εγκαταστάθηκαν στα Αλώνια (Σαλώνα), ένα αμιγώς ποντιακό χωριό στο οποίο ήδη, μετά την Καταστροφή, είχαν εγκατασταθεί πρόσφυγες που καλλιεργούσαν κυρίως καπνά. Ο πατέρας του Κώστα διάλεξε αυτό το χωριό γιατί του θύμιζε τα Πλάτανα και είχε κατάλληλο κλίμα για τα φουντούκια, τα οποία καλλιεργούσε και εμπορευόταν στον Πόντο. Αυτοί, οι πρόσφυγες, ήταν οι πρώτοι που έφεραν την καλλιέργεια καπνού και φουντουκιών στην περιοχή.

Τα πρώτα χρόνια, η αντιμετώπιση από ορισμένους ντόπιους ήταν κάπως υποτιμητική. Βέβαια, στην Κατερίνη, μια νέα πόλη που αναπτύχθηκε σχεδόν αποκλειστικά με τους πρόσφυγες, οι αντιθέσεις με τα ελάχιστα παλιά τζάκια δεν ήταν τόσο ισχυρές όσο σε άλλες πόλεις. Ιδίως, όμως, οι δημόσιοι υπάλληλοι – που ήταν κάτι σαν τοπική ελίτ και προέρχονταν όλοι από την «παλιά Ελλάδα» – φέρονταν κάπως ηγεμονικά.

Όταν ο Κώστας ήρθε στην Ελλάδα, μιλούσε καλά μόνο ποντιακά, τουρκικά και ρωσικά. Στην πρώτη έκθεση που έγραψε στο Γυμνάσιο είχε κάνει 90 λάθη! Στο τέλος της χρονιάς, όμως, ήταν ήδη άριστος μαθητής. Άριστα συνέχισε και τα επόμενα χρόνια. Και για αυτό το άριστα καμάρωνε όλη η οικογένειά του: η πολύπαθη μάνα του, ο πατέρας του με το βαρύ μουστάκι και τα σκονισμένα μαύρα ρούχα, τα αδέλφια του και ιδίως η ανάπηρη αδελφή του που έσπαζε καθιστή τα καπνά στο χωριό. Γιατί ο Κώστας τα κατάφερνε παρά τις δυσκολίες, παρά τον καθημερινό αγώνα στα χωράφια. Και έκανε πάντα υπομονή –στις προσβολές και τις ειρωνείες…

Εκείνο το πρωινό, όμως, της 11ης Μαρτίου 1936, η υπομονή τελείωσε.

Όταν ο καθηγητής του είπε «Να κλείσεις το μαντρί σου και μετά να σηκώσεις το χέρι σου για μάθημα, ανόητε», αντέδρασε.

«Κύριε καθηγητά, αυτό που εσύ αποκαλείς μαντρί, εμείς οι Πόντιοι το λέμε στόμα», του είπε. Ο καθηγητής θόλωσε. «Τουρκόσπορεεεε, τώρα θα δεις τι θα πάθεις», ούρλιαξε και όρμησε προς τον Κώστα.

Ο πατριωτισμός του μαθητή δεν άντεξε την προσβολή στην ελληνική καταγωγή του… Η αξιοπρέπειά του δεν άντεξε τις διακρίσεις εναντίον του. Ξέχασε ποιον είχε απέναντί του. Σηκώθηκε κι αυτός όρθιος χωρίς να λογαριάζει τίποτα. Ο αδύναμος μαθητής, απέναντι στο γεροδεμένο καθηγητή. Λίγο αργότερα, ο καθηγητής ήταν στο πάτωμα από το ξύλο.

Το θέμα πήρε μεγάλες διαστάσεις στην Κατερίνη. Ο Κώστας αποβλήθηκε από το σχολείο. Όλοι όμως ενοχλήθηκαν και από τη στάση ενός ανεπαρκούς καθηγητή, που έθιξε αδικαιολόγητα την καταγωγή και τον πατριωτισμό ενός μαθητή. Οι συμμαθητές του, αλλά και οι μαθητές της Δ΄ και Ε΄ τάξης, είδαν στο πρόσωπό του να θίγεται και ο δικός τους πατριωτισμός. «Εξ αλληλεγγύης προς τον δαρέντα συμμαθητήν τους απήργησαν εκ των μαθημάτων, ζητήσαντες δι’ αιτήσεώς των παρά του κ. γυμνασιάρχου την άμεσον απομάκρυνσιν του καθηγητού και την επιεική τιμωρίαν του συμμαθητού των», όπως αναφέρει η εφημερίδα της Κατερίνης «Μακεδονικός Αγών», την Πέμπτη 12 Μαρτίου 1936.

Ως συνέπεια της αποχής τους τιμωρήθηκαν –άλλοι αυστηρότερα και άλλοι επιεικέστερα– όλοι οι μαθητές από τις τρεις τελευταίες τάξεις του Γυμνασίου.

Ο Κώστας απειλήθηκε με αποβολή από όλα τα Γυμνάσια της χώρας, αλλά ευτυχώς για εκείνον ακόμα και άλλοι καθηγητές πήραν το μέρος του. Τελικά, πήρε μεταγραφή για το Γυμνάσιο του Κιλκίς, από όπου και πήρε απολυτήριο. Άλλοι μαθητές (συνολικά 17) μετεγγράφησαν στην Κοζάνη και στη Βέροια. Για κάποιους που δεν είχαν τη δυνατότητα να πάνε αλλού, η αποβολή δυστυχώς σήμαινε το αναγκαστικό τέλος των σπουδών τους.

Αυτή είναι η ιστορία του Κώστα και των συμμαθητών του. Παρόμοιες ιστορίες περιφρόνησης, αδικίας και διακρίσεων έζησαν χιλιάδες Έλληνες του Πόντου και Μικρασιάτες πρόσφυγες μετά την καταστροφή. Κυνηγημένοι Ρωμιοί εκεί, «Τουρκόσποροι», για κάποιους, εδώ.

Σήμερα είναι η ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ποντίων. Ας σκύψουμε το κεφάλι με σεβασμό, στη μνήμη όσων ποτέ δεν έσκυψαν το κεφάλι υποταγμένοι. Ας τιμήσουμε έτσι τα θύματα της Γενοκτονίας, αλλά και όλους εκείνους που μάζεψαν τις δυνάμεις τους, στάθηκαν στα πόδια τους και προχώρησαν μπροστά περήφανα, με το κεφάλι ψηλά και την καρδιά τους γεμάτη Ελλάδα. Όπως ο Κώστας αυτής της ιστορίας. Ο πατέρας μου.


* Η Στέλλα Μαντουλίδου είναι συμβολαιογράφος Κατερίνης

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...