633
|

Μαγειρίτσα στην Πανεπιστημίου

Avatar Αντώνης Σουρούνης 8 Ιανουαρίου 2010, 07:33

Μαγειρίτσα στην Πανεπιστημίου

Avatar Αντώνης Σουρούνης 8 Ιανουαρίου 2010, 07:33

Δεν θυμάμαι πριν πόσα χρόνια ήταν που έφαγα για πρώτη φορά μαγειρίτσα στο ΙΝΤΕΑΛ της οδού Πανεπιστημίου. Πάντως ήταν μεγάλο Σάββατο, νωρίς το απόγευμα, και δεν ήμουν μόνος. Αυτά τα θυμάμαι καλά – κι ότι πεινούσαμε.

Προφανώς είχαμε βγει από το διπλανό ΙΝΤΕΑΛ, το σινεμά, γιατί ο ήλιος μας χτύπησε στο πρόσωπο, που σημαίνει ότι θα ήμασταν για ώρες κλεισμένοι στο σκοτάδι και φίλους δεν έχω σ’ αυτόν τον δρόμο για να τους επισκεφθώ, ούτε γνωστούς.

Είναι ωραίο να βγαίνεις από μια πόρτα όπου μόλις απόλαυσες μια ιστορία στην οθόνη και να μπαίνεις σε μιαν άλλη για να απολαύσεις ένα φαΐ. Προσωπικά την Πανεπιστημίου την απολαμβάνω, και ιδιαίτερα αυτό το πεζοδρόμιο, το δεξί. Μου άρεσαν οι δρόμοι που έχουν πεζοδρόμια με βιβλιοπωλεία, κοσμηματοπωλεία, παπουτσίδικα, μικροπωλητές, περίπτερα και κόσμο να πηγαινοέρχεται. Και στάσεις λεωφορείων. Οι στάσεις των λεωφορείων μοιάζουν με ανθοδοχεία γεμάτα λουλούδια που άλλα ανθίζουν, άλλα μαράθηκαν και άλλα μόλις ξεπετιούνται. Πολλές φορές έχω την ψευδαίσθηση ότι έχουν στολίσει με βάζα το πεζοδρόμιο για μένα, εξαιτίας της διέλευσής μου. Στο αριστερό πεζοδρόμιο δεν βλέπεις τίποτε, μόνο τράπεζες. Τι να χαζέψεις σε τράπεζες; Σ’ έχουν ήδη χαζέψει εκείνες. Τουλάχιστον να στοιβάζανε στις βιτρίνες τους τα μασούρια με τις λίρες και τα ευρά που έχουν χαντακωμένα στις αποθήκες, να θυμόμαστε κι εμείς πώς είναι. Ενώ το δεξί πεζοδρόμιο τα βγάζει όλα στη φόρα. Μέχρι και εκκλησία έχει. Μέχρι και λουκουματζίδικο. Και στον πιο πάνω δρόμο, στη Σόλωνος, που την ανεβοκατεβαίνω κάθε μέρα, πάντα βαδίζω στο δεξί πεζοδρόμιο. Ακόμα και στην επιστροφή, που το αριστερό γίνεται δεξί, εγώ κοιτάω στο αντικρινό πεζοδρόμιο. Τα μόνα καλά πράγματα που βρίσκονται στο αριστερό πεζοδρόμιο είναι ο φίλος μου ο Φιλιππότης, οι «Κυνηγοί των Καλών Βιβλίων» και η κάβα «Νέκταρ».

Βγήκαμε λοιπόν, από το ένα ΙΝΤΕΑΛ και μπήκαμε στο άλλο ΙΝΤΕΑΛ. Οδεύαμε προς τη μεγάλη αίθουσα, που τα φώτα της ήταν σβηστά, τα τραπέζια όμως όλα στρωμένα και στολισμένα, σα να μας περίμεναν. Ενας σερβιτότερος μας πλησίασε βιαστικός και μας είπε ότι οι αίθουσες είναι ακόμα κλειστές, θα ανοίξουν αργότερα για τη μαγειρίτσα, δυστυχώς όμως όλα τα τραπέζια είναι ήδη αγκαζέ. Μας έδειξε τον μικρό χώρο μπαίνοντας αριστερά, όπου τρεις τέσσερις ηλικιωμένοι τρώγανε ο καθένας μόνος στο τραπέζι του με τη μούρη πάνω από το πιάτο. Αν θέλουμε να γευματίσουμε εδώ… Η μαγειρίτσα είναι ήδη έτοιμη και σερβίρεται. Θέλαμε. Κοίταξα το ρολόι – έξι και μισή. Ολοι γύρω μας ήταν άντρες καλοντυμένοι από το μακρινό παρελθόν και κάθε τόσο σήκωναν το κεφάλι και μας κοιτούσαν, σαν να είχαμε φτάσει από το κοντινό μέλλον. Ο διπλανός μας, που ήταν ο πιο λεπτός και πιο κομψός, ζήτησε και δεύτερο πιάτο.

– Δώσαμε υπόσχεση με τη μακαρίτισσα τη γυναίκα μου, ότι όποιος φύγει πρώτος, ο άλλος θα τρώει και το δικό του πιάτο… απολογήθηκε χαμογελώντας.

Κάποια στιγμή μπήκε ένα μεσήλικο ζευγάρι τουρίστες, μας χαιρέτησαν όλους με υπόκλιση και κάθησαν περιχαρείς, σαν να είχαν μόλις ανακαλύψει το σπήλαιο της Ανάστασης.

Ολη αυτή την ώρα δεν σταμάτησαν να περνούν από μπροστά μας γυναίκες και άντρες με χύτρες στα χέρια, τσουκάλια, κατσαρόλες, τεντζερέδες και να κατευθύνονται στην κουζίνα. Εβγαιναν με τα σκεύη τους γεμάτα και χάνονταν γρήγορα.

– Και η γυναίκα μου κάποτε αυτό έκανε, κούνησε το κεφάλι ο φίλος μας. Εστελνε την υπη ρέτρια εδώ κι έλεγε στους μουσαφίρηδες ότι εκείνη έκανε τη μαγειρίτσα.

Δεν θυμάμαι πόσα Μεγάλα Σάββατα ήρθαμε στο ΙΝΤΕΑΛ και πάντα στις εξήμιση. Παίρναμε και δύο μερίδες για το κυριακάτικο πρόγευμα και στον γυρισμό μπαίναμε στον Αγιο Διονύση ν’ ανάψουμε το αναστάσιμο κερί μας. Εφέτος όμως θα πάω μόνος. Αν ο ηλικιωμένος φίλος μου είναι ακόμα εκεί, θα καθήσω μαζί του, αν όχι, θα καθήσω στο τραπέζι του και θα φάω και δεύτερο πιάτο. Γι’ αυτόν, όχι γι’ άλλον.

* Η πρώτη δημοσίευση αυτού του κειμένου έγινε στην εφημερίδα “Ελευθεροτυπία”

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News