1115
| Shutterstock/ CreativeProtagon

Ποιος θα τολμήσει να θωρακίσει, επιτέλους, θεσμικά αυτή τη χώρα;

Μαρία Δεδούση Μαρία Δεδούση 1 Ιουλίου 2025, 19:57
|Shutterstock/ CreativeProtagon

Ποιος θα τολμήσει να θωρακίσει, επιτέλους, θεσμικά αυτή τη χώρα;

Μαρία Δεδούση Μαρία Δεδούση 1 Ιουλίου 2025, 19:57

Οταν έκανε την εμφάνισή της η δικογραφία του ΟΠΕΚΕΠΕ, μια από τις πρώτες «διαρροές» από το Μέγαρο Μαξίμου ήταν ότι «η κυβέρνηση δεν σκοπεύει να κρυφτεί πίσω από το χαρτί της διαχρονικότητας». Οχι ότι θα μπορούσε, κιόλας, όταν το «ραβασάκι» των ευρωπαίων εισαγγελέων ήταν γεμάτο από ονόματα είτε της κυβέρνησης είτε του κυβερνώντος κόμματος. Σε δεύτερο χρόνο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έγραψε, στην εβδομαδιαία του επισκόπηση, το περίφημο «αποτύχαμε», το οποίο αφορούσε, τελικά, στη διαχρονικότητα των παθογενειών.

Εννοούσε «αποτύχαμε να σταματήσουμε το διαχρονικό φαινόμενο», ενώ κανονικά θα έπρεπε να πει «αποτύχαμε να μην συμμετάσχουμε κι εμείς σε αυτό». Επίσης, δεν έπρεπε να χρησιμοποιήσει τη λέξη «αποτύχαμε», διότι η αποτυχία προϋποθέτει ότι έχεις καταβάλει, προηγουμένως, κάποια σοβαρή προσπάθεια. Εκ του αποτελέσματος, προκύπτει ότι αυτό δεν συνέβη ποτέ.

Κάθε λίγο και λιγάκι, ο κ. Μητσοτάκης, όπως και πολλοί κυβερνώντες πριν από αυτόν, «σπάει το απόστημα της διαφθοράς», μόνο και μόνο για να εμφανιστεί αυτό λίγο παραπέρα, ακόμη μεγαλύτερο.

Σε κάθε περίπτωση, η τωρινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν είναι η αρχή στο γαϊτανάκι αυτό, της εξώφθαλμης, θρασύτατης και ανερυθρίαστης, μαζικής κλοπής δημόσιου χρήματος. «Διασπάθισης», θα με διόρθωνε κάποιος. Κλοπής, θα επιμείνω εγώ. Εχουν κλαπεί περισσότερα κατά τη διακυβέρνηση αυτή; Λιγότερα; Τα ίδια με άλλες περιόδους; Στ’ αλήθεια έχει τόση σημασία αυτό;

Ας υποθέσουμε, όπως θα ισχυριστούν κάποιοι, ότι υπήρξαν κυβερνήσεις κατά τις οποίες δεν έγιναν παρόμοια τέρατα. Αυτό, ως θεωρία, έχει διάφορα προβλήματα: Πρώτον δεν υπήρξαν τέτοιες κυβερνήσεις, διότι τα τέρατα γίνονται εδώ και δεκαετίες· απλώς αλλάζουν μορφή και τσέπη. Δεύτερον, καμία κυβέρνηση δεν θωράκισε τη χώρα με θεσμικό τρόπο ώστε να πνίγουμε τα τέρατα πριν καν σκάσουν μύτη. Κι αυτό οδηγεί στο τρίτο και σημαντικότερο:

Δεν μπορεί μια χώρα να προχωράει απλώς ελπίζοντας, καθ’ εκάστην, ότι αυτοί που επέλεξε για να την κυβερνήσουν είναι ηθικοί άνθρωποι. Δεν είναι γκομενικό το θέμα, «αν μου βγει σκάρτος θα τον χωρίσω και θα πάω στον επόμενο μέχρι να βρω τον σωστό».

Το θέμα είναι θεσμικό. Και μόνον.

Οι κυβερνήσεις κρίνονται από άλλα πράγματα, όχι από το ποια έκλεψε -ή επέτρεψε να κλαπούν- λιγότερα. Αυτό θα έπρεπε να είναι λυμένο, ιδιαίτερα σε μια χώρα που θέλει να λέγεται σύγχρονη. Δεν είναι, όμως. Γιατί άραγε; Είναι πυρηνική φυσική να θωρακίσεις θεσμικά μια χώρα κατά της διαφθοράς; Το 2025;

Θα είμαι καλοπροαίρετη. Θα αποφύγω να πω ότι δεν λύνεται διότι δεν βολεύει να λυθεί, αν και το σκέφτομαι. Ολοι το σκεφτόμαστε. Και δεν βολεύει πάρα πολύ κόσμο, όχι μόνο τους κυβερνώντες μας. Δεν βολεύει τους πολιτευτές, που με τις λαμογιές ψαρεύουν ψηφαλάκια, δεν βολεύει τα ψηφαλάκια που εξαγοράζονται έναντι παχυλών «εξυπηρετήσεων», δεν βολεύει οποιονδήποτε εμπλέκεται στο σύστημα εξουσίας, ή συνδέεται με αυτό. Και είναι, εν τέλει, μια νοοτροπία που διαχέεται οριζόντια στην ελληνική κοινωνία. Ολοι «αγανακτούμε» με τις ρεμούλες, όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή, όμως, ελάχιστοι αρνούμεθα να επωφεληθουμε από αυτές.

Πώς κόβεται αυτό; Σαν το γόρδιο δεσμό. Δυστυχώς έχουμε περάσει προ πολλού το σημείο στο οποίο οποιαδήποτε ημίμετρα θα βοηθούσαν. Και οι θεσμικές παρεμβάσεις πρέπει να διατρέξουν όλο το σύστημα· από το κεφάλι ως τα πόδια.

– Ας ξεκινήσουμε από το κεφάλι: Πρέπει κάποιοι πολιτικοί να πάνε φυλακή. Οχι σε τετρακόσια χρόνια, που θα τελεσιδικήσει κάποια αιωνόβια δικαστική διαδικασία, ή όταν θα είναι 120 ετών και θα βγουν σύντομα «λόγω ηλικίας». Αύριο το πρωί. Αντε μεθαύριο. Η προστασία των πολιτικών έχει κάποιο νόημα όταν μιλάμε για πολιτικού χαρακτήρα διώξεις. Εδώ δεν πρόκειται για τέτοιες· πρόκειται για γκανγκστερισμούς του κοινού ποινικου δικαίου.

Ο κ. Πέτσας είπε ότι «οι πολιτικοί πρέπει να κρίνονται (από τη Δικαιοσύνη) όπως όλοι οι απλοί πολίτες». Διαφωνώ. Πρέπει να κρίνονται πιο αυστηρά. Διότι όταν κάνει απάτη ο πολιτικός, ιδιαίτερα απάτη τέτοιου χαρακτήρα, εξαπατά όχι μόνο εκείνον από τον οποίον έκλεψε, αλλά και τις χιλιάδες των ανθρώπων που τον εμπιστεύτηκαν και τον ψήφισαν. Να λαμβάνεται υπ’ όψιν αυτό.

Ο κ. Φλωρίδης, συχνά πυκνά αναγγέλλει «αυστηροποίηση των ποινών» για τους πολίτες που διαπράττουν διάφορα αδικήματα. Καλά κάνει, εφόσον πιστεύει ότι η καταστολή είναι η καλύτερη πρόληψη. Να, λοιπόν, ένας τρόπος για να προλαμβάνουμε τους κλέφτες πριν βουτήξουν δημόσιο χρήμα: να αυστηροποιήσει, στο μάξιμουμ κι ακόμη παραπέρα, τις ποινές για τους πολιτικούς που το κάνουν. Και να εφαρμόζονται οι ποινές αυτές, όχι μόνο θεωρία.

-Για να συμβεί αυτό, πρέπει πράγματι η Δικαιοσύνη να μπορεί να κάνει τη δουλειά της ανεξάρτητα και χωρίς πιέσεις. Πρέπει να πάψουν οι ηγεσίες των ανώτατων δικαστηρίων να επιλέγονται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Πρέπει να σταματήσουν οι πρόωρες παύσεις ή μεταθέσεις των ανώτατων δικαστικών χωρίς αιτιολογημένη απόφαση. Πρέπει να απαγορευτεί διά ροπάλου ο δημόσιος σχολιασμός δικαστικών υποθέσεων από πολιτικά πρόσωπα. Πρέπει, οι πειθαρχικές διαδικασίες κατά δικαστών να ασκούνται μόνο από ανεξάρτητα δικαστικά όργανα, ώστε να μην χρησιμοποιούνται οι πειθαρχικοί έλεγχοι για να «τιμωρούνται» δικαστές που εκδίδουν «ενοχλητικές» για το πολιτικό σύστημα αποφάσεις. Τα έχουν κάνει άλλες χώρες αυτά, δεν ανακαλύπτουμε την Αμερική.

– Πάμε, τώρα, στο πολυπλόκαμο σύστημα: μεσάζοντες, δημόσιοι υπάλληλοι, διάφοροι «τοπικοί επαΐοντες», κ.λπ. Αυστηρές ποινές είπαμε. Αλλά δεν αρκεί αυτό. Ο δημόσιος υπάλληλος που γίνεται τσακωτός να συμμετέχει σε τέτοιες απάτες πρέπει να χάνει τη δουλειά του το δευτερόλεπτο που θα καταδικαστεί. Διά βίου. Η ιδιότυπη «προστασία» των δημοσίων υπαλλήλων, ιδιαίτερα δε όταν διαπράτουν αδικήματα κατάχρησης της θέσης τους, πρέπει κάποτε να τελειώσει σε αυτήν τη χώρα. Οπως πρέπει να τελειώσει και η λογική του «κάνω την απάτη, βγαίνω και συνεχίζω σαν να μην τρέχει τίποτε». Να θεσμοθετηθούν επιπλέον συνέπειες: Εκλεψες ευρωπαϊκό ή δημόσιο χρήμα; Δεν θα ξαναπεράσεις ούτε απ΄ έξω από δημόσιο αξίωμα, θέση, ή επιχορήγηση. Θα τις κοιτάς με το κιάλι και θα συλλαμβάνεσαι τη στιγμή που θα πας να τις πλησιάσεις.

Και βέβαια, όσοι πήραν λεφτά παράνομα, να τα επιστρέψουν. Κι αν δεν τα έχουν να τα βρουν. Να γίνουν κατασχέσεις. Η εφορία γιατί χρειάζεται; Να δούμε εάν θα ξανακλέψουν.

– Τέλος, να καταργηθεί ο σταυρός προτίμησης. Υπάρχουν επιχειρήματα υπέρ και κατά της κατάργησης, αλλά δεν είμαστε σε μια κατάσταση που έχουμε την πολυτέλεια να το κουβεντιάζουμε. Είμαστε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Το «πελατειακό κράτος» είναι το δεύτερό μας όνομα, ως χώρα. Ναι, υπάρχουν κίνδυνοι από την κατάργηση και δεν είναι πολύ απλό να γίνει σε μια ημέρα, αλλά μεγαλύτερος κίνδυνος από τα δισ. που χάνονται δεξιά κι αριστερά για να εξαγοραστούν ψήφοι και συνειδήσεις, δεν νομίζω να υπάρχει. Οταν το λύσουμε αυτό, με το καλό, ξανακουβεντιάζουμε για τους σταυρούς. Ή και όχι.

Ποιος θα τα κάνει όλα αυτά, θα ρωτήσετε. Καλή ερώτηση, αλλά κακώς την απευθύνετε σε εμένα. Αυτός που θα θελήσει να αναμορφώσει πραγματικά τη χώρα και να την φέρει στην Ευρώπη του 21ου αιώνα, με πολύ σοβαρό (έως και βέβαιο) πολιτικό ρίσκο για τον εαυτό του, είναι η δική μου απάντηση,.

Μέχρι να βρεθεί αυτός, θα «σπάμε αποστήματα», θα «αγανακτούμε» όλοι μαζί, θα κοιτάμε τον κόσμο μέσα από τα κομματικά του γυαλιά καθένας και θα ψάχνουμε να βρούμε που πήγαν τα χαμένα λεφτά. Πού να πήγαν; Ρίξτε μια ματιά δίπλα σας. Στην μαύρη τρύπα της θεσμικής απραξίας πήγαν.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...