Μπισμπίκης ακόμη και στην ΕΡΤ!
Μπισμπίκης ακόμη και στην ΕΡΤ!
Εμείς δεν είμαστε χώρα, είμαστε χωριό. Από εκείνα τα μικρά που μόλις συμβεί κάτι στα πέριξ, ένας τεράστιος ψίθυρος απλώνεται από πάνω τους και βουίζει ο τόπος από το κουτσομπολιό στις αυλές και στα καφενεία.
Εδώ οι αυλές είναι τηλεοπτικές και τα καφενεία διαδικτυακά. Η δε ατζέντα της συζήτησης μοιάζει με κίτρινο πάπυρο. Πάνω του γράφονται το ένα ανούσιο θέμα μετά το άλλο, σε μια μακρά λίστα που αν τη δεις ολόκληρη και τη διαβάσεις μονοκοπανιά, θα σαστίσεις και θα πεις: «Αλήθεια τώρα, με αυτά ασχολούμαστε;».
Η σκληρή αλήθεια είναι ότι ναι. Οχι απλώς συζητάμε ανοησίες, τις υπεραναλύουμε κιόλας. Περιστρεφόμαστε γύρω από την ανοησία, τη μασάμε σαν τσίχλα για μέρες. Την τοποθετούμε στο κέντρο της επικαιρότητας και της δίνουμε προβάδισμα έναντι της σοβαρής είδησης.
Κάθε βδομάδα και ένα μείζονος σημασίας θέμα κάθεται στο θρόνο της μιντιακής σκαλέτας. Την προηγούμενη βδομάδα ήταν ένας κωμικός, τώρα είναι ένας ηθοποιός που πήρε παραμάζωμα οχήματα προκαλώντας υλικές ζημιές. Δεν λέω ότι δεν αποτελεί είδηση, αλλά μέχρι πού μπορείς να το απλώσεις;
Μια εκπομπή με γκόσιπ περιεχόμενο μπορεί να το απλώσει χιλιόμετρα και να το συζητά για μέρες. Μια ειδησεογραφική εκπομπή, όμως, γιατί να ασχοληθεί με τη συγκεκριμένη είδηση για περισσότερο από μερικά δευτερόλεπτα, όσο διαρκεί δηλαδή η εκφώνησή της;
Κι όμως, στα δελτία ειδήσεων το θέμα κυριάρχησε, όχι μόνο την ημέρα που συνέβη αλλά και τις επόμενες. Σε μεσημεριανό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ, το αποκάλεσαν «μεγάλο θέμα της ημέρας» και το παρουσίασαν κι εκεί λεπτομερώς, και μάλιστα με ζωντανή σύνδεση από τα δικαστήρια όπου είχε οδηγηθεί ο ηθοποιός. Μετά το «μεγάλο θέμα», παρουσιάστηκαν τα υπόλοιπα.
Η τοποθέτηση των θεμάτων ενός δελτίου κατά σειρά δείχνει σαφώς τι θεωρούμε σημαντικό: έναν Μπισμπίκη. Και στην κρατική τηλεόραση ακόμα, η οποία θα έλεγε κανείς ότι οφείλει να κρατάει ισορροπία σε σχέση με την ιδιωτική που πολύ εύκολα υποκύπτει στον κιτρινισμό και την τρασίλα. Μέχρι και εδώ, όμως, το υποδεέστερο μπήκε πρώτο-πρώτο.
Είναι φοβερό πώς το γκόσιπ έχει εισχωρήσει παντού και κάνει πέρα το σοβαρό και το ουσιώδες. Και είναι άξιος κοινωνιολογικής μελέτης ο τρόπος που το λατρεύουμε και το αποζητάμε στην καθημερινότητα της οθόνης μας, αλλά και ο τρόπος που το διαχειριζόμαστε, ως δημιουργοί περιεχομένου αυτής της οθόνης και σχολιαστές της.
Το υποκείμενο του γκόσιπ, κάποιος διάσημος ασφαλώς που περιέπεσε σε σφάλμα ή προκάλεσε αντιδράσεις ή του συνέβη κάτι, γίνεται αποδέκτης όλων των κόμπλεξ του μέσου Ελληνα. Ολος ο μικροαστισμός πέφτει επάνω του για να εκφραστεί με κάθε εκδοχή του.
Κι αφού διανύουμε τη «βδομάδα Μπισμπίκη», η τοξικότητα του μαζικού σχολιασμού βγήκε μεγαλοπρεπώς στα κιλά και στο μέγεθος της κοιλιάς του, μέτρησε την αντρίλα του, έθιξε τη σύντροφό του με χυδαίο σεξισμό και ζύγισε τη λαϊκή αυθεντικότητα με την οποία χτίστηκε το δημόσιο προφίλ του σε σχέση με την περιοχή όπου βρίσκεται ο τόπος κατοικίας του.
Στο αποκορύφωμα της μικρότητας, τον δείξαμε με το δάχτυλο ως εθισμένο, με γνωστό πανελίστα πρωινού ψυχαγωγικού να εκθέτει την ιδιωτική συνομιλία που είχε μαζί του όταν του ζήτησε συνέντευξη. Για να μην πω με πόση ηθικολογία σχολιάστηκε και το θέμα του εθισμού γενικότερα, με το δάχτυλο της δασκαλίτσας που κρύβουμε μέσα μας να πηγαίνει πάνω-κάτω και με την ευαισθησία να αναζητείται.
Ξαφνικά, κάθε χρήστης των κοινωνικών δικτύων έγινε πραγματογνώμονας, ηθικός δικαστής και κρυφός επικριτής γύρω από ένα τροχαίο χωρίς θύματα. Αν δεν ήταν διάσημος ο οδηγός που το προκάλεσε, δεν θα το συζητούσαμε ούτε για δύο λεπτά, θα περνούσε και δεν θα ακουμπούσε. Εδώ αναλύουμε και ηθικολογούμε σχεδόν για μια βδομάδα.
«Στην επαρχία, το παράθυρο αντικαθιστά το θέατρο και τους περιπάτους», είχε πει ο γάλλος συγγραφέας Γκιστάβ Φλομπέρ. Αν το μεταφέρουμε στα καθ’ ημάς, η έλλειψη καλλιέργειας και αληθινής επικοινωνίας έχει μετατρέψει μια ολόκληρη κοινωνία σε δορυφόρο του γκόσιπ. Του μικρόψυχου, κομπλεξικού γκόσιπ της λεζάντας και της ανάρτησης που γεμίζει τηλεοπτικό χρόνο και πίξελ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
