1992
| Shutterstock

Για μία άλλη ανάπτυξη και αειφορία

Παύλος Γερουλάνος Παύλος Γερουλάνος 14 Νοεμβρίου 2016, 18:32

Για μία άλλη ανάπτυξη και αειφορία

Παύλος Γερουλάνος Παύλος Γερουλάνος 14 Νοεμβρίου 2016, 18:32

Το μυστικό της ανάπτυξης είναι η γνώση. Η γνώση που υπάρχει ανάμεσά μας.

Να ξέρεις τι να παράγεις, πώς και σε ποιους να διαθέσεις τα προϊόντα της δημιουργίας σου. Για να το κάνεις αυτό σωστά πρέπει να έχεις βαθιά συνείδηση του ποιος είσαι, σε τι είσαι καλός και γιατί μπορείς να κάνεις κάτι καλύτερα από άλλους.

Όσοι από εμάς λειτουργούμε μέσα στην αγορά γνωρίζουμε ότι βασικό συστατικό για να παράγεις ανταγωνιστικά είναι η γνώση.

  • Να ξέρεις πού βρίσκονται οι πλουτοπαραγωγικές σου πηγές.
  • Να ξέρεις πόσο αξίζει κάθε μια και πώς θα την αξιοποιήσεις χωρίς να την καταστρέψεις.
  • Να ξέρεις τι προϊόντα να παράγεις, σε ποια αγορά να τα διαθέσεις και πώς να τα αποτιμήσεις.
  • Κυρίως, πώς και σε ποιους θα κατανείμεις τον πλούτο που δημιουργείς. Διότι η δίκαιη κατανομή του πλούτου διασφαλίζει αειφορία.

Η γνώση είναι πολύτιμη και δυσεύρετη. Συχνά αξίζει να την εισάγεις από το εξωτερικό.

Αυτό που δεν μπορείς να περιμένεις από ξένους είναι να νοιάζονται για την επόμενη μέρα της πατρίδας σου και τι θα αφήσεις στα παιδιά σου.

Αυτό που με εξοργίζει με όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις συμπεριλαμβανομένων της δικής μας και της σημερινής είναι ότι αντί να ζητούν από ξένους τεχνογνωσία για την ανάπτυξη της οικονομίας, τους εκχωρούν την απόφαση για την Ελλάδα που θα αφήσουμε στα παιδιά μας.

(Δεν πιστεύω ότι η σημερινή κυβέρνηση έχει συνειδητοποιήσει τι έχει εκχωρήσει με το Ταμείο. Αν το καταλάβαινε είμαι σίγουρος ότι θα αντιστεκόταν).

Και αυτό όχι γιατί οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν θέλουν να αναπτύξουν την ελληνική οικονομία. Πιστεύω ότι σε όλα τα κόμματα υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν.

Αλλά διότι δεν ξέρουν πώς. Και αυτό για δυο λόγους:

Πρώτον, διότι η πολιτική ηγεσία του κεντρικού κράτους δεν αποτελείται από ανθρώπους της δημιουργίας. Καλοί οι δικηγόροι και οι πανεπιστημιακοί, αλλά αν δεν γνωρίζεις τι σημαίνει μεταχρονολογημένη επιταγή δεν καταλαβαίνεις πώς λειτουργεί η αγορά στη βάση.

Δεύτερον, διότι η πολιτική, η τραπεζική και μεγάλο μέρος της επιχειρηματικής ηγεσίας γαλουχήθηκαν σε μια οικονομία που τα λεφτά ερχόντουσαν από έξω. Στην μεγάλη τους πλειονότητα έμαθαν να κατανέμουν αλλά δεν έμαθαν να παράγουν πλούτο.

Αν θέλουμε να αναπτύξουμε την Ελληνική οικονομία με το μάτι στο μέλλον των παιδιών μας τότε θα πρέπει να σχεδιάσουμε και να υλοποιήσουμε ένα σχέδιο που θα έχει τρία χαρακτηριστικά.

Σχέδιο που είναι:

  • Ελληνικό
  • Ανατρεπτικό, και
  • Συνεργατικό

Τι σημαίνει το καθένα σε δυο φράσεις και γιατί έχει σημασία:

Ελληνικό, είναι ένα σχέδιο που βασίζεται στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας. Σε όλα εκείνα που κάνουν την πατρίδα μας ιδιαίτερη. Από τον φυσικό μας πλούτο και τα μοναδικά μας προϊόντα, στο ανθρώπινο δυναμικό μας. Κυρίως στις αρχές και τις αξίες των Ελλήνων. Διότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που αντανακλούν ειλικρινά τις αξίες των Ελλήνων παραμένουν περιζήτητα και πολύ ακριβά.

Είναι προφανές ότι κανείς δεν γνωρίζει τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα καλύτερα από εμάς τους ίδιους. Χρειαζόμαστε τεχνογνωσία για να απαντήσουμε το «πώς;», αλλά ξέρουμε καλά το «τι;»

Ανατρεπτικό, είναι ένα σχέδιο που μεταφέρει εξουσίες και αρμοδιότητες από το Κεντρικό Κράτος, που αδυνατεί να αξιολογήσει και να αξιοποιήσει αειφόρα τις πλουτοπαραγωγικές του πηγές, στην αποκεντρωμένη διοίκηση και σε φορείς που μπορούν. Τέτοιοι φορείς είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση και τα Επιμελητήρια.

Η αποκέντρωση δεν σχετίζεται μόνο με τη γεωγραφική κατανομή της εξουσίας αλλά με τη μεταφορά των αποφάσεων εκεί που υπάρχει η συλλογική γνώση για να παρθούν σωστά.

Συνεργατικό, είναι ένα σχέδιο που δίνει έμφαση στη συλλογική αντιμετώπιση των προκλήσεων της Ανάπτυξης. Που προσκαλεί όλους τους ενδιαφερόμενους γύρω από πλουτοπαραγωγικές πηγές να συμμετέχουν ενεργά στην διαδικασία αξιοποίησης τους και στις αποφάσεις για την κατανομή του πλούτου που παράγουν.

Καθένας μας έχει τα όριά του. Όταν όμως λειτουργούμε συλλογικά η πείρα και η γνώση του ενός πολλαπλασιάζεται από την πείρα και την γνώση του άλλου.

Ας πάρουμε ως παράδειγμα την τουριστική ανάπτυξη της Πελοποννήσου.

Μια δραστηριότητα που όλοι γνωρίζουμε μπορεί να λύσει, με τις παράπλευρες δραστηριότητές της, το πρόβλημα της ανεργίας στην Πελοπόννησο.

Τι να πρωτοπεί κανείς για την τουριστική ανάπτυξη της Πελοποννήσου; Σε σχέση με κάθε άλλο προορισμό έχει πολλαπλάσια προικοδοτηθεί.

Πολιτισμός; Κόρινθος, Μυκήνες, Επίδαυρος, Ναύπλιο, Μονεμβασία, Μάνη, Μυστράς, Αρχαία Μεσσήνη (ένας από τους πιο εντυπωσιακούς αρχαιολογικούς χώρους της Πατρίδας μας), Ολυμπία. Το Καρναβάλι εδώ.

Φυσική ομορφιά; Από το Αίγιο ως την Πύλο και από την ορεινή Αρκαδία ως τις παραλίες της Μάνης.

Προϊόντα; Παγκοσμίου φήμης. Όπως οι ελιές της Καλαμάτας, η Μαυροδάφνη της Αχαΐας και το Αγιωργίτικο της Νεμέας, η Τσακώνικη μελιτζάνα, τα μήλα της Αρκαδίας.

Πανέμορφα συνδεδεμένα νησιά όπως οι Σπέτσες και τα Κύθηρα, η αγαπημένη μου Κεφαλονιά και η Ζάκυνθος.

Χώρους για αθλητισμό; Ιστιοπλοΐα, σκι, αναρρίχηση, αετός, πεζοπορίες, ποδήλατο, ιππασία, ψάρεμα, κυνήγι, καγιάκ, κάθε γήπεδο υπό τον ήλιο.

Προικισμένη γη. Αν η Ιρλανδία και η Πολωνία μπορούν να αναπτύξουν τον τουρισμό τους και να έχουν 80% πληρότητα όλο το χρόνο με 9 μήνες βροχόπτωση γιατί δεν μπορεί η Πελοπόννησος;

Διότι όπως όλες οι αναξιοποίητες ή υπό-αξιοποιημένες πηγές πλούτου στη χώρα μας έτσι και ο τουρισμός της Πελοποννήσου υποφέρει από τρία δεινά:

  • Λάθος επωνυμία και τοποθέτηση προϊόντος.
  • Ελλειμματικούς θεσμούς.
  • Περίπλοκες διαδικασίες.

Τι εννοώ;

Αν δείτε πώς η Πελοπόννησος πλασάρεται στον χάρτη του παγκόσμιου τουρισμού θα δείτε ότι «πουλάει» τον εαυτό της ως φθηνό ελληνικό νησί.

Αντί να αναδείξει κάθε τι που την κάνει ιδιαίτερη και να ενισχύσει τις τουριστικές δραστηριότητες που αυτόν τον καιρό αναπτύσσονται (όπως τον Τουρισμό της Περιπέτειας που διαρκεί όλο τον χρόνο και χρειάζεται φθηνές υποδομές) πουλάει ήλιο και θάλασσα.

«Αν δεν έχετε τα χρήματα να πάτε στην Μύκονο μπορείτε να έρθετε στην Κυλλήνη».

Εγκληματική προσέγγιση. Διότι υποβαθμίζει το τουριστικό της προϊόν και ανταγωνίζεται εσωτερικά αντί να αναδεικνύει τη δύναμή της και να στέκεται περήφανα δίπλα στους μεγάλους ελληνικούς προορισμούς.

Υποφέρει επίσης από ελλειμματικούς θεσμούς.

Ας αρχίσουμε με τα βασικά. Εδώ που είμαστε δεν είμαστε στην Πελοπόννησο. Είμαστε στην Δυτική Ελλάδα. Για να κάνουμε την Πάτρα πρωτεύουσα περιφέρειας σπάσαμε την Πελοπόννησο στα δύο. Λάθος. Τουλάχιστον σε ότι αφορά την ανάπτυξη.

Άντε τώρα να «πουλήσεις» Δυτική Ελλάδα σε ξένους (ενώ ξέρουν την Πελοπόννησο) και άντε να εξηγήσεις γιατί η Ολυμπία δεν είναι στην Πελοπόννησο.

Είναι επίσης αδιανόητο ότι νησιά όπως οι Σπέτσες αλλά και τα Κύθηρα δεν «πακετάρονται» τουριστικά με την Πελοπόννησο.

Δεν είναι όμως μόνο αυτό το πρόβλημα. Για κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα πρέπει να υποστηρίζεσαι από μια στρατιά δικηγόρων και λογιστών για να δεις αν αυτό που θέλεις να κάνεις είναι νόμιμο.

Ειδικά ό,τι είναι καινοτόμο. Διότι το κεντρικό κράτος δεν το καταλαβαίνει και δεν γνωρίζει την σημασία του για την οικονομία.

Εδώ δένουν και οι περίπλοκες διαδικασίες. Μέχρι να καταλάβεις ποιος είναι αρμόδιος και τι πρέπει να κάνεις για να αξιοποιήσεις την πλουτοπαραγωγική πηγή τα παρατάς. Στο κεντρικό κράτος, μαζί με την αρμοδιότητα χάνεται και η γνώση.

Δεν είναι τυχαίο ότι αναδεικνύουμε ως ήρωες όσους επιβιώνουν αυτού του συστήματος.

Όπως ο Καπετάν Βασίλης Κωνσταντακόπουλος που πήρε τον τίτλο του μεγάλου πατριώτη όχι μόνο επειδή είχε όραμα για τον τόπο του και καινοτόμα σκέψη αλλά επειδή κατάφερε να υπερβεί τους εκατοντάδες άθλους της ελληνικής γραφειοκρατίας.

Αν θέλουμε να δημιουργήσουμε πλούτο στην Πελοπόννησο ούτε μπορούμε να αφήσουμε τα πράγματα όπως είναι, ούτε όμως να περιμένουμε από ξένους.

Θα πρέπει να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας, να δημιουργήσουμε και να υλοποιήσουμε το δικό μας σχέδιο.

Πώς όμως θα γίνει αυτό;

Φέρνοντας τις αποφάσεις εκεί που υπάρχει η γνώση, συνδέοντας την γνώση του ενός με την γνώση του άλλου και επενδύοντας εκεί που μπορεί να παραχθεί πλούτος.

Είναι ώρα φίλες και φίλοι να αναδείξουμε στην Ελλάδα την ιδέα των Κοινοτήτων Ενδιαφερομένων.

(Στα Αγγλικά ο όρος είναι Stakeholder Communities αλλά στα Ελληνικά δεν υπάρχει καλύτερη μετάφραση – ακόμα τουλάχιστον).

Ο όρος αφορά την οργάνωση και κινητοποίηση ομάδων δράσης γύρω από πλουτοπαραγωγικές πηγές.

Οι ομάδες αυτές αποτελούνται από όσους έχουν ενδιαφέρον να αναπτύξουν την πηγή όπως οι επιχειρήσεις της περιοχής, τα επιμελητήρια, οι ομάδες παραγωγών και οι συνεταιρισμοί.

Δεν είναι όμως μόνο αυτοί. Πλαισιώνονται από τα πανεπιστήμια, εκπαιδευτικά και πολιτιστικά ιδρύματα, πολιτιστικούς συλλόγους.

Αλλά ούτε αυτοί αρκούν.

Όσο και αν σας φαίνεται περίεργο στις ομάδες ενδιαφερομένων πρέπει να εντάσσονται και ενδιαφερόμενοι που θέλουν να προστατέψουν την πηγή όπως εφορίες αρχαιοτήτων και περιβαλλοντικές οργανώσεις.

Εδώ είναι που συνήθως χάνω το ακροατήριό μου.

«Αν Παύλο για την ανάπτυξη της Πελοποννήσου φέρεις τις εφορίες αρχαιοτήτων δεν πρόκειται να δούμε φράγκο».

Δεν αδικώ ανθρώπους που σκέφτονται έτσι. Όλοι έχουμε ακούσει ιστορίες τρόμου. Αλλά δεν είναι έτσι.

Και δεν είναι έτσι διότι όπως κάθε άλλη ομάδα ειδικών, στους αρχαιολόγους θα βρεις 20% αμετακίνητους, 60% που θα βοηθήσουν αν τους εντάξεις στην αρχή της διαδικασίας αλλά και 20% που θα σου σύρουν τον «χορό».

Σκέφτομαι ανθρώπους όπως τον Πέτρο Θέμελη το έργο του οποίου έχει κάνει τον γύρο του κόσμου. Το ίδιο και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις.

Ξέρετε γιατί; Διότι ξέρουν την πλουτοπαραγωγική σου πηγή καλύτερα από σένα. Και μπορούν να σου δείξουν πράγματα που δεν τα είχες φανταστεί. Αυτό που δεν θέλεις είναι να τους αφήσεις απ’ έξω και να τους έχεις απέναντι.

Και η Τοπική Αυτοδιοίκηση; Η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να είναι ο μεγάλος σύμμαχος τέτοιων προσπαθειών αλλά μπορεί να είναι και τροχοπέδη. Εξαρτάται από την ηγεσία της.

Δεν είναι όμως απαραίτητη. Οι κοινότητες ενδιαφερομένων πρέπει και μπορούν να λειτουργούν έξω από τις παραδοσιακές δομές εξουσίας. Για να μπορούν να διεκδικούν αναγκαίες αλλαγές.

Προφανώς λειτουργούν πιο γρήγορα με την υποστήριξη των παραδοσιακών δομών εξουσίας αλλά ο βασικός τους ρόλος είναι να πιέζουν για αλλαγές που θα απελευθερώσουν τις δημιουργικές δυνάμεις ενός τόπου.

«Αυτά δεν γίνονται στην Ελλάδα, Παύλο». Το ακούω συχνά. Περίεργο. Ο πιο περήφανος λαός του κόσμου να χρησιμοποιεί τόσο συχνά την φράση «Δεν γίνεται.» Και όμως γίνεται.

Διότι έγινε στην Ιρλανδία όταν η Ιρλανδία ήταν σε χειρότερη πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση από την Ελλάδα σήμερα.

Γίνεται στη Σουηδία και στον Καναδά. Αλλά γίνεται και στην Ινδία, στο Πακιστάν και στην Ουγκάντα που οργάνωσαν τοπικές κοινωνίες για να προστατέψουν και να αναδείξουν τους γορίλες τους.

Και γίνεται στα Σκόπια. Στα οποία για να αναπτύξουν τουριστικά τους ορεινούς τους όγκους έχουν καλέσει Έλληνες επιχειρηματίες για να προσθέσουν πολιτιστικό προϊόν εκεί που αυτοί δεν έχουν. Αν μπορούν οι Σκοπιανοί να συνεργαστούν με Έλληνες για το κοινό τους καλό δεν μπορούν να συνεργαστούν οι Καλαματιανοί με τους Πυργιώτες;

Θα μου πείτε «Πρώτα πρέπει να αποφασίσουν που ανήκει ο Επικούρειος Απόλλωνας».

Πέρα από τα αστεία όμως η συνεργασία έχει γίνει το πιο σημαντικό εργαλείο στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία.

Όσο γιγαντώνεται η παγκοσμιοποίηση τόσο οι μικροί θα επιβιώσουν και θα διαπρέψουν όταν μάθουν να συνεργάζονται.

Όσο η αγορά θα γιγαντώνεται και το κεντρικό κράτος θα αποδυναμώνεται, τόσο η τοπική κοινωνία θα πρέπει να αποφασίζει για την μοίρα της. Τουλάχιστον σε αυτά τα θέματα.

Διότι εκεί υπάρχει γνώση. Και εδώ έγκειται η μεγαλύτερη δυσκολία στο εγχείρημα.

Πάνω που μάθαμε να ανταγωνιζόμαστε τώρα πρέπει αν μάθουμε να συνεργαζόμαστε. Όχι για να ανεβάσουμε τις τιμές μας αλλά για να αναδείξουμε τον πλούτο που διαθέτουμε.

Ο ανταγωνισμός του ξενοδόχου στην Πάτρα δεν είναι το διπλανό ξενοδοχείο. Είναι το ξενοδοχείο της Πράγας και του Ντουμπρόβνικ. Είναι η απόφαση ενός ξένου να μείνει σπίτι του αντί να έρθει στην Ελλάδα.

Θα πάρει χρόνο να μάθουμε να συνεργαζόμαστε αλλά όταν θα βάλουμε το καλό των παιδιών μας πάνω από το δικό μας η διαδικασία θα προχωρήσει πολύ γρήγορα.

Το μυστικό της ανάπτυξης είναι η γνώση. Η γνώση που υπάρχει ανάμεσά μας.

Να ξέρεις τι να παράγεις, πώς και σε ποιους να διαθέσεις τα προϊόντα σου. Για το να το κάνεις αυτό σωστά πρέπει να έχεις βαθιά συνείδηση του ποιος είσαι, σε τι είσαι καλός και γιατί μπορείς να κάνεις κάτι καλύτερα από άλλους.

Αυτό όμως σημαίνει να πιστεύεις στον εαυτό σου και στις δυνάμεις σου και να προετοιμάζεις τις συνθήκες ώστε να δημιουργείς με αυτοπεποίθηση.

Για αυτό και το σχέδιο μας πρέπει να είναι Ελληνικό, ανατρεπτικό και συνεργατικό.

Διότι ένα σχέδιο που βασίζεται στα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα, δίνει δύναμη στις τοπικές κοινωνίες και αναπτύσσει τη συλλογικότητά μας, θα είναι δικό μας σχέδιο και θα πολλαπλασιάζει τις δικές μας δυνάμεις. Τη δική μας γνώση.

Αλλά για να αρχίσει η διαδικασία και να προχωρήσουμε μπροστά το κεντρικό κράτος θα πρέπει να κάνει το πρώτο βήμα.

Και αντί να σκέφτεται πώς θα κάνει την Ελλάδα καλύτερη για ξένους επενδυτές να αρχίσει να κάνει την Ελλάδα καλύτερη για τους Έλληνες.

Για να πεισθούμε πρώτα εμείς να εμπιστευτούμε και να επενδύσουμε στη δική μας οικονομία. Και αν το πετύχουμε αυτό τότε θα δείτε πως θα παρακαλούν οι ξένοι να επενδύσουν στη χώρα μας.

Αλλά τότε θα γίνει με τους δικούς μας όρους και όχι με τους δικούς τους.


* Ο Παύλος Γερουλάνος είναι πρώην βουλευτής και υπουργός. Το παραπάνω άρθρο αποτελεί εκτενές απόσπασμα της ομιλίας του στο 19ο Forum για την Ανάπτυξη, που διεξήχθη στην Πάτρα

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...