Ο Guardian για ένα πολιτικό σύστημα που δεν αισθάνεται και πολύ καλά τώρα τελευταία / Η Corriere della Sera για μια φήμη που προκαλεί τρόμο / Το Shellypalmer.com για τη σχέση ενός κολοσσού του Διαδικτύου με τον Μεγάλο Αδελφό / Και το BBC…
  • The Guardian

    Διαπιστώσεις/ Ετσι πεθαίνουν σήμερα οι δημοκρατίες

    Οι Στίβεν Λεβίτσκι και Ντάνιελ Ζιμπλάτ είναι καθηγητές στο Χάρβαρντ και συγγραφείς του δοκιμίου «How democracies die». Στο απόσπασμα που δημοσίευσε ο Guardian, οι δυο συγγραφείς εξηγούν ότι από τον Ψυχρό Πόλεμο και μετά, τα πραξικοπήματα και οι επαναστάσεις έχουν μειωθεί, αλλά οι δημοκρατίες δεν έχουν σταματήσει να πεθαίνουν. Πώς πεθαίνουν; Από τα χέρια των εκλεγμένων κυβερνήσεων.

    Αυτό συνέβη στη Βενεζουέλα, τη Γεωργία, την Ουγγαρία, τη Νικαράγουα, το Περού, τις Φιλιππίνες, την Πολωνία, τη Ρωσία, τη Σρι Λάνκα, την Τουρκία και την Ουκρανία. Χώρες στις οποίες «διατηρούνται στα χαρτιά τα Συντάγματα και οι δημοκρατικοί θεσμοί και οι άνθρωποι εξακολουθούν να ψηφίζουν. Οι εκλεγμένοι αυτοκράτορες συντηρούν ένα επίχρισμα δημοκρατίας ενώ την στερούν από την ουσία της».

    Ένα κενό, συχνό πλέον, και επίσης προφανώς «νόμιμο», εγκεκριμένο από τα Κοινοβούλια ή τα δικαστήρια. Και με τη σιωπή των εφημερίδων και των μέσων ενημέρωσης, που εξαγοράζεται με χρήματα ή απειλές. «Οι πολίτες δεν καταλαβαίνουν αμέσως τι συμβαίνει. Πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ζουν σε μια δημοκρατία» λένε οι Λεβίτσκι και Ζιμπλάτ και αναρωτιούνται αν μπορεί αυτό να συμβεί (ή αν συμβαίνει) και στις ΗΠΑ.

    Για να απαντήσει κανείς θα πρέπει να αναρωτηθεί:

    1) Θεωρώντας ότι αυταρχικοί και δημαγωγοί ηγέτες μπορούν να εμφανιστούν οπουδήποτε, αν αυτό συμβεί, τα πολιτικά κόμματα είναι σε θέση να σταματήσουν την άνοδό τους στην εξουσία;

    2) Αν έρθει στην εξουσία ένας αυταρχικός ηγέτης, είναι σε θέση να ανατρέψει τα θεσμικά όργανα ή περιορίζεται από αυτά;

    Η ιστορία διδάσκει ότι η «ακραία πόλωση μπορεί να σκοτώσει τις δημοκρατίες».

    Το πρόβλημα πρέπει να προσεγγιστεί με ταπεινότητα και αποφασιστικότητα. Η αγανάκτηση δεν αρκεί. Αντιθέτως, μπορεί να επιδεινώσει το πρόβλημα.

    Φωτό: Πολλή αβεβαιότητα και λίγο φως. Πηγή: Shutterstock
  • Corriere della Sera

    Υποψίες/ Κάτι τρέχει με τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό

    Τι συμβαίνει στον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό της Κίνας; Τι εννοεί ο πρόεδρος Σι Τζιπίνγκ όταν καλεί τα δυο εκατομμύρια μέλη του να είναι «έτοιμα να αγωνιστούν και να πεθάνουν στη μάχη»; Αναφέρεται σε κάποιον εξωτερικό εχθρό ή σε κάποιον εσωτερικό; Στον κίνδυνο της Βόρειας Κορέας ή σε εκείνον ενός πραξικοπήματος;

    Τα ερωτήματα αυτά θέτει η Corriere della Sera με αφορμή μια σειρά από εκκαθαρίσεις – εκκαθαρίσεις που έγιναν είτε με συλλήψεις είτε με αυτοκτονίες. Στην πρώτη κατηγορία ανήκει ο στρατηγός Φανγκ Φενγκούι, πρώην αρχηγός του γενικού επιτελείου, που είχε εμφανιστεί στο πλευρό του Σι στο Μαρ-α-Λάγκο με το στήθος γεμάτο παράσημα. Ακόμη και σήμερα δεν είναι σαφές εάν η εξαφάνισή του σχετίζεται με διαφθορά ή επειδή είχε εμπλακεί σε κάποιο παιχνίδι εξουσίας ενόψει του 19ου συνεδρίου του κόμματος.

    Στη δεύτερη κατηγορία, εκείνη των αυτόχειρων, ανήκει ο στρατηγός Τζανγκ Γιανγκ, επικεφαλής της πολιτικής διεύθυνσης. Βρέθηκε κρεμασμένος στο σπίτι του στις 23 Νοεμβρίου, ο θάνατός του ανακοινώθηκε αρκετές ημέρες μετά, λέγεται ότι πουλούσε προβιβασμούς στο στράτευμα. Ο ίδιος, όπως και ο Φανγκ, φαίνεται να είχαν πληρώσει αρκετά χρήματα για να πάρουν τον βαθμό του στρατηγού. Αλλά γιατί ο Τζανγκ κρεμάστηκε, κάτι που θεωρείται ένδειξη προδοσίας, αντί να χρησιμοποιήσει το υπηρεσιακό του όπλο; Απάντηση δεν δόθηκε αλλά οι φήμες για πραξικόπημα φούντωσαν και πάλι.

    Εντάξει, μπορεί να είναι και υπερβολικές. Αλλά το Σίνχουα, το επίσημο πρακτορείο της Κίνας, έγραψε ακριβώς  αυτά τα λόγια σε ένα μακροσκελέστατο άρθρο για τη Νέα Εποχή του Σι Τζιπίνγκ: «Από το 2012, υπό την ηγεσία του συντρόφου Σι, περισσότεροι από εκατό υψηλόβαθμοι αξιωματικοί τιμωρήθηκαν. Ενας αριθμός μεγαλύτερος από τον εκείνον των στρατηγών που έπεσαν στο πεδίο της μάχης στη διάρκεια των επαναστατικών πολέμων».

    Φωτό: Και από  πάνω γίνεται χαμός. Πηγή: EPA/HOW HWEE YOUNG
  • Shellypalmer.com

    Facebook/ Είναι το νέο υπουργείο Αλήθειας;

    «Ο πόλεμος είναι ειρήνη. Η ελευθερία είναι σκλαβιά. Η άγνοια είναι δύναμη». Αυτές είναι οι φράσεις που χαράχτηκαν στις οθόνες του Μεγάλου Αδελφού, στο «1984» του Οργουελ. Και τις μνημονεύει ένας ειδικός στις νέες τεχνολογίες, ο Σέλι Πάλμερ, ιδρυτής της ομώνυμης ιστοσελίδας, σχολιάζοντας τα τελευταία νέα του Facebook που ανακοίνωσε ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ.

    Ο ιδρυτής του Fb υποσχέθηκε ότι «θα διασφαλίσουμε ότι οι ειδήσεις που βλέπετε είναι υψηλής ποιότητας», διότι «τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επιτρέπουν στους ανθρώπους να διαδίδουν τις πληροφορίες πιο γρήγορα από ποτέ και αν δεν αντιμετωπίσουμε συγκεκριμένα αυτά τα ζητήματα  των πλαστών ειδήσεων (fake news) καταλήγουμε να τις ενισχύουμε».

    Αλλά, αναρωτιέται ο Πάλμερ, μπορεί να εμπιστευτεί κανείς την αξιολόγηση των πηγών όταν ο κριτής είναι ένας ιδιωτικός φορέας; «Τα ελεγχόμενα από το κράτος μέσα ενημέρωσης δεν εγγυούνταν ποτέ την αντικειμενική αλήθεια. Και, όπως γνωρίζουμε, ένας ελεύθερος Τύπος-  όπως εγγυάται η Πρώτη Τροποποίηση του Συντάγματος των ΗΠΑ- που ανήκει στους υπερ-πλούσιους “κηδεμόνες” δεν είναι πολύ καλύτερος».

    Στην Εποχή της Μετα-Αλήθειας, συνεχίζει, κερδίζει η πιο ελκυστική αφήγηση. Και αυτό σημαίνει ότι «έχουμε διασχίσει έναν Ρουβίκωνα, ο οποίος  μπορεί να οδηγήσει σε πολλές μορφές της σύγχρονης δικτατορίας». Ο Ζάκεμπεργκ αποφάσισε να «ζητήσει από την κοινότητα» να αναφέρει ποιες πιστεύει ότι είναι αξιόπιστες ή ψευδείς ειδήσεις. Να αποφασίζουν, δηλαδή, οι ίδιοι οι χρήστες. «Ανοησίες», λέει ο Πάλμερ: «Σε τι διαφέρει κάτι τέτοιο από τα like;». Ο κόσμος «είναι γεμάτος από υποκειμενικές αλήθειες και εδώ έχουμε ένα αντικειμενικό πρόβλημα: είναι δύσκολο να γίνει διάκριση μεταξύ αλήθειας και αληθοφάνειας».

    Η μόνη λύση είναι «να ασκήσει έλεγχο επί του περιεχομένου». Αντ ‘αυτού, τι υπόσχεται το Facebook; «Ένα νέο υπουργείο Αλήθειας».

    Φωτό: Και μας τα είχε πει ο Τζορτζ Οργουελ. Πηγή: shellypalmer.com
  • BBC

    Αγώνες/ Η γυναίκα με το κοντό μαλλί και το παράι

    Η ιστορία του Σανκάρ και της Καουζάλια θα μπορούσε εύκολα να αναδυθεί από τις σελίδες του πρώτου μυθιστορήματος της Αρουντάτι Ρόι, «Ο Θεός των Μικρών Πραγμάτων». Αλλά, όπως συχνά συμβαίνει, η πραγματικότητα ξεπερνάει πολλές φορές την φαντασία.

    Όλα ξεκινούν το 2014. Η Καουζάλια είναι κόρη ενός 38χρονου επιχειρηματία από την κάστα Θεβάρ που κυριαρχεί στην περιοχή του Ταμίλ Ναντού. Όταν πληροφορεί τους γονείς της για την επιθυμία της να γίνει αεροσυνοδός η απάντηση είναι κοφτή: Ούτε να το σκέφτεται. Η μαμά και ο μπαμπάς αναγκάζουν το κορίτσι να σπουδάσει Πληροφορική. Η Καουζάλια δεν περνάει καλά. Μέχρι που μια μέρα την πλησιάζει ο Σανκάρ, φοιτητής και εκείνος του Πολυτεχνείου. «Νομίζω ότι είμαι ερωτευμένος μαζί σου», της λέει.

    Για κάποιο διάστημα προσπαθεί να τον απορρίψει, ξέρει ότι η ύπαρξη μιας ιστορίας με έναν «ανέγγιχτο» είναι αδιανόητο. Ο Σανκάρ είναι ένας Νταλίτ, γιος ενός αγρότη, ο οποίος ζει σε μια καλύβα σε ένα χωριό της περιοχής. Στην Ινδία, υπενθυμίζει το BBC, το καθεστώς της κάστας καταργήθηκε από το Σύνταγμα το 1950, αλλά η διάκριση εις βάρος των «ανέγγιχτων» εξακολουθεί να είναι ριζωμένη.

    Για περισσότερο από ένα χρόνο, οι δυο τους ανταλλάσσουν μηνύματα στο WhatsApp. Στη συνέχεια ξεκινούν να συναντιούνται στο λεωφορείο. Δεν κάνουν τίποτα, εκτός από το να μιλάνε για τα όνειρά τους. Τον Ιούλιο του 2015, όμως, ο οδηγός μίλησε στην οικογένειά της. Η  Καουζάλια το σκάει από το σπίτι και παντρεύεται με τον Σανκάρ. «Από σήμερα, αν σου συμβεί οτιδήποτε , μην μας θεωρήσεις υπεύθυνους», της λένε οι γονείς της.

    Μια ηλιόλουστη Κυριακή οι δύο νέοι μαχαιρώνονται. Ο Σανκάρ πεθαίνει, έχει 34 μαχαιριές. Η  Καουζάλια σώζεται αλλά πρέπει να υποβληθεί σε πολλές επεμβάσεις. Βρίσκει αμέσως τη δύναμη να καταγγείλει τους γονείς της και στη δίκη καταθέτει εναντίον τους – ήταν ο πατέρας της που είχε ενορχηστρώσει τα πάντα. Μέχρι την ετυμηγορία, όταν τον Δεκέμβριο του 2017 ο δικαστής, με υποδειγματική ποινή κατά των εγκλημάτων τιμής, καταδίκασε τον πατέρα της σε θάνατο.

    Η Καουζάλια προσπαθεί να αυτοκτονήσει. Στη συνέχεια αντιδρά: κόβει τα μαλλιά της κοντά, μαθαίνει να παίζει το τύμπανο «παράι», σύμβολο των Νταλίτ, συμμετέχει σε συναντήσεις που οργανώνονται από ομάδες που καταπολεμούν τη δίωξη εναντίον των «ανέγγιχτων». Είναι μια μάχη που πλήττει 200 εκατομμύρια ανθρώπους στην Ινδία.

    Η Καουζάλια δεν είναι πλέον μόνη, από θύμα έχει γίνει ακτιβίστρια. «Η αγάπη είναι σαν το νερό που δεν μπορείς να το σταματήσεις», λέει.

    Φωτό: Και δεν θα το βάλει ποτέ κάτω. Πηγή: BBC



text
  • Μέχρι τις εκλογές ο Βελόπουλος θα έχει αφήσει μούσι και θα κυκλοφορεί με ράσο


    26 Απριλίου 2024, 20:51