1896
| CreativeProtagon

Ενα (άλλο) φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη 

|CreativeProtagon

Ενα (άλλο) φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη 

Το 1848, οι Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ενγκελς άρχισαν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο με τη φράση «Ενα φάντασμα πλανιέται στην Ευρώπη: το φάντασμα του κομμουνισμού». Ομως σήμερα, δικαιώνοντας το «πάντα ρει» του σκοτεινού μας φιλοσόφου, η πολιτική επικαιρότητα μάλλον περιγράφεται με τη φράση «Ενα φάντασμα πλανιέται στην Ευρώπη: το φάντασμα της Ακροδεξιάς».

Χαρακτηριστική είναι η κατάσταση στη Γερμανία, όπου συχνά πλέον οργανώνονται διαδηλώσεις εναντίον του ακροδεξιού AfD. Εξίσου χαρακτηριστική όμως είναι και η αντίδραση πολλών πολιτικών αναλυτών, αντίδραση που συνοψίζεται πετυχημένα στο σχόλιο ενός αρθρογράφου της ΝΖΖ (Neue Zuercher Zeitung), ότι τέτοιες διαδηλώσεις δεν αρκούν, αν δεν γίνουν κατανοητές οι αιτίες της στροφής μεγάλης μερίδας κόσμου προς την Ακρα Δεξιά και δεν συνοδευτεί από κατάλληλη πολιτική.

Αναζητώντας αυτές τις αιτίες και προσπερνώντας εύκολες εξηγήσεις, φθάνουμε σε μια σειρά από σημαντικά ζητήματα που αφορούν κεντρικές πολιτικές επιλογές των κρατών της Δύσης. Μετανάστευση, κλιματική αλλαγή, αλλά και «δικαιωματισμός», με χαρακτηριστικές περιπτώσεις τις αντιλήψεις για τον προσδιορισμό των φύλων, σε συνδυασμό με τη συνακόλουθη κουλτούρα της ακύρωσης (συχνά στο όνομα της συμπερίληψης) αποτελούν κεντρικό θέμα στις δυτικές δημοκρατίες, δημιουργώντας έντονη πόλωση, η οποία εξαπλώνεται σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας σε Ευρώπη και Αμερική.

Χαρακτηριστικές αλλά όχι μοναδικές περιπτώσεις είναι η Γερμανία και οι ΗΠΑ. Κύριος λόγος για αυτό είναι ότι δεν πρόκειται για θεωρητικές συζητήσεις επί της αρχής, αλλά, αντιθέτως, αποτελούν την πηγή πολιτικών αποφάσεων που προκαλούν σημαντικές μεταβολές (αρνητικές μάλιστα) στην καθημερινότητα των πολιτών. 

Αυτό οδηγεί, όπως έγραψε στο Protagon ο Πιέρρος Τζανετάκος (εδώ), σε αντι-ελίτ στάση, την οποία καρπούται η Ακροδεξιά, ενώ, και πάλι στο Protagon, ο Αγγελος Κωβαίος (εδώ) γράφει ότι «πέρα από τις εύκολες και πολιτικά (δήθεν) ορθές ανησυχίες, η Ευρωπαϊκή Ενωση, θεσμικά και πολιτικά, κινείται σε ένα παράλληλο σύμπαν και μακριά από την πραγματικότητα και τη ζωή των πολιτών της».

Παράδειγμα: η θεσμική αλλαγή στον γάμο δεν είναι απλή υπόθεση

Πολλά στοιχεία από τα παραπάνω μπορεί κανείς να αναγνωρίσει και στο σχετικό κλίμα που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα σχετικά με την πρόσφατη ψήφιση του νόμου για τον γάμο με ομόφυλα ζευγάρια.

Πράγματι, λίγοι νόμοι έχουν προκαλέσει τα τελευταία χρόνια τόσο μεγάλη συζήτηση και έχουν φτάσει να δημιουργήσουν σοβαρό ρήγμα σε κόμματα της Βουλής, ακόμα και στο κυβερνητικό, που τον εισηγήθηκε, όσο αυτός ο νόμος, αν και το ζήτημα δεν αφορούσε παρά μια μειοψηφία.

Ομως ο νόμος για τον γάμο στα ομόφυλα ζευγάρια συνιστά επέμβαση στο «βασικό και φυσικό στοιχείο της κοινωνίας» (βλ. άρθρο 16 της οικουμενικής διακήρυξης του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα), οπότε οι διαφορετικές εκτιμήσεις για τις πιθανές επιπτώσεις του δεν μπορεί εκ προοιμίου να θεωρούνται «ψεκασμένες» και ανάξιες σχολιασμού (ασχέτως που μπορεί μερικές από αυτές να είναι όντως). Και αυτό επειδή, για να είναι δυνατή η ισότητα σε ανόμοια πράματα, πρέπει να αφαιρεθούν ιδιότητες που τα διαφοροποιούν μεταξύ τους (όπως μία καρέκλα και ένα τραπέζι ενοποιούνται με τον όρο «έπιπλα», που αφαιρεί τις λεπτομέρειες που κάνουν την καρέκλα, καρέκλα και το τραπέζι, τραπέζι).

Αυτή η αφαίρεση ιδιοτήτων οδηγεί στην περίπτωση του γάμου των ομόφυλών ζευγαριών με βάση την αρχή της ισονομίας, π.χ. στην ορολογία «Γονέας 1» και «Γονέας 2», όπως έγινε στη Γαλλία. Αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε σύγχυση μεταξύ διαφόρων κοινωνικών στερεοτύπων (σχετικοποίηση των εννοιών «πατέρας» και «μητέρα» ή χρήση του όρου «άτομο που γέννησε παιδί» (βλ. παλιότερο άρθρο στο Protagon για τη μετατροπή της Ημέρας της Μητέρας) και έτσι είναι αναμενόμενος ο χαμηλός βαθμός κοινωνικής αποδοχής τέτοιων αλλαγών.

Από την άλλη πλευρά, όμως, όταν πρόκειται για ατομικά δικαιώματα, μπορεί μοναδικό κριτήριο να είναι ο βαθμός κοινωνικής αποδοχής. Και πράγματι, τέτοιες αλλαγές ψηφίζονται στη Βουλή, όπου συνυπολογίζονται (ή τουλάχιστον θα έπρεπε να συνυπολογίζονται) πολλές παράμετροι που ξεφεύγουν από το θυμικό της κοινωνίας.

Η κοινοβουλευτική δημοκρατία και οι δύο όψεις των αντιδημοφιλών αποφάσεων

Εδώ λοιπόν ανακύπτει η μεγάλη σημασία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, την οποία μπορεί, ακόμα και κάποιοι που πανηγύριζαν για την ψήφιση του νόμου για τα ομόφυλα ζευγάρια, να λοιδορούσαν την εποχή του «κινήματος της πλατείας» (ταυτιζόμενοι με το σύνθημα «να καεί να καεί το μπ… η Βουλή»). Πράγματι, πολύ λίγες δύσκολες αποφάσεις, και μάλιστα σε θέματα οικονομικών περικοπών, φόρων ή και δικαιωμάτων, θα παίρνονταν αν γίνονταν με δημοψηφίσματα.

Ως προς την οικονομία, αρκεί κανείς να θυμηθεί το δημοψήφισμα του 2015, καθώς το «όχι» δεν κατάφεραν να το κάνουν πολιτική ούτε οι ίδιοι που το υποστήριξαν. Και ως προς το θέμα των δικαιωμάτων, χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της παροχής του δικαιώματος της ψήφου στις γυναίκες, στην Ελβετία.

Πράγματι, ενώ δικαίωμα ψήφου άρχισε να δίνεται στις γυναίκες σε διάφορες χώρες από τις αρχές του 20ού αιώνα, κυρίως μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με καθοριστικό τον αγώνα που έδωσαν οι σουφραζέτες, στην Ελβετία, παρά την ύπαρξη αντίστοιχου κινήματος, δικαίωμα ψήφου δόθηκε για πρώτη φορά μόλις το 1971. Μάλιστα, στο τελευταίο από τα καντόνια που δόθηκε δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, το Απεντσελ Ιντερρόντεν, αυτό έγινε μόλις το 1990!

Ο κυριότερος λόγος για αυτό ήταν πως στην Ελβετία όλες οι σοβαρές αποφάσεις λαμβάνονται κατόπιν δημοψηφίσματος, οπότε οι άνδρες, που ήταν αυτοί με δικαίωμα ψήφου, ψήφιζαν συντηρητικά, κατά της επέκτασης αυτού του δικαιώματος στις γυναίκες.  

Από την άλλη πλευρά, όμως, αυξάνεται η ανησυχία ότι οι μεταβολές που αποφασίζονται και πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια από πολλές δυτικές κυβερνήσεις, με σημαντική επίδραση σε βασικά σημεία της καθημερινότητας, όπως είναι τα μέτρα για την κλιματική αλλαγή, η πολιτική ασύλου και οι μεταβολές στο Οικογενειακό Δίκαιο, σε συνδυασμό με τη γενίκευση της woke culture, μπορεί να δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιδιώκουν να λύσουν. 

Πρόσφατα παραδείγματα έχουμε από τη Γερμανία. Αυτή τη στιγμή υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία για την τύχη της αυτοκινητοβιομηχανίας της, που αποτελεί βασικό πυλώνα της γερμανικής οικονομίας, καθώς φαίνεται ότι με τα μέτρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα καθίσταται λιγότερο ανταγωνιστική και απειλείται με κλείσιμο (ή με πιθανή μεταφορά σε τρίτες χώρες). Μάλιστα, σε πρόσφατο άρθρο της ΝΖΖ τονίζεται ο κίνδυνος συνολικής αποβιομηχάνισης της γερμανικής οικονομίας (η Ελλάδα, βέβαια, δεν διατρέχει πια τέτοιο κίνδυνο, το καταφέραμε τη δεκαετία του ’80). Επίσης, η ενεργειακή πολιτική απομάκρυνσης από την πυρηνική ενέργεια που έχει αυξήσει τις τιμές ενέργειας.

Σε όλα αυτά τα παραδείγματα βλέπουμε ότι λαμβάνονται αποφάσεις χωρίς να συνυπολογίζονται οι συνέπειες στην οικονομία. Για παράδειγμα, στο πλαίσιο της πολιτικής για το άσυλο, η απόφαση για τη δημιουργία στρατοπέδου για 400 μετανάστες δίπλα σε ένα χωριό 500 κατοίκων στο Μεκλεμβούργο της Πομερανίας δημιουργεί εύλογες ανησυχίες για την ταυτότητα της περιοχής (ενώ κατά τα άλλα η σημασία της ταυτότητας έχει γίνει σημαία των δικαιωματιστών και τη συνδυάζουν με την cultural appropriation, που έφτασε να απαγορεύει σε λευκούς να παίζουν μουσική ρέγκε!)

Ο Ρίτσαρντ Νίξον επινόησε τον όρο «σιωπηρή πλειοψηφία» για όλους εκείνους που δεν εμφανίζονται στα μέσα ενημέρωσης και δεν εκφράζονται με διαδηλώσεις ή άλλες δημόσιες ενέργειες. Επειδή λοιπόν αυτοί οι πολίτες σιωπούν, τα κυβερνητικά κόμματα τείνουν να αγνοούν τις απόψεις τους. Ακόμα χειρότερα, αντί ενός πειστικού διαλόγου με ουσιαστική ανταλλαγή επιχειρημάτων, απόψεις που εκφράζουν επιφυλακτικότητα απέναντι σε μεγάλες αλλαγές στους προαναφερθέντες τομείς, δυσφημίζονται ως συντηρητικές ή ακροδεξιές. Αυτό δημιουργεί ένα έλλειμμα πολιτικής εκπροσώπησης που οδηγεί, εκτός των άλλων, σε φαινόμενα όπως η στροφή στη Γερμανία προς το AfD ή η δημοσκοπική ενίσχυση του Τραμπ στις ΗΠΑ.

Πίεση στη δημοκρατία από δύο κατευθύνσεις

Μάλιστα, αυτή η στροφή προς την Ακροδεξιά, επειδή τροφοδοτείται από την αμφισβήτηση των θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, συνδέεται στο πλαίσιο του δεξιού λαϊκισμού με το πρόταγμα της αδιαμεσολάβητης σχέσης του λαού με τον ηγέτη, εναντίον του βαθέος κράτους που ελέγχουν οι ελίτ, από το οποίο άλλωστε πηγάζουν όλες αυτές οι αντιδημοφιλείς επιλογές. Εδώ βρίσκεται μια βασική αιτία της ανησυχίας για τη δημοκρατία.

Ομως η δημοκρατία βάλλεται και από την αντίθετη κατεύθυνση. Ετσι, η διαδικασία διεύρυνσης των ατομικών δικαιωμάτων έχει ξεφύγει από την αναγκαία αναγνώριση των δικαιωμάτων των μειοψηφιών και παίρνει τη μορφή της επιβολής των εξαιρέσεων τις οποίες συνιστούν διάφορες μειοψηφίες, ως κανονικότητα. Αντίστοιχα, στο όνομα της συμπερίληψης εισάγονται διάφοροι αποκλεισμοί, και από το αίτημα της κατάργησης των διακρίσεων και των ίσων δικαιωμάτων προς όλους, τώρα εμφανίζονται νέες διακρίσεις (υποτίθεται με θετικό πρόσημο), ως  αποζημίωση για τις παλιότερες διακρίσεις.

Για παράδειγμα στις ΗΠΑ, σε παιδικούς σταθμούς διαχωρίζονται τα παιδιά των μαύρων για να μην έρθουν σε επαφή με τα παιδιά των λευκών, τα οποία κουβαλούν το αμάρτημα των πρώην διακρίσεων που επέβαλαν οι λευκοί στους μαύρους. Ή, ακόμη, στο όνομα της diversity, μπαίνουν διαφορετικά αξιοκρατικά κριτήρια για εισαγωγή σε πανεπιστήμια ή σε εταιρείες. 

Από πολιτικοί αντίπαλοι, εχθροί

Τέλος, στη θέση της πολιτικής αντιπαλότητας, που αναγνωρίζεται μέσα στη δημοκρατία και διευθετείται μέσω των θεσμών της, έχουμε μια σειρά αποκλεισμών και μια αυξανόμενη ρητορική μίσους για την αντίπαλη άποψη, που συνιστά άρνηση του συναινετικού δημοκρατικού πολιτεύματος (δεν αναφέρομαι, βέβαια, σε όσα κόμματα η Δικαιοσύνη θέτει εκτός νόμου). Για παράδειγμα, στο φετινό κινηματογραφικό φεστιβάλ του Βερολίνου δεν ήταν μόνο το μονής κατεύθυνσης ψήφισμα εναντίον του Ισραήλ.

Ενώ στην τελετή των εγκαινίων είχαν κληθεί εκπρόσωποι όλων των κομμάτων (πολύ φυσιολογικό, άλλωστε, αφού το φεστιβάλ χρηματοδοτείται από το κράτος, άρα από τα χρήματα όλων των φορολογουμένων), ύστερα από μια συγκέντρωση υπογραφών διαμαρτυρίας «ξεπροσκλήθηκαν (!) οι εκπρόσωποι του AfD (που είναι δεύτερο στις δημοσκοπήσεις στη Γερμανία σήμερα).

Σε αυτό το σημείο να υπενθυμίσω ότι από τη Μεταπολίτευση του 1974 στην Ελλάδα τα συνέδρια των κομμάτων χαιρετούσαν εκπρόσωποι όλων των άλλων κομμάτων. Και αυτό επειδή βασικό στοιχείο της δημοκρατίας είναι η παραδοχή όλων ότι κάποια στιγμή υπερισχύει η γραμμή ενός κόμματος, αλλά μια άλλη στιγμή αυτό μπορεί να αλλάξει.  

Γι’ αυτό, μεταβολές με προσοχή!

Απέναντι σε αυτή την κατάσταση έχει αναπτυχθεί μια σημαντική ανταλλαγή ιδεών με τρία κύρια χαρακτηριστικά: (1) αντίδραση στην κουλτούρα της ακύρωσης, (2) αντίδραση στον γενικευμένο λαϊκισμό που εκπροσωπείται αυτή τη στιγμή από διάφορα δεξιά κόμματα τα οποία τροφοδοτούνται από το έλλειμμα εκπροσώπησης που αισθάνονται μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, και στρέφεται εναντίον βασικών θεσμών του κοινοβουλευτισμού, υπέρ της «ανόθευτης από τους θεσμούς έκφρασης της λαϊκής βούλησης», και (3) ανάγκη σοβαρής συζήτησης και εν ανάγκη αναθεώρησης πολλών αποφάσεων που φαίνεται να λαμβάνονται στη βάση ιδεολογικών εμμονών, αγνοώντας πραγματικά δεδομένα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ανάγκη αποϊδεολογικοποίησης της πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια, υπέρ μιας πολυκριτηριακής θεώρησης. 

Σε πρόσφατο άρθρο του στην ΝΖΖ, ο καθηγητής Οτμαρ Χέφε, επικεφαλής του ερευνητικού τμήματος για την πολιτική φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Τίμπινγκεν, αναφέρεται στην έννοια του «πεφωτισμένου συντηρητισμού».

Με αυτόν τον όρο εννοεί τη στάση εκείνη που επιδιώκει να διατηρήσει ό,τι έχει δοκιμαστεί με επιτυχία στο παρελθόν, αλλά όχι ως αυτοσκοπό. Ετσι, σε αντιδιαστολή με τον παραδοσιακό συντηρητισμό, δεν αρνείται τις μεταρρυθμίσεις και δεν φοβάται τις αλλαγές. Ομως, ακολουθώντας το παράδειγμα της ιατρικής, όπου η συντηρητική θεραπεία είναι αυτή που αποφεύγει, όπου μπορεί, τις βίαιες επεμβάσεις (όπως τα χειρουργεία) και όταν πρέπει τις εκτελεί όσο πιο ήπια γίνεται, οι αποφάσεις που αλλάζουν τον κόσμο θα πρέπει να αντιμετωπίζονται πολύ προσεκτικά. Με αυτήν την έννοια, το βάρος της απόδειξης για την αναγκαιότητα πραγματοποίησης θεσμικών μεταβολών πέφτει σε αυτόν που την προτείνει. 

Και καθώς τέτοιες αποφάσεις καθορίζουν σημαντικά το μέλλον, η αιτιολόγηση της αναγκαιότητάς τους στις τωρινές συνθήκες και η αξιολόγηση των μελλοντικών επιπτώσεών τους είναι ιδιαίτερα σημαντική. Γιατί στην Ιστορία δεν έχουμε μόνο πετυχημένες αλλαγές. Και κάποιες αστοχίες μπορεί να οδηγήσουν σε καταστάσεις σαν αυτές που περιγράφουν οι Black Sabbath στο «Changes», μία πολύ ωραία μπαλάντα από το άλμπουμ τους «Volume 4»:  

I’m going through changes

Wish I could go back and change these years.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...