706
|

H Φιόνα Σο και η μπαλάντα του γέρου ναυτικού

Avatar Βένα Γεωργακοπούλου 5 Αυγούστου 2012, 07:40

H Φιόνα Σο και η μπαλάντα του γέρου ναυτικού

Avatar Βένα Γεωργακοπούλου 5 Αυγούστου 2012, 07:40

Πολύ αμφιβάλλω αν οι θεατές έφυγαν το βράδυ της Παρασκευής από την Μικρή Επίδαυρο «πιο κατηφείς και πιο σοφοί», όπως θα ήθελε ο Σάμιουελ Κόλεριτζ. Κι ας είχαν μοιραστεί καθισμένοι στις κερκίδες την εμπειρία αυτού του έρμου  του ήρωα του, που ενώ πήγαινε ανυποψίαστος σε γαμήλιο γλέντι τον βούτηξε στο δρόμο ένας Γέρος Ναυτικός για να του διηγηθεί  σώνει και καλά  τα ανατριχιαστικά παθήματά του. Για να του μάθει να προσεύχεται και να αγαπάει «όσα υπάρχουν και μεγάλα και μικρά, γιατί ο Θεός που την αγάπη του μας δίνει έπλασε και τ’ αγαπάει όλα». 

Η  φιλοσοφία και το δίδαγμα σεβασμού στη φύση και μεταμέλειας από έναν βασανισμένο εγγλέζο ποιητή του 19ου αιώνα, δεν ήταν φυσικά το θέμα, που κυριάρχησε στις κουβέντες των θεατρόφιλων, που γέμισαν το αρχαίο θεατράκι για την «Μπαλάντα του Γέρου Ναυτικού». Μιά γυναίκα ήταν, μιά ηθοποιός φαινόμενο η ίδια της φύσης. Η Φιόνα Σό.

Όσες φορές κι αν είχα διαβάσει, σαν καλή μαθήτρια, το ποίημα μού ήταν αδύνατον να φανταστώ πώς μπορούσε, όσο spectaculaire κι αν είναι, να γεννήσει μια πλήρη, κανονική θεατρική εμπειρία.  Μια τέτοια μας υποσχόταν όχι μόνο η Φιόνα Σό, πού το τεράστιο ταλέντο της το γνωρίσαμε όταν έπαιξε Μπέκετ («Ευτυχισμένες μέρες») στην ορχήστρα της Επιδαύρου. Αλλά και η σκηνοθέτις της, η Φίλιντα Λόϊς.

Κατέληξα, όμως, στο συμπέρασμα ότι αν  έχεις καταφέρει να κάνεις συμπαθή τη Μάργκαρετ  Θάτσερ («Σιδηρά κυρία») και  γκέϊ τον Κόλιν Φέρθ  (Mamma Mia!”), μπορείς να ξεπεράσεις κάθε εμπόδιο. Να μετατρέψεις την ποίηση από εσωτερική, μοναχική αναγνωστική απόλαυση σε συλλογική εμπειρία, όπου οι λέξεις γίνονται εικόνες και ο ρυθμός περνάει στο αίμα. Φτάνει, φυσικά, οι στίχοι να εκφέρονται από έναν ηθοποιό- καλοκουρδισμένο όργανο, πού μπορεί να εκφράσει με την αμεσότητα και αθωότητα του παλιού παραμυθά κάθε απόχρωση, κάθε αίσθημα , κάθε ιστορία, ακόμα και την πιο βαριά και ασήκωτη στις κυνικές εποχές μας. Έτσι απλά αντιμετώπισε και η Φιόνα Σό τη φρικτή διαδρομή του  γερο-ναυτικού από το έγκλημα (δολοφονία ενός άλμπατρος) μέχρι την εξιλέωση.

Ντυμένη στα λευκά, με ψαράδικο παντελόνι και φαρδύ πουκάμισο, η λυγερή 54χρονη Ιρλανδέζα πήδηξε ξυπόλυτη στη σκηνή κατευθείαν από τά πρώτα καθίσματα του θεάτρου, χωρίς καμμιά σύμβαση και επισημότητα. Πάνω της την περίμεναν ελάχιστα αντικείμενα: ένας τσίγκινος κουβάς, ένα παλιό ναυτικό σεντούκι, ένα μικρό καραβάκι με ξεσκισμένα πανιά, μια κουλούρα σκοινί, ένα ξύλινο υπερυψωμένο παταράκι, ένα μακρύ κοντάρι. Στο βάθος ένα λευκό καραβόπανο έκλεινε τη σκηνή από την  γαλήνια θάλασσα της Παλιάς Επιδαύρου.  Κάποιοι το βρήκαν πρόχειρο σαν σκηνικό. Εγώ το φαντάστηκα να φουσκώνει από το αεράκι, να τσουρουφλίζεται από τον  ήλιο, να ξεσκίζεται από τον άνεμο, να σέρνεται από την άπνοια.

Με μόνη της παρέα τον χορευτή Ντάνιελ Χέϊ Γκόρντον, κι αυτόν σε στοιχειώδεις, μίνιμαλ  κινήσεις, η Φιόνα Σό μας διηγήθηκε την ιστορία του Κόλεριτζ. Υποδύθηκε άπειρους ρόλους. Έγινε  τρομοκρατημένος γλεντοκόπος αλλά και βέβηλος γερο-ναυτικός. Έδωσε φωνή σε πνεύματα, που παίζουν στα ζάρια τις μοίρες των ανθρώπων. Ζωντάνεψε πάγους ,ομίχλες, δίνες και ανέμους. Έφερε στις ελιές και τα κύματα της Μεσογείου τα θαλάσσια τέρατα του Ισημερινού και του Νότιου Πόλου. Κάλεσε hollo, hollo, hollo το ευλογημένο άλμπατρος, αλλά και σήκωσε τη βαλλίστρα της να το σκοτώσει. Σύρθηκε ηττημένη με κομμένη τη φωνή. Ταξίδεψε με νεκραναστημένους συντρόφους. Πλησίασε τον θάνατο και βρήκε ευλογία. Αεικίνητη, πελώρια, συναρπαστική.

Τι άλλο να χρειαστείς; Λίγη μουσική, κάποιους σοφούς φωτισμούς πού έβαζαν στο παιχνίδι τις τεράστιες σκιές των ερμηνευτών πάνω στο καραβόπανο, μιά ματιά στην ελληνική μετάφραση του ποιήματος από τον Βαγγέλη Αθανασόπουλο ,που έτρεχε ηλεκτρονικά δίπλα στο σκηνικό, και ο  Κόλεριτζ μπήκε με το δεξί σε αρχαίο θέατρο. Όπως πριν λίγα χρόνια ο Μπέκετ, ο Σέξπιρ, ο Ρακίνας.

Μετά την παράσταση η Ιρλανδέζα φίλη μας, που αποθεώθηκε από το κοινό, απολάμβανε το δείπνο της γαληνεμένη από το άγχος της. Η «Μπαλάντα», που χάρη στην επιμονή του Γιώργου Λούκου έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στην Ελλάδα, μοιάζει να έχει διεθνή δρόμο μπροστά της. Ανάμεσα στους θεατές και ο διευθυντής της Brooklyn Music Academy , αυτής που παρέα με το Old Vic έχει συνεισφέρει στο πρόγραμμα της Επιδαύρου τον Ιθαν Χόκ και τον Κέβιν Σπέϊσι. Αλλά και ο Τόμας Οστερμάγιερ της «Σαουμπίνε», που πριν λίγες μέρες έκανε απανωτά sold out στην Αβινιόν με τον «Εχθρό του λαού» του Ίψεν. Καλά νάμαστε και μάλλον του χρόνου θάρθει και η δική μας σειρά. 
 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News