964
Από αριστερά, ένοπλη miliciana το 1936, φωτογραφισμένη από τη γερμανίδα φωτογράφο Γκέρντα Τάρο, ισπανίδες υπερασπίστριες της Δημοκρατίας στον Ισπανικό Εμφύλιο και η Γκέρντα Τάρο | CreativeProtagon /Wikipedia

Γυναίκες διανοούμενες και συγγραφείς στον Ισπανικό Εμφύλιο

Protagon Team Protagon Team 1 Φεβρουαρίου 2023, 13:59
Από αριστερά, ένοπλη miliciana το 1936, φωτογραφισμένη από τη γερμανίδα φωτογράφο Γκέρντα Τάρο, ισπανίδες υπερασπίστριες της Δημοκρατίας στον Ισπανικό Εμφύλιο και η Γκέρντα Τάρο
|CreativeProtagon /Wikipedia

Γυναίκες διανοούμενες και συγγραφείς στον Ισπανικό Εμφύλιο

Protagon Team Protagon Team 1 Φεβρουαρίου 2023, 13:59

Το ότι στον Ισπανικό Εμφύλιο κατά των δυνάμεων του Φράνκο πολέμησαν αρκετοί διανοούμενοι και συγγραφείς όπως ο Ερνεστ Χέμινγουεϊ, ο Ορσον Γουέλς και ο Γ.Χ. Οντεν (μεταξύ άλλων) είναι ευρέως γνωστό. Αντιθέτως, πολύ λιγότερο, αν όχι καθόλου, γνωστή είναι η δράση γυναικών διανοουμένων και συγγραφέων, οι οποίες επέλεξαν επίσης να μεταβούν στην Ισπανία για να πολεμήσουν τον φασισμό. Το κενό αυτό επιδιώκει να καλύψει με το νέο βιβλίο της (θα κυκλοφορήσει την άνοιξη) η βρετανίδα συγγραφέας Σάρα Γουάτλινγκ.

Ο στόχος είναι σίγουρα φιλόδοξος και παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, διαβάζοντας ωστόσο το «Tomorrow Perhaps the Future», ο Ρούπερτ Κρίστιανσεν, επίσης Βρετανός και συγγραφέας, αλλά και βιβλιοκριτικός, εντόπισε κάποιες σημαντικές ατέλειες. Σε κείμενό του στην Telegraph σημειώνει ότι, μεταξύ άλλων, το βιβλίο εμπεριέχει πολλά σύντομα κεφάλαια και άλλες τόσες αφηγήσεις, δίχως να προσφέρει, εν τέλει, «μια πραγματικά συνεκτική εικόνα».

Επιπλέον, πρόσωπα όπως η βρετανίδα υπάλληλος γραφείου Ναν Γκριν, η γερμανίδα φωτογράφος Γκέρντα Τάρο και η αφροαμερικανίδα νοσηλεύτρια Σαλάρια Κία, «παρότι δεν υπήρξαν διανοούμενες ή συγγραφείς», καταλαμβάνουν χώρο στο βιβλίο, ενώ δεν υπάρχει καμία αναφορά σε ισπανίδες συγγραφείς που μετείχαν ενεργά στον πόλεμο, όπως, για παράδειγμα, η φιλόσοφος και ποιήτρια Μαρία Θαμπράνο.

Ο Κρίστιανσεν διερωτάται με βάση ποια κριτήρια η συνάδελφός του επέλεξε τα πρόσωπα που επέλεξε, ενώ επικρίνει και τη σχεδόν παντελή απουσία των ανδρών διανοουμένων που πολέμησαν στην Ισπανία, κάνοντας λόγο για ένα μερικό, «ετεροβαρές» τελικό αποτέλεσμα. «Πέρα, όμως, από τις εν λόγω επιφυλάξεις, το βιβλίο παρουσιάζει σημαντικά πλεονεκτήματα», γράφει ο βρετανός κριτικός.

Κατ’ αρχάς, αναγνωρίζει ότι η Γουάτλινγκ κατανοεί και παρουσιάζει με ιδιαίτερη ευαισθησία τα κίνητρα όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτως φύλου, που πολέμησαν εθελοντικά στην Ισπανία διακινδυνεύοντας τη ζωή τους, αλλά ιδιαίτερα των γυναικών, που «αντιστέκονταν κατά κάποιο τρόπο στη ζωή που τους είχαν προσφέρει» και προσπάθησαν, όπως το έθεσε η αμερικανίδα μυθιστοριογράφος Τζόζεφιν Χερμπστ, να απαντήσουν σε ερωτήματα που ταλάνιζαν τις ίδιες, συνδράμοντας του Δημοκρατικούς στον αγώνα τους.

Πρόκειται για μια γενιά «που μεγάλωσε μετά το τραύμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και απέρριπτε την προτίμηση των πατεράδων της για κατευνασμό των διδακτόρων με στόχο την αποφυγή ενός άλλου αιματοκυλίσματος στην Ευρώπη», εξηγεί ο Κρίστιανσεν, ο οποίος μεταξύ των γυναικών που πρωταγωνιστούν στο βιβλίο της Σάρα Γουάτλινγκ ξεχωρίζει τη Βρετανίδα Νάνσι Κιούναρντ, μια ζάπλουτη κληρονόμο ναυτιλιακής αυτοκρατορίας, η οποία ήταν «λεπτή σαν χαρτί» αλλά πάντα αγανακτισμένη και, κατά συνέπεια, έτοιμη να εκραγεί ανά πάσα στιγμή, ενώ μπορούσε επίσης να καταστεί άκρως ενοχλητική.

Εν μέρει για να εναντιωθεί στη μητέρα της, ασπαζόταν καθετί ριζοσπαστικό, από τον μοντερνισμό στη λογοτεχνία έως τις απόψεις κατά του ρατσισμού στην κοινωνία, ενώ ένας από τους εραστές της, ο χιλιανός νομπελίστας ποιητής Πάμπλο Νερούδα, την περιέγραψε ως «δονκιχωτική, αναλλοίωτη, ατρόμητη, αξιολύπητη». Ηταν επίσης πανέξυπνη και αυθόρμητα γενναιόδωρη, ενώ στην Ισπανία βίωσε τη φρίκη του πολέμου, όχι από τα μετόπισθεν, αλλά μεταβαίνοντας στην πρώτη γραμμή, κινδυνεύοντας να σκοτωθεί.

Λιγότερο δραματική, πολύ πιο ψύχραιμη και διακριτική ήταν η παρουσία της αμερικανίδας συγγραφέως και δημοσιογράφου Μάρθα Γκέλχορν. Στη συνέχεια επρόκειτο να καταστεί κορυφαία πολεμική ανταποκρίτρια στην ιστορία της δημοσιογραφίας, αλλά στην Ισπανία ήταν μια ανταποκρίτρια που, συνοδεύοντας τον σύζυγό της (Ερνεστ Χέμινγουεϊ), κάλυπτε τον αγώνα των Δημοκρατικών, με την πεποίθηση ότι αν έγραφε ειλικρινά και, κυρίως, ανθρώπινα για όλα όσα παρατηρούσε από τη δική τους σκοπιά, θα κατάφερνε να ευαισθητοποιήσει τους αναγνώστες της.

Επιδιώκοντας να παρουσιάσει τις εξελίξεις όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικά, η επίσης αμερικανίδα ταξιδιωτική συγγραφέας και δημοσιογράφος (και φίλη της Γκέλχορν) Βιρτζίνια Κάουλς ήταν ίσως η μοναδική μεταξύ των ανταποκριτών και των ανταποκριτριών από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία που επεδίωξε να πάρει συνεντεύξεις από Εθνικιστές του Φράνκο, ούτως ώστε να ακουστούν και τα όποια δικά τους επιχειρήματα.

Στην Ισπανία, όμως, μετέβησαν και γυναίκες συγγραφείς, διακρίνοντας στην εμπόλεμη χώρα απλώς «την ευκαιρία να κάνουν περισσότερη φασαρία», γράφει ο βιβλιοκριτικός της Telegraph αναφερόμενος στη μυθιστοριογράφο Σίλβια Τάουνσεντ Γουόρνερ, «μια λεσβία και σκληροπυρηνική κομμουνίστρια», η οποία, έως ότου αποφασίσει να μεταβεί την Ισπανία, ζούσε στην ύπαιθρο του Ντόρσετ μαζί με τη σύντροφό της Βαλεντάιν Οκλαντ, όπου φημιζόταν για τη ροπή της προς την εκκεντρικότητα αλλά και για το ότι ήταν πάντα έτοιμη να καβγαδίσει. Υποστήριζε, μάλιστα, πως ήταν μάγισσα (όπως και η ηρωίδα του «Lolly Willowes», του πιο ευπώλητου από τα βιβλία της).

«Στη Βαρκελώνη, “αγοράζοντας μεγάλα σιδερένια τηγάνια για το νοσοκομείο” και βουτυρώνοντας τοστ στην καντίνα, και μιλώντας ανοιχτά για τη σεξουαλικότητά της και ούσα αδίστακτη με τον εχθρό, βρήκε ένα είδος χαράς. Αλλά οι βίαιες και εκδικητικές διασπάσεις μέσα στις φατρίες της Αριστεράς, που τόσο ενόχλησαν τον Οργουελ, ήταν κάτι που επέλεξε να μην αναγνωρίσει – ήταν πιστή στο κόμμα της και όχι στη σημαία των Δημοκρατικών. Ισως το κομμουνιστικό όνειρο να είχε μεγαλύτερη σημασία για εκείνη παρά η καθημερινή ελευθερία», αναφέρει ο Κρίστιανσεν.

Σε απόσταση «τόσο γεωγραφικά όσο και  πνευματικά» από τις παραπάνω ακτιβίστριες βρισκόταν εκείνη την περίοδο η Βιρτζίνια Γουλφ, συντετριμμένη από τον θάνατο του ανιψιού της και ποιητή Τζούλιαν Μπελ, τον Ιούλιο του 1937, ενώ οδηγούσε ένα ασθενοφόρο κοντά στη Μαδρίτη. Ο Κρίστιανσεν σημειώνει ότι στο φεμινιστικό της δοκίμιο «Three Guineas», το οποίο έγραψε στο Μπλούμσμπερι σχεδόν αμέσως μετά την προσωπική συμφορά της, η Γουλφ υποστήριξε ότι οι γυναίκες πρέπει να παραμείνουν ξένες προς τον πόλεμο, αγνοώντας τις Σειρήνες των όποιων πατριαρχικών ιδεολογιών.

Αναγνωρίζοντας ότι θα μπορούσε να κατηγορηθεί ότι μιλούσε εξ αποστάσεως και εκ του ασφαλούς, έχοντας κατά νου περισσότερο μια ουτοπία παρά την πραγματικότητα, εκείνη επέμενε πως «υπάρχει ένας άλλος τρόπος για να πολεμάει κανείς για την ελευθερία, χωρίς όπλα. Μπορούμε να πολεμάμε με το μυαλό».

Φυσικά, η ήττα των Δημοκρατικών (το 1939) αποτέλεσε ένα βαρύτατο πλήγμα, ειδικά σε συνδυασμό με τις συνέπειες της προσάρτησης της Αυστρίας και της Τσεχοσλοβακίας την προηγούμενη χρονιά από τη ναζιστική Γερμανία. Εκείνη την περίοδο, η πλειονότητα των συγγραφέων, ανδρών και γυναικών, είχαν εγκαταλείψει ήδη την Ισπανία. Ομως η Νάνσι Κιούναρντ παρέμεινε κοντά στα ισπανογαλλικά σύνορα, από όπου κάλυψε για λογαριασμό του Manchester Guardian το πέρασμα αμέτρητων προσφύγων από την Ισπανία στην όμορη Γαλλία, περιγράφοντας όλα όσα είδε ως «θρίαμβο της κολάσεως».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...