647
|

Η συνοδεία των ετοιμοθάνατων

Αθανάσιος Αλεξανδρίδης Αθανάσιος Αλεξανδρίδης 24 Φεβρουαρίου 2014, 00:45

Η συνοδεία των ετοιμοθάνατων

Αθανάσιος Αλεξανδρίδης Αθανάσιος Αλεξανδρίδης 24 Φεβρουαρίου 2014, 00:45

«Ετοιμοθάνατος», αυτός που τα βιολογικά του συστήματα καταρρέουν, που ο θάνατός του είναι «έτοιμος». Πόσο έτοιμος όμως είναι αυτός για να πεθάνει; Πόσοι έτοιμοι είμαστε εμείς, οικείοι και θεραπευτές για να τον συνοδεύσουμε στον θάνατό του;

Στην κλινική μου δουλειά αρκετές φορές ασθενείς που γνώριζαν τη μη αναστρέψιμη πορεία τους μού ζήτησαν αυτή τη συνοδεία. Δεν ήθελαν καμιά «στήριξη», όπως συχνά χυδαία λέμε, καμιά φαρμακοθεραπεία που θα τους πάγωνε το συναίσθημα και τη σκέψη. Ήθελαν να μείνουν ζωντανοί ψυχικά μέχρι τον θάνατό τους, μην και αυτός προλάβει και σκοτώσει την ψυχή τους πριν.

Θυμάμαι με πόνο και αγάπη έναν ασθενή του AIDS που ήρθε και με βρήκε λέγοντας «δεν θέλω να πεθάνω πριν καταλάβω γιατί έγινα ομοφυλόφιλος», έναν άνδρα σε καταληκτική φάση κεραυνοβόλου καρκίνου που ήξερε ότι δεν θα προλάβαινε τη γέννηση του κυοφορούμενου παιδιού του και ήθελε να μιλήσει για το κακό που με τον θάνατό του, άθελά του, έκανε στο παιδί που θα έρχονταν.

Στις συνθήκες αυτές ο ψυχαναλυτής βρίσκεται μπροστά σε μια «ποιητική ζωής» που διαστέλλει τον χρόνο και κάνει το εφήμερο να μοιάζει τεράστιο. Πρέπει να αντέξει «το μάταιο» της αφήγησης και να υποστηρίξει το τέχνασμα που δεν είναι «η αναζήτηση της αλήθειας» αλλά η επανεκκίνηση των αυτοερωτικών πηγών του ασθενούς και των αποθησαυρισμένων ερώτων του ώστε το «μυθιστόρημά του» να ενσαρκώνεται στη μεταξύ τους σκηνή, τώρα που η σάρκα του τον εγκαταλείπει. Γιατί το τέχνασμα είναι να μη μετατραπεί η αρρώστια του θανάτου σε αρρώστια του έρωτα για τη ζωή.

Στα 1982 η Μarguerite Duras (1914-1996) είναι άρρωστη, με βαρυτάτη πρόγνωση. Τον Σεπτέμβριο μπαίνει στο νοσοκομείο και τον Δεκέμβριο δημοσιεύει ήδη την Αρρώστια του θανάτου. Στο έργο συμβαίνει το αντίστροφο από την πραγματικότητα της συγγραφέως: δεν είναι ξαπλωμένη στο κρεβάτι μια ηλικιωμένη σε κώμα, αλλά μια ωραία νέα που κοιμάται. Την έχει καλέσει ένας άνδρας για να δοκιμάσει να αγαπήσει, να ερωτευθεί, κάτι που του είναι άγνωστο. «Έχετε την αρρώστια του θανάτου» του λέει η γυναίκα, εννοώντας ότι αν νοσεί ο Έρωτας, ο Θάνατος κυριαρχεί.

Με τη φαντασιωσική αυτή ένδυση του νεανικού κορμιού η Duras ανασυγκροτείται, βρίσκει τη δύναμη να επιστρέψει και συνεχίζοντας την κατάδυση στην εφηβεία της γράφει τον Εραστή, το πιο ώριμο ίσως έργο της, που δίνει στον αυτοερωτισμό της διπλό στόχο: τον πραγματικό εραστή της (τον Yann Andréa), τη γραφή.

Δώδεκα χρόνια αργότερα είναι πια στην τελική ευθεία. Για δυο χρόνια, και μέχρι τρεις μέρες πριν πεθάνει στις 3 Μαρτίου 1996, μιλά στον εραστή της αποσπασματικά, θραύσματα που μαζεύτηκαν στο εκπληκτικό τομίδιο C’est tout (Αυτό ήταν). Και εδώ επιχειρεί την αντιστροφή: ονειρεύεται να γράψει ένα βιβλίο για ένα υγιή νέο που θα πεθάνει επειδή θα το αποφασίσει αυτός και όχι γιατί θα τον προλάβει ο θάνατος: η Duras καβάλα στ’ άλογο της γραφής πηγαίνει να συναντήσει τον θάνατό της!

Αν γράφω για τις στρατηγικές της «επιβίωσης» είναι γιατί όλοι μπορούν να έχουν πρόσβαση στα κείμενά της. Θα μπορούσα να έγραφα για τον φίλο μου, τον σκηνογράφο, που πεθαίνοντας νεότατος μες στην εντατική σε υπερδιέγερση σκηνογραφούσε τη Μήδεια μ’ ένα κόκκινο του αίματος που έφθανε απ’ τη σκηνή μέχρι τις τελευταίες κερκίδες. Για έναν γνωστό έλληνα τραγουδιστή που χάθηκε πριν από λίγες μέρες και που οι φίλοι του «σαν ροκ συγκρότημα» τού έφτιαξαν τη σκηνή έτσι ώστε, αν και τρομερά καταβεβλημένος από την ασθένεια, να «αντέξει το σχοινί μέχρι το χειροκρότημα».

Παναθρώπινες και αρχαιότατες διαδρομές συνοδείας που τείνουν να εξαλειφθούν κάτω από το πρόσχημα της τεχνογνωσίας του θανάτου που, δήθεν, μόνο η ιατρική κατέχει. Όταν, όμως, τις κάνουμε, σαν τον Ερμή ψυχαγωγό, ετοιμάζουμε τους ανθρώπους μας και τον εαυτό μας. Γεμάτοι ζωή, ετοιμοθάνατοι, μπορούμε να πούμε το ύστατο «Χαίρετε»!

Υ.Γ.: Συνάντησα την Duras στα 26 μου. Μιλούσαμε για λογοτεχνία. Της είπα «τα βιβλία σας μού άρεσαν όταν ήμουν μικρός». Με κοίταξε τρυφερά με τα υπέροχα μάτια της -τέτοια μάτια μόνο η άλλη Μαργαρίτα, η Καραπάνου είχε- και μου είπε «ελπίζω να σας αρέσουν και όταν μεγαλώσετε». Μεγάλωσα. Μου αρέσουν. Είναι σχεδίες για τις θάλασσες του Έρωτα και του Θανάτου.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News