884
|

Αχ βρε ναζιάρα Ρόζα…

Γιώτα Παναγιώτου Γιώτα Παναγιώτου 2 Δεκεμβρίου 2014, 00:16

Αχ βρε ναζιάρα Ρόζα…

Γιώτα Παναγιώτου Γιώτα Παναγιώτου 2 Δεκεμβρίου 2014, 00:16

Σε φοβάμαι λίγο. Είσαι από εκείνους τους ανθρώπους που δεν μπορεί να περιγράψει εύκολα κανείς, χωρίς να πέσει στη παγίδα των κλισέ. Πώς να ξεκινήσω να γράφω για τη φωνή σου Ρόζα Εσκενάζυ χωρίς να πω για την άψογη τεχνική σου, το πάθος και την ποιότητά σου, χωρίς να γίνω κουραστική και τετριμμένη; Με λιώνει μέχρι και η σκιά σου.

Κι εκεί που πάω να τα παρατήσω, πέφτω σε ένα κομμάτι που έγραψε ο Ντίνος Χριστιανόπουλος για σένα, στα τελευταία σου. Τότε που «τρελή κι αλλοπαρμένη», παραδομένη στην άβυσσο του αλτσχάιμερ σε συντηρούσε και σε ντάντευε ο Χρήστος Φιλιππακόπουλος, πρώην αστυνομικός και εραστής σου, παντοτινός φύλακας άγγελός σου. Ο άνθρωπος που δεν σε εγκατέλειψε όταν σε ξέχασαν όλοι, που σου στάθηκε μέχρι το τέλος χωρίς να λησμονήσει ποτέ πόσο τον βοήθησες, όταν βρισκόσουν «στα ντουζένια» σου.

Γιατί έλαμψες, Ρόζα, πραγματικά. Από τότε που ξεκίνησες στη Θεσσαλονίκη, στο Θερινό Θέατρο Γκραντ Οτέλ, ως χορεύτρια. Τότε που σε έλεγαν ακόμα Σάρα Σκιναζή. Κι ας σε ξυλοφόρτωσε η συντηρητική εβραϊκή οικογένειά σου, όταν έμαθε τα «κατορθώματά» σου. Εσύ πείσμωσες, κατέβηκες στην Αθήνα κι άρχισες, παράλληλα με τον χορό, να τραγουδάς ελληνικά, τούρκικα και αρμένικα τραγούδια. Στο ενδιάμεσο, πρόλαβες και κλέφτηκες με το Γιάννη Ζαρντινίδη. Κι έκανες κι έναν γιο. Αλλά τι τα θες. Δεν ήσουν φτιαγμένη από τη στόφα της μάνας και τον παρέδωσες, μετά τον ξαφνικό θάνατο του Ζαρντινίδη σε οικοτροφείο. Είδες τον γιο σου πολλά χρόνια μετά, σχεδόν άντρα, την εποχή που μεσουρανούσες στη νυχτερινή Αθήνα. Τότε που ηχογράφησες πάνω από 500 τραγούδια, ρεμπέτικα, σμυρναίικα και δημοτικά, με μια φωνή που θυμίζει κάτι από σοπράνο της όπερας. Κι αν ήσουν στη Γαλλία θα σε τιμούσαν ως ισάξια της Edith Piaf, να το ξέρεις. Τέτοια ρίγη ξυπνά ακόμη και σήμερα η ιδιαίτερη χροιά σου.

Τις πρώτες ηχογραφήσεις των τραγουδιών σου τις έκανες στο πλάι του Παναγιώτη Τούντα, ενώ το αποκλειστικό συμβόλαιο που έχεις υπογράψει γύρω στο 1932, με την Columbia Records, όριζε ότι θα εισπράττεις το 5% για κάθε δίσκο που πουλιόταν. Το γεγονός αυτό σε κάνει τη μοναδική τραγουδίστρια η οποία είχε συνάψει συμφωνία «μαμούθ» για ποσοστά με μια δισκογραφική εταιρεία, εκείνη την εποχή. Ξεπερνώ, καθώς βλέπεις, το γεγονός ότι το τραγούδι που τραγούδησες, «Πρέζα όταν Πιεις» το 1936, ήταν η αφορμή για την επιβολή της μεταξικής λογοκρισίας. Είχες ταλέντο να φέρνεις τον κόσμο «τούμπα», άλλωστε. Κι εκτός από αυτό είχες και δαιμόνιο μυαλό επιχειρηματία, οπότε άνοιξες και ένα εστιατόριο στη Σατωβριάνδου, το περίφημο Κρυστάλ. Θα έβαζες πολλά χρήματα στην άκρη, με τόσες δουλειές, αν δεν είχες μεγάλη αγάπη στα κοσμήματα. Σαν κάθε ντίβα. Με τρελαίνει η μποέμ εικόνα σου, η γοητεία σου που τύλιγε στα δίχτυα της κάθε βλάμη που σε χάζευε κάτω από το πάλκο. Μέχρι και τον Γερμανό αξιωματούχο Χανς κατόρθωσες να σκλαβώσεις, πράγμα που αποδείχτηκε σωτήριο στα χρόνια της Κατοχής. Κι όχι μόνο για σένα αλλά και για εκατοντάδες άλλους που προστάτεψες σαν μάνα. Στήριξες την Εθνική Αντίσταση κρύβοντας κυνηγημένους, ταΐζοντας κόσμο και ντουνιά στο εστιατόριό σου. Ως άλλη Μάτα Χάρι, μάλιστα, λένε οι φήμες πως κατάφερες να κλέψεις πολύτιμα στρατιωτικά μυστικά από τον Γερμανό φίλο σου. Πολλοί Εβραίοι της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, γλίτωσαν εξαιτίας σου από το Άουσβιτς και τα άλλα κρεματόρια των Ναζί – ανάμεσά τους και η δική σου οικογένεια.

Μεταπολεμικά, κατορθώνεις να πας στην Αμερική και να ξαναδώσεις στην καριέρα σου τη διεθνή αύρα που είχε διακόψει ο πόλεμος. Και θα έμενες εκεί αν δεν είχες στο ενδιάμεσο γνωρίσει, στο αστυνομικό τμήμα της Πάτρας που είχες πάει να βγάλεις καινούρια ταυτότητα, τον Χρήστο Φιλιππακόπουλο. Για χάρη του αγόρασες το 1959 το σπίτι στην Κηπούπολη, καθώς και δύο φορτηγά και μερικά άλογα. Κι η ζωή κυλούσε με το ρεμπέτικο να έχει χάσει το μεγαλείο του κι εσένα να κάνεις σποραδικές εμφανίσεις σε φεστιβάλ και εκδηλώσεις. Το 1970, όμως, που κυκλοφορεί η Ρεμπέτικη Ιστορία, όλοι σε θυμούνται ξανά κι ο λυγμός του αμανέ σου κατακτά πάλι το κοινό. Παρά την προχωρημένη ηλικία σου συνεχίζεις να χορεύεις και να τραγουδάς μέχρι το 1977, μέχρι που σε νικά τελειωτικά η άνοια.

Το έμαθες Ρόζα. Κανείς δεν είναι αθάνατος. Το λίκνισμα, το μπρίο και το τσάκισμά σου δε στάθηκαν ικανά να εμποδίσουν το αναπόφευκτο. Ο Χρήστος σου συμπαραστέκεται μέχρι το τέλος. Κι όταν τα φώτα σβήνουν, στις 2 Δεκεμβρίου του 1980, σε κηδεύει στο χωριό του το Στόμιο Κορινθίας. Το 2008, οι κάτοικοι φτιάχνουν ένα μαρμάρινο σταυρό προς τιμή σου με την ένδειξη «Ρόζα Εσκενάζυ- Καλλιτέχνης» και τον τοποθετούν στον ανώνυμο, μέχρι εκείνη τη στιγμή, τάφο σου. Πολύ θα ήθελα να μάθω αν αυτή η ανωνυμία ήταν καπρίτσιο ή η τελευταία χάρη την οποία ζήτησες από τον άνθρωπο που σε υπεραγαπούσε κοντά τριάντα χρόνια. Βέβαια, αυτή δεν είναι η μόνη ερώτηση που θα ήθελα να σου κάνω. Αν σε πετύχαινα, θα σε ρωτούσα γιατί δήλωσες «άπατρις» 28 χρόνια πριν το θάνατό σου και πως κατάφερνες, όντας αυτοδίδακτη, να μην κολλάς σε καμία νότα. Κι ίσως να σε ρωτούσα τι νόημα είχε το μυστήριο που επίτηδες καλλιεργούσες γύρω από το άτομό σου. Αχ βρε ναζιάρα. Τυχαία σήμερα, μια μέρα πριν την επέτειο του θανάτου σου, άκουσα πάλι τη «Δημητρούλα». Δεν απορώ που ξετρελάθηκε μαζί σου, χρόνια μετά το θάνατό σου, ο Ισραηλινός Ρόι Σερ κι έκανε για σένα, το 2011, την ταινία «Καναρίνι μου γλυκό». Από εκεί μακριά που είσαι, ακόμη κουνάς τα νήματα της σαγήνης σου Ρόζα Εσκενάζυ.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News