1404
Επί τρεις δεκαετίες, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και χάρη στις συνταγές του Κέινς, η ανάπτυξη ήταν διαρκής | CreativeProtagon

Επιστρέφει το «Αόρατο Χέρι» του κράτους (και αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό) 

Protagon Team Protagon Team 9 Ιουλίου 2023, 09:44
Επί τρεις δεκαετίες, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και χάρη στις συνταγές του Κέινς, η ανάπτυξη ήταν διαρκής
|CreativeProtagon

Επιστρέφει το «Αόρατο Χέρι» του κράτους (και αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό) 

Protagon Team Protagon Team 9 Ιουλίου 2023, 09:44

Τα σημάδια πολλαπλασιάζονται εδώ και καιρό. «Το κράτος επιστρέφει» γράφει ο Αλεσάντρο Τρότσινο σε ανάλυσή του. «Δεν είχε φύγει ποτέ, φυσικά, αλλά είχε μειωθεί στο ελάχιστο, είχε μετατραπεί σε μια αδύναμη, βοηθητική, αναγκαία αλλά μισητή δομή, σε εμπόδιο, σε μηχανισμό γραφειοκρατίας και νεποτισμού» προσθέτει ο δημοσιογράφος της Corriere della Sera. Επιστρέφει, καθώς το «Αόρατο Χέρι» (η αρχή της πεφωτισμένης ιδιοτέλειας) του Ανταμ Σμιθ «πλέον ψηλαφίζει στο κενό», ενώ τα «ζωικά πνεύματα» του Κέινς «αισθάνονται μόνα, αποπροσανατολισμένα, εγκαταλειμμένα».

Μπορεί στις πιο ακραίες μορφές του ο φιλελευθερισμός να θεωρητικοποιεί την αυτάρκεια της αγοράς, τη σχεδόν θαυματουργή ικανότητα παραγωγής πλούτου και πλήρους απασχόλησης, αλλά «εκείνον τον επίγειο παράδεισο για όλους, που υποσχόταν ακόμη και ο κομμουνισμός, κανείς δεν τον έχει δει εκτός από τους “happy few”, τους λίγους τυχερούς», σημειώνει.

Για αυτό επιστρέφει τo κράτος, ή μάλλον έχει ήδη επιστρέψει αλλά ενδεχομένως όχι στον βαθμό που απαιτείται. «Μήπως χρειάζεται περισσότερο κράτος;», διερωτάται ο Τρότσινο. Στο εν λόγω ερώτημα είναι αφιερωμένο το τελευταίο τεύχος της ιταλικής πολιτικής και πολιτιστικής επιθεώρησης il Mulino. Οσον αφορά την απάντηση, ο ιταλός δημοσιογράφος κάνει λόγο για μια σειρά από παρεμβάσεις, που μάλλον τείνουν όλες «πολύπλοκα, φυσικά, και ποικιλοτρόπως» προς το ναι.

Η Μεγάλη Υφεση και ο Κέινς

Επιστρέφοντας στo παρελθόν, γράφει ότι τον 19ο αιώνα κυριάρχησε το νεοκλασικό παράδειγμα, υπό την ώθηση του Ανταμ Σμιθ, «ο οποίος δεν ενδιαφερόταν για τη διανομή και την ισότητα, επειδή η ισορροπία και η ανάπτυξη φαίνονταν εγγενώς εξασφαλισμένες από την αγορά». Ομως τον επόμενο αιώνα, τη δεκαετία του 1930, σημειώθηκε η πρώτη σοβαρή κρίση, η Μεγάλη Υφεση με το Kραχ στη Wall Street, που σταμάτησε τη θριαμβευτική πορεία της αγοράς.

Σε αυτό το πλαίσιο ο Τζον Μέιναρντ Κέινς, με τη Γενική Θεωρία της Απασχόλησης, του Τόκου και του Χρήματος, θεωρητικοποίησε τον ουσιαστικό ρόλο της κρατικής παρέμβασης και των δημοσιονομικών πολιτικών για την έξοδο από την ύφεση, εμπνέοντας, μεταξύ άλλων, και το New Deal του Ρούσβελτ.

Επί τρεις δεκαετίε, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και χάρη στις συνταγές του Κέινς, η ανάπτυξη ήταν διαρκής, καθώς υποστηριζόταν από την τεχνική πρόοδο, την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου και, κυρίως, από τεράστιες κρατικές επενδύσεις, όχι μόνο σε δημόσια αγαθά και υποδομές αλλά και για τη δημιουργία ειδικών συστημάτων προστασίας.

Από το 1950 έως το 1985 οι δημόσιες δαπάνες διπλασιάστηκαν σε σχέση με το ΑΕΠ (από 25% σε 50%). Συγχρόνως αυξήθηκαν σημαντικά και οι φορολογικοί συντελεστές, γεγονός που, μαζί με το κράτος πρόνοιας, συνέβαλε στη μείωση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων.

Η νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 τα δεδομένα άρχισαν να αλλάζουν – λόγω των πετρελαϊκών κρίσεων, του στασιμοπληθωρισμού (stagflation) και της τεχνολογικής στασιμότητας. Ο Κέινς παύει ξαφνικά να είναι της μόδας, καταλήγοντας, μάλιστα, στο εδώλιο. «Η νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση προϋποθέτει για άλλη μια φορά την αποτελεσματικότητα της αγοράς και την ικανότητά της να απορροφά τις κρίσεις. Και το κράτος, έχοντας καταστεί δυσκίνητο, καλείται ευγενικά να κάνει στην άκρη: καθήκον του πρέπει να είναι μόνο η καταπολέμηση των μονοπωλίων, οι απελευθερώσεις και οι ιδιωτικοποιήσεις, η μεταρρύθμιση  της αγοράς εργασίας και η μείωση των φορολογικών βαρών» σημειώνει ο Τρότσινο.

Η Θάτσερ και ο Ρέιγκαν

H Σιδηρά Κυρία της Βρετανίας αναδείχθηκε σε φυσική ηγέτιδα του κινήματος, καταστέλλοντας τις αντιδράσεις και υποκινώντας τη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και τον δραστικό περιορισμό της ακτίνας δράσης του κράτους. «Δεν καταφέραμε να περιορίσουμε τα όρια του κράτους στη Βρετανία, μόνο και μόνο για να τα δούμε να επιβάλλονται εκ νέου σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με ένα ευρωπαϊκό υπερκράτος να ασκεί μια νέα κυριαρχία από τις Βρυξέλλες» είχε πει το 1988.

Επτά χρόνια νωρίτερα, ένας άλλος θιασώτης του λιγότερου κράτους, ο καουμπόι-πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρέιγκαν, είχε αναφέρει πως «η κυβέρνηση δεν είναι η λύση στο πρόβλημά μας, η κυβέρνηση είναι το πρόβλημα».

Ο Τρίτος Δρόμος

Για το τέλος της αποκαλούμενης «big government» έκαναν λόγο και ο Τόνι Μπλερ στη Βρετανία και ο Μπιλ Κλίντον στις ΗΠΑ, διανύοντας τον περιβόητο Τρίτο Δρόμο. Σε αυτό το πλαίσιο κατέστη προτεραιότητα η μείωση των δημοσίων δαπανών, όπως επίσης και τους ελλείμματος και του δημόσιου χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ.

Σε αυτό το σημείο, όμως, «κάτι αρχίζει να στραβώνει», αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιταλός δημοσιογράφος, καθώς γίνεται αισθητός ο αντίκτυπος πολλών ετών αποτυχημένων οικονομικών και βιομηχανικών πολιτικών και περιορισμένων επενδύσεων σε έργα υποδομής. «Καταγράφονται κερδοσκοπικές φούσκες, αύξηση του χρέους, ανισορροπίες στα ισοζύγια πληρωμών. Η ανισότητα αυξάνεται και αυτό είναι κακό όχι μόνο για τους αδικημένους: μειώνει την κατανάλωση, τιμωρεί τη μεσαία τάξη, περιορίζει την ανάπτυξη. Επιπλέον, η αγορά, παρά τις προσπάθειες, είναι όλο και λιγότερο ελεύθερη» συνοψίζει ο Αλεσάντρο Τρότσινο.

Ενα διπλό σοκ

Στη συνέχεια ξέσπασε αρχικά η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008 και μετά η κρίση του κορονοϊού και της πανδημίας του. Το διπλό σοκ υπήρξε τεράστιο, «η οικονομία δεν μπορεί να ανακάμψει μόνη της, η αγορά δεν μπορεί το διαχειριστεί. Χρειάζεται κάτι άλλο. Χρειάζεται μια δημοσιονομική πολιτική. Διότι στις κρίσεις προστίθενται μετασχηματισμοί που απαιτούν αντιδράσεις: υπάρχει η (υπερ)παγκοσμιοποίηση (η οποία συνοδεύεται από χρηματιστικοποίηση), ο ψηφιακός μετασχηματισμός, το περιβαλλοντικό ζήτημα με την κλιματική κρίση, οι γεωπολιτικές αλλαγές (με τελευταία τον πόλεμο στην Ουκρανία) και οι δημογραφικές ανισορροπίες. Το laissez-faire υπό αυτές τις συνθήκες θα ήταν τρέλα» σημειώνει ο δημοσιογράφος της Corriere.

Oι κρατικές επιχειρήσεις

Οντως, ξαφνικά όλα αλλάζουν. Καθίσταται επιτακτική η διαχείριση της πράσινης μετάβασης, άρα πρέπει να επανασχεδιαστούν τα συστήματα μεταφορών και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Ως αντίβαρο στην παγκοσμιοποίηση, κάποιες χώρες αρχίζουν να εφαρμόζουν μια πολιτική εθνικοποίησης εταιρειών στρατηγικής σημασίας, ενώ καθίστανται εκ νέου σημαντικές οι όποιες κρατικές επιχειρήσεις.

Η εν λόγω στρατηγική εφαρμόστηκε κυρίως στην Κίνα, με το Πεκίνο να θεσπίζει ένα ειδικό όργανο (SASAC) εποπτείας και διαχείρισης κρατικών περιουσιακών στοιχείων, περιλαμβανομένων και 97 κορυφαίων επιχειρήσεων, μεταξύ των οποίων η ChemChina (χημικά προϊόντα), η Sinopec (διύλιση πετρελαίου και φυσικού αερίου), η Crrc (τρένα) και η Baowu (χάλυβας). Αλλά και η Γαλλία κινήθηκε δυναμικά, συστήνοντας μια παρόμοια υπηρεσία (APE) για τη διαχείριση μετοχών του Δημοσίου σε εταιρείες στρατηγικής σημασίας.

Παράλληλα, αρχίζουν να αυξάνονται και οι δημόσιες δαπάνες, κατά 20% στη Γαλλία από το 2008 έως το 2018 και κατά 10% στη Γερμανία την ίδια περίοδο, αναφέρει ενδεικτικά ο Αλεσάντρο Τρότσινο. Παρεμβατικού χαρακτήρα είναι και το NextGenerationEU στην ΕΕ. Οι αυστηρές δημοσιονομικές πολιτικές και η λιτότητα εγκαταλείπονται, ενώ χαλαρώνουν και οι απαγορεύσεις όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις. Παρόμοια κινούνται, φυσικά, και πιο αποφασιστικά μάλιστα, οι ΗΠΑ, με τον πολυνομοσχέδιο για τη Μείωση του Πληθωρισμού (Inflation Reduction Act) του Τζο Μπάιντεν και με το Chip and Science Act (για τη στήριξη του κρίσιμου τομέα των ημιαγωγών).

Πόσο περισσότερο κράτος;

«Χρειάζεται περισσότερο κράτος; Μήπως χρειάζεται ακόμη περισσότερο; Και ποιο κράτος;» διερωτάται ο Τρότσινο. Επαναλαμβάνει ότι, σύμφωνα με τους ιταλούς ειδικούς που επικαλείται στην εκτενή ανάλυσή του, η απάντηση τείνει να είναι θετική. Αλλά με πολλές επισημάνσεις.

Η Λάουρα Πενάκι, οικονομολόγος και πρώην βουλευτής, επισημαίνει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η επιστροφή του κράτους εξυπηρετεί το ληστρικό κεφάλαιο και ιδιωτικά συμφέροντα. Σημαντικό ζήτημα αποτελεί και η συναίνεση, δεδομένου ότι ο κρατικός παρεμβατισμός στο πλαίσιο της κλιματικής κρίσης, για παράδειγμα, θα μπορούσε να καταστεί έως και τιμωρητικός για τις φτωχότερες τάξεις.

Η Φλοριάνα Τσερνίλια, καθηγήτρια Οικονομικών στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Ιεράς Καρδίας (Università Cattolica del Sacro Cuore), επισημαίνει τον κίνδυνο ενίσχυσης των ολιγοπωλίων και προτείνει ένα ευρωπαϊκό φορολογικό σύστημα ικανό να χρηματοδοτεί τα κύρια δημόσια αγαθά στην ΕΕ.

Ο πολιτικός επιστήμονας Πάολο Τζερμπάουντο διακρίνει δύο είδη παρεμβατισμού: τον παρεμβατισμό της πρόνοιας, που επικεντρώνεται στο μέτωπο αναδιανομής, και τον παραγωγικό παρεμβατισμό, που επικεντρώνεται στη βιομηχανική και εμπορική πολιτική. Παρεμβατικά, με σημείο αναφοράς την πρόνοια, κινήθηκε για παράδειγμα η ισπανίδα υπουργός Εργασίας Γιολάντα Ντίας, η οποία κατά τη διάρκεια της πανδημίας δημιούργησε ένα είδος ταμείου ενσωμάτωσης, αύξησε τον κατώτατο μισθό τρεις φορές και ολοκλήρωσε μια μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας που μείωσε δραστικά τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου και την επισφάλεια.

Ωστόσο, η επιστροφή στον κεϊνσιανισμό δεν είναι δεδομένη, προειδοποιεί η Αντονέλα Στιράτι, καθηγήτρια Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης. Κρίνει ότι ο πειρασμός για επιστροφή στη λιτότητα είναι επίσης ισχυρός. Και οι πολιτικές για τον περιορισμό του πληθωρισμού μέσω της αύξησης των επιτοκίων, με κόστος την επιβράδυνση της οικονομίας και την πρόκληση ανεργίας, δεν προμηνύουν θετικές εξελίξεις.

Υποστηρίζει πως οι θεωρίες του Κέινς είναι οι μόνες «αναλυτικά ορθές και με ισχυρά εμπειρικά στοιχεία»: η ανεργία προκαλείται από έλλειψη ζήτησης, η οποία καθιστά απαραίτητη την παρέμβαση του κράτους και με μια δημοσιονομική πολιτική, καθώς η νομισματική πολιτική από μόνο της δεν αρκεί.

Δεν συμφωνούν, όμως, όλοι με τον στόχο της πλήρους απασχόλησης: «Υπάρχουν αυτοί που εκμεταλλεύονται τη συμβατική αδυναμία των εργαζομένων, που ευνοούνται από την ανεργία και από την προοδευτική αποχώρηση του κράτους από τομείς όπως η υγεία, η εκπαίδευση, οι συντάξεις, στους οποίους η ιδιωτική πρωτοβουλία μπορεί να καταστεί εξαιρετικά επικερδής».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...