998
| CreativeProtagon

Ιστορική συγκυρία για το ΝΑΤΟ, σημείο καμπής για τα Ελληνοτουρκικά

|CreativeProtagon

Ιστορική συγκυρία για το ΝΑΤΟ, σημείο καμπής για τα Ελληνοτουρκικά

Οταν στις 25 Φεβρουαρίου 2022, μία ημέρα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, συγκλήθηκε η έκτακτη Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ, μια νέα σελίδα είχε ξεκινήσει να γράφεται στην Ιστορία του Δυτικού Κόσμου. Σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά, και ενώ ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας μαίνεται ακατάπαυστος, η Βορειοατλαντική Συμμαχία βρίσκεται, πράγματι, εν μέσω της πλέον ιστορικής συγκυρίας μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου.

Στην επερχόμενη Σύνοδο, 11 και 12 Ιουλίου, στο Βίλνιους της Λιθουανίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν θέσει ως κορυφαία προτεραιότητά τους την ενίσχυση και τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, με απώτερο στόχο όχι απλώς την ήττα της Μόσχας στα ουκρανικά πεδία, αλλά τη μεταπολεμική κυριαρχία της Δύσης επί της Ρωσίας. Αυτή θα είναι και η κληρονομιά της προεδρικής θητείας του Τζο Μπάιντεν, ο οποίος πρέπει να αποδείξει ότι η στρατηγική επιλογή της Ουάσινγκτον να σταθεί στο πλευρό του Κιέβου δεν εδράζεται απλώς σε αξιακές και ηθικές αρχές, αλλά θα φέρει σημαίνοντα γεωστρατηγικά οφέλη στη Δύση.

Μετά τη Φινλανδία, είναι η σειρά της Σουηδίας να εισέλθει στο ΝΑΤΟ. Εκτός από την κατά περισσότερα από 800 χλμ. επέκταση των συνόρων με τη Ρωσία, η Δυτική Συμμαχία θέλει να συμπεριλάβει στις τάξεις μια χώρα τεχνολογικά προηγμένη, με σημαίνουσα αμυντική βιομηχανία και αξιόλογο στρατό. Δεν είναι, λοιπόν, μόνο η συμβολική σημασία που εκπέμπει η εικόνα ενός συνεκτικού ΝΑΤΟ προς τη Μόσχα. Υπάρχει και η σαφώς επιχειρησιακή διάσταση.

Με δεδομένη την αποδυνάμωση της Ρωσίας, ανεξαρτήτως της τελικής έκβασης του πολέμου, οι συμμαχικές δυνάμεις θα βγουν από αυτή τη διαδικασία δυναμικά ενισχυμένες, με αποτέλεσμα το διπλωματικό και στρατιωτικό ισοζύγιο μεταξύ των δύο πλευρών να γείρει ακόμα περισσότερο προς τη Δύση. Ο νατοϊκός –άρα αμερικανικός– σχεδιασμός είναι μακροπρόθεσμος. Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι η ευκαιρία για την αλλαγή της αρχιτεκτονικής ασφαλείας της Ευρώπης, με τον ρόλο της Ρωσίας να υποβαθμίζεται εκ των πραγμάτων.

Ο δρόμος περνά όμως και πάλι από την Τουρκία και τον Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος μπορεί να συναίνεσε μετά κόπων και βασάνων στην είσοδο της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, δεν φαίνεται όμως να κάνει πίσω όσον αφορά τη Σουηδία. Μπορεί ο γενικός γραμματέας της Συμμαχίας να επιμένει ότι στο Βίλνιους θα προκύψει η πολυπόθητη συμφωνία –έστω σε πολιτικό επίπεδο– αλλά κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Κι αυτό διότι το πραγματικό πρόβλημα των Τούρκων δεν είναι τόσο η αντιμετώπιση των Κούρδων από τη σουηδική κυβέρνηση, όσο ο πολυπόθητος εκσυγχρονισμός των F-16.

Το πρώτο είναι το προπέτασμα καπνού πίσω από το οποίο κρύβεται το πραγματικό διακύβευμα. Οπως έγινε και πέρυσι στη Μαδρίτη, ο Μπάιντεν μάλλον θα συναντηθεί με τον Ερντογάν. Και εν τέλει θα είναι στο χέρι του αμερικανού προέδρου, ο οποίος άλλωστε είναι αυτός που θέλει να βάλει τη σφραγίδα του στη νέα εποχή του ΝΑΤΟ, αν, σε ποιον βαθμό και κυρίως πόσο αποτελεσματικά μπορεί να πιέσει το Κογκρέσο ώστε να προχωρήσει η αγοραπωλησία.

Η διαπραγμάτευση έχει λάβει εδώ και καιρό χαρακτηριστικά οθωμανικού παζαριού, η πιθανότερη εξέλιξη του οποίου θα είναι υπέρ της Αγκυρας. Αν η Ουάσινγκτον εγγυηθεί την αναβάθμιση, τότε απλές αλλαγές διατυπώσεων στον σουηδικό νόμο, ακόμα και προσχηματικές, θα αρκούν στον Ερντογάν για να αλλάξει ρότα.

Η συγκυρία τα έφερε έτσι ώστε στο μεγάλο κάδρο της ιστορικής ανατροπής που βρίσκεται σε εξέλιξη να εμπλέκονται και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Με το τραυματικό βίωμα των σκηνών του 2020, όταν οι δυο χώρες έφτασαν ένα βήμα πριν από την ένοπλη σύγκρουση και καθώς η συνοχή της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ είναι πια προαπαιτούμενο της νέας εποχής, οι Αμερικανοί πιέζουν Αθήνα και Αγκυρα να καθίσουν ξανά στο τραπέζι (κάποιου είδους) διαλόγου. Μπορεί στην Ουάσινγκτον να μην κοιμούνται και να μην ξυπνάνε με τα Ελληνοτουρκικά στο προσκεφάλι τους, αλλά θέλουν οπωσδήποτε να αποκλείσουν κάθε σενάριο επιστροφής στην προ των σεισμών πραγματικότητα.

Το τελευταίο είναι προτεραιότητα και της Αθήνας. Εξ ου και η νέα κυβέρνηση, όπως και η προηγούμενη, στην τελευταία φάση της, φαίνεται ότι επενδύει στην επανέναρξη των συνομιλιών. Το πρώτο βήμα γίνεται στο Βίλνιους, με τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν. Πρωταρχικός στόχος μπορεί να είναι η διατήρηση της νηνεμίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά οι δημόσιες παρεμβάσεις των κορυφαίων της ελληνικής διπλωματίας δείχνουν ότι ενδεχομένως να υπάρχουν σκέψεις και για βήματα παραπέρα: «Από τη θερμή ένταση, τη θερμή επιφυλακή των προηγούμενων ετών, προτιμούμε να έχουμε καλές σχέσεις με την Τουρκία, έστω κι αν συμφωνούμε ότι διαφωνούμε. Ομως δεν θα γυρίσουμε την πλάτη στην Iστορία αν έχουμε την ευκαιρία να τη διαμορφώσουμε» ανέφερε ο πρωθυπουργός στις προγραμματικές δηλώσεις του.

«Είναι πράγματι ιστορικές οι στιγμές που ζούμε. Η συγκυρία είναι αρκετά επιβαρυμένη, περιφερειακά και διεθνώς. Νομίζω ότι είναι ακόμη μία ιστορική ευκαιρία να δοκιμάσουμε, στο πλαίσιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ώστε το Κυπριακό να τύχει της δίκαιης, βιώσιμης λύσης, την οποία όλοι επιθυμούμε» είπε από τη Λευκωσία ο υπουργός Εξωτερικών. Ισως τα περί της Ιστορίας να ακούγονται σε κάποιους υπερβολικά, αποτυπώνουν όμως την πρόθεση της Αθήνας να επιδιώξει περαιτέρω συγκλίσεις.

Είναι εύκολα αντιληπτό ότι, αν Ελλάδα και Τουρκία συμφωνήσουν στην επαναλειτουργία των διαύλων επικοινωνίας και δη στη σταδιακή επανεκκίνηση των συζητήσεων –αρχικά τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, στη συνέχεια οι διερευνητικές και τέλος κάποιου είδους πολιτικές επαφές–, αποκλείεται, τουλάχιστον προς ώρας, η κλιμάκωση της έντασης, ενώ οι δύο πλευρές αγοράζουν πολύτιμο χρόνο. Η Τουρκία, για να δείξει στη Δύση ότι δεν πρόκειται να ανοίξει ακόμα ένα μέτωπο ενδοδυτικής αντιπαράθεσης. Η Ελλάδα για να αποφύγει ακόμα μια επικίνδυνη σπατάλη πόρων και διπλωματικού κεφαλαίου προκειμένου να αντιμετωπίσει τους τουρκικούς παραλογισμούς.

Από εκεί και πέρα, όμως, αρχίζουν οι πραγματικές δυσκολίες. Πιστεύει κανείς ότι Αθήνα και Αγκυρα θα μπορούσαν να διευθετήσουν τη μία –σύμφωνα με την Ελλάδα– διαφορά τους, δηλαδή την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Ζώνης; Σε ποια ακριβώς περιοχή; Εν συνόλω σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, που είναι και η πάγια εθνική θέση, ή με άλλη μέθοδο, όπως επιθυμούν οι Τούρκοι;

Και τι θα γίνει με τα χωρικά ύδατα και αυτές που στη γλώσσα της τουρκικής διπλωματίας αποκαλούνται «γκρίζες ζώνες»; Θα αποσύρει η Αγκυρα από τους χάρτες της το τουρκολιβυκό μνημόνιο; Και τι θα γίνει με την Κύπρο, για την οποία ο Ερντογάν επιμένει ότι πρέπει να διχοτομηθεί και τυπικά;

Καλώς, λοιπόν, να αρχίσει ο διάλογος, αλλά εξίσου καλό είναι να γνωρίζουμε μέχρι πού μπορεί να φτάσει.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...