676
|

Ο κ. Μητροπάνος

Ο κ. Μητροπάνος

«Τώρα που πλαγιάζεις λυπημένη βγαίνει ένα παράπονο στις στράτες, πνίγει τους ανύποπτους διαβάτες και τους κάνει αναίτια να πονούν». Δεν μας έκανε συχνά το χατήρι ο Μητροπάνος να λέει τη «Λυπημένη» του Μίκη στις συναυλίες και στα κέντρα. «Γιατί, βρε Μήτσο;», παραπονιόμουνα. Ο κόσμος ήθελε τις μεγάλες του επιτυχίες, τη «Ρόζα» και τα «Λαδάδικα» ή το άλλο, το μακρόσυρτο «Αλίμονο», με το οποίο ολοκλήρωνε πάντα τελετουργικά τις εμφανίσεις του.

Ο καθένας μας είχε και τον δικό του Μητροπάνο. Τι να πρωτοδιαλέξεις, άλλωστε, από τά άπειρα τραγούδια του, που τέσσερις δεκαετίες τώρα σημάδευαν τις χρονιές μας, κάθε καινούργιος δίσκος του και μια αφορμή για χοροπηδητά και ακροάσεις προσεχτικές, σαν να ήταν το βινύλιο και το cd μάθημα προς εξέταση.

Εγώ, όμως, δυό τραγούδια του, τη «Λυπημένη» και τη «Θεσσαλονίκη» του Ζαμπέτα, ακούω και ξανακούω για να τον αποχαιρετήσω. Το πρώτο σπαραχτικό. Το δεύτερο αλέγκρο, εύθυμο, νεανικό. ‘Ετσι τον πρωτογνώρισα στα τέλη της δεκαετίας του ΄60  να παίρνει το αμάξι του, στην τσέπη χαρτζιλίκι και να ξεκινάει το μουσικό του ταξίδι. Πρίν τον ανακαλύψει ο Μούτσης και του δώσει το 1973 τον «Άγιο Φεβρουάριο». Πρίν περιπλανηθεί με όπλο μια μοναδική, ανεπανάληπτη, κορυφαία φωνή (μην ξανακούσω τη βλακεία ότι ήταν φάλτσος) σε όποιο μουσικό μονοπάτι του άρεσε. Βαρύ λαϊκό, έντεχνο, σύγχρονο. Για να κερδίσει τους πάντες, από διανοούμενους μέχρι λαϊκούς ανθρώπους. Να βαφτίσει με τα τραγούδια του κουλτουριάρικες ταινίες. Να κυριαρχήσει στην νύχτα. Να γίνει μύθος.

Δεν γίνεται να αποφύγεις τις υπερβολές, να γράψεις έναν αντικειμενικό και ψυχρό κείμενο για τον Δημήτρη Μητροπάνο όταν ανήκεις σε εκείνους, τους πολλούς, που τον είχαν κυριολεκτικά σαν θεό. Που ό,τι και να τραγούδαγε, από Μούτση, Θεοδωράκη, Παπαδημητρίου, Μικρούτσικο και Τόκα μέχρι Μουσαφίρη και Παπαβασιλείου, στεκόσουν και τον άκουγες με την τρίχα κάγκελο και τα μάτια κλειστά. Που σου επέβαλε και το πιο μέτριο τραγούδι του, γιατί απλούστατα σού 'φτανε και σού περίσσευε η φωνή του. Που έτρεχες να τον δεις σε κέντρα και συναυλίες για να γίνεις λίγο καλύτερος άνθρωπος.            

Θυμάμαι τη γαλήνη και τη δύναμη συγχώρεσης, που μού δώρισε, στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μου, τραγουδώντας το «Πρώτο φθινόπωρο» του Κορακάκη στη Βοστώνη. Γιατί, ναί, υπήρξα τυχερή. Το επάγγελμά μου με έκανε να γνωρίσω από κοντά το ίνδαλμά μου, να τού πάρω συνεντεύξεις, να τον ακολουθήσω σε περιοδείες. Και τι σπάνιο πράγμα. Ο προσωπικός του μύθος όχι μόνο άντεξε, έγινε ακόμα μεγαλύτερος όταν στη φωνή και τά τραγούδια του προστέθηκε ο ίδιος ο κ. Μητροπάνος με σάρκα και οστά.

Λέω «κ. Μητροπάνος» γιατί αυτός ο γοητευτικός άνδρας, για τον οποίον παραληρούσαν τα (γυναικεία) πλήθη και η σύντροφός του, η Βένια, χαμογελούσε, ήταν ένας βαθιά ευγενικός, συνεσταλμένος και εσωστρεφής άνθρωπος. Δεν παρίστανε τίποτα. Δεν ενδιαφερόταν για την καθημερινή εικόνα του, μόνο για την υστεροφημία του, για τα τραγούδια που θα άφηνε. Μίλαγε τόσο χαμηλόφωνα, που έκανες προσπάθεια για να τον ακούσεις και να απολαύσεις το χιούμορ του. Τις απόψεις του, κι αυτές κοφτά και μετρημένα τίς έλεγε. Δεν είναι τυχαίο, που όταν ανέβαινε στη σκηνή συνήθως έκλεινε τα μάτια, αποσυρόταν στον εαυτό του, ακόμα κι όταν μας έκανε το χατήρι να ρίξει και δυό βόλτες ζεϊμπέκικο. Σαν να τραγούδαγε γι’ αυτόν και μόνο γι’ αυτόν, σαν η πίστα του λαϊκού κέντρου να ήταν μια σκηνή θεάτρου κι αυτός ένας υποκριτής, που οι κραυγές («μεγάλε») και ο χαμός ούτε που τον έφταναν.                 

Κι αν τον παρομοίαζα συνέχεια στη φωνή με τη Τζάνις Τζόπλιν, ποτέ δεν τον θεώρησα έναν απλό τραγουδιστή. Ηταν κάτι πιο σύνθετο. Μια καλλιτεχνική φλόγα τον έκαιγε ολόκληρο. Έπαιρνε τα τραγούδια και τά άπλωνε, τά έκανε γεγονότα μεγαλύτερα από τις νότες και τους στίχους. Του’ διναν με κρύα καρδιά το Ηρώδειο κι αυτός το γέμιζε -όχι, όχι μόνο με κόσμο- αλλά με την τεράστια προσωπικότητα, τη ψυχή και το πάθος του.                

Γνωστή η διαδρομή του από τα Τρίκαλα και τη φτώχεια στη φήμη και τον πλούτο. Ακόμα, όμως, και στο σπίτι του στο Ψυχικό ένας Λαμπράκης παρέμεινε. Ωραίος, ρομαντικός και αξιοπρεπής σαν τη φωνή του. Νομίζω ότι πολύ θα θύμωνε αν διάβαζε την ανακοίνωση του Σαμαρά, που προσπαθεί να τον εντάξει στο εθνικιστικό του σύμπαν, μόνο και μόνο επειδή τραγούδησε για τη Μακεδονία.                               

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News