863
Το Πεκίνο πνιγμένο στο νέφος: η Κίνα κατέγραψε τα υψηλότερα επίπεδα ρύπανσης από μικροσωματίδια μέσα στο 2023 | Shutterstock/designbydx

Θύμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης όλος ο πλανήτης

Protagon Team Protagon Team 19 Μαρτίου 2024, 20:37
Το Πεκίνο πνιγμένο στο νέφος: η Κίνα κατέγραψε τα υψηλότερα επίπεδα ρύπανσης από μικροσωματίδια μέσα στο 2023
|Shutterstock/designbydx

Θύμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης όλος ο πλανήτης

Protagon Team Protagon Team 19 Μαρτίου 2024, 20:37

Η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι κάτι που μοιράζονται οι περισσότεροι πολίτες στον κόσμο, και τα μέτρα των κυβερνήσεων για τον περιορισμό της είναι ανεπαρκή. Μόλις 10 από τις 134 χώρες που έλεγξε η ελβετική περιβαλλοντική εταιρεία IQAir πέρσι πέτυχαν τα στάνταρ του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για τα επίπεδα της σωματιδιακής ύλης.

Τα μικροσωματίδια που μελετώνται ονομάζονται PM2,5, είναι στέρεης μορφής, έχουν μέγεθος μικρότερο από 2,5 χιλιοστά του χιλιοστού και μπορούν να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος. Τα συγκεκριμένα σωματίδια συνιστούν την πιο θανατηφόρα μορφή ατμοσφαιρικής ρύπανσης, που οδηγεί σε εκατομμύρια πρόωρους θανάτους κάθε χρόνο, αναφέρει ρεπορτάζ των New York Times.

Σύμφωνα με τις οδηγίες του ΠΟΥ, οι άνθρωποι δεν πρέπει να εισπνέουν περισσότερα από 5 μικρογραμμάρια λεπτών σωματιδίων ανά κυβικό μέτρο αέρα, κατά μέσο όρο, κατά τη διάρκεια ενός έτους. Αλλά δεν συμφωνούν όλοι στο ανώτατο αυτό όριο – η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος των ΗΠΑ πρότεινε πρόσφατα την πτώση του ανώτατου στάνταρ των καταναλωμένων ετήσιων σωματιδίων από 12 σε 9 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο.

Οι ελάχιστες οάσεις καθαρού αέρα που τηρούν τις συστάσεις του ΠΟΥ είναι κυρίως νησιωτικές χώρες, μαζί με την Αυστραλία, τη Φινλανδία και την Εσθονία. Ανάμεσα στις χώρες που δεν πετυχαίνουν αυτά τα στάνταρ –όπου ζει η συντριπτική πλειοψηφία του ανθρώπινου πληθυσμού– αυτές με τη χειρότερη ποιότητα αέρα βρίσκονται κυρίως στην Ασία και στην Αφρική.

Οι τέσσερις πιο μολυσμένες χώρες στην κατάταξη της IQAir για το 2023 –το Μπαγκλαντές, το Πακιστάν, η Ινδία και το Τατζικιστάν– βρίσκονται στη Νότια και Κεντρική Ασία. Οι αισθητήρες ποιότητας του αέρα σε αυτές τις χώρες κατέγραψαν συγκεντρώσεις λεπτών σωματιδίων που ήταν περισσότερες από 10 φορές πάνω από τις κατευθυντήριες γραμμές του ΠΟΥ.

Οι ερευνητές επισημαίνουν την κυκλοφορία οχημάτων και τις ανθρακούχες και βιομηχανικές εκπομπές αερίων, ιδιαίτερα από κλιβάνους τούβλων, ως κύριες πηγές ρύπανσης αυτών των περιοχών. Οι αγρότες που καίνε εποχιακά τα απορρίμματα των καλλιεργειών τους συμβάλλουν στο πρόβλημα, όπως και τα νοικοκυριά που καίνε ξύλα και κοπριά για θέρμανση και στο μαγείρεμα.

Μια αξιοσημείωτη αλλαγή στο 2023 ήταν η αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης της Κίνας κατά 6,3% σε σύγκριση με το 2022 – ύστερα από τουλάχιστον πέντε συνεχόμενα χρόνια βελτίωσης. Το Πεκίνο παρουσίασε αύξηση 14% στη ρύπανση σωματιδίων PM2,5 πέρυσι. Η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε «πόλεμο κατά της ρύπανσης» το 2014, και έκτοτε είχε σημειώσει πρόοδο.

Αλλά η πιο απότομη μείωση της ρύπανσης από τα σωματίδια PM2,5 της Κίνας συνέβη το 2020, όταν η πανδημία ανάγκασε μεγάλο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας να επιβραδυνθεί ή να κλείσει. Μόλις η οικονομία επανήλθε στα προ πανδημίας επίπεδα το 2023, η μόλυνση ανέβηκε γεωμετρικά – με 11 πόλεις στη χώρα να καταγράφουν επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης τουλάχιστον δεκαπλάσια από τα επίπεδα των οδηγιών του ΠΟΥ.

Οι ερευνητές της IQAir αναλύουν δεδομένα από περισσότερους από 30.000 σταθμούς και αισθητήρες παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα σε 134 χώρες, εδάφη και αμφισβητούμενες περιοχές. Κάποιοι από αυτούς τους σταθμούς καταγραφής διοικούνται από κυβερνητικές υπηρεσίες, ενώ άλλοι εποπτεύονται από μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, σχολεία, ιδιωτικές εταιρείες και πολίτες-επιστήμονες.

Μεγάλα κενά στην παρακολούθηση της ποιότητας του αέρα μέσω εργαλείων εδάφους παρατηρούνται στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβανομένων περιοχών όπου τα δορυφορικά δεδομένα δείχνουν μερικά από τα υψηλότερα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Γη. Η IQAir, η οποία επιχειρεί να προσθέσει δεδομένα από περισσότερες χώρες μέσα στα επόμενα χρόνια, εκτιμά ότι προβλέπονται υψηλότερες μετρήσεις.

Παρότι η Βόρεια Αμερική είναι μία από τις πιο περιοχές με τον πιο καθαρό αέρα στον κόσμο, το 2023 οι πυρκαγιές έκαψαν το 4% των δασών του Καναδά –μια έκταση που αντιστοιχεί περίπου στο μισό της Γερμανίας– και μείωσαν σημαντικά την ποιότητα του αέρα.

Συνήθως η λίστα με τις πιο μολυσμένες πόλεις της Βόρειας Αμερικής μονοπωλείται από τις ΗΠΑ, αλλά πέρσι οι 13 πρώτες θέσεις ανήκαν στον Καναδά – με τις περισσότερες στην επαρχία της Αλμπέρτα, που επλήγη από τις πυρκαγιές.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, πόλεις στις Ανω Μεσοδυτικές και στις Μεσοατλαντικές πολιτείες κατέγραψαν επίσης σημαντικές ποσότητες ρύπανσης από σωματίδια PM2,5, λόγω του καπνού των δασικών πυρκαγιών του Καναδά που μεταφέρθηκε πέρα ​​από τα σύνορα.

Δεν είναι μόνο η χρόνια έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση που βλάπτει την υγεία των ανθρώπων. Για ευάλωτα άτομα, όπως οι πολύ νέοι και οι ηλικιωμένοι, ή εκείνοι με υποκείμενες ασθένειες, η αναπνοή μεγάλων ποσοτήτων σωματιδιακής ρύπανσης για λίγες μόνο ώρες ή ημέρες, μπορεί μερικές φορές να αποδειχθεί θανατηφόρα.

Περίπου ένα εκατομμύριο πρόωροι θάνατοι ετησίως μπορούν να αποδοθούν στη βραχυπρόθεσμη έκθεση στα σωματίδια PM2,5, σύμφωνα με μια πρόσφατη διεθνή μελέτη. Το πρόβλημα είναι ακόμη πιο έντονο στην Ανατολική και Νότια Ασία, καθώς και στη Δυτική Αφρική. Σε επιμέρους χώρες, όμως, η ατμοσφαιρική ρύπανση και οι επιπτώσεις της στην υγεία δεν είναι ομοιόμορφα κατανεμημένες.

Η ποιότητα του αέρα στις Ηνωμένες Πολιτείες παρουσιάζεται γενικά βελτιωμένη από την εποχή που ψηφίστηκε ο νόμος περί καθαρού αέρα τη δεκαετία του 1970. Την περασμένη δεκαετία, οι πρόωροι θάνατοι από έκθεση στα σωματίδια PM2,5 μειώθηκαν σε περίπου 49.400 το 2019, από 69.000 το 2010. Αλλά η πρόοδος σημειώνεται ταχύτερα σε ορισμένες κοινότητες από ό,τι σε άλλες.

Οι φυλετικές και εθνοτικές ανισότητες στους θανάτους λόγω ατμοσφαιρικής ρύπανσης έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με μια εθνική μελέτη που δημοσιεύθηκε αυτόν τον μήνα. Οι απογραφές περιοχών με λιγότερους λευκούς κατοίκους καταγράφουν 32% υψηλότερα επίπεδα θανάτων σε σύγκριση με εκείνες που έχουν κατεξοχήν λευκό πληθυσμό. Αυτή η διαφορά στους κατά κεφαλήν θανάτους αυξήθηκε κατά 16% μεταξύ 2010 και 2019.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...