Ενα άρθρο με τον τίτλο «Οταν ο κομμουνισμός είναι η μοναδική επιλογή» (When Communism Is the Only Option) μπορεί να εκληφθεί αρχικά ως προκλητικό ή ως προπαγανδιστικό, σε κάθε περίπτωση πάντως είναι ενδιαφέρον. Οταν το υπογράφει ο Σλαβόι Ζίζεκ, αποκτά μια επιπλέον διάσταση, καθώς ο σλοβένος φιλόσοφος, ψυχαναλυτής και πολιτικός στοχαστής έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο να αναλύει τα γεγονότα και την πραγματικότητα· με λόγο συχνά προκλητικό, παραδειγματικό και αντισυμβατικό, στοχεύει να ταρακουνήσει τις αυτονόητες βεβαιότητες του σύγχρονου αναγνώστη και συχνά τα καταφέρνει.
Ο Ζίζεκ, εν προκειμένω, κάνει μια προβολή, αναπτύσσοντας την ιδέα ότι η οικολογική κατάρρευση και ειδικά η κρίση του νερού στο Ιράν δεν αποτελεί ένα τοπικό ή συγκυριακό φαινόμενο, αλλά ένα προειδοποιητικό σημάδι για ολόκληρο τον πλανήτη. Υποστηρίζει ότι, καθώς οι κοινωνίες πλησιάζουν και ξεπερνούν τα φυσικά όρια της Γης, θα βρεθούν αντιμέτωπες με υπαρξιακές απειλές, οι οποίες θα καταστήσουν αναγκαίες λύσεις που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν ακραίες ή ουτοπικές. Σε αυτό το πλαίσιο, επιμένει ότι μορφές συλλογικής, κεντρικά οργανωμένης δράσης, η δική του εκδοχή του «κομμουνισμού», δεν είναι ιδεολογική πολυτέλεια, αλλά όρος επιβίωσης.
Στο κείμενο, το οποίο δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα απόψεων Project Syndicate, ο Ζίζεκ θέτει ένα κομβικό ερώτημα: «Πού συγκλίνουν σήμερα όλες οι μεγάλες αντιθέσεις και οι αγώνες για επιβίωση; Υπάρχει ένα μοναδικό σημείο στον πλανήτη που ενσαρκώνει την παγκόσμια δυστοπία;». Απαντώντας, ο ίδιος απορρίπτει τις προφανείς απαντήσεις, που συνήθως περιλαμβάνουν πολεμικές ζώνες. Υποστηρίζει ότι το πραγματικό επίκεντρο της παγκόσμιας κρίσης είναι αλλού: «Δεν είναι η Γάζα, η Ουκρανία, το Σουδάν ή τα κέντρα οργανωμένα κέντρα ηλεκτρονικής εξαπάτησης στο βόρειο τμήμα της Μιανμάρ. Είναι η Τεχεράνη», γράφει. Η Τεχεράνη, σύμφωνα με την ανάλυσή του, συμπυκνώνει το παγκόσμιο αδιέξοδο, καθώς μετρά αντίστροφα προς την «ημέρα μηδέν», στην οποία απλώς θα ξεμείνει από νερό.
Μεγάλο μέρος του Ιράν, εξηγεί, οδεύει προς αυτό που αποκαλεί «υδατική χρεοκοπία», δηλαδή μια μόνιμη κατάσταση όπου η ζήτηση νερού θα υπερβαίνει τη φυσική αναπλήρωσή του. Η κυβέρνηση, αντιμέτωπη με αυτή την προοπτική, συζητά ακόμη και τη μεταφορά της πρωτεύουσας ή την εκκένωση ενός πληθυσμού σχεδόν δέκα εκατομμυρίων. Τα αίτια της κρίσης είναι πολλαπλά: μια παρατεταμένη ξηρασία, η υπερβολικά υδροβόρα γεωργία, οι κρατικές επιδοτήσεις σε νερό και ενέργεια που ενθάρρυναν τη σπατάλη, αλλά και η υπερσυγκέντρωση οικονομικών δραστηριοτήτων στην Τεχεράνη.
Οι συνέπειες αυτών των επιλογών, όπως επισημαίνει ο Ζίζεκ, είναι πλέον ορατές και μη αναστρέψιμες. Τα υπόγεια ύδατα έχουν εξαντληθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε το έδαφος υποχωρεί, με αποτέλεσμα να καταρρέουν δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, ακόμη και να διαρρέει αέριο στην ατμόσφαιρα. Παρά το γεγονός ότι οι ιρανικές αρχές γνώριζαν εδώ και δεκαετίες το πρόβλημα, προτίμησαν να επενδύσουν σε πυρηνικά προγράμματα, στρατιωτική ισχύ και γεωπολιτικές φιλοδοξίες, αντί να αντιμετωπίσουν μια επερχόμενη οικολογική καταστροφή.
Ακόμη πιο ζοφερή ήταν, κατά το άρθρο του Ζίζεκ στο Project Syndicate, η διαχείριση της κρίσης όταν αυτή ξέσπασε ανοιχτά. Κάνει λόγο για μια «μαφία του νερού», που αποστραγγίζει λίμνες και ποτάμια για να πουλά το νερό σε όποιον μπορεί να πληρώσει, ενώ μεγάλα τμήματα του πληθυσμού στερούνται βασικές συνθήκες υγιεινής. «Το καθεστώς, αντί να προστατεύσει το κοινό αγαθό, φαίνεται να κερδοσκοπεί πάνω στην καταστροφή», γράφει στο PS.
Ο φιλόσοφος απορρίπτει τόσο τις κυνικές διεθνείς παρεμβάσεις όσο και τις «σχεδόν γελοίες» λύσεις του καθεστώτος, όπως οι μαζικές προσευχές για βροχή ή ο χημικός «εμβολιασμός» των νεφών, που απειλεί να επιδεινώσει την οικολογική ζημιά. Η κοινωνία, όπως παρατηρεί, αρχίζει να αποσυντίθεται, με χιλιάδες ανθρώπους να εγκαταλείπουν την πόλη προς την Κασπία Θάλασσα, ανοίγοντας τον δρόμο για μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών προς γειτονικές χώρες, όπως η Τουρκία, και τελικά προς την Ευρώπη.
Εκκινώντας από αυτό το συγκεκριμένο παράδειγμα, ο Ζίζεκ γενικεύει. Υποστηρίζει, ορθώς, ότι παρόμοιες κρίσεις απειλούν και άλλες χώρες, από το Αφγανιστάν μέχρι την Αίγυπτο, και ότι τα υδάτινα αποθέματα θα αποτελέσουν βασικό πεδίο διεθνών συγκρούσεων στο άμεσο μέλλον. Αυτό είναι κάτι που ήδη ξέρουμε εδώ και δεκαετίες ότι θα συμβεί. Το κρίσιμο ερώτημα, όμως, είναι τι μπορεί να γίνει σήμερα, αφού διαπιστώνει κανείς ότι χάσαμε την ευκαιρία της πρόληψης. Εδώ ο Ζίζεκ διατυπώνει τη πιο αμφιλεγόμενη θέση του, γράφοντας χωρίς περιστροφές: «Ο κόσμος θα χρειαστεί κάποια μορφή κομμουνισμού».
Σπεύδει, όμως, να διευκρινίσει ότι δεν εννοεί τον αυταρχικό σοσιαλισμό του 20ού αιώνα, αλλά μια στοιχειώδη, ρεαλιστική μορφή συλλογικής διαχείρισης. Κατά την άποψή του, ούτε τα αυταρχικά καθεστώτα, ούτε οι φιλελεύθερες δημοκρατίες, ούτε η αυθόρμητη αυτοοργάνωση αρκούν για να αντιμετωπίσουν απειλές τέτοιου μεγέθους. Σε συνθήκες υπαρξιακού κινδύνου, η κοινωνία οφείλει να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης και να επιβάλει δημόσιο έλεγχο σε κρίσιμους τομείς, όπως το νερό, γράφει.
«Μια τέτοια κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν θα πρέπει να καταργεί τις αγορές και να εθνικοποιεί τα πάντα. Αλλά θα πρέπει να επιβάλλει δημόσιο έλεγχο και να ρυθμίζει τους τομείς της κοινωνικής ζωής που έχουν άμεση σχέση με την αιτία που οδήγησε σε αυτήν. Εν προκειμένω, αυτό σημαίνει έλεγχο της διανομής του νερού και πάταξη κάθε κερδοσκοπίας» συμπληρώνει.
Η κρατική παρέμβαση, σημειώνει στο Project Syndicate, πρέπει να συνδυαστεί με τοπική αλληλεγγύη και διεθνή συνεργασία. Οσοι θεωρούν αυτές τις ιδέες ουτοπικές, κατά τον Ζίζεκ, αυταπατώνται. Οπως καταλήγει με μια φράση που συνοψίζει όλο το επιχείρημά του: «Η πραγματική ουτοπία είναι να πιστεύουμε ότι μπορούμε να επιβιώσουμε χωρίς τέτοια μέτρα».
