Νταϊάνα, η πριγκίπισσα που αψηφά τη λήθη
| Getty Images / CreativeProtagon
Θέματα

Νταϊάνα, η πριγκίπισσα που αψηφά τη λήθη

Μια πρόσφατη βιογραφία για την επαναστάτρια της βρετανικής βασιλικής οικογένειας αξιοποιεί τη χρονική απόσταση από τον θάνατό της για να αναλύσει πώς η προσιτή παρουσία της τη δεκαετία του 1990 προμήνυε την πολιτική του 21ου αιώνα: οι θεσμοί έγιναν πιο ανοικτοί. Οι πολιτικοί άρχισαν να κλαίνε δημοσίως ή ακόμη και να δέχονται ερωτήσεις για τα σίριαλ που παρακολουθούν
Protagon Team

Εχουν περάσει σχεδόν τριάντα χρόνια από τον σοκαριστικό θάνατο της πριγκίπισσας Νταϊάνα σε τροχαίο δυστύχημα, στο Παρίσι το 1997, και έχουν μεσολαβήσει δεκάδες πολύ σημαντικά γεγονότα, όμως η «πριγκίπισσα του λαού» παραμένει ζωντανή στη συλλογική μνήμη και φαντασία των ανθρώπων.

Οπως καταδεικνύει ο βιογράφος Εντουαρντ Γουάιτ στο βιβλίο του «Dianaworld: An Obsession» (Ο κόσμος της Νταϊάνα: Μια εμμονή), η κάποτε ντροπαλή καλλονή που παντρεύτηκε τον βάτραχο πρίγκιπά της δείχνει να αψηφά τη λήθη. Το βιβλίο, γράφει η Washington Post, παρουσιάζει ελάχιστα νέα στοιχεία για τη ζωή της Νταϊάνα, όμως ο Γουάιτ εκμεταλλεύεται τη χρονική απόσταση από τον θάνατό της για να κάνει μια ολοκληρωμένη πολιτιστική ανάλυση.

Η οξυδερκής αξιολόγησή του για το τι ήταν και συνεχίζει να είναι η πριγκίπισσα για τους ανθρώπους που τη γνώριζαν και για τα εκατομμύρια που δεν τη γνώριζαν, δείχνει ότι η προσιτή παρουσία της τη δεκαετία του 1990 προμήνυε την πολιτική του 21ου αιώνα.

Η πρώτη εμφάνιση της λαίδης Νταϊάνα Σπένσερ στην παγκόσμια σκηνή το 1981, ήταν «παλιομοδίτικη»: μια έφηβη που είχε ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, μια γαλαζοαίματη στην εποχή του πανκ, μια νεαρή νύφη σε μια εποχή που οι νεαρές γυναίκες αδιαφορούσαν για τον γάμο και είχαν ελεύθερες σεξουαλικές σχέσεις.

Γρήγορα όμως μετατράπηκε σε παράγοντα αλλαγής, μια ανάσα φρεσκάδας ανάμεσα στους «παρωχημένους» ενοίκους του Μπάκιγχαμ. Η Νταϊάνα πλησίασε τα πλήθη για να συναντήσει τους θαυμαστές της από κοντά, για να συνομιλήσει, να μοιραστεί προσωπικές ιστορίες και, το πιο σημαντικό, να αγγίξει και να αγκαλιάσει, γράφει η Washington Post.

29 Ιουλίου 1981. Στο μπαλκόνι του Μπάκιγχαμ μετά τον βασιλικό γάμο. Το ζεύγος μειδιά, η βασίλισσα χαιρετά. (Tim Graham Photo Library via Getty Images/ Ideal Image)

Εγινε πρωτοσέλιο δίνοντας το χέρι της σε έναν ασθενή με AIDS. Καθώς περνούσαν τα χρόνια, υπήρξαν υπαινιγμοί ότι κατείχε ένα θεραπευτικό άγγιγμα, το ίδιο που λέγεται ότι είχαν οι βασιλείς στην αρχαιότητα. Σύγχρονη πριγκίπισσα με μυθολογικές δυνάμεις, αυτή ήταν η αντιφατική φύση της Νταϊάνα, μια αριστοκράτισσα που άρχισε να φαντάζεται τον εαυτό της ως υπερασπιστή του λαού.

Πίσω από τις πόρτες του παλατιού, μετά την κατάρρευση του γάμου της με τον πρίγκιπα Κάρολο Γ’, σημερινό βασιλιά της Βρετανίας, βρήκε έναν εραστή και κρυφά κίνησε τα νήματα για τη δημιουργία της βιογραφίας της, του 1992, με τίτλο «Νταϊάνα: Η αληθινή της ιστορία».

Η ικανότητά της να παίρνει ρίσκα ήταν τεράστια, σημειώνει ο Γουάιτ, και αυτό «επιδείνωσε τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ως μέλος της βασιλικής οικογένειας». Αυτό, όμως, ήταν αναπόσπαστο μέρος του μεγαλείου της. Οταν απορρίφθηκε από έναν σκληρό σύζυγο, κλήθηκε, σύμφωνα με το βιβλίο, σε έναν ανώτερο σκοπό. Κάποτε είπε στον έκπληκτο Πίτερ Νοτ, επίσκοπο του Νόριτς, «καταλαβαίνω τον πόνο των ανθρώπων, τα βάσανα των ανθρώπων, περισσότερο από όσο θα καταλάβετε εσείς ποτέ».

Ο Γουάιτ, ο οποίος έχει γράψει και το βιβλίο «Οι δώδεκα ζωές του Αλφρεντ Χίτσκοκ», χρησιμοποιεί ανά διαστήματα ένα πολύ ακαδημαϊκό ύφος, ίσως με στόχο να αντισταθεί στην υπερβολή που περιβάλλει την Νταϊάνα. Αφιερώνει επίσης σημαντικό χώρο στα συναισθήματα των απλών ανθρώπων, βασιζόμενος σε προφορικές αφηγήσεις, μαρτυρίες και ιδιωτικά ημερολόγια. Οι περισσότεροι δεν γνώρισαν ποτέ την Νταϊάνα, ωστόσο «τη θεωρούν ζωτική παρουσία στη ζωή τους», γράφει. Πολύ πιο ενδιαφέρουσα, συνεχίζει η Washington Post, είναι η ανάλυση του Γουάιτ για τον αντίκτυπο της Νταϊάνα στη μοναρχία, τη βρετανική πολιτική και την ευρύτερη κοινωνία.

Η «πριγκίπισσα του λαού». Καθισμένη στα σκαλιά του Highgrove House, 18 Ιουλίου 1986. (Tim Graham Photo Library via Getty Images/ Ideal Image)

Μετά τον χωρισμό της από τον Κάρολο, πλησίασε τον Τόνι Μπλερ και το κίνημά του, τους Νέους Εργατικούς. Για ένα διάστημα φαινόταν να υπάρχει ταύτιση απόψεων. Η πριγκίπισσα πίστευε σε μια μεταρρυθμισμένη, παρηγορητική μοναρχία. Ο Μπλερ υποσχέθηκε μια «μετά Θάτσερ» Βρετανία «στην οποία η φιλοδοξία για τον εαυτό και η συμπόνια για τους άλλους θα μπορούν να συνυπάρχουν». Η Νταϊάνα ήλπιζε ότι μόλις ο Μπλερ γινόταν πρωθυπουργός, θα τη διόριζε ως ένα είδος περιοδεύουσας πρέσβειρας της Βρετανίας. «Κανείς, συμπεριλαμβανομένης της Νταϊάνα, δεν ήξερε πραγματικά τι θα μπορούσε να συνεπάγεται μια τέτοια θέση», σημειώνει ο Γουάιτ.

Αυτό δεν έγινε ποτέ, καθώς ο Μπλερ αποδοκίμασε την εγγύτητα της Νταϊάνα με τον Μοχάμεντ Αλ Φαγιέντ, ιδιοκτήτη των Harrods, ο οποίος είχε εμπλακεί σε δωροδοκίες μελών του Κοινοβουλίου – και μετά θάνατον εμπλέκεται σε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα βιασμών στην ιστορία της Βρετανίας. Ο Μπλερ τη συμβούλεψε να μείνει μακριά από τον Αλ Φαγιέντ, αλλά η Νταϊάνα, πεισματάρα όπως πάντα, αντ’ αυτού αποστασιοποιήθηκε από τον πρωθυπουργό και άρχισε να βγαίνει με τον γιο του Αλ Φαγιέντ. Ο Ντόντι Αλ Φαγιέντ πέθανε μαζί της στο αυτοκινητικό δυστύχημα του Παρισιού.

Αυτό που ακολούθησε στη Βρετανία ήταν πρωτοφανές, γράφει η Washington Post: Το εθνικό πένθος ήταν τόσο αχαλίνωτο, που ένας παρατηρητής, ο μελλοντικός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, το αποκάλεσε «λατινοαμερικανικό καρναβάλι πένθους». Κατά την προετοιμασία της κηδείας, η βασίλισσα Ελισάβετ Β’ εξαναγκάστηκε από τα ΜΜΕ να περιφρονήσει το πρωτόκολλο, να διατάξει σημαία μεσίστια στα Ανάκτορα του Μπάκιγχαμ και να δηλώσει δημόσια τη θλίψη της.

Το περίφημο «Revenge Dress». Σχεδιασμένο από την ελληνικής καταγωγής Χριστίνα Σταμπολιάν για τον οίκο Valentino. Το φόρεσε η Νταϊάνα σε γκαλά του Vanity Fair τον Ιούνιο του 1994, λίγες ημέρες αφότου είχε αποκαλυφθεί ότι ο Κάρολος την απάτησε με την Καμίλα. (Tim Graham Photo Library via Getty Images/ Ideal Image)

Η Νταϊάνα, είπε κάποτε ο Μπλερ, εφηύρε έναν «νέο τρόπο να είσαι Βρετανός». Ο Γουάιτ αντιτείνει: «Ισως είναι πιο ακριβές να πούμε ότι μέσω της Νταϊάνα, οι Βρετανοί εφηύραν έναν νέο τρόπο να φαντασιώνονται τον εαυτό τους».

Η βασιλική οικογένεια πράγματι άλλαξε μετά την Νταϊάνα. Εγκατέλειψαν το άκαμπτο ύφος και στιλ και σήμερα μιλούν ανοικτά για τα συναισθήματά τους, ενώ έχουν στραφεί στα κοινωνικά ζητήματα. Ο πρίγκιπας Ουίλιαμ θέλει να επιλύσει το πρόβλημα στέγης στη Βρετανία, καθώς η μητέρα του τον πήγε, σε ηλικία 11 ετών, σε ένα καταφύγιο αστέγων στο Λονδίνο. Ο ίδιος και η σύζυγός του, Κάθριν, έχουν ηγηθεί μιας πρωτοβουλίας ψυχικής υγείας που ονομάζεται Heads Together.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ουίλιαμ επέλεξε μια σύζυγο ριζικά διαφορετική από τη μητέρα του: εσωστρεφή, μετρημένη και προσεκτική, αντί για παρορμητική και απερίσκεπτη. Ομως, ήταν χάρη στην απόρριψη των βασιλικών συμβάσεων από την Νταϊάνα, που ο γιος της είχε την ελευθερία να επιλέξει μια σύζυγο εκτός της άρχουσας τάξης.

Η ζωή της Νταϊάνα ως διαζευγμένης τη δεκαετία του 1990 και η αντίδραση στον θάνατό της «έκαναν μια ένεση λαϊκισμού στη βρετανική καθημερινότητα», γράφει ο Γουάιτ. Ενώ αντιστέκεται στο να συνδέσει άμεσα την Νταϊάνα με το Brexit, γράφει η Washington Post, επισημαίνει πώς το πολιτικό κλίμα στη Βρετανία δεν ήταν ποτέ το ίδιο, μετά την πριγκίπισσα. Η εξουσία άρχισε να αντιμετωπίζεται με λιγότερο σεβασμό. Οι θεσμοί έγιναν πιο ανοικτοί. Οι πολιτικοί άρχισαν να κλαίνε μπροστά στην κάμερα και να παροτρύνουν το κοινό να δείξει περισσότερη αγάπη στους προβληματικούς νέους.

Βουνά από λουλούδια σκεπάζουν το παλάτι του Κένσινγκτον, από χιλιάδες απλούς πολίτες που θρηνούν για τον θάνατο της Νταϊάνα. (© Ralf-Finn Hestoft/ CORBIS/ Corbis via Getty Images/ Ideal Image)

Πριν από λίγες ημέρες, η Κέμι Μπέιντενοκ, επικεφαλής του Συντηρητικού Κόμματος, ρωτήθηκε σε μια εκπομπή του BBC News γιατί δεν είχε παρακολουθήσει ακόμη το πολυσυζητημένο δράμα του Netflix «Adolescence», για ένα αγόρι από το δυτικό Γιορκσάιρ που δολοφονεί μια συμμαθήτριά του. Η Μπέιντενοκ απάντησε ότι προτιμά να αφιερώνει χρόνο στο να συναντά πραγματικούς ανθρώπους που έχουν πρόβλημα παρά να παρακολουθεί τηλεοπτικά δράματα. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μια τέτοια τηλεοπτική συζήτηση πριν από την Νταϊάνα.

Το ενδιαφέρον για την πριγκίπισσα ήταν πάντα ζωντανό, σε όλον τον κόσμο, και οι νεότερες γενιές γνωρίζουν την επαναστάτρια της βασιλικής οικογένειας μέσα από τις πολυάριθμες τηλεοπτικές, κινηματογραφικές και θεατρικές παραγωγές που την αφορούν. Η εμμονή με την Νταϊάνα, κατά την άποψη του Γουάιτ, δεν δείχνει σημάδια εξασθένισης.

Exit mobile version