«Είμαι ένας ψεύτης», είπε κάποτε ο Τζον Λε Καρέ. «Γεννήθηκα για να λέω ψέματα, μεγάλωσα έτσι, εκπαιδεύτηκα σε έναν κόσμο που ψεύδεται για να επιβιώσει, το οποίο έπειτα συνέχισα να κάνω ως μυθιστοριογράφος». Η δικτατορία των ψεμάτων επιβλήθηκε πολύ νωρίς στη ζωή του θρυλικού βρετανού κατασκόπου-συγγραφέα, καταρχάς από τον «απατεώνα», σύμφωνα με τον ίδιο, πατέρα του και από τη μητέρα του που έφυγε με τον «τρίτο άνδρα» όταν εκείνος ήταν μόλις πέντε ετών. Ο Λε Καρέ πράγματι συνέχισε να λέει ψέματα, κατά τη θητεία του στις διαβόητες, τότε, μυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας (MI5 και MI6), αλλά και ως συγγραφέας.
Αλλωστε και τα 26 μυθιστορήματα (συν μία βιογραφία) του Ντέιβιντ Κόρνγουελ (όπως ήταν το πραγματικό του όνομα) χαρακτηρίζονται από μια συναρπαστική ηθική αμφισημία με τα όρια μεταξύ καλού και κακού να είναι τουλάχιστον θολά. Στον κόσμο του Τζον Λε Καρέ το καθήκον προς τον εαυτό δεν συμπίπτει απαραίτητα με το καθήκον προς την κοινωνία ενώ οι καλοί, οι κακοί και οι όποιες αξίες και προθέσεις τους συνυφαίνονται στενά.
Για αυτόν τον λόγο, η έκθεση «John le Carré: Tradecraft» στις Βιβλιοθήκες Μπόντλιαν του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης (από σήμερα έως την 6η Απριλίου του 2026) είναι τόσο ενδιαφέρουσα: επειδή εμβαθύνει τόσο στην προσωπική ζωή όσο και στη μεθοδολογία του συγγραφέα. Οσο για τον τίτλο της, «tradecraft» είναι η λέξη που χρησιμοποιούσε ο Λε Καρέ για να περιγράφει τις διάφορες τεχνικές κατασκοπείας, στην προκειμένη, ωστόσο, ο όρος αφορά και τις τεχνικές που χρησιμοποιούσε ως συγγραφέας αλλά και κριτικός της κοινωνίας και της ανθρώπινης κατάστασης.
Την επιμέλεια της έκθεσης ανέλαβαν από κοινού ο φίλος και συνεργάτης του Λε Καρέ, καθηγητής στην Οξφόρδη, Φεντερίκο Βαρέζε, και η ιστορικός, ερευνήτρια στο κορυφαίο βρετανικό πανεπιστήμιο (όπου σπούδασε και ο Λε Καρέ), δρ. Τζέσικα Ντάουθγουεϊτ.
«Πρόκειται για μοναδικό και άγνωστο υλικό που θα συναρπάσει τους θαυμαστές του και όχι μόνο», είπε, μιλώντας στην La Repubblica, ο Βαρέζε, διευθυντής του τμήματος Κοινωνιολογίας στο Κολέγιο Νάφιλντ της Οξφόρδης και κορυφαίος ειδικός στις μαφίες, τον οποίο ο Λε Καρέ «στρατολόγησε» το 1994 καταρχήν ως έμπιστο φίλο αλλά και συνεργάτη, στο πλαίσιο της συγγραφής του μυθιστορήματος «Το Παιχνίδι Μας» το οποίο κυκλοφόρησε το 1995.
Τα εκθέματα της έκθεσης προέρχονται από περισσότερα από 1.200 κουτιά γεμάτα με ψηφίδες της συναρπαστικής ζωής του Λε Καρέ, που η οικογένειά του αποφάσισε να δωρίσει στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, μετά τον θάνατο του συγγραφέα, σε ηλικία 89 ετών από πνευμονία, την 12η Δεκεμβρίου του 2020 στην Κορνουάλη. Γιατί, όμως, στην Οξφόρδη;
Επειδή, όπως έχει εξηγήσει ο μικρότερος γιος του Λε Καρέ Νικ Χάρκαγουεϊ, ο οποίος είναι επίσης συγγραφέας, «η Οξφόρδη τον καλοδέχτηκε, όταν προσπαθούσε απεγνωσμένα να ξεφύγει από την ολέθρια επιρροή του πατέρα του […] τότε η Βιβλιοθήκη Μπόντλιαν ήταν το καταφύγιό του ενώ τώρα εκεί βρίσκεται το αρχείο του. Επέστρεψε στο σπίτι του».
Το εκθεσιακό υλικό καλύπτει το σύνολο της ζωής και της καριέρας του συγγραφέα, από τα χρόνια που ήταν φοιτητής στο Λίνκολν Κόλετζ της Οξφόρδης, έως τις τελευταίες εβδομάδες της ζωής του. Οι επιμελητές της έκθεσης ξεχωρίζουν έναν μικρό χάρτη του Ανατολικού Βερολίνου που σχεδίασε ο Λε Καρέ μαζί με κάποιους φίλους του και μια φωτογραφία του, στην οποία είναι γυμνόστηθος, από τα χρόνια του στο Αμβούργο στις αρχές της δεκαετίας του 1960, όπου ασκούσε χρέη προξένου, διενεργώντας, παράλληλα, κατασκοπεία για λογαριασμό της ΜΙ6 αλλά και γράφοντας, συγχρόνως, τα μυθιστορήματα «Ο Ποιοτικός Φόνος» και «Ο Κατάσκοπος που Γύρισε από το Κρύο», την καλύτερη κατασκοπευτική ιστορία όλων των εποχών σύμφωνα με πολλούς.
Οσοι επισκεφθούν την έκθεση θα δουν επίσης την αλληλογραφία του συγγραφέα με τον Αλεκ Γκίνες (ο οποίος επρόκειτο να τον αφήσει άναυδο με την υποδειγματική ερμηνεία του στον ρόλο του «Τζορτζ Σμάιλι»), νεανικά του άρθρα για μια ακροαριστερή εφημερίδα, δοκίμια, προσχέδια και διορθώσεις των μυθιστορημάτων του, τα σχολιασμένα χειρόγραφα των «Κι ο Κλήρος Επεσε στον Σμάιλι», «Ο Επίμονος Κηπουρός» και «Η Μικρή Τυμπανίστρια», πρωτότυπα σχέδια και υδατογραφίες, οικογενειακές φωτογραφίες, επιστολές του προς θαυμαστές και φίλους καθώς και τις σημειώσεις που κρατούσε κατά τις τελευταίες εβδομάδες της ζωής του.
Στην ανταπόκρισή του από την Οξφόρδη, ο απεσταλμένος της La Repubblica Αντονέλο Γκουερέρα κάνει λόγο για «μια μεγάλη περιήγηση στο μυαλό και την ψυχή του συγγραφέα που διαμόρφωσε το σύγχρονο κατασκοπευτικό μυθιστόρημα». Ωστόσο «ο Λε Καρέ δεν ανεχόταν όσους τον χαρακτήριζαν ως κατάσκοπο που έγινε συγγραφέας», ανέφερε σχετικά ο Φεντερίκο Βαρέζε. «Αντιθέτως, ήταν ένας καλλιτέχνης, ένας μυθιστοριογράφος που εργάστηκε για λίγο στις μυστικές υπηρεσίες. Ο κόσμος της κατασκοπείας του προσέφερε έμπνευση για να αντιμετωπίσει καθολικά ζητήματα παγκόσμια της ζωής, όπως η εμπιστοσύνη, η προδοσία και η αγάπη».
