1418
Ο Αντόνιο Κόντε υψώνεται στον αέρα από τους παίκτες του. Η κατάκτηση του πρωταθλήματος από την Τσέλσι πιστώνεται σε αυτόν! | Action Images via Reuters / Carl Recine

Ο ιταλός… ράφτης έντυσε την Τσέλσι πρωταθλήτρια

Sportscaster Sportscaster 13 Μαΐου 2017, 13:32
Ο Αντόνιο Κόντε υψώνεται στον αέρα από τους παίκτες του. Η κατάκτηση του πρωταθλήματος από την Τσέλσι πιστώνεται σε αυτόν!
|Action Images via Reuters / Carl Recine

Ο ιταλός… ράφτης έντυσε την Τσέλσι πρωταθλήτρια

Sportscaster Sportscaster 13 Μαΐου 2017, 13:32

Τα μεσάνυχτα (ώρα Ελλάδας) τον βρήκαν να χοροπηδάει στον αγωνιστικό χώρο του «Χόθορνς» σαν μικρό παιδί. Στην εξέδρα, οι οπαδοί της Τσέλσι φώναζαν ρυθμικά το όνομά του. Εδώ και μερικούς μήνες, ο Ζοσέ Μουρίνιο δεν ζει, πια, στις καρδιές τους. Τον έσβησε -και πήρε τη θέση του- αυτός ο βραχύσωμος (1,73μ) Ιταλός που, εφέτος, απέδειξε το τεράστιο προπονητικό του μέγεθος. Δεν είναι μικρό πράγμα, να πάρεις τίτλο στο Νησί «με την πρώτη». Μέχρι χθες, μόνον ο «Special One» (2005), ο Αντσελότι (2010) και ο Πελεγκρίνι (2014) το είχαν κατορθώσει. Εάν κατακτήσει και το Κύπελλο Αγγλίας, ο Αντόνιο Κόντε θα γράψει ακόμα πιο λαμπρή ιστορία: θα πανηγυρίσει «νταμπλ» στην πρώτη του σεζόν στο πάγκο αγγλικής ομάδας. Κάτι που έχουν καταφέρει μόνον ο Κάρλο Αντσελότι πριν από επτά χρόνια -κι αυτός με την Τσέλσι- και ο Κένι Νταλγκλίς (ως παίκτης και προπονητής της Λίβερπουλ) το 1986.

Το γκολ που σφράγισε το έκτο Πρωτάθλημα της Τσέλσι, στην έδρα της Γουέστ Μπρομ (0-1), το πέτυχε ο Μπατσουαγί -ίσως η χειρότερη εφετινή μετεγγραφή στην Premier League- ο οποίος είχε σκοράρει άλλη μία φορά, όλη κι όλη, στις 20 του περασμένου Αυγούστου. Σχεδόν εννέα μήνες μετά, ο Κόντε τον έριξε στον αγώνα (στο 75′) και, στην πρώτη του επαφή με την μπάλα (82′), υπέγραψε την ιστορική στιγμή για τους «Μπλε» του Λονδίνου. Δεν υπάρχει έμπνευση (του Κόντε), που να μην του «βγήκε» μέσα στη σεζόν. Αλλά, για να τερματίσεις πρώτος στο πιο δύσκολο πρωτάθλημα του Κόσμου, πρέπει να έχεις και την Τύχη φιλενάδα.

Ο Κόντε πρόσθεσε το όνομά του στη μικρή λίστα των προπονητών που έχουν κατακτήσει τίτλο σε δύο διαφορετικά «μεγάλα» πρωταθλήματα. Στην Ιταλία, με τη Γιουβέντους, είχε σαρώσει τρεις Κούπες στη σειρά (2012, 2013, 2014), ενώ έφτασε και στον τελικό του Champions League. Καμία από τις προηγούμενες επιτυχίες του, όμως, δεν συγκρίνεται με την εφετινή. Γιατί στη Serie Α τα κατάφερε με τον πλουσιότερο και πιο ισχυρό σύλλογο της ιταλικής λίγκας, ενώ τώρα είχε να αντιμετωπίσει την ακριβότερη ομάδα του Κόσμου (τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ), τη Σίτι των αμέτρητων πετροδολαρίων, και -πάνω απ’ όλα- τέσσερις αυθεντίες των πάγκων: τον Γκουαρντιόλα, τον Μουρίνιο, τον Κλοπ και τον Βενγκέρ. Συν τη νεανική, καλοφτιαγμένη και ανερχόμενη Τότεναμ του Ποκετίνο. Η αξία των ηττημένων είναι αυτή που δίνει δόξα στον νικητή.

2017-05-12T212645Z_137626005_MT1ACI14792212_RTRMADP_3_SOCCER-ENGLAND-WBA-CHE
O Κόντε και οι παίκτες του πανηγυρίζουν την κατάκτηση του πρωταθλήματος Αγγλίας μετά το ματς εναντίον της Γουέστ Μπρόμγουιτς Αλμπιον (Action Images via Reuters / Carl Recine )

Η… πλάκα είναι ότι, το περασμένο καλοκαίρι, ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς προσέλαβε τον Κόντε μάλλον απρόθυμα. Η μεγάλη «καψούρα» του ιδιοκτήτη της Τσέλσι ήταν -και ίσως να είναι ακόμα- ο Πεπ Γκουαρντιόλα. Τρεις φορές, την τελευταία πενταετία, προσπάθησε ανεπιτυχώς να τον φέρει στον μπλε τομέα του Λονδίνου. Την πρώτη από αυτές, το 2012, είχε αφήσει στην αναμονή, για περίπου ένα μήνα, τον προπονητή που του χάρισε το πρώτο του Champions League: τον Ρομπέρτο Ντι Ματέο. Την περασμένη Ανοιξη, πάλι δεν πρόλαβε. Ο Πεπ είχε, ήδη, λογοδοθεί με τη Μάντσεστερ Σίτι. Επειτα στράφηκε στον Ντιέγκο Σιμεόνε, της Ατλέτικο Μαδρίτης. Πάλι «έφαγε πόρτα». Κι ενώ βρισκόταν σε απόγνωση, του πρότειναν τον Κόντε, που εκείνη την εποχή είχε μετατρέψει την πιο φτωχή (σε ατομικό ταλέντο) εθνική Ιταλίας όλων των εποχών, σε ένα αξιοπρεπέστατο και δυσκολοκατάβλητο σύνολο.

Ο ρώσος μεγιστάνας ήθελε κάτι πιο… σέξι. Από την πρώτη στιγμή που αγόρασε την Τσέλσι (2003), ονειρευόταν να παρουσιάσει μια αγγλική έκδοση της Μπαρτσελόνα. Κατά καιρούς πλήρωσε σπουδαίους επιθετικούς, όπως ο Σεβτσένκο, ο Κρέσπο και ο Φερνάντο Τόρες, όμως σύντομα συνειδητοποίησε ότι ένας και μόνο παίκτης δεν μπορεί να χαρίσει «στιλ» σε μία ομάδα. Προσέλαβε προπονητές που φημίζονταν για το φαντεζί τους παιχνίδι, όπως ο Λουίς Φελίπε Σκολάρι και ο Βίλας Μπόας, αλλά πάλι τζίφος. Τους έδιωξε έπειτα από λίγους μήνες. Τελικώς, δέχτηκε να συναντήσει -δύο φορές- τον «αντιτουριστικό» Κόντε. Ο Ιταλός τον εντυπωσίασε. Το μάτι του γυάλιζε από φιλοδοξία. Ο Αμπράμοβιτς, όχι μόνον τον προσέλαβε, αλλά και του έδωσε το «ok» για δημιουργήσει μια ομάδα όπως την είχε στο μυαλό του. Το αποτέλεσμα ξεπέρασε κάθε προσδοκία του ιδιοκτήτη, ο οποίος έχει τη φήμη του… προπονητοφάγου. Ο τίτλος συνδυάστηκε με θεαματικό ποδόσφαιρο. Εντελώς διαφορετικό από εκείνο που συνήθως παίζουν οι ομάδες του Γκουαρντιόλα, αλλά πολύ ικανοποιητικό για τους πελάτες: το κοινό του «Στάμφορντ Μπριτζ».

Ο Κόντε έφτασε στο Λονδίνο μόλις ξεμπέρδεψε από το Euro, στις 14 Ιουλίου. Το Πρωτάθλημα άρχιζε ακριβώς σε ένα μήνα. Τι θα προλάβαινε να κάνει μέσα σε τέσσερις εβδομάδες; Οχι πολλά, είναι η αλήθεια, κι αυτό φάνηκε στα γήπεδα. Μεταξύ άλλων, η Τσέλσι έφερε 2-2 με τη Σουόνσι και έχασε (2-1) στο γήπεδό της από τη Λίβερπουλ. Σύντομα, η Σίτι ξέφυγε οκτώ βαθμούς μπροστά. Τότε, ο πολυμήχανος Ιταλός γύρισε εκείνον τον διακόπτη που ελάχιστοι προπονητές γνωρίζουν πού βρίσκεται: τον διακόπτη που κάνει το μαύρο, άσπρο. Λέγεται «αυτοκριτική». Αλλοι το ονομάζουν «ικανότητα προσαρμογής». Ο Γκουαρντιόλα θα επέμενε να διδάσκει το ίδιο μάθημα, μέχρι οι παίκτες του να το εμπεδώσουν. Ο Μουρίνιο θα τσακωνόταν κε τους αστέρες της ομάδας και θα τους… έβγαζε στη σέντρα, ως άχρηστους. Ο Κόντε έψαξε (και βρήκε) τι δεν λειτουργούσε σωστά. Αλλαξε το σύστημα (σε μια παραλλαγή του «3-4-3»), άλλαξε θέσεις σε δυο τρεις ποδοσφαιριστές (π.χ. είχε την έμπνευση να χρησιμοποιήσει τον Μόουζες ως μπακ χαφ), και το σερί των 13 νικών δεν άργησε να έρθει.

Εφτιαξε, στην ουσία, δυο ομάδες σε μία. Ιταλική άμυνα με αυστηρή πειθαρχία από τη μέση και πίσω, λάτιν επίθεση που δεν εγκλωβίζει τις προσωπικότητες σε αυστηρά συστήματα (το… αιώνιο λάθος του φαν Χάαλ) από τη μέση και μπροστά. Χωρίς τον αυταρχισμό του Μουρίνιο, αλλά στο στιλ «κάντε αυτό που σας λέω και δεν θα χάσετε», έπεισε τους παίκτες του να τον εμπιστευθούν. Ο Ντιέγκο Κόστα, ο Εντέν Αζάρ, οι πάντες, ήταν αγνώριστοι – προς το καλύτερο. Ο Ιταλός δεν ζητούσε κάθε μέρα και μια μετεγγραφή, δεν παραπονέθηκε για το έμψυχο δυναμικό που παρέλαβε, και πορεύτηκε, πάνω -κάτω, με τους παίκτες που την προηγούμενη σεζόν είχαν τερματίσει στη δέκατη θέση της βαθμολογίας. Με μόνη σημαντική προσθήκη αυτή του Καντέ, και με δύο «μπαλώματα» (Μάρκος Αλόνσο, Νταβίντ Λουίζ) που ο ίδιος επέλεξε. Ο Κόντε έχει περιγράψει τον εαυτό του ως έναν ράφτη, που «οφείλει να ράβει το καλύτερο δυνατό κοστούμι με τα υλικά που έχει στη διάθεσή του».

Ο ψύχραιμος τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε τον άγριο καυγά του με τον Κόστα, βάζοντας το συμφέρον της ομάδας πάνω από τον εγωισμό του ώστε να μη διαταραχθεί η ηρεμία στον σύλλογο, δεν αναιρεί τον εκρηκτικό του χαρακτήρα. Και μπουκάλια με νερό εκσφενδόνισε στα αποδυτήρια, και παπούτσια πέταξε σημαδεύοντας παίκτες που είχαν κάνει «του κεφαλιού τους», και αυτιά τράβηξε. Το 2014, όπως περιγράφει στο βιβλίο του, «Metodo Conte», ο ιταλός δημοσιογράφος Αλεσάντρο Αλτσιάτο, είχε εξευτελίσει κοτζάμ Μπουφόν. Η Γιουβέντους είχε, ήδη, κατακτήσει τον τίτλο, όμως ο Κόντε μιλούσε στους παίκτες για το επόμενο ματς με την Κάλιαρι, επειδή ήθελε να τον πάρει και με ρεκόρ βαθμών. Οταν ο διάσημος τερματοφύλακας, σαν αρχηγός που ήταν, τόλμησε να ρωτήσει για το πριμ που θα μοιραζόταν στην ομάδα, ο προπονητής πέταξε όλους τους άλλους έξω από την αίθουσα για να «τα ψάλει» στον «Τζίτζι». Η διαφορά του με τον -επίσης παρορμητικό- Μουρίνιο είναι πως, πάνω στην οργή του, ο Κόντε δεν θα επιδείξει τα «γαλόνια» του. Ούτε θα το κρατήσει μανιάτικο. Εκνευρίστηκε, φώναξε, του πέρασε.

Το ποδόσφαιρο δεν είναι μόνον το επάγγελμά του, αλλά και ο μεγάλος του έρωτας. Πολλές φορές πετάγεται από το κρεβάτι του, μέσα στη νύχτα, επειδή του ήρθε μία ιδέα – και μένει ξάγρυπνος για να την επεξεργαστεί. Για να την εφαρμόσει, το πρωί, στην προπόνηση. Ούτε η οικογένειά του δεν τον αντέχει. Στο Λονδίνο ζει μόνος, εδώ και δέκα μήνες, αφού η σύζυγος και η κόρη του δεν τον ακολούθησαν στην Αγγλία. Σε αυτή του τη μοναξιά ποντάρει η Ιντερ, η οποία του προσφέρει 50 εκατ. ευρώ για πέντε χρόνια (η αμοιβή του στην Τσέλσι είναι 8.080.000 ευρώ το χρόνο), προκειμένου να την αναλάβει. Ο Αμπράμοβιτς, όμως, έχει τον δικό του τρόπο για να τον κρατήσει κοντά του: σκοπεύει να του διαθέσει 200-250 εκατομμύρια λίρες για μετεγγραφές, αυτό το καλοκαίρι, με επόμενο στόχο το Champions League. Η Daily Mirror πιστεύει ότι ο 47χρονος Ιταλός δεν θα πάει πουθενά.

Με τον τίτλο που μόλις κατέκτησε, η Τσέλσι έφτασε τους πέντε στα 14 χρόνια που τη διαφεντεύει ο Αμπράμοβιτς. Προτού μπει στη ζωή της ο Ρώσος, είχε πανηγυρίσει μόλις έναν (το 1955). Οι αντίπαλοί της στη Βρετανία την αποκαλούν -κοροϊδευτικά- «Τσέλσκι», για να καταδείξουν ότι όλες της τις επιτυχίες τις οφείλει στο παχύ πορτοφόλι του ιδιοκτήτη της. Αυτό το Πρωτάθλημα, όμως, είναι 100% έργο Κόντε. Που δεν είναι, καν, ο πιο ακριβοπληρωμένος προπονητής στην Αγγλία.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...