Σε συνέντευξή του στο ABC News που μεταδόθηκε την προηγούμενη Κυριακή, ο Ντόναλντ Τραμπ παραπονέθηκε ότι «κανείς δεν του έχει αναγνωρίσει ότι είναι ένας σπουδαίος μεσολαβητής». Ο αμερικανός πρόεδρος θύμισε τις «ειρηνευτικές παρεμβάσεις» του, ήδη από την πρώτη θητεία του στον Λευκό Οίκο (2017-2021), οι οποίες τότε είχαν συμβάλει στην επίλυση των διαφορών μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου, καθώς και της Αιγύπτου με την Αιθιοπία. Ισχυρίστηκε επίσης ότι αποκατέστησε φέτος την ηρεμία μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, προσφέροντας και στις δύο χώρες «κίνητρα και εμπορικές διευκολύνσεις», εκδοχή την οποία, ωστόσο, διαψεύδει κατηγορηματικά η κυβέρνηση του Ναρέντρα Μόντι.
Είναι, όμως, ο Τραμπ πράγματι ένας σπουδαίος μεσολαβητής; Το ερώτημα έθεσε προ ημερών –προτού καν ο πρόεδρος των ΗΠΑ διατάξει τον βομβαρδισμό του Ιράν– σε ανάλυσή του ο Τζουζέπε Σαρτσίνα της Corriere della Sera, σημειώνοντας καταρχάς πως ο Τραμπ επέλεξε να αναθέσει τις πιο περίπλοκες από τις διεθνείς υποθέσεις, όχι σε έμπειρους διπλωμάτες καριέρας, αλλά σε έναν πονηρό, όπως ο ίδιος, επιχειρηματία, ο οποίος είναι επίσης, όπως και ο αμερικανός πρόεδρος, λάτρης του γκολφ.
«Ο Στιβ Γουίτκοφ, ο 68χρονος πρώην εργολάβος ακινήτων, ασχολείται πλέον σχεδόν με όλους – τον Βλαντίμιρ Πούτιν, τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, τον Μπενιαμίν Νετανιάχου, τους απεσταλμένους του Αλί Χαμενεΐ. Ισως ούτε ο Χένρι Κίσινγκερ να είχε τόσο πολλά μέτωπα να καλύψει», σχολιάζει ο ιταλός δημοσιογράφος. «Αλλά έπειτα από σχεδόν έξι μήνες, ο απολογισμός της μεθόδου Τραμπ είναι ένα μηδενικό», προσθέτει.
Απόδειξη αποτελεί καταρχάς το αδιέξοδο για την Ουκρανία. Ο Τραμπ αποκατέστησε τις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία ξεπλένοντας, ουσιαστικά, τον Πούτιν, αφού έφτασε στο σημείο να κατηγορεί την Ουκρανία για τον πόλεμο που της κήρυξε η Ρωσία. Στη συνέχεια άρχισε να διστάζει, εναλλάσσοντας τα ανοίγματα με εκρήξεις θυμού προς το Κρεμλίνο. Ομως όλα αυτά, τουλάχιστον προς το παρόν, δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα.
Οι συνομιλίες μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας είναι υποτυπώδεις και περιορίζονται σε συγκεκριμένα, δευτερεύοντα ζητήματα, όπως η ανταλλαγή κρατουμένων, ενώ η πραγματική διαπραγμάτευση δεν έχει καν αρχίσει, με τον σχολιαστή της Corriere να γράφει ότι «η ίδια η ουσία της μεθόδου Τραμπ, αυτός ο συνδυασμός κινήτρων και απειλών, αποδείχτηκε αναποτελεσματικός».
Οσον αφορά τη νέα σύρραξη, μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, πέρα από τις επίσημες δηλώσεις, είναι σαφές ότι ο αμερικανός πρόεδρος είδε τον Νετανιάχου να τον ξεπερνά στην αντιμετώπιση της ιρανικής απειλής. Είναι αλήθεια ότι ο Λευκός Οίκος είχε δώσει περιθώριο 60 ημερών στην Τεχεράνη για να υπογράψει μια νέα συμφωνία για το πυρηνικό της πρόγραμμα και αυτή η διορία έληξε την Πέμπτη 12 Ιουνίου. Είναι επίσης αλήθεια ότι την ίδια μέρα, ο Ραφαέλ Μαριάνο Γκρόσι, διευθυντής της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, είχε κατηγορήσει το καθεστώς των αγιατολάδων ότι παραβίαζε όρους της Συνθήκης για Μη Διάδοση των Πυρηνικών Οπλων.
Ωστόσο οι διαπραγματεύσεις βρίσκονταν ακόμη σε εξέλιξη. Η αμερικανική ομάδα ήταν έτοιμη να μεταβεί την Κυριακή 15 Ιουνίου στο Ομάν για την έκτη συνάντηση με τους Ιρανούς. Ο Νετανιάχου, όμως, τίναξε τα πάντα στον αέρα, διατάσσοντας ακόμη και την εξόντωση του επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Τεχεράνης, Αλί Σαμχανί, στενού συνεργάτη του ανώτατου ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ.
Σύμφωνα με κάποιες πηγές ο Τραμπ φέρεται να συνειδητοποίησε κάποια στιγμή, και να αποδέχτηκε, ότι δεν θα κατάφερνε να σταματήσει τον Νετανιάχου, και ελλείψει εναλλακτικών επιλογών, στο τέλος δεν μπορούσε παρά να πάρει μια διφορούμενη θέση, δηλώνοντας ότι οι ΗΠΑ γνώριζαν μεν αλλά δεν είχαν καμία εμπλοκή. Από τα ξημερώματα της Κυριακής (22.06) όμως οι ΗΠΑ παρασύρθηκαν σε μια σύρραξη την οποία έλεγαν ότι ήθελαν οπωσδήποτε να αποφύγουν.
Περισσότερο ή λιγότερο, το ίδιο ισχύει και για τη Γάζα. Τον περασμένο Μάρτιο, ο γνωστός Γουίτκοφ είχε έρθει σε επαφή με την ηγεσία της Χαμάς, παρά την αντίθεση των Ισραηλινών. Ο σύμβουλος του Τραμπ είχε θέσει στο τραπέζι μια πρόταση για εκεχειρία διάρκειας 60 ημερών, ως βάση για περαιτέρω διαπραγματεύσεις μεταξύ της οργάνωσης και της κυβέρνησης του Ισραήλ. Το σχέδιο προέβλεπε την απελευθέρωση 28 ισραηλινών ομήρων, νεκρών ή ζωντανών, με αντάλλαγμα την απελευθέρωση 1.236 παλαιστινίων κρατουμένων.
Στις 12 Μαΐου η Χαμάς απελευθέρωσε τον Ισραηλινοαμερικανό Eνταν Αλεξάντερ. Περισσότερο από 20 μήνες μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου και την εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα, στη Λωρίδα εξακολουθούν να κρατούνται 53 άτομα, εκ των οποίων οι 20 εκτιμάται ότι είναι νεκροί. Εν τω μεταξύ το Ισραήλ συνεχίζει να σκοτώνει αμάχους.
Φυσικά, η εκεχειρία που είχαν κατά νου ο Γουίτκοφ και ο Τραμπ δεν υλοποιήθηκε ποτέ, με τις δυο πλευρές να αλληλοκατηγορούνται για την αποτυχία. Ο Τραμπ αποπειράθηκε να δώσει μια νέα ώθηση στην όλη διαδικασία, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Σύμφωνα με αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, μόλις τη Δευτέρα 9 Ιουνίου ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε μιλήσει τηλεφωνικά με τον Νετανιάχου ζητώντας του να τερματίσει τον πόλεμο στη Γάζα και να σταματήσει να εξετάζει μια επίθεση στο Ιράν. Την ίδια ημέρα, απευθυνόμενος σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο, είχε ανακοινώσει ότι «η Τεχεράνη συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για τη Γάζα». Πλέον, όμως, ο πρόεδρος των ΗΠΑ κατέληξε να απαιτεί την «άνευ όρων παράδοση» του Ιράν. Αφού πρώτα έστειλε τα αμερικανικά B-2 να το βομβαρδίσουν…
