Το Ιράν και ένας ακόμη πόλεμος της αμερικανικής παρακμής
| CreativeProtagon
Θέματα

Το Ιράν και ένας ακόμη πόλεμος της αμερικανικής παρακμής

Κατά πόσο οι οι ΗΠΑ και η Κίνα θα καταφέρουν να αναγκάσουν τους αντίστοιχους συμμάχους τους, το Ισραήλ και το Ιράν, να διατηρήσουν τη μεταξύ τους σύγκρουση εντός σαφώς καθορισμένων ορίων; Γνώριζε, άραγε, η Σαουδική Αραβία ότι επέκειτο η νέα σύρραξη και επιδίωξε να προλειάνει το έδαφος; Θα μπορούσε η Ρωσία επωφεληθεί από αυτή τη νέα κρίση στη Μέση Ανατολή;
Protagon Team

Αποτελεί ο πόλεμος μεταξύ Ισραήλ και Ιράν ακόμη μία συνέπεια και, συγχρόνως, επιβεβαίωση του σταδιακού περιορισμού της επιρροής των ΗΠΑ ανά τον κόσμο; Το ερώτημα θέτει σε εκτενή ανάλυσή του ο Φεντερίκο Φουμπίνι, οικονομικός σχολιαστής της Corriere della Sera με ειδίκευση στις διεθνείς εξελίξεις. Το πρώτο που σημειώνει είναι πως για ακόμα μία φορά από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του, ο Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται περισσότερο να υφίσταται τα γεγονότα παρά να τα καθορίζει, όπως συμβαίνει επίσης στη Γάζα, στην Ουκρανία και αλλού.

Η Αμερική εξακολουθεί, φυσικά, να είναι μια υπερδύναμη. Αλλά βλέπει την ισχύ της στη διεθνή σκηνή να περιορίζεται και, σύμφωνα με τον ιταλό δημοσιογράφο, η κατάσταση δεν θα ήταν πολύ διαφορετική εάν στον Λευκό Οίκο, αντί για τον Τραμπ, βρισκόταν ο Τζο Μπάιντεν ή η Κάμαλα Χάρις ή ακόμη και ο Μπαράκ Ομπάμα.

Από τις παλινωδίες και τις παλινδρομήσεις σχετικά με τους δασμούς έως την κρίση εμπιστοσύνης του δολαρίου ως διεθνούς αποθεματικού νομίσματος και από τις κλιμακούμενες συρράξεις ανά τον κόσμο μέχρι τις ανησυχητικές εντάσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ και την υπονόμευση των θεσμών, «η ιστορία του Τραμπ στους πρώτους πέντε μήνες από την ανάληψη των καθηκόντων του είναι μια ιστορία αμερικανικής παρακμής» σχολιάζει ο Φεντερίκο Φουμπίνι. «Οι αδυναμίες του ηγέτη την καθιστούν εμφανή, ενώ ενδέχεται η παρακμή να μην είναι παροδική», προσθέτει. Αναπόφευκτα, σε αυτό το πλαίσιο τίθεται μια σειρά από εξαιρετικά ερωτήματα.

Επίκειται μια νέα πετρελαϊκή κρίση που θα μπορούσε να προκαλέσει ένα νέο κύμα πληθωρισμού και ενδεχομένως μια ύφεση στην Ευρώπη; Κατά πόσο οι δύο υπερδυνάμεις, οι ΗΠΑ και η Κίνα, θα καταφέρουν να αναγκάσουν τους αντίστοιχους συμμάχους τους, το Ισραήλ και το Ιράν, να διατηρήσουν τη μεταξύ τους σύγκρουση εντός σαφώς καθορισμένων ορίων; Γνώριζε, άραγε, η Σαουδική Αραβία ότι επέκειτο η νέα σύρραξη και επιδίωξε να προλειάνει το έδαφος; Θα μπορούσε η Ρωσία επωφεληθεί από αυτή τη νέα κρίση στη Μέση Ανατολή;

Πέρα από καυτά, τα παραπάνω ερωτήματα είναι και αλληλένδετα, ενώ ο ιταλός αναλυτής αναγνωρίζει πως δεν γίνεται να δώσει σίγουρες απαντήσεις. Παραθέτει όμως μια σειρά από πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία, στρέφοντας καταρχάς την προσοχή του σε αυτό που σήμερα χαρακτηρίζεται ως το πιο νευραλγικό σημείο του πλανήτη, μια στενή λωρίδα θάλασσας ανάμεσα στην Αραβική Χερσόνησο και την ηπειρωτική μάζα της Ασίας.

Δύο λωρίδες πλάτους μόλις δύο ναυτικών μιλίων

Τα Στενά του Ορμούζ, που συνδέουν τον Περσικό Κόλπο με την Αραβική Θάλασσα, στο στενότερο σημείο τους, μεταξύ της χερσονήσου Μουσαντάμ (την οποία μοιράζονται το Ομάν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) στα νότια και του Ιράν στα βόρεια, έχουν πλάτος περίπου 20 ναυτικά μίλια (περί τα 30 χιλιόμετρα), ενώ η κυκλοφορία των πλοίων πραγματοποιείται μέσω δύο καθορισμένων λωρίδων, μιας εισόδου και μιας εξόδου, πλάτους μόλις δύο ναυτικών μιλίων.

Οσον αφορά την εξαιρετική σημασία των Στενών, ο Φεντερίκο Φουμπίνι αναφέρει ενδεικτικά πως στις έξι το απόγευμα της Κυριακής, ενώ οι Ιρανοί εκτόξευσαν πυραύλους και drones κατά του Ισραήλ, περί τα 500 πετρελαιοφόρα, πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και άλλα σκάφη βρίσκονταν μεταξύ της Βασόρας, στη συμβολή των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη στο Ιράκ, και των ακτών του Ομάν στην άλλη πλευρά των Στενών του Ορμούζ.

Περισσότερο από το ένα πέμπτο της παγκόσμιας προσφοράς πετρελαίου διέρχεται από αυτά τα Στενά (από τη Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ, το Κουβέιτ, το Κατάρ, το Ιράκ, το Ιράν) και πάνω από το ένα δέκατο της προσφοράς φυσικού αερίου, το οποίο μεταφέρεται υγροποιημένο σε πλοία κυρίως από το Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν. Αναπόφευκτα, λοιπόν, εάν το Ιράν αποφάσιζε τελικά, όπως απειλεί ήδη, να κλείσει τα Στενά, οι τιμές της ενέργειας θα εκτινάσσονταν σε παγκόσμιο επίπεδο. Σε αυτήν την περίπτωση, συνυπολογίζοντας την αβεβαιότητα όσον αφορά τους δασμούς και τον πόλεμο στην Ουκρανία, όλος ο κόσμος θα κινδύνευε να βρεθεί εγκλωβισμένος μεταξύ πληθωρισμού και στασιμότητας.

Ο Φουμπίνι γράφει πως οι χρηματοπιστωτικές αγορές συχνά κάνουν λάθος, αλλά προς το παρόν δεν φαίνεται να πιστεύουν στο χειρότερο σενάριο. Τα χρηματιστήρια κλονίστηκαν ελαφρώς και η τιμή του πετρελαίου αυξήθηκε κατά 7% την Παρασκευή. Την Κυριακή, όμως, οι επενδυτές στις ανοιχτές χρηματιστηριακές αγορές στο Ισραήλ και στα κράτη του Κόλπου έδειξαν αυτοσυγκράτηση, με τον γενικό δείκτη στο Τελ Αβίβ να κλείνει ανοδικά (+0,35%), παρ’ όλο που η χώρα βρισκόταν υπό πολιορκία, και στο Ριάντ να υποχωρεί ελαφρώς.

Φυσικά, το  χρηματιστήριο του Τελ Αβίβ εξακολουθεί να τα πηγαίνει καλά λόγω της μεγάλης ζήτησης για μετοχές των αμυντικών εταιρειών του, ενώ το Ριάντ καταφέρνει να περιορίζει τη ζημιά χάρη στην Aramco, τον κρατικό πετρελαϊκό κολοσσό της Σαουδικής Αραβίας.

Ακόμη, την Κυριακή 15 Ιουνίου, στην αγορά του Ντουμπάι η τιμή του πετρελαίου Brent δεν αυξήθηκε ούτε κατά 1% και εξακολουθεί να κυμαίνεται στα επίπεδα που βρισκόταν στις 2 Απριλίου, την «Ημέρα της Απελευθέρωσης» των ΗΠΑ, τότε που ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε τους διαβόητους «ανταποδοτικούς» δασμούς του.

«Προς το παρόν απέχουμε πολύ από τις τιμές έκτακτης ανάγκης», σχολιάζει ο Φεντερίκο Φουμπίνι, αναφέροντας πως η τιμή του βαρελιού είναι μειωμένη κατά σχεδόν 9% σε σχέση με τις ημέρες της ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ και κατά 5,5% κάτω σε σχέση με πέρυσι την ίδια περίοδο. «Η αγορά πετρελαίου έχει πλεόνασμα προσφοράς, είναι πολύ ρευστή», ανέφερε στην ιταλική εφημερίδα η Σιμονέτα Ταλιαπιέτρα, ανώτερη ερευνήτρια στο κέντρο μελετών Bruegel.

Γνώριζαν οι Σαουδάραβες;

Σε αυτό το σημείο, όμως, τίθεται ένα ακόμη από τα ερωτήματα που επιδιώκει να απαντήσει ο Φουμπίνι στην ανάλυσή του. Διότι δεν υπάρχει μόνο η ελπίδα ότι οι Ιρανοί δεν θα είναι τόσο τρελοί και αυτοκτονικοί ώστε να κλείσουν τα Στενά του Ορμούζ και να παρασύρουν τις ΗΠΑ στη σύρραξη με στόχο την αποκατάσταση της τάξης.

Υπάρχει και το γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία, λίγο πριν το ξέσπασμα αυτής της νέας σύρραξης στη Μέση Ανατολή, έκανε το αντίθετο από εκείνο που ιστορικά τείνει να κάνει: αύξησε την παραγωγή πετρελαίου σε μια ήδη καλά εφοδιασμένη παγκόσμια αγορά και έτσι μείωσε την τιμή του δικού της κύριου εξαγώγιμου προϊόντος. Μάλιστα, παρέσυρε μαζί της ολόκληρο τον ΟΠΕΚ, με τα μέλη του οργανισμού να τριπλασιάζουν τις αυξήσεις που είχαν προγραμματιστεί για τον Μάιο και τις αρχές του τρέχοντος μήνα.

«Γνώριζε ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν; Κατασκεύασε έναν μηχανισμό απόσβεσης των κραδασμών αυτού του πολέμου;», διερωτάται ο Φουμπίνι, εικάζοντας πως ο ντε φάκτο ηγέτης της Σαουδικής Αραβίας ίσως ήθελε απλώς να κερδίσει την εύνοια του Τραμπ πριν την επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία στα μέσα Μαΐου, δίχως να γνωρίζει ποιες θα ήταν οι εξελίξεις.

Αύξηση των τιμών;

Ομως το φάσμα του αποκλεισμού των Στενών του Ορμούζ από τους Ιρανούς εξακολουθεί να πλανάται πάνω από τη Μέση Ανατολή και κατ’ επέκταση από όλον τον κόσμο. Σε αυτή την περίπτωση η Σαουδική Αραβία θα μπορούσε να εξάγει το πολύ τα μισά από τα 9 εκατ. βαρέλια που εξάγει σήμερα ημερησίως, μέσω ενός αγωγού προς την Ερυθρά Θάλασσα. Αλλά τα Εμιράτα (4,4 εκατ. βαρέλια), το Κουβέιτ (2,5 εκατ.) και το Ιράκ (4,3 εκατ.) θα αποκόπτονταν εντελώς, εξέλιξη που θα διπλασίαζε την τιμή του πετρελαίου, εκτινάσσοντάς την στα 150 δολάρια το βαρέλι και άνω.

Δυστυχώς δεν είναι απίθανο. Επιπλέον, υπάρχει και το ανησυχητικό προηγούμενο των Χούθι της Υεμένης, οι οποίοι έχουν δείξει ότι μπορούν να κρατούν το στενό Μπαμπ ελ-Μαντέμπ ημίκλειστο, παρά την πίεση που ασκείται από τη Δύση εδώ και πάνω από έναν χρόνο. Η ίδια η κυβέρνηση Τραμπ βομβάρδιζε τους Χούθι επί επτά εβδομάδες, έως τις αρχές Μαΐου, μέχρι που ο αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι «συνθηκολόγησαν».

Αυτό όμως δεν ισχύει, δεδομένου ότι την πρώτη εβδομάδα του Ιουνίου μόλις 30 πλοία πέρασαν από το Μπαμπ ελ-Μαντέμπ, όπως συνέβαινε για περισσότερο από έναν χρόνο, αντί για τον μέσο όρο των 80 πλοίων πριν από τον αποκλεισμό του από τους Χούθι (οι υεμενίτες αντάρτες εξακολουθούν να απαιτούν «τέλη διέλευσης» από τα εμπορικά πλοία, ώστε να μην ανοίγουν πυρ εναντίον τους από τα ακρωτήρια της Υεμένης).

Επιπλέον, και το Ισραήλ θα μπορούσε, φυσικά, να διαταράξει τις εύθραυστες ισορροπίες της αγοράς, εάν άρχιζε να βάλλει κατά ενεργειακών υποδομών του Ιράν. Το Σάββατο έπληξε ένα διυλιστήριο πέριξ του South Pars, του μεγαλύτερου κοιτάσματος φυσικού αερίου στον κόσμο (συνιδιοκτησίας της Τεχεράνης στα βόρεια και του Κατάρ στα νότια του Περσικού Κόλπου). Και την Κυριακή οι Ισραηλινοί κατέστρεψαν επίσης αποθήκες καυσίμων.

Αναφερόμενος ειδικά στην αγορά φυσικού αερίου, ο ιταλός δημοσιογράφος σημειώνει πως, στο πλαίσιο της νέας σύρραξης, είναι πιο ευάλωτη από την αγορά πετρελαίου, καθώς η προσφορά μεθανίου σήμερα είναι πιο περιορισμένη από την προσφορά πετρελαίου και κυρίως το Κατάρ είναι απαραίτητο για τη δημιουργία αποθεμάτων στην Ευρώπη ενόψει του επόμενου χειμώνα.

Σε περίπτωσης κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ, οι εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου από το Κατάρ θα μπορούσαν να διακοπούν εντελώς, με τον Φουμπίνι να αναφέρει ότι η τιμή του φυσικού αερίου στην Ευρώπη αυξήθηκε τις προηγούμενες ημέρες πολύ πάνω από τον παγκόσμιο μέσο όρο.

Οι δύο υπερδυνάμεις

Φυσικά, ΗΠΑ και Κίνα επιδιώκουν να αποτρέψουν το χειρότερο δυνατό σενάριο, με την Ουάσινγκτον να ξεκαθαρίζει στους Ισραηλινούς ότι δεν θέλει να πληγεί η πετρελαϊκή βιομηχανία των αγιατολάδων και το Πεκίνο, το οποίο αγοράζει (σε χαμηλότερη τιμή) περίπου το 90% του πετρελαίου που εξάγουν οι Ιρανοί, ζητά από το θεοκρατικό καθεστώς να μη διαταράξει την απρόσκοπτη πλεύση των πετρελαιοφόρων που τροφοδοτούν τη βιομηχανία του από τα Στενά του Ορμούζ.

«Η Αμερική και η Κίνα θα υποβληθούν επίσης σε μια σοβαρή δοκιμασία τις επόμενες ημέρες: είναι ικανές να κουμαντάρουν τους πολύ μικρότερους συμμάχους τους ή μήπως χάνουν τον έλεγχο; Σε έναν κόσμο χωρίς ηγέτες και επίσημες συμμαχίες αυτήν την περίοδο, δεν είναι βέβαιο ότι η Ουάσινγκτον και το Πεκίνο θα είναι σε θέση να επιβάλουν πλήρως τη θέλησή τους στην Ιερουσαλήμ και την Τεχεράνη», κρίνει ο Φεντερίκο Φουμπίνι.

Κερδισμένος ο Πούτιν;

Αυτό εγείρει το πιο ανησυχητικό ερώτημα: είναι δυνατόν ο Βλαντίμιρ Πούτιν να εκμεταλλευθεί τη νέα κρίση στη Μέση Ανατολή; Ο Τραμπ έφτασε στο σημείο να τον προτείνει ακόμη και ως πιθανό μεσολαβητή, κάτι που αποτελεί ακόμη ένα σύμπτωμα της αμερικανικής παρακμής. Και είναι αλήθεια πως ο Πούτιν θα μπορούσε να ωφεληθεί σημαντικά από τις εξελίξεις. Καταρχάς, με τη διεθνή προσοχή στραμμένη στη Μέση Ανατολή, περιορίζεται η πίεση που ασκείται στη Μόσχα για μια εκεχειρία στην Ουκρανία. Επιπλέον, το Κρεμλίνο έχει στην πραγματικότητα κάποια επιρροή και στα δύο στρατόπεδα του νέου πολέμου.

Επί τούτου, ο Φουμπίνι σημειώνει πως το 15% των Ισραηλινών μιλάει ρωσικά και το Ισραήλ ψήφισε πρόσφατα στα Ηνωμένα Εθνη –μαζί με τη Ρωσία, τη Βόρεια Κορέα, την Ουγγαρία, την Κίνα, την Αμερική του Τραμπ, αλλά και το Ιράν– κατά της καταδίκης των ενεργειών της Μόσχας. Οσο για το Ιράν, η Ρωσία είναι αυτή που πούλησε στην Τεχεράνη το ουράνιο που εμπλουτίζει εδώ και χρόνια, ενώ η Τεχεράνη συνεχίζει να εξοπλίζει τη Μόσχα με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (αν και οι Ρώσοι έχουν αρχίσει να αναπτύσσουν τη δική τους βιομηχανία, εκμεταλλευόμενοι την τεχνογνωσία των Ιρανών).

Το πιο σημαντικό, όμως, για τη Ρωσία στην παρούσα φάση είναι πως χάρη στις ανατιμήσεις αυτών των ημερών, μπορεί να πουλάει το πετρέλαιό της πάνω από 60 δολάρια το βαρέλι – το όριο στο οποίο ο πόλεμός της στην Ουκρανίας παραμένει οικονομικά βιώσιμος. Κάθε αύξηση της τιμής του βαρελιού κατά δέκα δολάρια αυξάνει τα έσοδα στον προϋπολογισμό του Κρεμλίνου κατά 25 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τον οικονομολόγο Αλεξάντερ Κολιάντρ του Center for European Policy Analysis της Ουάσιγκτον.

Οσο εντείνεται η ένταση στη Μέση Ανατολή, οι ενεργειακές προμήθειες από τη Ρωσία καθίστανται ακόμη πιο σημαντικές για την παγκόσμια αγορά, με αποτέλεσμα ο Τραμπ να είναι ακόμη περισσότερο αντίθετος σε οποιεσδήποτε νέες κυρώσεις στο πετρέλαιο της Μόσχας. «Κατά βάθος αυτό είναι επίσης ένα σύμπτωμα της ίδιας διαδικασίας: ο αμερικανικός αιώνας δίνει τη θέση του στον αιώνα του χάους», σχολιάζει ο Φουμπίνι.

Exit mobile version