Η Τεχνητή Νοημοσύνη αλλάζει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούμε το Διαδίκτυο, απειλώντας το οικονομικό μοντέλο που το στήριξε για δεκαετίες. Καθώς οι χρήστες στρέφονται σε chatbots αντί για κλασικές μηχανές αναζήτησης, οι δημιουργοί περιεχομένου βλέπουν πτώση στην επισκεψιμότητα και αναζητούν νέες πηγές εσόδων.
Στις αρχές του 2023, ο Μάθιου Πρινς, επικεφαλής της Cloudflare, μιας εταιρείας που παρέχει ψηφιακή ασφάλεια περίπου στο ένα πέμπτο του Διαδικτύου, άρχισε να δέχεται τηλεφωνήματα από ανήσυχους διευθυντές μεγάλων ΜΜΕ. Η ανησυχία τους δεν αφορούσε κυβερνοεπιθέσεις από κράτη ή χάκερ, αλλά μια νέα απειλή: την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Οι επικεφαλής αυτοί είχαν ήδη εντοπίσει μια τάση που σήμερα είναι πλέον ορατή σε όλους, γράφει ο Economist: οι χρήστες στρέφονται όλο και περισσότερο σε «έξυπνους» βοηθούς και chatbots για τις ερωτήσεις τους, αντί να καταφεύγουν στις κλασικές μηχανές αναζήτησης. Το αποτέλεσμα; Αντί για συνδέσμους που οδηγούν σε ιστοσελίδες, παίρνουν άμεσες απαντήσεις. Αυτό σημαίνει ότι οι παραγωγοί περιεχομένου, από ειδησεογραφικά sites, μέχρι φόρουμ και εγκυκλοπαίδειες όπως η Wikipedia, βλέπουν σημαντική πτώση στην επισκεψιμότητά τους.
Το μοντέλο του Διαδικτύου βασιζόταν επί χρόνια σε μια απλή ισορροπία: οι άνθρωποι έμπαιναν σε ιστοσελίδες, αυτές πουλούσαν διαφημίσεις και έτσι εξασφαλιζόταν η χρηματοδότησή τους. Τώρα, με την πτώση της κίνησης, οι δημιουργοί περιεχομένου προσπαθούν απεγνωσμένα να βρουν τρόπους ώστε οι εταιρείες ΤΝ να πληρώσουν για τη χρήση των δεδομένων τους. Εάν αυτό δεν επιτευχθεί, το «ανοιχτό» Διαδίκτυο όπως το ξέρουμε μπορεί να αλλάξει ριζικά.
Από την κυκλοφορία του ChatGPT στα τέλη του 2022, εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι υιοθέτησαν αυτή τη νέα μέθοδο αναζήτησης πληροφοριών. Σήμερα υπολογίζεται ότι περίπου 800 εκατ. χρήστες το χρησιμοποιούν τακτικά, ενώ είναι και η πιο δημοφιλής εφαρμογή στο App Store της Apple. Η ίδια η Apple ανακοίνωσε ότι, για πρώτη φορά τον Απρίλιο, οι κλασικές αναζητήσεις στον περιηγητή Safari έπεσαν αισθητά, καθώς οι ερωτήσεις κατευθύνονταν σε εργαλεία ΤΝ. Η OpenAI μάλιστα ετοιμάζεται να λανσάρει δικό της περιηγητή (browser).
Η Google, που κατέχει περίπου το 90% της αγοράς αναζήτησης στις ΗΠΑ, αντέδρασε προσθέτοντας χαρακτηριστικά TN, σύμφωνα με τον Economist. Από το 2023, συνοδεύει πολλά αποτελέσματα με «επισκόπηση» που συντάσσεται από ΤΝ. Φέτος λάνσαρε και λειτουργία «AI mode», που μοιάζει περισσότερο με chatbot. Η υπόσχεση είναι ξεκάθαρη: «Αφήστε τη Google να κάνει το googling για εσάς».
Αυτό όμως σημαίνει ότι οι χρήστες πλέον σπανίως επισκέπτονται τις πρωτογενείς ιστοσελίδες. Σύμφωνα με την Similarweb, η επισκεψιμότητα μέσω μηχανών αναζήτησης μειώθηκε κατά 5% το 2023. Ορισμένες κατηγορίες, όπως τα χόμπι, αντέχουν, αλλά πολλές άλλες, ιδίως υγείας ή ειδήσεων, έχουν υποστεί μεγάλη ζημιά. Στους ιστότοπους υγείας, για παράδειγμα, η κίνηση από αναζητήσεις έπεσε κατά 10%.
Για επιχειρήσεις που ζουν από διαφημίσεις ή συνδρομές, αυτό σημαίνει λιγότερα έσοδα, σημειώνει ο Economist. Ο Νιλ Βόγκελ, επικεφαλής του εκδοτικού ομίλου Dotdash Meredith, εξηγεί: «Είχαμε πολύ θετική σχέση με την Google, αλλά πλέον παραβίασε τη συμφωνία. Κλέβει το περιεχόμενό μας για να μας ανταγωνιστεί». Πριν από τρία χρόνια, τα sites του ομίλου έπαιρναν πάνω από 60% της επισκεψιμότητάς τους από τη Google· σήμερα μόλις το 35%.
Ανάλογα παράπονα εκφράζουν και πλατφόρμες που λειτουργούν με τη συνεισφορά των χρηστών, όπως το Stack Overflow και η Wikipedia, οι οποίες βλέπουν τον όγκο ερωτήσεων και συνεισφορών να μειώνεται, καθώς οι χρήστες μένουν ικανοποιημένοι με τις απαντήσεις της AI.
Αρκετοί μεγάλοι εκδότες προσπαθούν να προστατευτούν μέσω συμφωνιών ή και δικαστικών αγώνων. Ο Ρόμπερτ Τόμσον της News Corp μιλά στον Economist για στρατηγική «wooing and suing», δηλαδή ταυτόχρονα διαπραγμάτευση και μηνύσεις. Ετσι, η News Corp έχει συμφωνήσει με την OpenAI, ενώ θυγατρικές της έχουν κινηθεί νομικά κατά της Perplexity. Αντίστοιχα, οι New York Times έχουν στραφεί δικαστικά κατά της OpenAI, παρότι έκαναν συμφωνία με την Amazon.
Ωστόσο, η δικαστική οδός δεν είναι πάντα αποτελεσματική. Πρόσφατα, δύο υποθέσεις πνευματικών δικαιωμάτων στην Καλιφόρνια κατέληξαν υπέρ εταιρειών ΤΝ, κρίνοντας ότι η εκπαίδευση μοντέλων πάνω σε ξένο υλικό συνιστά «εύλογη χρήση».
Μερικές εταιρείες προτείνουν λύσεις. Η Cloudflare δοκιμάζει ένα σύστημα «pay-as-you-crawl», όπου τα bots της ΤΝ θα χρεώνονται με ένα μικρό ποσό για κάθε επίσκεψή τους σε ιστότοπους. Η Tollbit επιτρέπει στους δημιουργούς περιεχομένου να χρεώνουν διαφορετικά ποσά ανάλογα με το υλικό. Στο πρώτο τρίμηνο του 2024, επεξεργάστηκε 15 εκατομμύρια μικροσυναλλαγές από περίπου 2.000 παραγωγούς περιεχομένου, μεταξύ των οποίων το Associated Press και το Newsweek.
Η ProRata, του Μπιλ Γκρος, προτείνει διανομή εσόδων από διαφημίσεις που θα εμφανίζονται δίπλα σε απαντήσεις ΤΝ. Το δικό της εργαλείο, Gist.ai, μοιράζεται ήδη κέρδη με περισσότερους από 500 συνεργάτες, μεταξύ τους οι Financial Times και το Atlantic.
Οι παραγωγοί περιεχομένου κατανοούν ότι το μέλλον δεν θα βασίζεται μόνο στην επισκεψιμότητα. Επενδύουν, όπως σημειώνει ο Economist, σε συνδρομητικά μοντέλα, newsletters, εφαρμογές και ζωντανές εκδηλώσεις, ώστε να έρχονται απευθείας σε επαφή με το κοινό. Επίσης, μορφές όπως το βίντεο ή το podcast είναι πιο δύσκολο να ενσωματωθούν στην Τεχνητή Νοημοσύνη, γεγονός που τα καθιστά πιο ανθεκτικά.
Η Google υποστηρίζει ότι ο ιστός δεν πεθαίνει· αντιθέτως, αναπτύσσεται. Σύμφωνα με τα δικά της στοιχεία, τα τελευταία δύο χρόνια επεκτάθηκε κατά 45%. Η Τεχνητή Νοημοσύνη επιτρέπει νέες μορφές αναζήτησης, όπως να φωτογραφίσει κανείς τη βιβλιοθήκη του και να ζητήσει προτάσεις ανάγνωσης. Ετσι, περισσότερα sites «διαβάζονται» από ποτέ, έστω και από αλγορίθμους αντί για ανθρώπους.
Κάποιοι παραμένουν αισιόδοξοι, καταλήγει ο Economist, θυμίζοντας ότι και στο παρελθόν προβλέφθηκε ο «θάνατος» του ιστού, αρχικά από τα social media και έπειτα από τις εφαρμογές, χωρίς αυτό, τελικά να συμβεί. Ομως η απειλή από την ΤΝ μοιάζει βαθύτερη. Εάν το Διαδίκτυο θέλει να παραμείνει βιώσιμο και ελεύθερο, πρέπει να βρεθούν νέοι τρόποι ώστε οι δημιουργοί να αμείβονται. Οπως το θέτει ο Γκρος: «Για να επιβιώσει το διαδίκτυο και για να επιβιώσει η δημοκρατία, οι μηχανές απαντήσεων οφείλουν να μοιράζονται τα έσοδα με όσους παράγουν περιεχόμενο».
