Την αποπληρωμή του συνόλου των διακρατικών δανείων του πρώτου μνημονίου, ύψους 31,9 δισ. ευρώ, έως το 2029 ανακοίνωσε κατά την επίσκεψή του στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης.
Ο κ. Πιερρακάκης συναντήθηκε με τον γενικό διευθυντή του ΟΔΔΗΧ, Δημήτρη Τσάκωνα, και στελέχη του Οργανισμού και συζήτησαν μεταξύ άλλων για την πορεία του δημοσίου χρέους, το οποίο σε απόλυτα μεγέθη βρίσκεται στα 364 δισ. ευρώ, αλλά αποκλιμακώνεται ως ποσοστό επί του ΑΕΠ λόγω της ανάπτυξης της οικονομίας.
Στις δηλώσεις του αμέσως μετά το πέρας της συνάντησης, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών επεσήμανε:
«Tο υπέρογκο δημόσιο χρέος το οποίο υπονόμευσε την εθνική κυριαρχία μας και την κοινωνική συνοχή, πλέον, αποκλιμακώνεται ραγδαία. Αυτή είναι μια κατάκτηση μιας ολόκληρης γενιάς.
Με την πλήρη αποπληρωμή των δανείων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, με την πρόωρη αποπληρωμή του πρώτου ακριβού μνημονίου, με τέτοιου τύπου ενέργειες, πλέον απομειώνουμε έναν κίνδυνο ο οποίος υπήρχε. Και ποιος ήταν αυτός; Από το 2032 και μετά να πιεστεί η χώρα ως προς την αποπληρωμή του χρέους λόγω αυξημένου κόστους εξυπηρέτησης.
Ο κίνδυνος αυτός δεν υπάρχει πια.
Η χώρα, αυτή τη στιγμή, αποκλιμακώνει το χρέος της και το 2029 δεν θα είναι η πιο χρεωμένη χώρα στην Ευρώπη. Και αυτή είναι μια κατάκτηση συνολικά του ελληνικού λαού μετά από πολλά χρόνια δυσκολιών. Και είναι μια κατάκτηση πάνω στην οποία πρέπει και μπορούμε να χτίσουμε.
Το να μειώνει κανείς το χρέος του σημαίνει περισσότερη ελευθερία για τον τόπο, σημαίνει περισσότερες οικονομικές ευκαιρίες για τη χώρα. Σημαίνει να έχεις λιγότερα βάρη για το μέλλον και να μπορείς να αναπτύσσεσαι καλύτερα. Σημαίνει να έχεις μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα μάτια των αγορών. Αυτή είναι μια πολύ σημαντική κατάκτηση και αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στον ΟΔΔΗΧ, στα στελέχη του, στο γενικό του διευθυντή, τον κύριο Τσάκωνα».
Η Βιωσιμότητα του Δημόσιου Χρέους μετά το 2032
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ το δημόσιο χρέος πλέον είναι βιώσιμο και με καλύτερες προοπτικές από άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Σημαντικό μέρος, ύψους περίπου 31,6 δισ. ευρώ, θα αποπληρωθεί πρόωρα έως το 2031, δηλαδή μια δεκαετία νωρίτερα της κανονικής του λήξης, όπως προανήγγειλε ο κ. Πιερρακάκης. Το δημόσιο χρέος της χώρας έχει καλύτερους όρους εξυπηρέτησης σε σχέση με το γερμανικό αλλά και άλλων κρατών -μελών, καθώς εξυπηρετείται με μέσο κόστος 1,73% .
Οι πρόωρες αποπληρωμές για τα δάνεια του πρώτου Μνημονίου θα συνεχιστούν και τα επόμενα έτη, ώστε το εν λόγω δάνειο να αποπληρωθεί πλήρως έως το 2031, αντί του αρχικού πλάνου για το 2041. Αλλωστε, τον Δεκέμβριο του 2025 το ελληνικό κράτος θα προβεί σε περαιτέρω πρόωρη αποπληρωμή του μνημονιακού δανείου, ύψους τουλάχιστον 5,29 δισ. ευρώ, με το ποσό αυτό να αφορά τις λήξεις από το 2033 έως και το 2041.
Με αυτή την κίνηση το ελληνικό Δημόσιο περνάει ένα μήνυμα περαιτέρω διασφάλισης στους θεσμούς, στους οίκους αξιολόγησης αλλά κυρίως στη διεθνή επενδυτική κοινότητα ότι κινείται με προνοητικότητα και διορατικότητα, σε ασφαλή χρόνο, προκειμένου να μειώσει ακόμη περαιτέρω τις ήδη μειωμένες ετήσιες μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες του και μετά το 2032.
Επίσης, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Eurogroup (Μάιος 2018), για όλο το διάστημα μεταξύ 2018 και 2032, αν η Ελλάδα επιτυγχάνει τους δημοσιονομικούς της στόχους και προβαίνει στις διαρθρωτικές αλλαγές που έχουν συμφωνηθεί με τους θεσμούς, αλλά στο διάστημα αυτό προκύψει μία παγκόσμια οικονομική κρίση ή κατάσταση ανωτέρας βίας, εξαιτίας της οποίας το ελληνικό δημόσιο χρέος θα μπορούσε να καταστεί μη βιώσιμο (για λόγους δηλαδή που δεν ευθύνεται η χώρα), τότε οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και οι χώρες της ευρωζώνης θα επανεξετάσουν τη λήψη επιπρόσθετων μέτρων για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Με άλλα λόγια η χώρα μας έχει διασφαλίσει μία οιονεί παροχή εγγύησης προς αυτήν, αναφορικά με τη βιωσιμότητα του χρέους της για την μετά το 2032 εποχή. Παρά την διασφάλιση αυτή, αν και έως σήμερα έχουν συμβεί παγκόσμια γεγονότα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν το ελληνικό χρέος σε μη βιώσιμη τροχιά (πανδημία, ενεργειακή κρίση, γεωπολιτικά, δασμοί κλπ.) το ελληνικό κράτος και η κυβέρνηση έχουν αντιμετωπίσει τις κρίσεις αυτές επιτυχώς χωρίς να φαίνεται απαραίτητη σήμερα η παροχή επιπλέον μέτρων το έτος 2032.
Το προφίλ του χρέους
Όλη η σκληρή προσπάθεια των 15 τελευταίων ετών κατέτεινε στο να διαμορφωθεί ένα χαρτοφυλάκιο δημοσίου χρέους γενικής κυβέρνησης το οποίο, με στοιχεία τέλους 2024, έχει τα ακόλουθα βασικά χαρακτηριστικά:
– Υψος χρέους: 364,8 δισ ευρώ
– Μέση σταθμική διάρκεια χρέους: 18,8 έτη
– Μέση σταθμική διάρκεια ανατιμολόγησης: 18,2 έτη
– Ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης: 1,73%
Από τους προαναφερόμενους δείκτες προκύπτει ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος, με όρους χαρτοφυλακίου αναφοράς (benchmark portfolio), επί της ουσίας προσομοιάζει με ένα ομόλογο, το οποίο θα πρέπει να αποπληρωθεί εφάπαξ μετά από περίπου 19 έτη, που δεν διατρέχει κανέναν κίνδυνο αγοράς (επιτοκιακό, συναλλαγματικό, κλπ.), με σταθερό και προβλέψιμο κόστος εξυπηρέτησης για όλη τη διάρκεια μέχρι τη λήξη του, της τάξεως του 1,73%.
Καλύτερα από τη Γερμανία
Αν σήμερα, η πλέον αξιόχρεη χώρα της Ευρωζώνης Γερμανία επιθυμούσε να προβεί σε δανεισμό διάρκειας 19 ετών (όσο δηλαδή η μέση σταθμική διάρκεια του ελληνικού χρέους) το κόστος δανεισμού της θα ανερχόταν σε 2,93%, δηλαδή 1,20% υψηλότερο από το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού δημόσιου χρέους. Την ίδια στιγμή θα έπρεπε να αναχρηματοδοτήσει το σύνολο του χρέους της σε λιγότερο από το μισό χρόνο από αυτόν της Ελλάδος, αφού η μέση σταθμική φυσική διάρκεια του γερμανικού δημόσιου χρέους είναι περίπου 8 έτη (έναντι περίπου 19 έτη του ελληνικού) με μεγάλο κίνδυνο για μελλοντικό αυξημένο κόστος νέου δανεισμού –άρα εξυπηρέτησης– σε ένα εξαιρετικά ασταθές περιβάλλον αυξανόμενων επιτοκίων. Τον ίδιο κίνδυνο αντιμετωπίζει και το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών αφού συνολικά έχουν μέση σταθμική φυσική διάρκεια χρέους 8,5 έτη περίπου.
Είναι επίσης σημαντικό το γεγονός ότι τα συνολικά ταμειακά διαθέσιμα της χώρας ανέρχονται με όρους γενικής κυβέρνησης στο ποσό πλέον των 44 δισ. ευρώ.
Η αξιοποίηση των διαθεσίμων αυτών ήταν και θα παραμείνει βέλτιστη αφού, εκτός άλλων, θα συνεχιστεί η πολιτική των πρόωρων αποπληρωμών των διμερών δανείων του πρώτου μνημονίου που σύναψε η χώρα μας με τις χώρες της Ευρωζώνης (GLFA).
Ηδη , μέχρι στιγμής το Ελληνικό Δημόσιο προεξόφλησε και αποπλήρωσε πλήρως τα δάνεια του ΔΝΤ, ενώ από τα διμερή δάνεια GLFA, αρχικού ύψους 52,9 δισ. ευρώ, έχει ήδη αποπληρώσει ποσό 21,3 δισ. ευρώ.
Από το «κούρεμα» μέχρι σήμερα
Υπενθυμίζονται τα μέτρα που έχουν ληφθεί από τη χώρα σε συνεργασία με τους εταίρους της και τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς θεσμούς για τη διαχείριση της κρίσης της περασμένης δεκαετίας ήταν:
-η εφαρμογή του PSI (Private Sector Involvement) τον Μάρτιο του 2012 και η εθελοντική ανταλλαγή των ομολόγων που ακολούθησε, μείωσε την ονομαστική αξία του δημόσιου χρέους της χώρας κατά περίπου 45% του ΑΕΠ.
-η επαναγορά χρέους (debt buy back) που έλαβε χώρα τον Δεκέμβριο του 2012, μείωσε περαιτέρω την ονομαστική αξία του δημόσιου χρέους κατά περίπου 10% του ΑΕΠ.
-η εφαρμογή των βραχυχρόνιων μέτρων για τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους που έλαβαν χώρα το 2017, μείωσαν το δημόσιο χρέος κατά περίπου 25% του ΑΕΠ με όρους παρούσας αξίας και τέλος,
– η εφαρμογή των μεσο-μακροχρόνιων μέτρων για τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους το 2018, μείωσαν επιπλέον το δημόσιο χρέος κατά περίπου 25% του ΑΕΠ με όρους παρούσας αξίας.
Ολα τα μέτρα, πέραν της μείωσης του δημόσιου χρέους, είχαν ως κύριο στόχο τους την επέκταση της μέσης σταθμικής φυσικής διάρκειας του χαρτοφυλακίου χρέους καθώς και τη σταθεροποίηση του κόστους εξυπηρέτησής του, σε επίπεδα ιστορικών χαμηλών επιτοκίων.
Σήμερα, το ελληνικό δημόσιο χρέος, παρά το υψηλό ποσοστό του ως προς το ΑΕΠ, είναι και βιώσιμο και με πολύ καλύτερες προοπτικές από πολλές άλλες χώρες της Ευρωζώνης.
