Οι κάθε λογής παρεμβάσεις αποτελούν αγαπημένη επιλογή του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, με το ομοσπονδιακό κράτος των ΗΠΑ να «ξεχνά» προς ώρας τον καπιταλισμό και να προχωρά σε εξαγορά μεριδίων σε προβληματικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με τους Financial Times, ουσιαστικά ο Τραμπ αναλαμβάνει τον ρόλο του deal maker, καθώς και στο παρελθόν είχε δηλώσει ότι «χρειαζόμαστε έξυπνους ανθρώπους για να κάνουν τις συμφωνίες. Και δεν έχουμε έξυπνους ανθρώπους για να κάνουν τις συμφωνίες».
Η τελευταία κίνησή του είναι η απόκτηση μεριδίου 10% στην προβληματική εταιρεία Intel, χρηματοδοτώντας επένδυση ύψους 8,9 δισ. δολαρίων με ομοσπονδιακές επιχορηγήσεις που είχαν ήδη εγκριθεί. Η κίνηση αυτή συγκρούεται άμεσα με την ιδεολογία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, το οποίο στηρίζει τα οφέλη του καπιταλισμού και της ελεύθερης αγοράς και αντιτίθενται γενικά στις κρατικές παρεμβάσεις στην εταιρική Αμερική. «Για την πολιτική των ΗΠΑ είναι τρελό», επισήμανε στους FT ο Σκοτ Λίνσικομ, αντιπρόεδρος γενικής οικονομίας στο φιλελεύθερο ινστιτούτο Cato.
«Οι μόνες φορές που κάναμε κάτι τέτοιο ήταν σε καιρό πολέμου και κατά την πρόσφατη κρίση του 2007–09, όταν ουσιαστικά το επιχείρημα ήταν ότι διαφορετικά θα είχαμε οικονομική κατάρρευση. Αυτό ανοίγει την πόρτα σε μια μορφή κρατικά κατευθυνόμενου καπιταλισμού, στην οποία εμείς οι συντηρητικοί έχουμε παραδοσιακά αντιταχθεί. Αλλά αυτές δεν είναι τυπικές εποχές και αυτό δεν είναι το κλασικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα», προσθέτει στους Financial Times ο Μπομπ Ινγκλις, πρώην βουλευτής από τη Νότια Καρολίνα και αυτοπροσδιοριζόμενος ως «Ρεπουμπλικανός του Ρέιγκαν».
Φυσικά, ο Τραμπ απέρριψε έντονα αυτή την κριτική, λέγοντας ότι η Ουάσινγκτον δεν πλήρωσε τίποτα για το μερίδιο στην Intel, αφού η συμφωνία χρηματοδοτήθηκε μέσω μη κατανεμημένων επιχορηγήσεων. Η προβληματική εταιρεία ημιαγωγών, που για δεκαετίες υπήρξε ένα από τα κορυφαία ονόματα της Σίλικον Βάλεϊ, έχει καταγράψει έξι συνεχόμενα τρίμηνα ζημιών, καθώς η κατασκευαστική δραστηριότητα της στα τσιπ έχει υποστεί καθίζηση.
«Γιατί οι “χαζοί” άνθρωποι είναι δυσαρεστημένοι με αυτό; Θα κάνω συμφωνίες για τη χώρα μας όπως αυτή όλη μέρα», ανέφερε ο Τραμπ στο Truth Social. Ο διευθύνων σύμβουλος της Intel, Λιπ-Μπου Ταν, χαιρέτισε επίσης τη συμφωνία σε ανάρτησή του στο Χ, που περιλάμβανε φωτογραφία του μαζί με τον υπουργό Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ, να χαμογελούν πλατιά. Ο Ταν σημείωσε: «Είμαι ενθουσιασμένος για τη δουλειά που μας περιμένει ώστε η πιο προηγμένη τεχνολογία πυριτίου και τα υπολογιστικά προϊόντα του μέλλοντος να σχεδιαστούν και να κατασκευαστούν εδώ στις ΗΠΑ».
Η συμφωνία με την Intel ήταν η τελευταία μιας σειράς παρεμβατικών κινήσεων του προέδρου, περισσότερο συγγενών με τον ευρωπαϊκό κρατικό καπιταλισμό της δεκαετίας του 1960 παρά με την ορθοδοξία της ελεύθερης αγοράς που επί δεκαετίες στήριζε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, τονίζουν οι FT.
Τον Ιούνιο, ο Τραμπ ενέκρινε την εξαγορά της US Steel από την ιαπωνική Nippon Steel με αντάλλαγμα ένα «χρυσό μερίδιο» για την κυβέρνηση. Τον Ιούλιο, το Πεντάγωνο έγινε ο μεγαλύτερος μέτοχος στην MP Materials, τον μοναδικό ενεργό φορέα εξόρυξης σπανίων γαιών στις ΗΠΑ. Πιο πρόσφατα, ο πρόεδρος είπε ότι οι ΗΠΑ θα επέτρεπαν στην Nvidia και στην AMD να πουλήσουν τα τσιπ τους στην Κίνα με αντάλλαγμα ένα μερίδιο 15% από τα έσοδα αυτών των συμφωνιών.
Ο Λευκός Οίκος σημείωσε ότι η κυβέρνηση Τραμπ προωθούσε ταυτόχρονα πολιτικές ελεύθερης αγοράς –όπως η απορρύθμιση και οι φορολογικές περικοπές– «για να αποκαταστήσει την Αμερική ως την πιο δυναμική οικονομία στον κόσμο».
Η πιο παρεμβατική προσέγγιση έχει αποσπάσει επαίνους από κάποιους παλιούς επικριτές του Τραμπ, καθώς και από στελέχη της τεχνολογίας τα οποία προσαρμόζονται όλο και περισσότερο στον τρόπο που κάνει επιχειρήσεις ο πρόεδρος, ώστε να αποφύγουν να γίνουν στόχοι του, σπεύδουν να διευκρινίσουν οι FT.
Ο Μαρκ Κιούμπαν, δισεκατομμυριούχος επενδυτής και υποστηρικτής της Κάμαλα Χάρις στις εκλογές του 2024, είπε ότι η απόφαση του Τραμπ να πιέσει την Nvidia και την AMD να καταβάλουν μέρος των εσόδων τους από την Κίνα στο κράτος ήταν μια καλή αναδιανεμητική κίνηση, την οποία έπρεπε να είχαν στηρίξει οι Δημοκρατικοί.
«Αυτό είναι ένας “φόρος δισεκατομμυριούχων” δομημένος σαν δικαίωμα ή φόρος πωλήσεων», έγραψε ο Κιούμπαν στο Χ. «Θα καλύψει αυτό την έκρηξη των ελλειμμάτων που αντιμετωπίζουμε; Οχι όπως είναι τώρα. Ούτε κατά διάνοια. Αλλά του αξίζει αναγνώριση επειδή καταλαβαίνει πώς αυτοί οι CEO προσεγγίζουν τα προβλήματα και τις ευκαιρίες, και χρησιμοποιεί την επιρροή του για να δημιουργήσει φορολογικά έσοδα», πρόσθεσε. «Ο πρόεδρος είναι πιο προοδευτικός στο ζήτημα της φορολογίας από οποιονδήποτε στην προοδευτική πτέρυγα των Δημοκρατικών έχει υπάρξει ποτέ».
Ο Τραμπ έχει καταστήσει σαφές ότι η εμπλοκή της αμερικανικής κυβέρνησης στις υποθέσεις του ιδιωτικού τομέα δεν θα τελειώσει σύντομα. «Ελπίζω να έχω πολλές ακόμα τέτοιες περιπτώσεις», ανέφερε σε δηλώσεις του σε δημοσιογράφους, αναφερόμενος στη συμφωνία με την Intel. Ειδικοί προειδοποιούν ότι ο Τραμπ δεν ακολουθεί μια ιδεολογική στροφή, αλλά καθοδηγείται από δεκαετίες εμπειρίας στις συμφωνίες ως μεγιστάνας ακινήτων στο Μανχάταν, αντιμετωπίζοντας τις αλληλεπιδράσεις με τον εταιρικό κόσμο ως μια ευκαιρία για διευθετήσεις quid pro quo.
Η προσέγγιση αυτή έχει αποσπάσει επαίνους από απρόσμενους κύκλους για τον Ρεπουμπλικανό πρόεδρο, αλλά και επικρίσεις από παραδοσιακούς συμμάχους. Ο αριστερός γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς εξήρε τη συμφωνία του Τραμπ με την Intel, καθώς αντικατοπτρίζει μια πρόταση που είχε κάνει ο ίδιος για να λαμβάνει η κυβέρνηση μετοχές σε αντάλλαγμα για επιχορηγήσεις που παραχωρήθηκαν βάσει του Chips Act του 2022.
«Χαίρομαι που η κυβέρνηση Τραμπ συμφωνεί με την τροπολογία που πρότεινα πριν από τρία χρόνια», τόνισε ο Σάντερς σε ανακοίνωσή του, για να προσθέσει: «Αν οι εταιρείες μικροτσίπ βγάζουν κέρδη από τις γενναιόδωρες επιχορηγήσεις που λαμβάνουν από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, οι αμερικανοί φορολογούμενοι έχουν δικαίωμα σε μια λογική απόδοση αυτής της επένδυσης».
Στη Wall Street, ωστόσο, η υποδοχή των παραδοσιακών συμμάχων των Ρεπουμπλικανών υπήρξε πολύ πιο ψυχρή. «Τρεις διευθυντές με πήραν τηλέφωνο την τελευταία εβδομάδα, όλοι αρκετά υποστηρικτικοί προς τον Τραμπ μέχρι τώρα, αλλά πολύ ανήσυχοι με αυτή την τάση», τόνισε στους FT κορυφαίο στέλεχος μεγάλης εταιρείας, σημειώνοντας ότι «η μεγαλύτερη ανησυχία τους είναι ότι αυτό θα οδηγήσει σε στρέβλωση της κυβερνητικής πολιτικής προς όφελος εταιρειών στις οποίες η κυβέρνηση έχει οικονομικό συμφέρον».
Ο Τραμπ υποσχέθηκε ότι η εμπλοκή της κυβέρνησης στην Intel θα είναι παθητική, χωρίς εκπροσώπηση στο διοικητικό συμβούλιο ή άλλα δικαιώματα διακυβέρνησης. Ομως αναλυτές προειδοποιούν ότι αυτή η προσέγγιση δύσκολα θα διατηρηθεί.
«Δεν υπάρχει περίπτωση η κυβέρνηση των ΗΠΑ να γίνει ο μεγαλύτερος μέτοχος σε μια προβληματική εταιρεία μικροτσίπ και… να μη σηκώσει το τηλέφωνο όταν δεν της αρέσει αυτό που κάνει η εταιρεία», ξεκαθαρίζει ο Λίνσικομ, προσθέτοντας πως, ανεξάρτητα από τα κίνητρα ή τις προθέσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, η στροφή προς τον παρεμβατισμό θα είναι δύσκολο να ανατραπεί.
