Η παραίτηση του Αντρίι Γερμάκ από τη θέση του επικεφαλής του προεδρικού γραφείου και στενότερου συνεργάτη του ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Ο Γερμάκ υπήρξε «αντικείμενο» έρευνας για διαφθορά, με τις αρμόδιες ουκρανικές αρχές να πραγματοποιούν έφοδο στο σπίτι του.
Το σίγουρο είναι ότι ο Γερμάκ δεν είναι κάποιος τυχαίος, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις, όπως επισημαίνουν σε εκτενές αφιέρωμά τους οι Financial Times, δρούσε ως να ήταν ο ίδιος πρόεδρος της Ουκρανίας. Ως επιτελάρχης του Ζελένσκι, ο 53χρονος Γερμάκ ήταν υπεύθυνος για να καταρτίζει ειρηνευτικά σχέδια, να κατευθύνει τη μυστική διπλωματία και να επιλέγει κυβερνητικά στελέχη.
Οταν πρόκειται για διαπραγματεύσεις υψηλού εθνικού συμφέροντος, ο Γερμάκ ήταν αυτός που διεύθυνε τα πάντα. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις συντονίζονταν μαζί του για ζητήματα που αφορούσαν στρατιωτική και οικονομική βοήθεια.
Ενα από τα καθήκοντα του Γερμάκ ήταν να επιβλέπει μια στενά δεμένη ομάδα περίπου 24 προσωπικά επιλεγμένων, αφοσιωμένων συμβούλων, που έχουν πρόσβαση σε ενημερώσεις εθνικής ασφάλειας και σε συναντήσεις με ξένους αρχηγούς κρατών – μια πρακτική ασυνήθιστη προς τα πρότυπα των περισσότερων Δυτικών κυβερνήσεων. Αυτή η ομάδα διαχειρίζεται τη χώρα.
Ο ρόλος του Γερμάκ έχει περιγραφεί με ποικίλους τρόπους: τον αποκάλεσαν «δεξί χέρι του Ζελένσκι» και «de facto αντιπρόεδρο της Ουκρανίας». Ομως, όπως συμφωνούν τόσο οι σύμμαχοί του όσο και οι επικριτές του, σχεδόν τίποτα δεν συνέβαινε στην Ουκρανία χωρίς τη γνώση και την έγκρισή του. Κανείς δεν μπορούσε να προσεγγίσει τον Ζελένσκι αν δεν είχε λάβει την έγκριση του Γερμάκ.
Για τους ένθερμους υποστηρικτές του, όπως ο Αντρίι Σίμπιχα, πρώην αναπληρωτής του Γερμάκ και από τον Σεπτέμβριο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας, ο Γερμάκ είναι «ένας εξαιρετικός διαχειριστής, ειδικά σε κρίσιμες καταστάσεις».
Ο Αντερς Φογκ Ράσμουσεν, πρώην πρωθυπουργός της Δανίας και γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, που έγραψε το κείμενο υποστήριξης για την καταχώριση του Γερμάκ στη λίστα του περιοδικού Time με τους 100 πιο επιδραστικούς ανθρώπους του 2024, είπε ότι είχε δει από πρώτο χέρι την ικανότητά του να κρατά «την κυβέρνηση σε λειτουργία… κατά τη συνεργασία μας για τις εγγυήσεις ασφαλείας προς την Ουκρανία», που οδήγησε σε «ένα δίκτυο διμερών συμφωνιών με συμμάχους».
Για τους επικριτές του ο Γερμάκ είναι ένας μη εκλεγμένος «τσάρος» που είχε συγκεντρώσει απεριόριστη εξουσία – διαβρώνοντας τους δημοκρατικούς ελέγχους και τις ισορροπίες που έχει εφαρμόσει το Κίεβο μετά την επανάσταση του 2014.
Εχει κατηγορηθεί ότι χειραγώγησε δικαστικές έρευνες για να δυσφημίσει αντιπάλους και ότι φρόντισε να καθυστερήσει έρευνες που αφορούσαν περιπτώσεις διαφθοράς. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι οργάνωσε «μαύρες επιχειρήσεις», διαρρέοντας πληροφορίες και φήμες μέσω ανώνυμων καναλιών στο Telegram. «Στόχος του ήταν να συγκεντρώσει τα πάντα σε ένα μετασοβιετικό στυλ διακυβέρνησης που θύμιζε κάτι όχι πολύ διαφορετικό από μια αυταρχία», ανέφερε άτομο που είχε συνεργαστεί στενά μαζί του στο προεδρικό γραφείο.
Οι σύμμαχοί του αντιτείνουν ότι δεν ήταν ένας «γκρίζος καρδινάλιος» που κινούσε τα νήματα στις σκιές, αλλά κάτι νέο στον μετασοβιετικό πολιτικό κόσμο της Ουκρανίας: ένας «πράσινος καρδινάλιος», παρών στη δημόσια και ιδιωτική σκηνή, φορώντας, τις περισσότερες φορές, στρατιωτική στολή.
Ωστόσο δεν προερχόταν ούτε από την πολιτική ούτε από τον στρατό. Δεν ήταν μέρος της παρέας των παιδικών φίλων του Ζελένσκι ούτε συμπρωταγωνιστής στην κωμική ομάδα Kvartal 95.
Γεννημένος στο Κίεβο το 1971, ο Γερμάκ απολάμβανε πολλά από τα προνόμια της μεσαίας τάξης της σοβιετικής διανόησης. Ο πατέρας του, Μπόρις, εργάστηκε στο διάσημο αμυντικό εργοστάσιο Artem προτού γίνει υψηλόβαθμος διπλωμάτης στην πρεσβεία της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν κατά τον σοβιετικο-αφγανικό πόλεμο. Αυτή η υπηρεσία έχει οδηγήσει σε εικασίες πως ο ρόλος του συνδεόταν με τις σοβιετικές υπηρεσίες ασφαλείας.
Ως νέος, ο Γερμάκ ονειρευόταν να γίνει πιλότος μαχητικού. Αντ’ αυτού, εισήχθη στο Εθνικό Πανεπιστήμιο Τάρας Σεβτσένκο και αποφοίτησε με μεταπτυχιακό στο διεθνές δίκαιο. Ενώ πολλοί συμφοιτητές του συνέχισαν τις σπουδές τους στη Δύση και εντάχθηκαν σε κορυφαία ευρωπαϊκά δικηγορικά γραφεία, εκείνος παρέμεινε στο Κίεβο και άνοιξε τη δική του δικηγορική εταιρεία, επικεντρωμένη στο δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας.
Οταν ο Γερμάκ παρείχε τις νομικές του υπηρεσίες στο τηλεοπτικό κανάλι Inter, το 2011, γνώρισε έναν νεαρό που ονομάζονταν Βολοντίμιρ Ζελένσκι και ήταν ήδη εθνικό αστέρι. Η πρώτη τους συζήτηση δεν κράτησε πολύ, αλλά αμέσως ταίριαξαν. «Κατάλαβα ότι ήταν πολύ έξυπνος, πολύ ευφυής άνθρωπος», τόνισε ο Γερμάκ μιλώντας στους FT. «Μου άρεσε ο τρόπος που μιλούσε για τη γυναίκα του και τα παιδιά του».
Ο Γερμάκ μετακινήθηκε σύντομα στον χώρο της ψυχαγωγίας. Ιδρυσε έναν όμιλο media και παρήγαγε αρκετές ταινίες β’ κατηγορίας, οι οποίες έλαβαν χλιαρές κριτικές, όπως το πυγμαχικό δράμα του 2017 «The Fight Rules»
Στις αρχές του 2019 εντάχθηκε στο πολιτικό παιχνίδι, καθώς συμμετείχε στην προεκλογική εκστρατεία του Ζελένσκι. Οταν ο Ζελένσκι κέρδισε τις εκλογές, διόρισε τον Γερμάκ κορυφαίο σύμβουλό του για διεθνείς υποθέσεις. Ακόμη και όσοι βρίσκονταν κοντά στον νέο πρόεδρο εξεπλάγησαν.
Η ομάδα του Ζελένσκι αποτελούνταν κυρίως από φίλους από τα σχολικά του χρόνια στη βιομηχανική πόλη Κριβίι Ριχ. Αλλά οι δύο άνδρες άρχισαν να εργάζονται μαζί για μερικές από τις πιο φιλόδοξες υποσχέσεις του Ζελένσκι, συμπεριλαμβανομένου του τερματισμού του πολέμου που σιγοέβραζε στην ανατολική Ουκρανία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία και την εισβολή στο Ντονέτσκ και στο Λουγκάνσκ το 2014.
Σε ένα πρώτο τεστ της πολιτικής του οξυδέρκειας, εκείνο το καλοκαίρι ο Γερμάκ έγινε το κύριο σημείο επαφής ανάμεσα στο Κίεβο και τον κύκλο του τότε προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, καθώς αμερικανοί αξιωματούχοι πίεζαν την Ουκρανία να ανοίξει έρευνες για υποτιθέμενη διαφθορά από τον Δημοκρατικό αντίπαλο του Τραμπ, τον Τζο Μπάιντεν, και τον γιο του, Χάντερ.
Η μεγαλύτερη επιτυχία του Γερμάκ το καλοκαίρι του 2019 ήταν η διαπραγμάτευση ανταλλαγής αιχμαλώτων με τη Μόσχα, διασφαλίζοντας την επιστροφή του διακεκριμένου σκηνοθέτη Ολεχ Σεντσόφ και ακόμη 34 ατόμων. Πήγε στη Μόσχα για να παραλάβει προσωπικά τους αιχμαλώτους.
Στις αρχές του 2020, ο Ζελένσκι απέλυσε τον διευθυντή του γραφείου του και διόρισε στη θέση του τον Γερμάκ. Ο δεσμός μεταξύ των δύο ανδρών σφυρηλατήθηκε πραγματικά στο καμίνι του πολέμου. Από τις 24 Φεβρουαρίου 2022, όταν οι δυνάμεις του Πούτιν πέρασαν τα ουκρανικά σύνορα, οι δυο τους παρέμειναν αχώριστοι.
Ζούσαν και εργάζονταν στο προεδρικό συγκρότημα. Το γραφείο του Γερμάκ βρισκόταν δύο ορόφους κάτω από εκείνο του Ζελένσκι. Εκεί εργαζόταν, συνεχίζουν οι FT, σε ένα τεράστιο γραφείο, περιτριγυρισμένος από δώρα ξένων αξιωματούχων και ουκρανών στρατιωτών, μεταξύ των οποίων και ένα κεραμικό κρανίο ζωγραφισμένο με την εικόνα του Κρεμλίνου στις φλόγες.
Ο Γερμάκ, που δεν είναι παντρεμένος και δεν έχει παιδιά, είχε αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη δουλειά του. Το παλιό του διαμέρισμα έμενε σχεδόν αχρησιμοποίητο και σπανίως επισκεπτόταν τους γονείς του, που παραμένουν στο Κίεβο
Η σχέση των δύο ανδρών ξεπερνούσε τα επαγγελματικά, λένε συνεργάτες και σύμμαχοί τους. Κοιμόντουσαν κοντά ο ένας στον άλλον στο καταφύγιο του κτιρίου. Εκεί, μετά από μια μακριά μέρα εργασίας, χαλάρωναν παίζοντας πινγκ-πονγκ ή παρακολουθώντας κλασικές ταινίες, τις οποίες γνώριζαν τόσο καλά ώστε μπορούσαν να απαγγείλουν τους διαλόγους. Τα περισσότερα πρωινά ξεκινούσαν με γυμναστική, δίπλα- δίπλα, σηκώνοντας βάρη.
Οταν το Κρεμλίνο τηλεφώνησε στο Κίεβο τις πρώτες ώρες της πλήρους εισβολής για να πιέσει για παράδοση, το τηλέφωνο που χτύπησε ήταν του Γερμάκ. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο αναπληρωτής διευθυντής του γραφείου του Πούτιν, Ντμίτρι Κόζακ. Ζήτησε από τον Γερμάκ να πείσει τον Ζελένσκι να παραδοθεί ή να προετοιμαστεί για «όλη τη δύναμη του ρωσικού στρατού». «Αϊ στο διάολο!» απάντησε ο Γερμάκ και του έκλεισε το τηλέφωνο, όπως αποκαλύπτουν οι FT.
