Ο δρόμος για την κόλαση: Από τον Κηφισό στην Αττική Οδό
| Intimenews / CreativeProtagon
Απόψεις

Ο δρόμος για την κόλαση: Από τον Κηφισό στην Αττική Οδό

Μοιάζει πλέον άσκοπο να μιλάει κανείς για την κίνηση· η γενική απαίτηση είναι να αποδεχτούμε μοιρολατρικά το γεγονός ότι σε αυτή την πόλη χρειάζεσαι τριπλάσιο και τετραπλάσιο χρόνο από τον λογικό για να πας από το σημείο Α στο σημείο Β. Αλλωστε η λογική που δείχνει να επικρατεί από τις Αρχές είναι «άσ' τους να γκρινιάξουν μέχρι να το ξεχάσουν»
Μαρία Δεδούση

«Αυτός είναι ο δρόμος για την κόλαση» τραγουδούσε το 1989 ο Κρις Ρία. Είναι απίθανο να είχε στο μυαλό του είτε τον Κηφισό είτε την Αττική Οδό, το τραγούδι του, όμως, θα μπορούσε σήμερα να γίνει ο ύμνος των βασικότερων οδικών αρτηριών της Αθήνας. Η αδιανόητη συμφόρηση που παρατηρείται στους δύο δρόμους έχει πάψει προ πολλού να είναι «είδηση» και έχει περάσει στη σφαίρα της κανονικότητας. Με διαφορετικά ζητήματα ο καθένας, αυτοί οι δύο δρόμοι αλληλεπιδρούν και πλέον δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από όσα υποτίθεται ότι θα έλυναν.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, ο Κηφισός δέχεται καθημερινά περίπου 260.000 διελεύσεις, ενώ η Αττική Οδός περίπου 280.000, με αύξηση 20% σε σχέση με το 2022. Σε ώρες αιχμής δεν είναι καθόλου σπάνιο να παραμείνει κανείς κολλημένος στην κίνηση πάνω από μισή ώρα, ενώ στον Κηφισό έχουν παρατηρηθεί μποτιλιαρίσματα σε μήκος έως 14 χιλιομέτρων, στο συνολικό του μήκος δηλαδή.

Τα πράγματα αναμένεται να γίνουν πολύ χειρότερα πολύ σύντομα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των συγκοινωνιολόγων η κυκλοφορία στην Αττική Οδό εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 55% έως το 2050, φτάνοντας τις 430.000 διελεύσεις. Η επέκταση της πόλης προς κάθε κατεύθυνση (πλην της νότιας, διότι ακόμη δεν μπορούμε να κτίσουμε μέσα στη θάλασσα) θεωρείται εσφαλμένως ότι λύνει το πρόβλημα. Στην πραγματικότητα το επιδεινώνει, καθώς σημαίνει μεγαλύτερες και περισσότερες μετακινήσεις για τους κατοίκους και, αναπόφευκτα, μεγαλύτερη επιβάρυνση για το οδικό δίκτυο.

Δημιουργεί επιπλέον το φαινόμενο του «λαιμού του μπουκαλιού»: Εκατομμύρια χαρούμενοι Αθηναίοι ξεκινούν το πρωί από τον δρόμο του και το προάστιό του ο καθένας, για να καταλήξουν όλοι μαζί σε δυο-τρεις δρόμους, παλεύοντας να φτάσουν στον προορισμό τους. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα του φαινομένου είναι η έξοδος της Αττικής Οδού προς την άνοδο του Κηφισού: Οι οδηγοί «στολίζουν» καθημερινά εκείνον που σχεδίασε την εκτροπή τεσσάρων ρευμάτων σε μια μοναδική λωρίδα – και δεν έχουν καθόλου άδικο.

Οταν άνοιξε η Αττική Οδός, από το 2001 έως το 2003, η ευφορία ήταν διάχυτη: ήταν πράγματι ένα μεγαλόπνοο έργο, που θα αποσυμφόριζε τον Κηφισό και το κέντρο της Αθήνας από την κίνηση. Η εξέλιξη είναι ενδεικτική της έλλειψης κεντρικού και μακροπρόθεσμου σχεδιασμού για την πόλη: Σταδιακά, η αλληλεπίδραση μεταξύ Κηφισού και Αττικής Οδού δημιούργησε ένα συνεκτικό αλλά εντελώς κορεσμένο δίκτυο. Το αποτέλεσμα είναι η μεταφορά της συμφόρησης αντί της μείωσής της.

Οι βασικοί κόμβοι που συνδέουν τους δύο άξονες, όπως στη Μεταμόρφωση και στην Κηφισιά, είναι διαρκώς πηγμένοι, μπλοκάροντας και όλους τους γύρω δρόμους, ενώ η αστική ανάπτυξη γύρω από τους δύο άξονες τούς επιβαρρύνει εκθετικά. Οπως συμβαίνει σχεδόν με τα πάντα, οι ανάγκες της πόλης είναι συνέχεια εκατό βήματα μπροστά από την όποια «λύση» προτείνεται ή εκτελείται.

Η κυκλοφοριακή συμφόρηση προκαλεί, προφανώς, και περιβαλλοντική επιβάρυνση. Μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί στην Αττική Οδό παρακολουθούν συστηματικά τη ρύπανση της ατμόσφαιρας και τον θόρυβο, καταγράφοντας αυξημένες συγκεντρώσεις ρύπων όπως διοξείδιο του αζώτου (NO₂), πτητικούς υδρογονάνθρακες και βενζόλιο σε περιοχές κοντά στον αυτοκινητόδρομο. Αν και η ποιότητα του αέρα στην ευρύτερη Αθήνα έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, η κυκλοφορία των οχημάτων παραμένει σημαντική πηγή ρύπανσης. Η αυξημένη κυκλοφορία στον Κηφισό υποδηλώνει αντίστοιχη περιβαλλοντική επιβάρυνση.

Στην περίπτωση της Αττικής Οδού είναι ορθή η επισήμανση ότι η κατασκευή του δρόμου δημιούργησε το φαινόμενο της «επαγόμενης ζήτησης»: έκανε περισσότερους οδηγούς να την επιλέξουν αντί άλλων δρομολογίων ή των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς, αυξάνοντας τη συνολική κίνηση και φτάνοντας ταχύτατα τα όρια του αυτοκινητόδρομου. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι δεν υπάρχουν επαρκή ΜΜΜ.

Το Μετρό της Αθήνας υπάγεται στην ίδια κατηγορία με τις κεντρικές αρτηρίες της· είναι πολύ καλό που υπάρχει, αλλά δεν επαρκεί ούτε για αστείο. Μέχρι να κατασκευαστούν νέοι σταθμοί, η Αθήνα θα έχει φτάσει στη Θήβα και οι ανάγκες θα είναι και πάλι πολλαπλάσιες της προσφοράς. Η κατάσταση με τα λεωφορεία είναι ανάλογη: καθυστερήσεις, οχήματα τόσο γεμάτα που δεν μπορούν να πάρουν άλλους επιβάτες και αραιά δρομολόγια είναι η γενική εικόνα.

Μοιάζει πλέον άσκοπο να μιλάει κανείς για την κίνηση· η γενική απαίτηση είναι να αποδεχτούμε μοιρολατρικά το γεγονός ότι σε αυτή την πόλη χρειάζεσαι τριπλάσιο και τετραπλάσιο χρόνο από τον λογικό για να πάς από το σημείο Α στο σημείο Β. Οι εικόνες των μποτιλιαρισμάτων γεμίζουν καθημερινά τα social media και γράφονται θυμωμένα κείμενα από θυμωμένους ανθρώπους που ζουν καθημερινά αυτή την κατάσταση. Ολα αυτά, όμως, δεν φαίνεται να προκαλούν καμία αντίδραση από τους κάθε είδους αρμόδιους. Η λογική που δείχνει να επικρατεί είναι «άσ’ τους να γκρινιάξουν μέχρι να το ξεχάσουν». Αυτό όμως δεν ξεχνιέται όταν είσαι επί τρεις ώρες κολλημένος στα 14 χιλιόμετρα κυκλοφοριακού εμφράγματος στον Κηφισό.

Η ριζική βελτίωση και επέκταση των ΜΜΜ είναι ένα από τα βασικά θέματα που πρέπει να απασχολήσουν άμεσα και επιτακτικά τους τοπικούς και κεντρικούς μας άρχοντες. Λύσεις υφίστανται, η Αθήνα δεν είναι μια πόλη που υπάρχει σε κενό. Και αν δεν υφίστανται, κάποιος πρέπει να τις βρει.

Διότι η Αθήνα είναι πάτος στους ευρωπαϊκούς δείκτες βιωσιμότητας. Και σε αυτόν τον πάτο δέχεται, επιπλέον, οκτώ εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο, οι οποίοι παρατηρούν τα δικά μας δεινά ως «γραφικά», μέχρι να χρειαστεί να μπουν σε λεωφορείο.

Τότε καταλαβαίνουν ότι έβγαλαν εισητήριο για μια ευρωπαϊκή πόλη, αλλά ίσως βρέθηκαν κατά λάθος στο Λάγος.

Exit mobile version