Κάθε τόσο, η επικαιρότητα αποφασίζει να μας κάνει ένα μικρό μάθημα ηθικής με τη μέθοδο του καθρέφτη. Βγαίνουν απανωτές ειδήσεις: «Σύλληψη γνωστού ηθοποιού για οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ», «Διάσημη τραγουδίστρια πιάστηκε σε μπλόκο» κ.τ.λ. Και εμείς, με τον καφέ στο χέρι και ύφος άμεμπτου πολίτη, σχολιάζουμε: «Καλά του έκαναν, η Δικαιοσύνη αποδόθηκε». Μόνο που κάπου εκεί αρχίζει η υποκρισία να μυρίζει πιο έντονα κι από ουίσκι στις τρεις τα ξημερώματα.
Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, είδαμε ονόματα όπως της Δήμητρας Ματσούκα, της Ελεωνόρας Ζουγανέλη και του Διαμαντή Καραναστάση να μπαίνουν στο ίδιο κάδρο. Οχι για πρεμιέρες και συνεντεύξεις, επειδή οδηγούσαν έχοντας πιει πάνω από το επιτρεπτό όριο. Η Ματσούκα συνελήφθη για επικίνδυνη οδήγηση σε κατάσταση μέθης, ενώ δεν είχε δίπλωμα και πινακίδα. Η Ζουγανέλη επίσης σε τυχαίο έλεγχο ήρθε αντιμέτωπη με το μηχάνημα, ο Καραναστάσης τα ίδια. Τίποτα το κινηματογραφικό. Καμία καταδίωξη. Μπλόκο, φύσημα, σύλληψη. Οπως ακριβώς συμβαίνει κάθε βράδυ σε χιλιάδες ανώνυμους.
Το ενδιαφέρον, όμως, δεν είναι οι διάσημοι. Αυτοί απλώς τραβάνε τα φώτα. Το ενδιαφέρον είναι ότι κάθε τέτοια είδηση λειτουργεί σαν συλλογική εξομολόγηση που κανείς δεν θέλει να παραδεχτεί. Γιατί αν τόσοι επώνυμοι πιάνουν τιμόνι έχοντας πιει, φαντάσου τι γίνεται στον υπόλοιπο πληθυσμό. Η νοοτροπία «έλα μωρέ, εντάξει είμαι» όχι απλώς δεν έχει φύγει από την κοινωνία, ζει και βασιλεύει και οδηγεί κιόλας.
Το σενάριο είναι πάντα το ίδιο. Θα πιώ, λες, ένα ακόμα κρασάκι, ένα ακόμα ποτάκι, ένα ακόμα σφηνάκι. Οι περισσότεροι δεν το παρακάνουν, αλλά δεν μένουν κι εκεί που είναι το όριο ασφαλείας για να οδηγήσεις. Το ξεπερνούν και μετά παραμυθιάζουν το μυαλό τους, λένε ότι είναι μικρή διαδρομή, ότι θα πάνε σιγά, ότι ξέρουν τον δρόμο και δεν τρέχει τίποτα.
Και, μεταξύ μας, ξέρουν και πού στήνουν μπλόκα. Υπάρχουν ολόκληρες ομάδες στα κοινωνικά δίκτυα που ενημερώνουν σε πραγματικό χρόνο: «Μπλόκο στη Συγγρού», «Καθαρή η Κηφισίας», «Προσοχή στο τάδε σημείο». Είναι τρελό αν το σκεφτείς, ότι έχει στηθεί ολόκληρη επιχείρηση ανώνυμης σύμπραξης με στόχο να παρακαμφθεί ο έλεγχος που θα ανακαλύψει την παράβαση ανάμεσά μας.
Ο ίδιος λοιπόν άνθρωπος που ενημερώνεται για τα μπλόκα θέλοντας να τα αποφύγει, διαβάζει ότι «ο τάδε πιάστηκε μεθυσμένος» και χαμογελάει αυτάρεσκα. Κουνάει το κεφάλι και αναφωνεί: «Απαράδεκτος». Και ενδόμυχα χαίρεται γιατί υπάρχει μια μικρή, σκοτεινή ικανοποίηση όταν ο σταρ κατεβαίνει από το βάθρο και βρίσκεται στο ίδιο πεζοδρόμιο με όλους. Μόνο που εμείς, που γελάμε ειρωνικά, κάνουμε συχνά ακριβώς το ίδιο. Απλώς δεν μας έχουν πιάσει ακόμα.
Και δεν μιλάμε για μεμονωμένα περιστατικά. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ., κάθε χρόνο βεβαιώνονται δεκάδες χιλιάδες παραβάσεις για οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ σε όλη τη χώρα. Σε μεγάλες αστικές περιοχές, ειδικά τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες, ένα σημαντικό ποσοστό των ελέγχων καταλήγει σε θετικό αλκοτέστ, με την Τροχαία να συλλαμβάνει καθημερινά οδηγούς που ξεπέρασαν το όριο.
Πολλοί από αυτούς δεν είναι λιώμα, αλλά βρίσκονται ακριβώς στην επικίνδυνη ζώνη τού «λίγο παραπάνω». Τα στατιστικά δείχνουν επίσης ότι το αλκοόλ εμπλέκεται σε μεγάλο ποσοστό σοβαρών τροχαίων ατυχημάτων, συχνά με θύματα νέους ανθρώπους. Με απλά λόγια, αυτοί που πιάνονται δεν είναι η εξαίρεση. Είναι απλώς αυτοί που έπεσαν πάνω στο μπλόκο.
Η οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ δεν είναι περιθωριακό φαινόμενο. Είναι κοινωνική συνήθεια που απλώς καμωνόμαστε ότι δεν τη βλέπουμε. Είναι η συμφωνία σιωπής τού «όλοι το κάνουν». Και το χειρότερο είναι ότι το κάνουμε γνωρίζοντας πολύ καλά τι ρίσκο παίρνουμε. Οχι θεωρητικά. Πρακτικά. Το βλέπουμε γύρω μας, το ακούμε, το ζούμε. Ατυχήματα, ιστορίες, δυστυχήματα που ακολούθησαν ένα «έλα μωρέ, λίγο ήπια, θα οδηγήσω».
Το θέμα δεν είναι να χαιρόμαστε με την πτώση των διασήμων, ούτε να μετράμε πόσους έπιασαν, αλλά να σταματήσουμε να παριστάνουμε ότι εμείς είμαστε διαφορετικοί. Γιατί, αν ήμασταν ειλικρινείς, το αλκοτέστ που θα φοβόμασταν περισσότερο δεν θα ήταν της Τροχαίας. Είναι αυτό που θα μας αναγκάσει να παραδεχτούμε ότι, στο τιμόνι, λέμε πολύ συχνά ψέματα στον εαυτό μας.
